Pages

Παρασκευή 15 Μαρτίου 2013

Μνημόνιο, ευρώ και εθνική κυριαρχία

Του Σπύρου Μαρκέτου*

Στα τρία χρονιά μνημονιακής πολιτικής η χώρα έχει καταρρεύσει. Το εγχώριο προϊόν μειώθηκε παραπάνω από 21%, σύμφωνα με τους υπολογισμούς του ΔΝΤ, και αναμένεται να μειωθεί άλλο 6% φέτος.
Ποτέ στην παγκόσμια ιστορία, αφότου άρχισαν να τηρούνται οικονομικές στατιστικές, δεν σημειώθηκε τέτοια πτώση της παραγωγής χωρίς πόλεμο ή εμφύλιο.

Σε δύο προηγούμενες συγκυρίες η Ελλάδα επλήγη από οικονομική κρίση ενώ βρισκόταν δεμένη σε μια νομισματική ένωση ή σε ένα σκληρό νόμισμα. Ανάμεσα στον πόλεμο του 1897 και στους Βαλκανικούς, οπότε ο Διεθνής Οικονομικός Έλεγχος την κρατούσε στη Λατινική Ένωση, δηλαδή το ευρώ εκείνης της εποχής. Και το 1929-1932, όταν διατηρούσε σταθερή ισοτιμία με τη στερλίνα. Και τις δύο φορές διαλύθηκε το πολιτικό σύστημα.

Οι πυλώνες της πολιτικής

Τρεις είναι οι βασικοί πυλώνες της πολιτικής που εφαρμόζουν οι μνημονιακές κυβερνήσεις από το 2010, στο μέτρο, βέβαια, που κάμπτουν την αντίσταση του λαού, η οποία, ωστόσο, παραμένει ισχυρή.
 Πρώτος, η αναγνώριση του δημόσιου χρέους, μολονότι αυτό έχει καταγγελθεί ως απεχθές, αθέμιτο ή ακόμη και παράνομο, όπως, για παράδειγμα, αποδείχθηκε στην περίπτωση του μεγάλου δανείου που συνήψε ο Δήμος Ζωγράφου και το οποίο φορτώθηκε στον κρατικό προϋπολογισμό κατ' απαίτηση της τρόικας.

 Ο λογιστικός έλεγχος του χρέους ο οποίος θα ήταν αυτονόητος αν το Δημόσιο λειτουργούσε με κριτήρια ιδιωτικού τομέα, δεν συζητιέται καν, μολονότι τον αξιώνουν με πειστικά επιχειρήματα φορείς όπως η Πρωτοβουλία για την Επιτροπή Λογιστικού Ελέγχου ή το Χωρίς Χρέος Χωρίς Ευρώ.

Παρά την ανθρωπιστική κρίση που προκάλεσε τούτη η πολιτική και η οποία από μόνη της συνιστά λόγο έγκυρο κατά το Διεθνές Δίκαιο για να ανασταλούν οι πληρωμές στους πιστωτές, λόγω κατάστασης εκτάκτου ανάγκης, η τρόικα και οι ελληνικές κυβερνήσεις επιμένουν ότι οι υποχρεώσεις του κράτους προς τους τραπεζίτες είναι ιερές, ενώ προς τους πολίτες ανύπαρκτες. Επιστρέψαμε, δηλαδή, σε αντιλήψεις περί κράτους χειρότερες ακόμη και από εκείνες τις οποίες κατάργησε η Γαλλική Επανάσταση.


Δεύτερος πυλώνας, η διάσωση των τραπεζιτών με τίμημα την καταστροφή της πραγματικής οικονομίας.
Οι νέες ρυθμίσεις υπέρ των τραπεζών στο τελευταίο νομοσχέδιο για τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά, και γενικά η δημιουργία ενός νομικού πλαισίου το οποίο ευνοεί σκανδαλωδώς τους τραπεζίτες εις βάρος οικογενειών και επιχειρήσεων, είναι απλώς η κορυφή του παγόβουνου.

 Από το 2010 το κράτος ενίσχυσε της τράπεζες με τουλάχιστον 168 δις σε ρευστό και εγγυήσεις, εκτοξεύοντας έτσι στα ύψη το δημόσιο χρέος.
Για την εξυπηρέτηση του οποίου, με επιτόκια πιστωτικών καρτών πλέον, δαπανώνται ασύλληπτα ποσά, τα οποία επίσης καταλήγουν στα θησαυροφυλάκια των... τραπεζιτών.
Εννοείται ότι από κανέναν δεν ζητούνται ευθύνες για τη χρεοκοπία του συστήματος, η οποία θα είχε αποφευχθεί αν οι τράπεζες τηρούσαν τις νόμιμες προβλέψεις περί ρευστότητας. Ευθύνες όχι μόνον αστικές, αλλά και ποινικές. Οι πολιτικοί έχουν πλέον γίνει αναλώσιμοι, αλλά οι τραπεζίτες εξακολουθούν να μην μπαίνουν φυλακή.

Ο τρίτος πυλώνας, ο οποίος ελάχιστα απασχόλησε τη δημόσια συζήτηση, ήταν η παραμονή στην Ευρωζώνη. Οι λιγοστές φωνές που ακούστηκαν υπέρ του εθνικού νομίσματος περιθωριοποιήθηκαν συστηματικά. Για παράδειγμα, όσοι κόπτονται υπέρ της παραμονής στο ευρώ άφησαν ασχολίαστα τα τεκμηριωμένα αντίθετα επιχειρήματα του διεθνούς ερευνητικό φορέα Money and Finance που παρουσιάστηκαν στη μελέτη Ρήξη;

 Διέξοδος από την κρίση της Ευρωζώνης. 

Όλοι εκείνοι που καταστροφολόγησαν για τη δήθεν φρίκη της εξόδου από το ευρώ είναι άφαντοι τώρα που οι συνέπειες τη παραμονής σ' αυτό αποδεικνύονται ακόμη χειρότερες. Και κανείς τους δεν προτείνει μια στρατηγική για να ξεπεραστεί η κρίση εντός της Ευρωζώνης.

 Η ΕΚΤ και οι θυσίες 

Κανείς τους δεν λέει με ποιο τρόπο θα ανακάμψει η παραγωγή ή ακόμη και πώς θα σωθεί το τραπεζικό σύστημα, όταν η παροχή χρήματος ρυθμίζεται από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα οι επιλογές της οποίας αποδείχτηκαν διαλυτικές για τις οικονομίες της ευρωπαϊκής περιφέρειας. Και η οποία, επικεφαλής της τρόικας, μας ποδηγετεί στην τωρινή συμφορά. Κανείς τους δεν παραδέχεται ότι το ίδιο το ευρώ γίνεται καθημερινά πιο εύθραυστο, ενώ εξελίξεις σε χώρες όπως η Ιταλία ή η Ισπανία μπορούν ανά πάσα στιγμή να το βυθίσουν. Ή ότι μπορεί απλούστατα να μας εκπαραθυρώσουν όποτε θέλει η Γερμανία, ίσως μόλις οι επιχειρηματίες της ολοκληρώσουν την καταλήστευση του εθνικού μας πλούτου.

 Προκαλεί πανικό η ιδέα ότι ίσως σύντομα αποδειχθούν μάταιες όλες οι θυσίες που έγιναν για να μείνουμε στο κοινό νόμισμα. Ποιος θα εισπράξει τότε τη λαϊκή οργή; Ορθά τονίζουν πολλοί επιφανείς οικονομολόγοι, Έλληνες και ξένοι, ότι η έξοδος από την Ευρωζώνη είναι μονόδρομος για τις περιφερειακές οικονομίες.
Ένα απλό παράδειγμα μας δείχνει πόσο περισσότερες επιλογές έχουμε αν ελέγχουμε το νόμισμα μας απ' ό,τι αν το ελέγχουν άλλοι. Πως, δηλαδή, η εξασφάλιση εθνικού νομίσματος δεν είναι καμιά εθνικιστική εμμονή ούτε επουσιώδης λεπτομέρεια, αλλά, αντίθετα, συνιστά στοιχειώδες ζήτημα Δημοκρατίας-ακόμη περισσότερο, ζήτημα πλέον επιβίωσης.

Δεν αρκεί για μια φιλολαϊκή οικονομική πολιτική, αλλά είναι απαραίτητη προϋπόθεση της. Οι δημοσκοπήσεις που δίνουν παράσταση νίκης στον ΣΥΡΙΖΑ αποτυπώνουν τις ελπίδες που δίνει η ιδέα μιας αριστερής κυβέρνησης. Όταν η λαϊκή αντίσταση επιβάλει να προκηρυχθούν εκλογές, ελπίζεται να βγει νικήτρια η Αριστερά.

Η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ δείχνει, ωστόσο, με τις πράξεις της πως περιμένει να πάρει την κυβέρνηση όχι με μαζικές κινητοποιήσεις, αλλά σαν «ώριμο φρούτο».
Για να κερδίσει το πολυθρύλητο «Κέντρο», ο Αλέξης Τσίπρας υμνεί το χρεοκοπημένο αμερικανικό όνειρο, δοξολογεί τον Καραμανλή και χαριεντίζεται με τον Μητσοτάκη. Εκτιμά ότι ο κόσμος μέσα στην απόγνωση του θα ψηφίσει ΣΥΡΙΖΑ όταν έρθει η ώρα, άρα καλύτερα να μην κουνήσει τη βάρκα. Και, κυρίως, να μην συγκρουστεί με την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις που στηρίζουν το ευρώ.

Είναι όμως έτσι; Στις τελευταίες εκλογές πλησιάσαμε τα όρια της τραπεζικής κρίσης, όταν η ενδεχόμενη νίκη του ΣΥΡΙΖΑ έκανε τους αποταμιευτές ν' αποσύρουν από τις τράπεζες 15 δις, ρίχνοντας τις καταθέσεις κάτω από τα δύο τρίτα του ύψους που είχαν αρχές του 2010.
Πιστεύει κανείς ότι το ίδιο φαινόμενο δεν θα επαναληφθεί στις ερχόμενες εκλογές;

Στην κυβέρνηση της Αριστεράς ίσως δεν δοθούν οι εκατό ημέρες που φαντάζεται ότι θα έχει για να επιβάλει φιλολαϊκές μεταρρυθμίσεις, αλλά ούτε καν εκατό δευτερόλεπτα. Κι αν η τραπεζική κρίση ξεσπάσει προτού καν σχηματιστεί νέα κυβέρνηση; Αν ο κόσμος πάει τη Δευτέρα μετά τις εκλογές να πάρει τα ευρώ του από τις τράπεζες, αυτές θα έχουν άραγε να του τα δώσουν;

 Ο Ιρλανδός τραπεζίτης Τζόναθαν Σούγκαρμαν αποκάλυψε πρόσφατα ότι η τράπεζα στην οποία εργαζόταν, θυγατρική της ιταλικής Unicredit, πέμπτης μεγαλύτερης τράπεζας στην Ευρώπη, διατηρούσε διαθέσιμα πολύ λιγότερα από εκείνα που προέβλεπε ο νόμος, αλλά η ρυθμιστική Αρχή, παρά τις καταγγελίες, «έκανε τα στραβά μάτια».
Γιατί να πιστέψουμε ότι έχουμε σήμερα αυστηρότερη εποπτεία των τραπεζών στην Ελλάδα; Αλλά ακόμη κι αν τηρούνται τα νόμιμα διαθέσιμα, οι τράπεζες θα έχουν επαρκή ρευστότητα;


Οπότε ο Αλέξης Τσίπρας θα έχει δύο επιλογές.
Η πρώτη είναι να σπεύσει στο Βερολίνο εκλιπαρώντας έκτακτη χρηματοδότηση, ώστε να αποφευχθεί η τραπεζική κρίση. Με τίμημα την υποταγή του στη μνημονιακή πολιτική, να γίνει δηλαδή δεύτερος Σαμαράς.
Την περασμένη άνοιξη είχαν συζητηθεί προεκλογικά, ως αντάλλαγμα για να συνεχιστεί η χρηματοδότηση, δεσμεύσεις του ΣΥΡΙΖΑ ότι θα σεβόταν το Μνημόνιο. Γιατί να μην απαιτηθούν τώρα;

Η δεύτερη επιλογή είναι άμεσος δημόσιος έλεγχος του τραπεζικού συστήματος, παύση της εξυπηρέτησης του δημόσιου χρέους και έξοδος από το ευρώ για να αποτραπεί η τραπεζική κρίση. Όταν πληρώνεις σε εθνικό νόμισμα, έχεις όσο θέλεις και οι επικυρίαρχοι χάνουν τα περιθώρια εκβιασμών που διαθέτουν σήμερα. Δεν μπορούν πια να σου κλείσουν τις στρόφιγγες της χρηματοδότησης.

Αν τυχόν βλέπει κανείς τρίτη επιλογή, ας την καταθέσει. Αν δεν βλέπει, τότε η Αριστερά επείγει να εξηγήσει καθαρά στο λαό ότι η έξοδος από το Μνημόνιο προϋποθέτει έξοδο από το ευρώ. Πόσω μάλλον όταν υπάρχει κι ένα άλλο ενδεχόμενο: Η τραπεζική κρίση να απειληθεί νωρίτερα και εγγυήσεις από την αντιπολίτευση να ζητηθούν προεκλογικά, ανατρέποντας τη στρατηγική του ΣΥΡΙΖΑ, που είναι να αποσυνδέει το Μνημόνιο από το ευρώ.
Δημοκρατία σημαίνει ότι οι πολίτες αποφασίζουν για την οικονομική πολιτική και, μάλιστα, γνωρίζοντας τις εναλλακτικές λύσεις.

Έχουμε αλήθεια Δημοκρατία, όταν τις βασικές αποφάσεις τις παίρνει η ανεξέλεγκτη από το λαό ΕΚΤ, ενώ ο λαός δεν πληροφορείται καν την αμφισβήτηση του ευρώ από τους ειδικούς;

*Ο Σ. Μαρκέτος είναι επίκουρος Καθηγητής στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και το παραπάνω κείμενο του δημοσιεύτηκε στο περιοδικό "Επίκαιρα" 14/3/2013

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου