Με τη δήλωση του περί χώρας με περιορισμένη εθνική κυριαρχία ο πρωθυπουργός επανέφερε στο προσκήνιο, τη χρονιά που πέρασε, ένα παλιό ερώτημα: Ποιος κυβερνά αυτόν τον τόπο; Όσα ζήσαμε το 2010 μας βοηθούν να δώσουμε μια οριστική και τελεσίδικη απάντηση: Τον τόπο, όπως και τον υπόλοιπο κόσμο, κυβερνά η δικτατορία των αγορών, με τη βοήθεια τοπικών (κυβερνητικών) αντιπροσώπων, ανεξαρτήτως μάλιστα ιδεολογικών πεποιθήσεων και καταβολών.
Οι νόμοι των αγορών εφαρμόζονται με την ίδια επιμέλεια από δεξιές, χριστιανοδημοκρατικές, σοσιαλδημοκρατικές και «κομμουνιστικές» κυβερνήσεις. Από τη στιγμή που το Κ.Κ. Κίνας ανέθεσε μελέτη - την οποία ακολούθησε - για τον εκσυγχρονισμό της κινεζικής οικονομίας στον πρύτανη του νεοφιλελευθερισμού Μίλτον Φρίντμαν (Σχολή του Σικάγο), ακούγεται «λογικό» το ότι η ελληνική σοσιαλιστική κυβέρνηση ανέθεσε τη σωτηρία της χώρας στο ιερατείο (ΔΝΤ) του νεοφιλελευθερισμού.
Προχωρώντας ένα βήμα, δεν είναι δύσκολο να αντιληφθούμε ποιοι είναι οι φορείς αυτής της
δικτατορικής διακυβέρνησης, αρκεί να πάρουμε υπόψη ότι: Το 2% του πληθυσμού της Γης «κατέχει» το 50% του Παγκόσμιου Ακαθάριστου Προϊόντος, θα πρέπει να επιστρέψουμε αιώνες πίσω, ακόμη και πίσω από τη φεουδαρχία, για να συναντήσουμε τόσο άδικη διανομή πλούτου.
Αυτή η πρωτοφανής συγκέντρωση πλούτου οδηγεί σε εξίσου πρωτοφανή και τρομακτική συγκέντρωση εξουσίας. Παρά τις δημοκρατικές επιφάσεις, τις ελεύθερες εκλογικές διαδικασίες και τον πλουραλισμό, η μόνη πραγματική κατακτημένη και αδιαμφισβήτητη ελευθερία είναι η ανεξέλεγκτη λειτουργία του κεφαλαίου με έναν και μόνο στόχο: τη μεγιστοποίηση των κερδών.
Απέναντι σε αυτήν τη θεσμοθετημένη κολιγοποίησή τους οι εργαζόμενοι στην Ελλάδα και τον κόσμο έχουν μία και μόνη επιλογή: αγώνα για να εκφράσουν και να επιβάλουν την πολιτική τους κυριαρχία.
Τελικά, παρά τις προβλέψεις περί τέλους της Ιστορίας, η αέναη μάχη μεταξύ αυτών που έχουν
τα πάντα και εκείνων που δεν έχουν να χάσουν παρά μόνο τις αλυσίδες τους θα συνεχιστεί μέχρι να επικρατήσει το δίκαιο. Οχι των αγορών.
Πηγή: "Το Ποντίκι"
Πώς ο Άρης Πορτοσάλτε αναγνώρισε τον εαυτό του στο φανταστικό όνομα
Πορτογλύφτε;
-
Αρκετές διαστάσεις πήρε το γεγονός ότι ο γνωστός καθηγητής Οικονομικών,
Κοσμάς Μαρινάκης, που ζει και εργάζεται στη Σιγκαπούρη, δημοσιοποίησε ότι
Πριν από 42 δευτερόλεπτα
+ σχόλια + 1 σχόλια
Λιάνα ΚΑΝΕΛΛΗ
Απ’ όλες τις ευχές των ημερών, μαζεμένες και επιφυλακτικές για να μην ακουστούν ως ύβρις, πήρα και κράτησα μια. Την καταθέτω προς όλους τους συντρόφους και τις συντρόφισσες ως γνήσια και πηγαία. Προσωπική και συλλογική. Προερχόμενη από εκείνη τη βάση του λαού που δεν υποψιαζόμαστε, καθώς παραμένει βουβή, αλλ’ ίσως όχι άπραγη. Είναι οργισμένη, αλλά όχι φοβισμένη. Ανθρωποι χαμένοι στην ομοιογένεια κι όμως ξεχωριστοί. Που κι όταν δεν μπορούν να κάνουν το μεγάλο βήμα, το αναγνωρίζουν στους άλλους κι ίσως έχουν στην άκρη και μια γωνιά να εμπιστευτείς, να ξαποστάσεις κι ας μην τους δεις ξανά.
«Καλή χρονιά και καλό πόλεμο κυρά μου», μου είπε, σ’ ένα κατάστημα φθηνών δώρων, μια γυναίκα γύρω στα εξήντα. Με όψη καλοβαλμένης μικροαστής, που βγήκε να κάνει παρέα στη φιλενάδα της, την ιδιοκτήτρια. Μαγαζί παλιό, προσιτό, με δυο άτομα προσωπικό, που είχε άδεια κανονική και το δουλεύει μια γυναίκα που έστησε μονάχη της κοτζάμ οικογένεια.
«
Το εννοείτε;», ρώτησα. Με πήγε ως την πόρτα κι επέμενε. «Καλό πόλεμο. Μόνον αυτός μας έμεινε». Ηταν απλή και ειλικρινής. Μια άγνωστη γυναίκα στο μαγκωμένο πλήθος των γιορτών, ικανή να εναποθέσει τις ελπίδες της σ’ αυτό που αναγνωρίζει ως αναγκαίο. Τη ρήξη με την κυρίαρχη πολιτική πραγματικότητα υπολογίζοντας το κόστος, όπως συμβαίνει πάντα στον πόλεμο.
Ηταν αυθόρμητη η εκλογή της λέξης. Ξεκάθαρη εκτίμηση της πραγματικότητας, που βιώνει η ίδια και γύρω της. Αντικομφορμιστική εκλογή. Εκεί που μπορείς να πεις «καλούς αγώνες», «καλές μάχες», «να τα λέτε χύμα» κι άλλα τέτοια πολλά κι εύκολα μεταξύ γνωστών – αγνώστων, μια φανερά αποκομμένη απ’ το πολιτικό λεξιλόγιο κυρία τολμάει να ευχηθεί κατάμουτρα «καλόν πόλεμο». Στα 2010, δυο μέρες πριν το ’11, σ’ ένα προάστιο που δεν πεθαίνει της πείνας, την πήρα την ευχή με την πείρα που απέκτησα 38 χρόνια τώρα να δαγκώνω τα λόγια των ανθρώπων με το ένστικτο του εκτεθειμένου και να ζυγιάζω το χρυσάφι της γνησιότητάς τους ή τη γλύκα του κίβδηλου λόγου…
Αν λάθεψα, που μπορεί, είναι γιατί ήθελα να τ’ ακούσω από κει που δεν το περιμένω. Απ’ τους επιφανειακά βολεμένους, που, όμως, ο καθένας τους κρύβει ίσως ένα δύσκολο δρόμο ως τη σιωπή. Οχι την αφασική. Αλλά τη δεδομένα εύγλωττη, ικανή να γίνει, αντί κραυγής, ιαχή. Και, μάλιστα, συνειδητού πολέμου.
Πήρα τα «γούρια» μου για δώρα – κάτι εύθραυστα γυάλινα ρόδια και πέταλα, πήρα και την ευχή – εντολή και πορεύομαι, πορευόμαστε, σκαντζάροντας το ημερολόγιο κατά μία σελίδα.
Μια βαθιά ανάσα 48 ωρών αργίας κι ύστερα απέναντι από τον εχθρό. Με συμπαραστάτες ορατούς κι αόρατους συμπολεμιστές, που ξέρουν και τι έρχεται και τι πρέπει να γίνει.
Καλή αγωνιστική χρονιά σ’ όσους αντέχουν να τη φτιάχνουν για όσους δεν αντέχουν ούτε να τη σκέφτονται.
Δημοσίευση σχολίου