Αρωγοί μιας ακόμη απόπειρας καλλιέργειας ενός εμετικού τρομοθέαματος της Αντιτρομοκρατικής και της Ασφάλειας έγιναν τα ΜΜΕ, αυτή τη φορά με τον πιο χυδαίο τρόπο, πλειοδοτώντας τόνους λάσπης και συκοφαντίας σχετικά με την υπόθεση του εμπρησμού της Marfin και τον τραγικό θάνατο των 3 εργαζομένων.
Λίγες μέρες πριν συμπληρωθεί ένας χρόνος από τη μεγαλειώδη απεργιακή κινητοποίηση της 5ης Μάη 2010, που σημαδεύτηκε από τους τρεις θανάτους, το κράτος επέλεξε να στήσει ένα επικοινωνιακό γαϊτανάκι προκειμένου να επιδείξει «πρόοδο» στις έρευνες για τον εντοπισμό των δραστών. Με παράλληλες επιχειρήσεις εισέβαλαν σε σπίτια 3 αντεξουσιαστών για να τους προσαγάγουν στη ΓΑΔΑ ως «υπόπτους» για τον εμπρησμό της Marfin και τις φθορές στον Ιανό. Η εν λόγω διαδικασία, με τον νομικό χαρακτηρισμό «παροχή εξηγήσεων», υλοποιείται συνήθως με μια απλή θυροκόλληση, ωστόσο στην περίπτωση της Marfin η κυβέρνηση επέλεξε την κατασκευή μιας επικοινωνιακής φούσκας με φόντο τη συμπλήρωση ενός χρόνου, εκμεταλλευόμενη ακόμη και τον τραγικό θάνατο των 3 εργαζομένων.
Δυστυχώς, ο κλάδος βρέθηκε για μία ακόμη φορά εκτεθειμένος, με τα ηλεκτρονικά κυρίως ΜΜΕ να επιχειρούν να δημιουργήσουν το σκηνικό τρόμου που έχει καλλιεργηθεί πολλάκις κατά το παρελθόν σε ανάλογες υποθέσεις. Στον χορό μπήκαν και αρκετές εφημερίδες, αναμασώντας χωρίς κανέναν έλεγχο τις πληροφορίες της Ασφάλειας, ενώ γνωστοί δημοσιογράφοι με βεβαρημένο μητρώο στη σπίλωση αγωνιζόμενων έδωσαν ρεσιτάλ κατασυκοφάντησης. Ένας από απ’ αυτούς ήταν και ο αστυνομικός συντάκτης του Βήματος και της κρατικής τηλεόρασης Βασίλης Γ. Λαμπρόπουλος, ο οποίος συμμετέχει στην κατασκευή του «αναγκαίου» κάθε φόρα προφίλ όσων τίθενται στο στόχαστρο, προκειμένου να διασφαλιστεί η ανεκτική στάση της κοινωνίας στις μεθοδεύσεις της αστυνομίας και να καλλιεργηθεί το έδαφος για την ποινική καταδίκη.
Το άρθρο του με ημερομηνία 29 Απρίλη αποτελεί την κορωνίδα αυτής της επιχείρησης, με πλήθος συκοφαντιών για τους προσαχθέντες, τους οποίους συνδέουν –χωρίς κανένα άλλο τεκμήριο εκτός από τις αλήτικες αφηγήσεις της Ασφάλειας– με ένα συνονθύλευμα πραγμάτων, από τον καταζητούμενο Β. Παλαιοκώστα ως το περιβόητο «επαναστατικό ταμείο», κεντρικό εμμονικό πυλώνα στα γνωστά τρομοϋστερικά παραληρήματα του πρώην υπουργού Προστασίας του Πολίτη Μ. Χρυσοχοϊδη. Η κατηγορηματική άρνηση κάθε συμμετοχής στην υπόθεση από την πλευρά των προσαχθέντων απασχόλησε ελάχιστα, επιβεβαιώνοντας τη σύγχρονη αντιστροφή ακόμη και αυτού του ακρογωνιαίου λίθου του αστικού δικαιϊκού πολιτισμού, του τεκμηρίου της αθωότητας.
Ο συγκεκριμένος όμως αστυνομικός συντάκτης δεν αρκέστηκε στην αναπαραγωγή πληροφορίων. Θέλησε να παρίσταται και ο ίδιος κατά την προσαγωγή του 36χρονου Ν.Λ. από το σπίτι του, παίζοντας τον ρόλο ούτε καν πια του «παπαγάλου», αλλά του άμεσου συνεργάτη της αστυνομίας. Ο συντάκτης μάλιστα του Βήματος έφθασε στο σημείο να τηλεφωνεί στη σπιτονοικοκυρά του προσαχθέντος ή να ρωτά τον ψιλικατζή της γειτονιάς για την προσωπικότητά του!
Η περίπτωση του Β. Γ. Λαμπρόπουλου είναι μόνο ενδεικτική, καθώς πολλές φορές «συνάδελφοι» επιλέγουν να αναπαράγουν τα αφηγήματα της Ασφάλειας. Στην ίδια υπόθεση, σε αντίστοιχη αναπαραγωγή συκοφαντίας προέβη και η εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ, με την αρμόδια συντάκτρια να απεικονίζει στο άρθρο της ανυπόστατες τρομοϋστερικές παραστάσεις. Πρόσφατα, εξάλλου, ο ίδιος ο πρόεδρος της ΕΣΗΕΑ Π. Σόμπολος διέπραξε στο δελτίο του Mega τη μεγαλύτερη ίσως «γκάφα» των τελευταίων ετών, όταν συνέδεσε γενεαλογικά την αναρχική Φέι Μάγερ με μέλη της RAF, κάτι που όπως αποδείχθηκε ήταν παντελώς ανυπόστατο.
Παρότι οι τόνοι στην υπόθεση των «υπόπτων για τη Marfin έπεσαν γρήγορα, λόγω της παντελούς έλλειψης στοιχείων που προσιδιάζει άλλωστε σε μια επικοινωνιακή φούσκα εν όψει της 5ης Μάη, στην οποία το ζητούμενο ήταν η με κάθε μέσο στοχοποίηση κοινωνικών αντιστάσεων και πολιτικών χώρων, η ιδεολογική αυτή λειτουργία αφορά όλους τους εργαζόμενους στα ΜΜΕ. Η τήρηση της στοιχειώδους δεοντολογίας, η προστασία της αξιοπρέπειας του θιγόμενου, οι αντιστάσεις πάνω στο προϊόν της εργασίας μας –χωρίς αυταπάτες για τον πλήρη έλεγχό του– ώστε να μην συκοφαντούνται επαγγελματικοί κλάδοι που απεργούν, κάτοικοι που αγωνίζονται για την ποιότητα ζωής στις γειτονιές τους, αγωνιστές ενάντια στην καταστολή και στις πολιτικές της υποβάθμισης και εκμετάλλευσης, είναι αρχές αδιαπραγμάτευτες για μας ως εργαζόμενους στη βιομηχανία των media. Ειδικά σε μια περίοδο οικονομικής και συστημικής κρίσης, κατά την οποία πλήττονται όσο ποτέ άλλοτε δικαιώματα και κατακτήσεις δεκαετιών και κοινωνικά στρώματα εξωθούνται στην εξαθλίωση, επιβάλλεται ακόμα περισσότερο να πάρουμε θέση.
Για τον λόγο αυτό στεκόμαστε ενάντια σε «συναδέλφους» που διαλέγουν το στρατόπεδο των αφεντικών και των πολιτικών εκφραστών τους, σε «συναδέλφους» που θέτουν το συμφέρον του εργοδότη πάνω από το ταξικό συμφέρον των εργαζομένων. Δηλώνουμε ότι είναι ανεπιθύμητοι στις διαδικασίες και διεργασίες βάσης του κλάδου, και τους επιφυλάσσουμε ανάλογες συμπεριφορές με εκείνη που γεύτηκε ο Β. Γ. Λαμπρόπουλος κατά την παρουσία του στην απεργιακή συνέλευση της 30/11/2010, από την οποία εκδιώχθηκε κακήν κακώς.
Πηγή: Κατάληψη ΕΣΗΕΑ
Λίγες μέρες πριν συμπληρωθεί ένας χρόνος από τη μεγαλειώδη απεργιακή κινητοποίηση της 5ης Μάη 2010, που σημαδεύτηκε από τους τρεις θανάτους, το κράτος επέλεξε να στήσει ένα επικοινωνιακό γαϊτανάκι προκειμένου να επιδείξει «πρόοδο» στις έρευνες για τον εντοπισμό των δραστών. Με παράλληλες επιχειρήσεις εισέβαλαν σε σπίτια 3 αντεξουσιαστών για να τους προσαγάγουν στη ΓΑΔΑ ως «υπόπτους» για τον εμπρησμό της Marfin και τις φθορές στον Ιανό. Η εν λόγω διαδικασία, με τον νομικό χαρακτηρισμό «παροχή εξηγήσεων», υλοποιείται συνήθως με μια απλή θυροκόλληση, ωστόσο στην περίπτωση της Marfin η κυβέρνηση επέλεξε την κατασκευή μιας επικοινωνιακής φούσκας με φόντο τη συμπλήρωση ενός χρόνου, εκμεταλλευόμενη ακόμη και τον τραγικό θάνατο των 3 εργαζομένων.
Δυστυχώς, ο κλάδος βρέθηκε για μία ακόμη φορά εκτεθειμένος, με τα ηλεκτρονικά κυρίως ΜΜΕ να επιχειρούν να δημιουργήσουν το σκηνικό τρόμου που έχει καλλιεργηθεί πολλάκις κατά το παρελθόν σε ανάλογες υποθέσεις. Στον χορό μπήκαν και αρκετές εφημερίδες, αναμασώντας χωρίς κανέναν έλεγχο τις πληροφορίες της Ασφάλειας, ενώ γνωστοί δημοσιογράφοι με βεβαρημένο μητρώο στη σπίλωση αγωνιζόμενων έδωσαν ρεσιτάλ κατασυκοφάντησης. Ένας από απ’ αυτούς ήταν και ο αστυνομικός συντάκτης του Βήματος και της κρατικής τηλεόρασης Βασίλης Γ. Λαμπρόπουλος, ο οποίος συμμετέχει στην κατασκευή του «αναγκαίου» κάθε φόρα προφίλ όσων τίθενται στο στόχαστρο, προκειμένου να διασφαλιστεί η ανεκτική στάση της κοινωνίας στις μεθοδεύσεις της αστυνομίας και να καλλιεργηθεί το έδαφος για την ποινική καταδίκη.
Το άρθρο του με ημερομηνία 29 Απρίλη αποτελεί την κορωνίδα αυτής της επιχείρησης, με πλήθος συκοφαντιών για τους προσαχθέντες, τους οποίους συνδέουν –χωρίς κανένα άλλο τεκμήριο εκτός από τις αλήτικες αφηγήσεις της Ασφάλειας– με ένα συνονθύλευμα πραγμάτων, από τον καταζητούμενο Β. Παλαιοκώστα ως το περιβόητο «επαναστατικό ταμείο», κεντρικό εμμονικό πυλώνα στα γνωστά τρομοϋστερικά παραληρήματα του πρώην υπουργού Προστασίας του Πολίτη Μ. Χρυσοχοϊδη. Η κατηγορηματική άρνηση κάθε συμμετοχής στην υπόθεση από την πλευρά των προσαχθέντων απασχόλησε ελάχιστα, επιβεβαιώνοντας τη σύγχρονη αντιστροφή ακόμη και αυτού του ακρογωνιαίου λίθου του αστικού δικαιϊκού πολιτισμού, του τεκμηρίου της αθωότητας.
Ο συγκεκριμένος όμως αστυνομικός συντάκτης δεν αρκέστηκε στην αναπαραγωγή πληροφορίων. Θέλησε να παρίσταται και ο ίδιος κατά την προσαγωγή του 36χρονου Ν.Λ. από το σπίτι του, παίζοντας τον ρόλο ούτε καν πια του «παπαγάλου», αλλά του άμεσου συνεργάτη της αστυνομίας. Ο συντάκτης μάλιστα του Βήματος έφθασε στο σημείο να τηλεφωνεί στη σπιτονοικοκυρά του προσαχθέντος ή να ρωτά τον ψιλικατζή της γειτονιάς για την προσωπικότητά του!
Η περίπτωση του Β. Γ. Λαμπρόπουλου είναι μόνο ενδεικτική, καθώς πολλές φορές «συνάδελφοι» επιλέγουν να αναπαράγουν τα αφηγήματα της Ασφάλειας. Στην ίδια υπόθεση, σε αντίστοιχη αναπαραγωγή συκοφαντίας προέβη και η εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ, με την αρμόδια συντάκτρια να απεικονίζει στο άρθρο της ανυπόστατες τρομοϋστερικές παραστάσεις. Πρόσφατα, εξάλλου, ο ίδιος ο πρόεδρος της ΕΣΗΕΑ Π. Σόμπολος διέπραξε στο δελτίο του Mega τη μεγαλύτερη ίσως «γκάφα» των τελευταίων ετών, όταν συνέδεσε γενεαλογικά την αναρχική Φέι Μάγερ με μέλη της RAF, κάτι που όπως αποδείχθηκε ήταν παντελώς ανυπόστατο.
Παρότι οι τόνοι στην υπόθεση των «υπόπτων για τη Marfin έπεσαν γρήγορα, λόγω της παντελούς έλλειψης στοιχείων που προσιδιάζει άλλωστε σε μια επικοινωνιακή φούσκα εν όψει της 5ης Μάη, στην οποία το ζητούμενο ήταν η με κάθε μέσο στοχοποίηση κοινωνικών αντιστάσεων και πολιτικών χώρων, η ιδεολογική αυτή λειτουργία αφορά όλους τους εργαζόμενους στα ΜΜΕ. Η τήρηση της στοιχειώδους δεοντολογίας, η προστασία της αξιοπρέπειας του θιγόμενου, οι αντιστάσεις πάνω στο προϊόν της εργασίας μας –χωρίς αυταπάτες για τον πλήρη έλεγχό του– ώστε να μην συκοφαντούνται επαγγελματικοί κλάδοι που απεργούν, κάτοικοι που αγωνίζονται για την ποιότητα ζωής στις γειτονιές τους, αγωνιστές ενάντια στην καταστολή και στις πολιτικές της υποβάθμισης και εκμετάλλευσης, είναι αρχές αδιαπραγμάτευτες για μας ως εργαζόμενους στη βιομηχανία των media. Ειδικά σε μια περίοδο οικονομικής και συστημικής κρίσης, κατά την οποία πλήττονται όσο ποτέ άλλοτε δικαιώματα και κατακτήσεις δεκαετιών και κοινωνικά στρώματα εξωθούνται στην εξαθλίωση, επιβάλλεται ακόμα περισσότερο να πάρουμε θέση.
Για τον λόγο αυτό στεκόμαστε ενάντια σε «συναδέλφους» που διαλέγουν το στρατόπεδο των αφεντικών και των πολιτικών εκφραστών τους, σε «συναδέλφους» που θέτουν το συμφέρον του εργοδότη πάνω από το ταξικό συμφέρον των εργαζομένων. Δηλώνουμε ότι είναι ανεπιθύμητοι στις διαδικασίες και διεργασίες βάσης του κλάδου, και τους επιφυλάσσουμε ανάλογες συμπεριφορές με εκείνη που γεύτηκε ο Β. Γ. Λαμπρόπουλος κατά την παρουσία του στην απεργιακή συνέλευση της 30/11/2010, από την οποία εκδιώχθηκε κακήν κακώς.
Πηγή: Κατάληψη ΕΣΗΕΑ
Δημοσίευση σχολίου