Γράφει ο Γρ. Σουλτάνης
Μετά τον Κ. Καραμανλή τον πρεσβύτερο, δεν έχει αποδοθεί τέτοια τιμή-του «εθνικού ηγέτη»- σε κάποιον, πλην του νυν πρωθυπουργού.
Δικαίως, οι πρώην πρωθυπουργοί που έσχιζαν τα ιμάτιά τους ότι θυσιάζονται-και θυσιάζουν το λαό-για το καλό του έθνους, να δυσανασχετούν και να αποδίδουν αγνωμοσύνη σε αυτό (στο έθνος), που δεν τους απέδωσε τέτοια τιμή.
Εύλογο επίσης, να σκέπτονται, ότι υστερούσαν στο ότι αγνοούσαν πως μια δόση επαναστατικότητας, πριν τους συμβιβασμούς, αποτελεί την αναγκαία προϋπόθεση για την ανακήρυξή τους σε εθνικούς ηγέτες.
Αν και στο τέλος, θα μετριαστεί η θλίψη τους, από τη παρατήρηση, ότι στους σημερινούς καιρούς της ευρωκρατίας πρέπει να είναι κάποιος «αριστερός» με δεξιά στροφή για τη διεκδίκηση του τίτλου του εθνικού ηγέτη.
Πάντως, το μεγάλο ερώτημα είναι, πως, αφού το έθνος αποτελεί μια αφηρημένη οντότητα, μπορεί και αποδίδει τέτοιους τίτλους; Σε ποιους ενσαρκώνεται;
Η απάντηση σε αυτό το μεταφυσικό σχεδόν ερώτημα είναι πολύ πεζή: τα όργανα του έθνους είναι οι καθεστωτικοί δημοσιογράφοι που υπό την επήρεια του εθνικού πνεύματος περνούν στην αναγόρευση του εθνικού ηγέτη.
Αναμφισβήτητα, αυτό υπονοεί ότι το έθνος είναι δεξιό ή τουλάχιστον κεντροδεξιό, γιατί, ενώ οι προαναφερθέντες δημοσιογράφοι ομιλούν περί εθνικού ηγέτη, οι αριστεροί συνάδελφοί τους, ρητά ή άρρητα μιλούν για προδότη· προδότη της αριστεράς, των ιδεών και του λαού εννοείται.
Βέβαια, τα όργανα του έθνους-οι καθεστωτικοί δημοσιογράφοι-, αντιτείνουν ότι ο νυν πρωθυπουργός δεν πρόδωσε το λαό και την αριστερά.
Στο αφήγημά τους, ο λαϊκισμός που είχε επιδείξει ο νυν πρωθυπουργός-τον οποίο καταδίκαζαν ομοθυμαδόν-, ενόσω έσερνε τον αγώνα κατά της πλουτοκρατίας, συνιστούσε τελικά το αναγκαίο στάδιο, για να συντελεστεί η υπέρβαση του διαχωρισμού μεταξύ αριστεράς και δεξιάς και να πραγματωθεί η φανέρωση της βούλησης του έθνους.
Η τελική πράξη, μάλιστα, που σηματοδότησε τη μεταμόρφωσή του σε εθνικό ηγέτη, ήταν, ότι πολύ ευφυώς, μετέτρεψε το «όχι» του ελληνικού λαού στη λιτότητα, σε «ναι», όπως και το διχασμό και τη ρήξη, σε εθνική ομοψυχία και «έντιμο συμβιβασμό», ή όπως δήλωσε κυβερνητικό στέλεχος, σε «έντιμο…. βιασμό».
Διότι, σύμφωνα και με τον ΠτΔ, το έθνος έχει αποφασίσει να ακολουθήσει ως μονόδρομο την ευρωπαϊκή πορεία, αλλά και να έχει ως νόμισμα το ευρώ!
Έτσι, καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι είναι αδύνατο να αναχθεί κάποιος πολιτικός σε εθνικό ηγέτη χωρίς να προδώσει το λαό.
Διότι, εκ των πραγμάτων, ο λαός που ζει στο παρών δεν είναι τα έθνος· είναι ένα κύτταρο στο διαχρονικό σώμα του έθνους, που στο φινάλε, δεν έχει και ιδιαίτερη σημασία.
Ανεξάρτητα από το εάν ο πρωθυπουργός είχε προσχεδιάσει ή όχι την ανάδειξή του σε εθνικό ηγέτη, ή αυτό προέκυψε κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων με τους πιστωτές, είναι γεγονός ότι η ρητορική του απέκτησε σε δραματικό βαθμό «εθνικό» περιεχόμενο, αν και δεν άγγιξε το όριο της εθνικής ρητορικής που ξεπέρασαν οι ηγεσίες των δοτών κυβερνήσεων.
Εντούτοις, είναι εμφανές ότι η πρωθυπουργική ρητορική πάσχει από βαθύ αυτο-αποικισμό:
«Τώρα έχουμε χρέος εθνικό να κρατήσουμε ζωντανό το λαό μας, …με βάση αυτό το εθνικό χρέος καλούμαστε να πάρουμε δύσκολες αποφάσεις…(…).. Θα καταφέρουμε όχι μόνο να μείνουμε στην Ευρώπη αλλά να ζήσουμε ως ισότιμος εταίρος με αξιοπρέπεια και υπερηφάνεια διεκδικώντας το δίκιο μας στην Ευρώπη…».
Εδώ, αν και το εθνικό χρέος ταυτίζεται με την επιβίωση του λαού, αυτή η επιβίωση, με τη σειρά της, ισοδυναμεί με την παραμονή στην Ευρώπη και φυσικά στο ευρώ.
Η βαθειά αυτοαποικιακή ψυχολογία που διακρίνει αυτό το λόγο, φαίνεται εν πρώτοις από την ταύτιση Ευρώπης και ΕΕ, αλλά και την ανήκουστη ταύτιση Ευρώπης και ευρώ.
Η Ελλάδα δεν μπορεί πχ. να μετακομίσει στην Αφρική γιατί γεωγραφικά είναι ευρωπαϊκή χώρα· αυτή η υπερβολή που αποδίδει σε μια παροδική οικονομική ένωση φυσικά γεωγραφικά χαρακτηριστικά, αν δεν συνιστά συνειδητή ταύτιση με το ευρωπαϊστικό ιδεολόγημα της εγχώριας ελίτ, αποκαλύπτει-και αυτό είναι το πιο πιθανό-την αυτοαποικιακή σχιζοφρενική ταυτότητα που έχει δομήσει η αστική κουλτούρα στην Ελλάδα.
Επιπλέον, και εφόσον το διακύβευμα της υπόθεσης δεν είναι η έξοδος από την ΕΕ, αλλά από την ευρωζώνη, με ανήκουστο τρόπο, υπονοείται η ταύτιση της Ευρώπης με το ευρωνόμισμα· πρόκειται για το άκρων άωτων της αλλοτρίωσης και του φετιχισμού.
Η χρήση ρητορικών σχημάτων (η χώρα θα επιβιώσει στην ΕΕ «ως ισότιμος εταίρος με αξιοπρέπεια και υπερηφάνεια»), όσο και αν επιχειρεί την ωραιοποίηση της πραγματικότητας, αδυνατεί να αποκρύψει την λογική της υποτέλειας και του αυτό-αποικισμού.
Στον πρωθυπουργό αποδίδεται ο τίτλος του εθνικού ηγέτη για τέσσερεις λόγους:
α) γιατί είναι φορέας της νέας μεγάλης ιδέας του έθνους, που αποτελεί στρατηγικό στόχο της εγχώριας πολιτικοοικονομικής ελίτ από τη μεταπολίτευση και μετά
β) γιατί προωθεί το σχέδιο της νεοφιλελεύθερης τάξης πραγμάτων στα πλαίσια της περιφερειακής ευρωπαϊκής παγκοσμιοποίησης
γ) γιατί αποτελεί τυπικό εκφραστή της αυτο-αποικιακής ψυχολογίας που πηγάζει από την σχιζοφρενική ταυτότητα του αστού και μεσοαστού νεοέλληνα
και δ) γιατί επιχειρεί, με τη χρήση μιας «διπλής γλώσσας» που συνδυάζει τη σοσιαλδημοκρατική ρητορική με την νεοφιλελεύθερη πρακτική, την αποδυνάμωση της κοινωνικής αντίστασης έναντι της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης, αλλά και τον ευτελισμό της αριστεράς.
Στο συμβολικό επίπεδο, η απαξίωση της αριστεράς ως δύναμης ανατροπής έχει τεράστια επίπτωση στην κοινωνική ψυχολογία και επιπλέον, παρέχει στην ακροδεξιά το δικαίωμα της ανάδειξής της ως της μόνης πολιτικής δύναμης που μπορεί να εναντιωθεί στην υπερεθνική ελίτ που προωθεί την ευρωπαϊκή περιφερειακή παγκοσμιοποίηση.
Μετά τον Κ. Καραμανλή τον πρεσβύτερο, δεν έχει αποδοθεί τέτοια τιμή-του «εθνικού ηγέτη»- σε κάποιον, πλην του νυν πρωθυπουργού.
Δικαίως, οι πρώην πρωθυπουργοί που έσχιζαν τα ιμάτιά τους ότι θυσιάζονται-και θυσιάζουν το λαό-για το καλό του έθνους, να δυσανασχετούν και να αποδίδουν αγνωμοσύνη σε αυτό (στο έθνος), που δεν τους απέδωσε τέτοια τιμή.
Εύλογο επίσης, να σκέπτονται, ότι υστερούσαν στο ότι αγνοούσαν πως μια δόση επαναστατικότητας, πριν τους συμβιβασμούς, αποτελεί την αναγκαία προϋπόθεση για την ανακήρυξή τους σε εθνικούς ηγέτες.
Αν και στο τέλος, θα μετριαστεί η θλίψη τους, από τη παρατήρηση, ότι στους σημερινούς καιρούς της ευρωκρατίας πρέπει να είναι κάποιος «αριστερός» με δεξιά στροφή για τη διεκδίκηση του τίτλου του εθνικού ηγέτη.
Πάντως, το μεγάλο ερώτημα είναι, πως, αφού το έθνος αποτελεί μια αφηρημένη οντότητα, μπορεί και αποδίδει τέτοιους τίτλους; Σε ποιους ενσαρκώνεται;
Η απάντηση σε αυτό το μεταφυσικό σχεδόν ερώτημα είναι πολύ πεζή: τα όργανα του έθνους είναι οι καθεστωτικοί δημοσιογράφοι που υπό την επήρεια του εθνικού πνεύματος περνούν στην αναγόρευση του εθνικού ηγέτη.
Αναμφισβήτητα, αυτό υπονοεί ότι το έθνος είναι δεξιό ή τουλάχιστον κεντροδεξιό, γιατί, ενώ οι προαναφερθέντες δημοσιογράφοι ομιλούν περί εθνικού ηγέτη, οι αριστεροί συνάδελφοί τους, ρητά ή άρρητα μιλούν για προδότη· προδότη της αριστεράς, των ιδεών και του λαού εννοείται.
Βέβαια, τα όργανα του έθνους-οι καθεστωτικοί δημοσιογράφοι-, αντιτείνουν ότι ο νυν πρωθυπουργός δεν πρόδωσε το λαό και την αριστερά.
Στο αφήγημά τους, ο λαϊκισμός που είχε επιδείξει ο νυν πρωθυπουργός-τον οποίο καταδίκαζαν ομοθυμαδόν-, ενόσω έσερνε τον αγώνα κατά της πλουτοκρατίας, συνιστούσε τελικά το αναγκαίο στάδιο, για να συντελεστεί η υπέρβαση του διαχωρισμού μεταξύ αριστεράς και δεξιάς και να πραγματωθεί η φανέρωση της βούλησης του έθνους.
Η τελική πράξη, μάλιστα, που σηματοδότησε τη μεταμόρφωσή του σε εθνικό ηγέτη, ήταν, ότι πολύ ευφυώς, μετέτρεψε το «όχι» του ελληνικού λαού στη λιτότητα, σε «ναι», όπως και το διχασμό και τη ρήξη, σε εθνική ομοψυχία και «έντιμο συμβιβασμό», ή όπως δήλωσε κυβερνητικό στέλεχος, σε «έντιμο…. βιασμό».
Διότι, σύμφωνα και με τον ΠτΔ, το έθνος έχει αποφασίσει να ακολουθήσει ως μονόδρομο την ευρωπαϊκή πορεία, αλλά και να έχει ως νόμισμα το ευρώ!
Έτσι, καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι είναι αδύνατο να αναχθεί κάποιος πολιτικός σε εθνικό ηγέτη χωρίς να προδώσει το λαό.
Διότι, εκ των πραγμάτων, ο λαός που ζει στο παρών δεν είναι τα έθνος· είναι ένα κύτταρο στο διαχρονικό σώμα του έθνους, που στο φινάλε, δεν έχει και ιδιαίτερη σημασία.
Ανεξάρτητα από το εάν ο πρωθυπουργός είχε προσχεδιάσει ή όχι την ανάδειξή του σε εθνικό ηγέτη, ή αυτό προέκυψε κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων με τους πιστωτές, είναι γεγονός ότι η ρητορική του απέκτησε σε δραματικό βαθμό «εθνικό» περιεχόμενο, αν και δεν άγγιξε το όριο της εθνικής ρητορικής που ξεπέρασαν οι ηγεσίες των δοτών κυβερνήσεων.
Εντούτοις, είναι εμφανές ότι η πρωθυπουργική ρητορική πάσχει από βαθύ αυτο-αποικισμό:
«Τώρα έχουμε χρέος εθνικό να κρατήσουμε ζωντανό το λαό μας, …με βάση αυτό το εθνικό χρέος καλούμαστε να πάρουμε δύσκολες αποφάσεις…(…).. Θα καταφέρουμε όχι μόνο να μείνουμε στην Ευρώπη αλλά να ζήσουμε ως ισότιμος εταίρος με αξιοπρέπεια και υπερηφάνεια διεκδικώντας το δίκιο μας στην Ευρώπη…».
Εδώ, αν και το εθνικό χρέος ταυτίζεται με την επιβίωση του λαού, αυτή η επιβίωση, με τη σειρά της, ισοδυναμεί με την παραμονή στην Ευρώπη και φυσικά στο ευρώ.
Η βαθειά αυτοαποικιακή ψυχολογία που διακρίνει αυτό το λόγο, φαίνεται εν πρώτοις από την ταύτιση Ευρώπης και ΕΕ, αλλά και την ανήκουστη ταύτιση Ευρώπης και ευρώ.
Η Ελλάδα δεν μπορεί πχ. να μετακομίσει στην Αφρική γιατί γεωγραφικά είναι ευρωπαϊκή χώρα· αυτή η υπερβολή που αποδίδει σε μια παροδική οικονομική ένωση φυσικά γεωγραφικά χαρακτηριστικά, αν δεν συνιστά συνειδητή ταύτιση με το ευρωπαϊστικό ιδεολόγημα της εγχώριας ελίτ, αποκαλύπτει-και αυτό είναι το πιο πιθανό-την αυτοαποικιακή σχιζοφρενική ταυτότητα που έχει δομήσει η αστική κουλτούρα στην Ελλάδα.
Επιπλέον, και εφόσον το διακύβευμα της υπόθεσης δεν είναι η έξοδος από την ΕΕ, αλλά από την ευρωζώνη, με ανήκουστο τρόπο, υπονοείται η ταύτιση της Ευρώπης με το ευρωνόμισμα· πρόκειται για το άκρων άωτων της αλλοτρίωσης και του φετιχισμού.
Η χρήση ρητορικών σχημάτων (η χώρα θα επιβιώσει στην ΕΕ «ως ισότιμος εταίρος με αξιοπρέπεια και υπερηφάνεια»), όσο και αν επιχειρεί την ωραιοποίηση της πραγματικότητας, αδυνατεί να αποκρύψει την λογική της υποτέλειας και του αυτό-αποικισμού.
Στον πρωθυπουργό αποδίδεται ο τίτλος του εθνικού ηγέτη για τέσσερεις λόγους:
α) γιατί είναι φορέας της νέας μεγάλης ιδέας του έθνους, που αποτελεί στρατηγικό στόχο της εγχώριας πολιτικοοικονομικής ελίτ από τη μεταπολίτευση και μετά
β) γιατί προωθεί το σχέδιο της νεοφιλελεύθερης τάξης πραγμάτων στα πλαίσια της περιφερειακής ευρωπαϊκής παγκοσμιοποίησης
γ) γιατί αποτελεί τυπικό εκφραστή της αυτο-αποικιακής ψυχολογίας που πηγάζει από την σχιζοφρενική ταυτότητα του αστού και μεσοαστού νεοέλληνα
και δ) γιατί επιχειρεί, με τη χρήση μιας «διπλής γλώσσας» που συνδυάζει τη σοσιαλδημοκρατική ρητορική με την νεοφιλελεύθερη πρακτική, την αποδυνάμωση της κοινωνικής αντίστασης έναντι της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης, αλλά και τον ευτελισμό της αριστεράς.
Στο συμβολικό επίπεδο, η απαξίωση της αριστεράς ως δύναμης ανατροπής έχει τεράστια επίπτωση στην κοινωνική ψυχολογία και επιπλέον, παρέχει στην ακροδεξιά το δικαίωμα της ανάδειξής της ως της μόνης πολιτικής δύναμης που μπορεί να εναντιωθεί στην υπερεθνική ελίτ που προωθεί την ευρωπαϊκή περιφερειακή παγκοσμιοποίηση.
Μπορουσα και χωρις αυτο το αρθρο σημερα!! Δεν χρειαζομαι ,την εξηγηση κανενος,για να καταλαβω τι εγινε. Οσο για την τελευταια παραγραφο....μου θυμιζει τον λογο του Μακαριου στο Συμβουλιο 2-3 μερες πριν την εισβολη...που ελεγε ''καταγγελω την ελληνικη κυβερνηση ,μια εκ των τριων εγγυητριων δυναμεων για την εισβολη και το πραξικοπημα...''!! Μετα απο το εμμεσο προσκλητηριο , 2-3 ημερες, εισεβαλε και η αλλη εγγυητρια δυναμη,η Τουρκια ,για να ''προστατευσει τον μειονοτικο πληθυσμο της''!!! Αν καποιος δεν μπορει να τα κανει καλυτερα τα πραγματα,...δεν ειναι υποχρεωτικο να τα κανει χειροτερα!!! Οσο για τον λαο......''η Ελλαδα ποτε δεν πεθαινει....μονο οι ελληνες''!!! Να χαρει και ο Λοβερδος!!
ΑπάντησηΔιαγραφήΠροδότης του Λαού ή αν προτιμάτε
ΑπάντησηΔιαγραφήΕθνικός Προδότης