Του Γ. Γ.
Αρχικά να σταματήσει αυτό το παραμύθι που λέει ότι η κυβέρνηση δεν έχει «λαϊκή εντολή» να οδηγηθεί σε ρήξη με τους γκάγκστερ δανειστές-τοκογλύφους του ελληνικού κράτους.
Είχε δηλαδή ο Σαμαράς «λαϊκή εντολή» να οδηγήσει εκατοντάδες χιλιάδες συμπατριώτες μας στην ανεργία, να τσεκουρώσει μισθούς και συντάξεις οδηγώντας τεράστιες εργατικές μάζες στην εξαθλίωση; Μήπως θέλει να του θυμήσουμε τις προεκλογικές εξαγγελίες που έκανε στο Ζάππειο και με τις οποίες κέρδισε τις εκλογές;
Οι εκλογές δεν αποτελούν τίποτε άλλο παρά αιμοδότηση του αστικού πολιτικού συστήματος και σε περιπτώσεις βαθύτατης κρίσης του μπορεί να αναδείξουν δυνάμεις –όπως τον ΣΥΡΙΖΑ στην προκειμένη περίπτωση- που ναι μεν η πρόθεση του δεν είναι τίποτε άλλο παρά να διαχειριστεί το καπιταλιστικό σύστημα δείχνοντας μια περισσότερη «κοινωνική ευαισθησία», όμως στην παγκοσμιοποιημένη καπιταλιστική οικονομία κι αυτό είναι πρόβλημα.
Κι αυτό είναι μια αντανάκλαση στα όσα παρακολουθούμε σήμερα.
Είναι αναμφισβήτητο ότι οι συνομιλίες που υπάρχουν ανάμεσα στην ελληνική κυβέρνηση και στους λεγόμενους πιστωτές –εταίρους του ελληνικού κράτους έχουν φτάσει σε ένα οριακό σημείο.
Είναι παρακινδυνευμένη κάθε προσέγγιση για την οριστική κατάληξη τους. Απ’ την μια υπάρχει η άποψη ότι μια ελληνική χρεοκοπία θα στοίχιζε περίπου ένα τρις ευρώ στην παγκόσμια οικονομία ενώ μόνο στην Γερμανία και Γαλλία θα κόστιζε κοντά 170 δις ευρώ. Παράλληλα η υπόσταση της Ε.Ε θα έμπαινε σε δοκιμασία ως προς την ύπαρξη της, -αντίληψη που πρεσβεύει και ο έλληνας υπουργός οικονομικών Γ. Βαρουφάκης-.
Σύμφωνα με αυτή την άποψη, και αναλογιζόμενοι το οικονομικό κόστος και τις γεωπολιτικές διαστάσεις, δεν υπάρχει περίπτωση οι «εταίροι μας» να οδηγήσουν την Ελλάδα εκτός ΕΕ. Από την άλλη όμως υπάρχει η «σκληροπυρηνική» αντίληψη σε ηγετικούς κύκλους του ευρωιερατείου ότι θα δημιουργήσει κακό προηγούμενο όταν μια μικρή χώρα, όπως η Ελλάδα αμφισβητήσει και δικαιωθεί στο πρόγραμμα λιτότητας που επιβάλλει το κατεστημένο της Ε.Ε.
Απ’ ότι φαίνεται τα πάντα είναι ρευστά και η δραματική δήλωση που κάνει ο Αλέξης Τσίπρας από την εφημερίδα των Συντακτών μας δίνει μια εικόνα της κατάστασης που έχει διαμορφωθεί:
«Μόνο πολιτική σκοπιμότητα μπορεί κανείς να διακρίνει στην επιμονή των θεσμών για νέες περικοπές στις συντάξεις μετά από πέντε χρόνια λεηλασίας από τα μνημόνια. Η ελληνική κυβέρνηση προσέρχεται στη διαπραγμάτευση με σχέδιο και με τεκμηριωμένες αντιπροτάσεις.
Θα περιμένουμε υπομονετικά έως ότου οι θεσμοί προσχωρήσουν στον ρεαλισμό. Αν όμως κάποιοι εκλαμβάνουν ως αδυναμία την ειλικρινή μας επιθυμία για λύση και τα βήματα που έχουμε κάνει για να καλύψουμε τις διαφορές, ας αναλογιστούν:
Δεν κουβαλάμε μόνο μια βαριά ιστορία αγώνων.
Κουβαλάμε στις πλάτες μας την αξιοπρέπεια ενός λαού, αλλά και την ελπίδα των λαών της Ευρώπης. Είναι πολύ βαρύ το φορτίο για να το αγνοήσουμε. Δεν είναι ζήτημα ιδεολογικής εμμονής. Είναι ζήτημα δημοκρατίας.
Δεν έχουμε το δικαίωμα να θάψουμε την ευρωπαϊκή δημοκρατία στον τόπο που γεννήθηκε».
Δεν ξέρουμε και δεν έχουμε μαντικό χάρισμα να προβλέψουμε ποια θα είναι η κατάληξη σ’ αυτό το αλισβερίσι που γίνεται. Από πολιτική σκοπιά όμως μπορούμε να πούμε ότι όποιο και να είναι το αποτέλεσμα χαμένος θα είναι ο λαός μας και τα λαϊκά στρώματα. Γιατί και σ’ αυτή την περίπτωση έχουμε κινήσεις κορυφής. Ο λαός έχει αφεθεί στην «ανάθεση» που έχει κάνει σε κάποιους «ειδήμονες» και παρακολουθεί αμέτοχος στα όσα σχεδιάζουν γ’ αυτόν χωρίς αυτόν.
Ο λαϊκός παράγοντας απουσιάζει –όχι με αποκλειστική του ευθύνη- και αρκείται να παρακολουθεί ανούσιους τηλεοπτικούς διαξιφισμούς πολιτικάντηδων, βιώνοντας καθημερινά την αγωνία του τι του ξημερώνει. Και αυτό είναι το μεγάλο δράμα.
Αρχικά να σταματήσει αυτό το παραμύθι που λέει ότι η κυβέρνηση δεν έχει «λαϊκή εντολή» να οδηγηθεί σε ρήξη με τους γκάγκστερ δανειστές-τοκογλύφους του ελληνικού κράτους.
Είχε δηλαδή ο Σαμαράς «λαϊκή εντολή» να οδηγήσει εκατοντάδες χιλιάδες συμπατριώτες μας στην ανεργία, να τσεκουρώσει μισθούς και συντάξεις οδηγώντας τεράστιες εργατικές μάζες στην εξαθλίωση; Μήπως θέλει να του θυμήσουμε τις προεκλογικές εξαγγελίες που έκανε στο Ζάππειο και με τις οποίες κέρδισε τις εκλογές;
Οι εκλογές δεν αποτελούν τίποτε άλλο παρά αιμοδότηση του αστικού πολιτικού συστήματος και σε περιπτώσεις βαθύτατης κρίσης του μπορεί να αναδείξουν δυνάμεις –όπως τον ΣΥΡΙΖΑ στην προκειμένη περίπτωση- που ναι μεν η πρόθεση του δεν είναι τίποτε άλλο παρά να διαχειριστεί το καπιταλιστικό σύστημα δείχνοντας μια περισσότερη «κοινωνική ευαισθησία», όμως στην παγκοσμιοποιημένη καπιταλιστική οικονομία κι αυτό είναι πρόβλημα.
Κι αυτό είναι μια αντανάκλαση στα όσα παρακολουθούμε σήμερα.
Είναι αναμφισβήτητο ότι οι συνομιλίες που υπάρχουν ανάμεσα στην ελληνική κυβέρνηση και στους λεγόμενους πιστωτές –εταίρους του ελληνικού κράτους έχουν φτάσει σε ένα οριακό σημείο.
Είναι παρακινδυνευμένη κάθε προσέγγιση για την οριστική κατάληξη τους. Απ’ την μια υπάρχει η άποψη ότι μια ελληνική χρεοκοπία θα στοίχιζε περίπου ένα τρις ευρώ στην παγκόσμια οικονομία ενώ μόνο στην Γερμανία και Γαλλία θα κόστιζε κοντά 170 δις ευρώ. Παράλληλα η υπόσταση της Ε.Ε θα έμπαινε σε δοκιμασία ως προς την ύπαρξη της, -αντίληψη που πρεσβεύει και ο έλληνας υπουργός οικονομικών Γ. Βαρουφάκης-.
Σύμφωνα με αυτή την άποψη, και αναλογιζόμενοι το οικονομικό κόστος και τις γεωπολιτικές διαστάσεις, δεν υπάρχει περίπτωση οι «εταίροι μας» να οδηγήσουν την Ελλάδα εκτός ΕΕ. Από την άλλη όμως υπάρχει η «σκληροπυρηνική» αντίληψη σε ηγετικούς κύκλους του ευρωιερατείου ότι θα δημιουργήσει κακό προηγούμενο όταν μια μικρή χώρα, όπως η Ελλάδα αμφισβητήσει και δικαιωθεί στο πρόγραμμα λιτότητας που επιβάλλει το κατεστημένο της Ε.Ε.
Απ’ ότι φαίνεται τα πάντα είναι ρευστά και η δραματική δήλωση που κάνει ο Αλέξης Τσίπρας από την εφημερίδα των Συντακτών μας δίνει μια εικόνα της κατάστασης που έχει διαμορφωθεί:
«Μόνο πολιτική σκοπιμότητα μπορεί κανείς να διακρίνει στην επιμονή των θεσμών για νέες περικοπές στις συντάξεις μετά από πέντε χρόνια λεηλασίας από τα μνημόνια. Η ελληνική κυβέρνηση προσέρχεται στη διαπραγμάτευση με σχέδιο και με τεκμηριωμένες αντιπροτάσεις.
Θα περιμένουμε υπομονετικά έως ότου οι θεσμοί προσχωρήσουν στον ρεαλισμό. Αν όμως κάποιοι εκλαμβάνουν ως αδυναμία την ειλικρινή μας επιθυμία για λύση και τα βήματα που έχουμε κάνει για να καλύψουμε τις διαφορές, ας αναλογιστούν:
Δεν κουβαλάμε μόνο μια βαριά ιστορία αγώνων.
Κουβαλάμε στις πλάτες μας την αξιοπρέπεια ενός λαού, αλλά και την ελπίδα των λαών της Ευρώπης. Είναι πολύ βαρύ το φορτίο για να το αγνοήσουμε. Δεν είναι ζήτημα ιδεολογικής εμμονής. Είναι ζήτημα δημοκρατίας.
Δεν έχουμε το δικαίωμα να θάψουμε την ευρωπαϊκή δημοκρατία στον τόπο που γεννήθηκε».
Δεν ξέρουμε και δεν έχουμε μαντικό χάρισμα να προβλέψουμε ποια θα είναι η κατάληξη σ’ αυτό το αλισβερίσι που γίνεται. Από πολιτική σκοπιά όμως μπορούμε να πούμε ότι όποιο και να είναι το αποτέλεσμα χαμένος θα είναι ο λαός μας και τα λαϊκά στρώματα. Γιατί και σ’ αυτή την περίπτωση έχουμε κινήσεις κορυφής. Ο λαός έχει αφεθεί στην «ανάθεση» που έχει κάνει σε κάποιους «ειδήμονες» και παρακολουθεί αμέτοχος στα όσα σχεδιάζουν γ’ αυτόν χωρίς αυτόν.
Ο λαϊκός παράγοντας απουσιάζει –όχι με αποκλειστική του ευθύνη- και αρκείται να παρακολουθεί ανούσιους τηλεοπτικούς διαξιφισμούς πολιτικάντηδων, βιώνοντας καθημερινά την αγωνία του τι του ξημερώνει. Και αυτό είναι το μεγάλο δράμα.
Δημοσίευση σχολίου