104 χρόνια συμπληρώνονται σήμερα απ’ την ημέρα του θανάτου του αξιόλογου Κεφαλονίτη σατιρικού ποιητή Ανδρέα Λασκαράτου. Ο ίδιος με αριστοκρατική καταγωγή και συντηρητικές για την εποχή του απόψεις, υπερασπίστηκε με σθένος τις αντιλήψεις του υπομένοντας διωγμούς, φυλακές και εξορίες καθώς και αφορισμούς από την επικρατούσα –παντοδύναμη τότε- θρησκεία.
Ο Α. Λασκαράτος δεν ήταν άθεος όπως λανθασμένα πιστεύουν πολύ. Κι’ αυτό μας το λέει ο ίδιος στο βιβλίο του, που ήταν αιτία για τον αφορισμό του «Τα μυστήρια της Κεφαλονιάς»: «Η ψυχή μας λοιπόν είναι συνθεμένη από δύναμες ανθρώπινης φύσεως και δύναμες μιας άλλης ανώτερης φύσης. Η πρώτες μας συγγενέβουνε με τον κόσμο. Η δεύτερες με τη Θεότητα».
Ο χλευασμός και η απέχθεια με την οποία αντιμετώπιζε τον κλήρο είχε να κάνει με την αντίληψη του ότι η θεότητα είναι κάτι τόσο υψηλό και μεγαλειώδες, που δεν μπορούσε να γίνει κατανοητή από τον άνθρωπο, θεωρώντας ότι η χριστιανική διδασκαλία απαξιώνει και εξευτελίζει αυτό που ο ίδιος πίστευε.
Βιογραφικά στοιχεία για τον Α. Λασκαράτο μπορεί να συναντήσει κάποιος αρκετά στο διαδίκτυο.
Παραθέτουμε ένα κείμενο του, που το θεωρούμε εξαιρετικά επίκαιρο.
Δύστυχε λαέ! Οι κατεργαραίοι σ’ εμεθήσανε καθώς μεθούν τα μελίσια και τα βάνουνε στο καλάθι… Σ’ εμεθήσανε και σ’ εκάμανε να πιστέψης πώς κάτι είσαι! Δύστυχε λαέ! ξέρεις τι είσαι! Εκείνο που είναι όλοι οι λαοί, εκείνο που εσταθήκανε οι λαοί πάντα, είσαι, θέλεις δε θέλεις, το κλοτσοσκούφι εκεινώνε που τους βαστά η ψυχή τους να σε παίζουνε. Μπορεί να μη σ’ αρέση τούτη η αλήθεια, μα δέξου τη γιατί είναι αλήθεια. Είναι πρικία μα κάνει καλό.
Εσύ έχεις παράπονα εναντίον εις εκείνους οπού έως τώρα σ’ εδιοικήσανε και τώρα εβγήκανε άλλοι οι οποίοι λέγονται φίλοι σου, και σου ζητούνε να σε διοικήσουν εκείνοι, και συ κατά το συνηθισμένο, γιατί έτσι οι λαοί κάνουνε πάντα, έτρεξες εις εδαύτους και τους ακολούθησες… Μα ξέρεις πώς πιάνουνε τους ελέφαντας; Πηένουνε δώδεκα στο κυνήγι, οι έξι ντυμένοι μαύρα, και οι έξι άσπρα, όντες ο ελέφαντας πέσει στο λάκκο το διορισμένονε τότες τρέχουνε οι έξι οι μαυροφόροι, και με ξύλα μεγάλα τόνε ραβδίζουνε. Αφού τόνε ραβδίσουνε καλά – καλά, τότες ‘βγαίνουνε οι ασπροφόροι, οι οποίοι καμόνουνται να διόχνουνε τους μαυροφορεμένους, χαϊδέβουνε τον ελέφαντα, του βάνουνε στο στόμα ζαχαροκούλουρα, και τότε βοηθούνε να έβγη από το λάκκο. Ο ελέφαντας τότες ακολουθάει μ’ εύγνωμοσύνη εκείνους όπου νομίζει ελευθεροτάδες του, κ’ ετούτοι τόνε φέρνουνε και τότε τόνε πουλούνε.
Άκουσες τώρα, λαέ, πώς οι άνθρωποι πιάνουνε τα θηρία; Ίδες, ή δεν ίδες σε τούτην τη διήγηση την εικόνα σου;
Ανδρέας Λασκαράτος – «Λαός και λαοπλάνοι»
Ο Α. Λασκαράτος δεν ήταν άθεος όπως λανθασμένα πιστεύουν πολύ. Κι’ αυτό μας το λέει ο ίδιος στο βιβλίο του, που ήταν αιτία για τον αφορισμό του «Τα μυστήρια της Κεφαλονιάς»: «Η ψυχή μας λοιπόν είναι συνθεμένη από δύναμες ανθρώπινης φύσεως και δύναμες μιας άλλης ανώτερης φύσης. Η πρώτες μας συγγενέβουνε με τον κόσμο. Η δεύτερες με τη Θεότητα».
Ο χλευασμός και η απέχθεια με την οποία αντιμετώπιζε τον κλήρο είχε να κάνει με την αντίληψη του ότι η θεότητα είναι κάτι τόσο υψηλό και μεγαλειώδες, που δεν μπορούσε να γίνει κατανοητή από τον άνθρωπο, θεωρώντας ότι η χριστιανική διδασκαλία απαξιώνει και εξευτελίζει αυτό που ο ίδιος πίστευε.
Βιογραφικά στοιχεία για τον Α. Λασκαράτο μπορεί να συναντήσει κάποιος αρκετά στο διαδίκτυο.
Παραθέτουμε ένα κείμενο του, που το θεωρούμε εξαιρετικά επίκαιρο.
Δύστυχε λαέ! Οι κατεργαραίοι σ’ εμεθήσανε καθώς μεθούν τα μελίσια και τα βάνουνε στο καλάθι… Σ’ εμεθήσανε και σ’ εκάμανε να πιστέψης πώς κάτι είσαι! Δύστυχε λαέ! ξέρεις τι είσαι! Εκείνο που είναι όλοι οι λαοί, εκείνο που εσταθήκανε οι λαοί πάντα, είσαι, θέλεις δε θέλεις, το κλοτσοσκούφι εκεινώνε που τους βαστά η ψυχή τους να σε παίζουνε. Μπορεί να μη σ’ αρέση τούτη η αλήθεια, μα δέξου τη γιατί είναι αλήθεια. Είναι πρικία μα κάνει καλό.
Εσύ έχεις παράπονα εναντίον εις εκείνους οπού έως τώρα σ’ εδιοικήσανε και τώρα εβγήκανε άλλοι οι οποίοι λέγονται φίλοι σου, και σου ζητούνε να σε διοικήσουν εκείνοι, και συ κατά το συνηθισμένο, γιατί έτσι οι λαοί κάνουνε πάντα, έτρεξες εις εδαύτους και τους ακολούθησες… Μα ξέρεις πώς πιάνουνε τους ελέφαντας; Πηένουνε δώδεκα στο κυνήγι, οι έξι ντυμένοι μαύρα, και οι έξι άσπρα, όντες ο ελέφαντας πέσει στο λάκκο το διορισμένονε τότες τρέχουνε οι έξι οι μαυροφόροι, και με ξύλα μεγάλα τόνε ραβδίζουνε. Αφού τόνε ραβδίσουνε καλά – καλά, τότες ‘βγαίνουνε οι ασπροφόροι, οι οποίοι καμόνουνται να διόχνουνε τους μαυροφορεμένους, χαϊδέβουνε τον ελέφαντα, του βάνουνε στο στόμα ζαχαροκούλουρα, και τότε βοηθούνε να έβγη από το λάκκο. Ο ελέφαντας τότες ακολουθάει μ’ εύγνωμοσύνη εκείνους όπου νομίζει ελευθεροτάδες του, κ’ ετούτοι τόνε φέρνουνε και τότε τόνε πουλούνε.
Άκουσες τώρα, λαέ, πώς οι άνθρωποι πιάνουνε τα θηρία; Ίδες, ή δεν ίδες σε τούτην τη διήγηση την εικόνα σου;
Ανδρέας Λασκαράτος – «Λαός και λαοπλάνοι»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου