Εμπλουτίζοντας τις αναφορές που ήδη έχουμε κάνει, (δείτε τις παραπομπές στο τέλος της ανάρτησης), για την τρομερή κτηνωδία που διέπραξαν οι Γερμανοί κατακτητές και τα ντόπια δοσιλογικά καθάρματα που υπάκουαν στις διαταγές τους, στις 17 Αυγούστου 1944 στην Κοκκινιά, παραθέτουμε ένα απόσπασμα από το βιβλίο που έχει εκδώσει ο Δήμος Νίκαιας με τίτλο «Το Μπλόκο της Κοκκινιάς».
Πριν απ’ αυτό να θυμίσουμε κάτι που δεν πρέπει να περάσει απαρατήρητο. Ενώ στα μπλόκα που σαν στόχο είχαν την εξόντωση δυνάμεων του ΕΛΑΣ και την σύλληψη ομήρων για τα Γερμανικά στρατόπεδα εργασίας, συμμετείχαν επίλεκτες κατοχικές δυνάμεις –Μονάδες της Βέρμαχτ και τμήματα των Waffen SS- την μεγαλύτερη σκληρότητα και κτηνωδία απέναντι στους έλληνες πατριώτες την έδειχναν τα ντόπια τομάρια (ταγματασφαλίτες, Μπουραντάδες, Παπαγιώργηδες κ.α) που ήταν τσιράκια των κατακτητών. (Μνημείο κυνισμού έμεινε η απολογία του Ν. Μπουραντά στις δίκες -παρωδία στα δικαστήρια δοσιλόγων που έγιναν μετά την απελευθέρωση: «Εγώ τρώγω ένα ξεροκόμματο βουτηγμένο στο αίμα! Αλλά ρέει στις φλέβες μου άφθονο ελληνικό αίμα», είχε πει μεταξύ άλλων).
Επίσης μην παραλείψετε να διαβάσετε την ανάρτησή μας που αναφέρεται στην αντιμετώπιση που είχαν από το αστικό κράτος, μετά την απελευθέρωση, τα ντόπια καθάρματα που συνεργάστηκαν με τις κατοχικές δυνάμεις.
Το κείμενο που αναφέραμε από την έκδοση του Δήμου Νίκαιας:
«(...) Στις 2:30 το πρωί ξεκινά το δράμα της ομαδικής σφαγής που θ' ακολουθήσει όταν ανέβει ο ήλιος ψηλά. Δεκάδες γερμανικά καμιόνια περικυκλώνουν τις γύρω περιοχές που περικλείουν την Κοκκινιά, από Κορυδαλλό, Αιγάλεω, Δαφνί και Ρέντη μέχρι Κερατσίνι, Φάληρο και Πειραιά, ο κλοιός σφίγγει.
Τα χαράματα Παρασκευής 17ηςΑυγούσιου του 1944. Πριν ακόμα φέξει το πρώτο φως του ήλιου, η Κοκκινιά (Νίκαια) βρέθηκε κυκλωμένη απ' όλες τις μεριές. Περίπου 3.000 βαριά οπλισμένοι με πολυβόλα, όλμους, μυδράλια, ταχυβόλα, αυτόματα, Γερμανοί και Έλληνες ταγματασφαλίτες κυκλώνουν την πόλη ...
Επικεφαλής των ταγματασφαλιστών ο συνταγματάρχης Ιωάννης Πλυντζανόπουλος, ο ταγματάρχης Γιάννης Σγουρός και ο Διοικητής του μηχανοκίνητου τμήματος της Αστυνομίας Νίκος Μπουραντάς.
Μετά τις 6:00 π.μ. ακούγονται τα «χωνιά» των ταγματασφαλιτών στους δρόμους της Κοκκινιάς:
«Προσοχή-προσοχή! Σας μιλάνε τα τάγματα ασφαλείας. Όλοι οι άνδρες από 14-60 ετών να πάνε στην πλατεία της Οσιας Ξένης για έλεγχο ταυτοτήτων. Όσοι πιαστούν στα σπίτια τους θα τουφεκίζονται επί τόπου».
Πανικός σε κάθε σπίτι σε κάθε δρόμο της πόλης. Μερικοί κρύβονται όπως-όπως σε στέγες, καταπακτές, πηγάδια, όπου βρουν. Με υποκόπανους γκρεμίζονται οι πόρτες των φτωχών παραγκόσπιτων και με βρισιές και κλωτσιές σέρνονται κυριολεκτικά προς τον τόπο του μαρτυρίου, εκατοντάδες αγωνιστές. Αρκετοί ήταν εκείνοι που δεν υπάκουσαν στην εντολή και εκτελέστηκαν επί τόπου στα σπίτια τους ...
Οι Γερμανοί αρχίζουν να καίνε σπίτια. Οι ταγματασφαλίτες μπαίνουν στα σπίτια και αρπάζουν ότι βρουν, καταστρέφουν, καίνε, βρίζουν χτυπούν ...
Οι πρώτοι νεκροί πέφτουν σε διάφορους δρόμους.
Μέσα σε μια ατμόσφαιρα τρόμου που επιτείνονταν από τους αναρίθμητους πυροβολισμούς και τις εκρήξεις χειροβομβίδων μάζεψαν όλους τους άνδρες δεκατεσσάρων έως εξήντα ετών στην πλατεία Οσιας Ξένης, όσοι μπορούσαν να χωρέσουν στην πλατεία ...
Γύρω στις 8.00 π.μ. η πλατεία της Οσιας Ξένης, αλλά και οι γύρω δρόμοι, έχουν γεμίσει από κόσμο. Περίπου 25.000 άτομα.
Χωρίζονται κατά ομάδες σε πεντάδες με κενά μεταξύ τους για να μπορούν να περνούν οι δήμιοι και να υποδεικνύουν όποιον θέλουν. Η εντολή είναι να κάθονται γονατιστοί με ψηλά το κεφάλι. ...
Ο συνταγματάρχης των ταγματασφαλιτών I. Πλυντζανόπουλος, που φοράει κάσκα και κρατά μαστίγιο, δίνει το γενικό πρόσταγμα. Ο ταγματάρχης Γ. Σγούρος με το γιο του «μπέμπη» (Θεόδωρο Σγούρο) που είναι ντυμένος τσολιάς και οπλισμένος με αραβίδα, παίρνουν θέσεις ...
Στην πλατεία εμφανίζονται ελάχιστοι Κοκκινιώτες που φορούν μαύρες κουκούλες ... ως γνήσιοι προδότες (...) υποδεικνύουν ποιους θα εκτελέσουν ...
Κιρκόρ Μπαταβιαν, Γρηγόρης Ιωαννίδης, Μπεμπέκογλου, Μεϊμάρης κ.α αρχίζουν να υποδεικνύουν πατριώτες.
Ο γνωστός χαφιές της Κοκκινιάς Μπατράνης, διακρίνει μέσα στο πλήθος το λοχαγό του ΕΛΑΣ Αποστόλη Χατζηβασιλείου και με ειρωνεία τον χαιρετά «τα σέβη μου λοχαγέ». Αμέσως χιμούν πάνω του οι ταγματασφαλίτες, και με την ξιφολόγχη του βγάζουν το μάτι, του σχίζουν τα μάγουλα, τον περιφέρουν ανάμεσα στο πλήθος, ζητώντας του να προδώσει. Η απάντηση του ΕΛΑΣίτη λοχαγού ήταν «Πατριώτες, σηκώστε το κεφάλι, μη φοβάστε. Δεν πρόκειται να προδώσω κανέναν». Σέρνεται για να κρεμαστεί αναίσθητος. Λίγο πριν το τέλος του ψέλλισε. «ΠΑΤΡΙΩΤΕΣ ΕΚΔΙΚΗΣΗ»!!!.
Ακολουθεί ο γραμματέας της ΚΟΒ Κιλικιανών του ΚΚΕ Παναγιώτης Ασμάνης που τον κομμάτιασαν στην κυριολεξία καθώς τον έσερναν για την εκτέλεση. Τον Ασμάνη τον σκότωσε ο ίδιος ο Πλυντζανόπουλος.
Οι κουκουλοφόροι σαν φίδια σέρνονται μέσα στο πλήθος και διαλέγουν... κι ο δήμιος εκτελεί. Μέχρι να τους πάνε στον τόπο της εκτέλεσης τους βασανίζουν απάνθρωπα για να προδώσουν ...
Ο τόπος εκτέλεσης είναι κοντά στη πλατεία της Οσιας Ξένης στη μάντρα ενός Ταπητουργείου που έχει προαύλιο μαντρωμένο δίπλα στην πλατεία που ανήκει στον υφαντουργό Παγιασλή.
Ο Γερμανός δήμιος που βρίσκεται στο πόστο του μέσα στη «Μάντρα» πίνει συνέχεια ούζο και με το όπλο του συνεχώς εκτελεί. Πίνει, βρίζει, εκτελεί και συνεχώς αναφωνεί «άλλες κόμουνιστ καπούτ», (σ.σ «Όλοι οι κομμουνιστές θα πεθάνουν»)...
Η αγωνία της διαλογής συνεχίζεται, οι ριπές στη Μάντρα συνεχίζονται, το μαρτύριο τελειωμό δεν έχει. Τη στιγμή αυτή ξεχωρίζει ο ηρωισμός του αγωνιστή Κώστα Περιβόλα ο οποίος την ώρα που τον διαλέγουν για εκτέλεση, ορμά πάνω στον Πλυντζανόπουλο και τον πιάνει από το λαιμό. Ο δήμιος προλαβαίνει και τον εκτελεί επιτόπου.
Λίγο μετά το μεσημέρι σταματούν οι εκτελέσεις ...
76 Νικαιώτες εκτελέστηκαν στην «Μάντρα», 50 εκτελέστηκαν στην «Μάντρα» στα Αρμένικα 40 κάηκαν στο «Σχιστό» και άλλοι δολοφονήθηκαν στους δρόμους και στα σπίτια τους.
Στο χώρο της Μάντρας η εικόνα είναι τρομερή. Σωρός τα πτώματα, τσουβαλιασμένα το ένα πάνω από το άλλο. Το αίμα έχει καλύψει το πάτωμα στον στεγασμένο χώρο.
Οι Γερμανοί αηδιασμένοι δίνουν διαταγή στους κουκουλοφόρους να σκυλέψουν τους νεκρούς. Αυτοί ορμούν πάνω στα εκτελεσμένα κορμιά και αρχίζουν να τους παίρνουν ότι αντικείμενα αξίας είχαν πάνω τους. Ρολόγια, δαχτυλίδια, βέρες, δόντια κ.α.
Οι Γερμανοί βλέπουν με αποτροπιασμό την κατάντια τους εκτελούν κάποιους από αυτούς επί τόπου. Ανάμεσα σ' αυτούς ήταν και οι Μπατράνης και Μπεμπέκογλου οι οποίοι με την κουκούλα στην τσέπη αφήνουν τα κορμιά τους στον ίδιο τόπο που σκοτώθηκαν τα θύματά τους.
Ο υπαστυνόμος Λευτέρης Παπανάγνου λαμβάνει εντολή από το Διοικητή του 5ου Αστυνομικού Τμήματος να επιβλέψει τη μεταφορά των εκτελεσμένων από το χώρο της «Μάντρας» στο Γ' Νεκροταφείο. Ο ίδιος χαρακτηριστικά αναφέρει:
«Πήρα ανάλογη δύναμη και πήγα στη Μάντρα. Όλοι οι γύρω χώροι ήταν γεμάτοι από γυναίκες. Τις απομάκρυνα λίγα μέτρα. Έβαλα σκοπούς στις δυο γωνίες (...) Προχώρησα προς το κύριο οικοδόμημα. (...) Το θέαμα με συγκλόνισε. Ρίγος ένοιωσα σ' όλο μου το σώμα. Δεν περίμενα να βρω τόσα θύματα. (...) Όλο το δάπεδο του υφαντουργείου ήταν σκεπασμένο από κορμιά εκτελεσμένων. (...) Στην νοτιοανατολική γωνία της αίθουσας και πάνω στα κορμιά των ανδρών βρίσκονταν μπρούμυτα το σώμα της Διαμάντως. Η φούστα της ήταν ανασηκωμένη και σκέπαζε το σώμα της από τη μέση και πάνω. Τα μπούτια της ήταν μελανιασμένα από τα χτυπήματα. (...) Συνήλθα γρήγορα. Σκέφτηκα λίγο. Τους δράστες τους ξέρουμε. (...) Εκείνο που δεν ξέρουμε είναι η ταυτότητα των θυμάτων. Προέχει η διάσωση των στοιχείων της ταυτότητας και η μεταφορά τους στο Νεκροταφείο. Άρχισα αμέσως την έρευνα (...) Ότι έβρισκα ταυτότητα, αλυσίδα, φυλαχτά τα τύλιγα σ' ένα μαντήλι κι ένα κομμάτι από τη φανέλα και πουκάμισο του θύματος (...) συγκέντρωσα τα δεματάκια και τα τύλιξα σ' ένα σακάκι του θύματος. (...) Έδωσα εντολή στους εργάτες του Δήμου, ν' αρχίσουν τη φόρτωση (...) Όταν η φόρτωση τελείωσε και τα κάρα έφυγαν για το Γ' Νεκροταφείο, εγώ με το σακάκι (...) στην αγκαλιά μου (...) παρέδωσα το πολύτιμο για μένα φορτίο στον υπάλληλο του γραφείου του Ε.Ε.Σ (...)»
Κατόπιν διαταγής οι εργάτες, θάβουν τους εκτελεσμένους της Μάντρας στο Γ' Νεκροταφείο και τους εκτελεσμένους των Καμένων στο Νεκροταφείο της Ανάληψης.
Η αυλαία αυτής της τραγωδίας έκλεισε γύρω στις 6:00 μ.μ. με ένα ξεδιάλεγμα περίπου 8.000 Κοκκινιωτών ομήρων. Ενα τεράστιο ανθρώπινο ποτάμι ξεκίνησε από την Κοκκινιά για το στρατόπεδο του Χαϊδαρίου. Οι όμηροι οδηγούνται, σε φάλαγγα ανά τέσσερις, και σ' αυτή την απόσταση, περίπου 7χιλιομέτρων όσοι πέφτουν κάτω από την εξάντληση, τη δίψα ή τη ζέστη, βασανίζονται αμέσως...
Διαβάστε επίσης:
17 Αυγούστου του 1944 μπλόκο της Κοκκινιάς - Αστικό κράτος και δοσιλογικά καθάρματα
Πριν απ’ αυτό να θυμίσουμε κάτι που δεν πρέπει να περάσει απαρατήρητο. Ενώ στα μπλόκα που σαν στόχο είχαν την εξόντωση δυνάμεων του ΕΛΑΣ και την σύλληψη ομήρων για τα Γερμανικά στρατόπεδα εργασίας, συμμετείχαν επίλεκτες κατοχικές δυνάμεις –Μονάδες της Βέρμαχτ και τμήματα των Waffen SS- την μεγαλύτερη σκληρότητα και κτηνωδία απέναντι στους έλληνες πατριώτες την έδειχναν τα ντόπια τομάρια (ταγματασφαλίτες, Μπουραντάδες, Παπαγιώργηδες κ.α) που ήταν τσιράκια των κατακτητών. (Μνημείο κυνισμού έμεινε η απολογία του Ν. Μπουραντά στις δίκες -παρωδία στα δικαστήρια δοσιλόγων που έγιναν μετά την απελευθέρωση: «Εγώ τρώγω ένα ξεροκόμματο βουτηγμένο στο αίμα! Αλλά ρέει στις φλέβες μου άφθονο ελληνικό αίμα», είχε πει μεταξύ άλλων).
Επίσης μην παραλείψετε να διαβάσετε την ανάρτησή μας που αναφέρεται στην αντιμετώπιση που είχαν από το αστικό κράτος, μετά την απελευθέρωση, τα ντόπια καθάρματα που συνεργάστηκαν με τις κατοχικές δυνάμεις.
Το κείμενο που αναφέραμε από την έκδοση του Δήμου Νίκαιας:
Πέμπτη, 17 Αυγούστου 1944
«(...) Στις 2:30 το πρωί ξεκινά το δράμα της ομαδικής σφαγής που θ' ακολουθήσει όταν ανέβει ο ήλιος ψηλά. Δεκάδες γερμανικά καμιόνια περικυκλώνουν τις γύρω περιοχές που περικλείουν την Κοκκινιά, από Κορυδαλλό, Αιγάλεω, Δαφνί και Ρέντη μέχρι Κερατσίνι, Φάληρο και Πειραιά, ο κλοιός σφίγγει.
Τα χαράματα Παρασκευής 17ηςΑυγούσιου του 1944. Πριν ακόμα φέξει το πρώτο φως του ήλιου, η Κοκκινιά (Νίκαια) βρέθηκε κυκλωμένη απ' όλες τις μεριές. Περίπου 3.000 βαριά οπλισμένοι με πολυβόλα, όλμους, μυδράλια, ταχυβόλα, αυτόματα, Γερμανοί και Έλληνες ταγματασφαλίτες κυκλώνουν την πόλη ...
Επικεφαλής των ταγματασφαλιστών ο συνταγματάρχης Ιωάννης Πλυντζανόπουλος, ο ταγματάρχης Γιάννης Σγουρός και ο Διοικητής του μηχανοκίνητου τμήματος της Αστυνομίας Νίκος Μπουραντάς.
Μετά τις 6:00 π.μ. ακούγονται τα «χωνιά» των ταγματασφαλιτών στους δρόμους της Κοκκινιάς:
«Προσοχή-προσοχή! Σας μιλάνε τα τάγματα ασφαλείας. Όλοι οι άνδρες από 14-60 ετών να πάνε στην πλατεία της Οσιας Ξένης για έλεγχο ταυτοτήτων. Όσοι πιαστούν στα σπίτια τους θα τουφεκίζονται επί τόπου».
Πανικός σε κάθε σπίτι σε κάθε δρόμο της πόλης. Μερικοί κρύβονται όπως-όπως σε στέγες, καταπακτές, πηγάδια, όπου βρουν. Με υποκόπανους γκρεμίζονται οι πόρτες των φτωχών παραγκόσπιτων και με βρισιές και κλωτσιές σέρνονται κυριολεκτικά προς τον τόπο του μαρτυρίου, εκατοντάδες αγωνιστές. Αρκετοί ήταν εκείνοι που δεν υπάκουσαν στην εντολή και εκτελέστηκαν επί τόπου στα σπίτια τους ...
Οι Γερμανοί αρχίζουν να καίνε σπίτια. Οι ταγματασφαλίτες μπαίνουν στα σπίτια και αρπάζουν ότι βρουν, καταστρέφουν, καίνε, βρίζουν χτυπούν ...
Οι πρώτοι νεκροί πέφτουν σε διάφορους δρόμους.
Μέσα σε μια ατμόσφαιρα τρόμου που επιτείνονταν από τους αναρίθμητους πυροβολισμούς και τις εκρήξεις χειροβομβίδων μάζεψαν όλους τους άνδρες δεκατεσσάρων έως εξήντα ετών στην πλατεία Οσιας Ξένης, όσοι μπορούσαν να χωρέσουν στην πλατεία ...
Γύρω στις 8.00 π.μ. η πλατεία της Οσιας Ξένης, αλλά και οι γύρω δρόμοι, έχουν γεμίσει από κόσμο. Περίπου 25.000 άτομα.
Χωρίζονται κατά ομάδες σε πεντάδες με κενά μεταξύ τους για να μπορούν να περνούν οι δήμιοι και να υποδεικνύουν όποιον θέλουν. Η εντολή είναι να κάθονται γονατιστοί με ψηλά το κεφάλι. ...
Ο συνταγματάρχης των ταγματασφαλιτών I. Πλυντζανόπουλος, που φοράει κάσκα και κρατά μαστίγιο, δίνει το γενικό πρόσταγμα. Ο ταγματάρχης Γ. Σγούρος με το γιο του «μπέμπη» (Θεόδωρο Σγούρο) που είναι ντυμένος τσολιάς και οπλισμένος με αραβίδα, παίρνουν θέσεις ...
Στην πλατεία εμφανίζονται ελάχιστοι Κοκκινιώτες που φορούν μαύρες κουκούλες ... ως γνήσιοι προδότες (...) υποδεικνύουν ποιους θα εκτελέσουν ...
Κιρκόρ Μπαταβιαν, Γρηγόρης Ιωαννίδης, Μπεμπέκογλου, Μεϊμάρης κ.α αρχίζουν να υποδεικνύουν πατριώτες.
Ο γνωστός χαφιές της Κοκκινιάς Μπατράνης, διακρίνει μέσα στο πλήθος το λοχαγό του ΕΛΑΣ Αποστόλη Χατζηβασιλείου και με ειρωνεία τον χαιρετά «τα σέβη μου λοχαγέ». Αμέσως χιμούν πάνω του οι ταγματασφαλίτες, και με την ξιφολόγχη του βγάζουν το μάτι, του σχίζουν τα μάγουλα, τον περιφέρουν ανάμεσα στο πλήθος, ζητώντας του να προδώσει. Η απάντηση του ΕΛΑΣίτη λοχαγού ήταν «Πατριώτες, σηκώστε το κεφάλι, μη φοβάστε. Δεν πρόκειται να προδώσω κανέναν». Σέρνεται για να κρεμαστεί αναίσθητος. Λίγο πριν το τέλος του ψέλλισε. «ΠΑΤΡΙΩΤΕΣ ΕΚΔΙΚΗΣΗ»!!!.
Ακολουθεί ο γραμματέας της ΚΟΒ Κιλικιανών του ΚΚΕ Παναγιώτης Ασμάνης που τον κομμάτιασαν στην κυριολεξία καθώς τον έσερναν για την εκτέλεση. Τον Ασμάνη τον σκότωσε ο ίδιος ο Πλυντζανόπουλος.
Οι κουκουλοφόροι σαν φίδια σέρνονται μέσα στο πλήθος και διαλέγουν... κι ο δήμιος εκτελεί. Μέχρι να τους πάνε στον τόπο της εκτέλεσης τους βασανίζουν απάνθρωπα για να προδώσουν ...
Ο τόπος εκτέλεσης είναι κοντά στη πλατεία της Οσιας Ξένης στη μάντρα ενός Ταπητουργείου που έχει προαύλιο μαντρωμένο δίπλα στην πλατεία που ανήκει στον υφαντουργό Παγιασλή.
Ο Γερμανός δήμιος που βρίσκεται στο πόστο του μέσα στη «Μάντρα» πίνει συνέχεια ούζο και με το όπλο του συνεχώς εκτελεί. Πίνει, βρίζει, εκτελεί και συνεχώς αναφωνεί «άλλες κόμουνιστ καπούτ», (σ.σ «Όλοι οι κομμουνιστές θα πεθάνουν»)...
Η αγωνία της διαλογής συνεχίζεται, οι ριπές στη Μάντρα συνεχίζονται, το μαρτύριο τελειωμό δεν έχει. Τη στιγμή αυτή ξεχωρίζει ο ηρωισμός του αγωνιστή Κώστα Περιβόλα ο οποίος την ώρα που τον διαλέγουν για εκτέλεση, ορμά πάνω στον Πλυντζανόπουλο και τον πιάνει από το λαιμό. Ο δήμιος προλαβαίνει και τον εκτελεί επιτόπου.
Λίγο μετά το μεσημέρι σταματούν οι εκτελέσεις ...
76 Νικαιώτες εκτελέστηκαν στην «Μάντρα», 50 εκτελέστηκαν στην «Μάντρα» στα Αρμένικα 40 κάηκαν στο «Σχιστό» και άλλοι δολοφονήθηκαν στους δρόμους και στα σπίτια τους.
Στο χώρο της Μάντρας η εικόνα είναι τρομερή. Σωρός τα πτώματα, τσουβαλιασμένα το ένα πάνω από το άλλο. Το αίμα έχει καλύψει το πάτωμα στον στεγασμένο χώρο.
Οι Γερμανοί αηδιασμένοι δίνουν διαταγή στους κουκουλοφόρους να σκυλέψουν τους νεκρούς. Αυτοί ορμούν πάνω στα εκτελεσμένα κορμιά και αρχίζουν να τους παίρνουν ότι αντικείμενα αξίας είχαν πάνω τους. Ρολόγια, δαχτυλίδια, βέρες, δόντια κ.α.
Οι Γερμανοί βλέπουν με αποτροπιασμό την κατάντια τους εκτελούν κάποιους από αυτούς επί τόπου. Ανάμεσα σ' αυτούς ήταν και οι Μπατράνης και Μπεμπέκογλου οι οποίοι με την κουκούλα στην τσέπη αφήνουν τα κορμιά τους στον ίδιο τόπο που σκοτώθηκαν τα θύματά τους.
Ο υπαστυνόμος Λευτέρης Παπανάγνου λαμβάνει εντολή από το Διοικητή του 5ου Αστυνομικού Τμήματος να επιβλέψει τη μεταφορά των εκτελεσμένων από το χώρο της «Μάντρας» στο Γ' Νεκροταφείο. Ο ίδιος χαρακτηριστικά αναφέρει:
«Πήρα ανάλογη δύναμη και πήγα στη Μάντρα. Όλοι οι γύρω χώροι ήταν γεμάτοι από γυναίκες. Τις απομάκρυνα λίγα μέτρα. Έβαλα σκοπούς στις δυο γωνίες (...) Προχώρησα προς το κύριο οικοδόμημα. (...) Το θέαμα με συγκλόνισε. Ρίγος ένοιωσα σ' όλο μου το σώμα. Δεν περίμενα να βρω τόσα θύματα. (...) Όλο το δάπεδο του υφαντουργείου ήταν σκεπασμένο από κορμιά εκτελεσμένων. (...) Στην νοτιοανατολική γωνία της αίθουσας και πάνω στα κορμιά των ανδρών βρίσκονταν μπρούμυτα το σώμα της Διαμάντως. Η φούστα της ήταν ανασηκωμένη και σκέπαζε το σώμα της από τη μέση και πάνω. Τα μπούτια της ήταν μελανιασμένα από τα χτυπήματα. (...) Συνήλθα γρήγορα. Σκέφτηκα λίγο. Τους δράστες τους ξέρουμε. (...) Εκείνο που δεν ξέρουμε είναι η ταυτότητα των θυμάτων. Προέχει η διάσωση των στοιχείων της ταυτότητας και η μεταφορά τους στο Νεκροταφείο. Άρχισα αμέσως την έρευνα (...) Ότι έβρισκα ταυτότητα, αλυσίδα, φυλαχτά τα τύλιγα σ' ένα μαντήλι κι ένα κομμάτι από τη φανέλα και πουκάμισο του θύματος (...) συγκέντρωσα τα δεματάκια και τα τύλιξα σ' ένα σακάκι του θύματος. (...) Έδωσα εντολή στους εργάτες του Δήμου, ν' αρχίσουν τη φόρτωση (...) Όταν η φόρτωση τελείωσε και τα κάρα έφυγαν για το Γ' Νεκροταφείο, εγώ με το σακάκι (...) στην αγκαλιά μου (...) παρέδωσα το πολύτιμο για μένα φορτίο στον υπάλληλο του γραφείου του Ε.Ε.Σ (...)»
Κατόπιν διαταγής οι εργάτες, θάβουν τους εκτελεσμένους της Μάντρας στο Γ' Νεκροταφείο και τους εκτελεσμένους των Καμένων στο Νεκροταφείο της Ανάληψης.
Η αυλαία αυτής της τραγωδίας έκλεισε γύρω στις 6:00 μ.μ. με ένα ξεδιάλεγμα περίπου 8.000 Κοκκινιωτών ομήρων. Ενα τεράστιο ανθρώπινο ποτάμι ξεκίνησε από την Κοκκινιά για το στρατόπεδο του Χαϊδαρίου. Οι όμηροι οδηγούνται, σε φάλαγγα ανά τέσσερις, και σ' αυτή την απόσταση, περίπου 7χιλιομέτρων όσοι πέφτουν κάτω από την εξάντληση, τη δίψα ή τη ζέστη, βασανίζονται αμέσως...
Διαβάστε επίσης:
17 Αυγούστου του 1944 μπλόκο της Κοκκινιάς - Αστικό κράτος και δοσιλογικά καθάρματα
Αφιέρωμα της ΕΡΤ στα 70 χρόνια από το μπλόκο της Κοκκινιάς (Βίντεο)
17 Αυγούστου 1944: Το Μπλόκο της Κοκκινιάς
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου