Μόλις... 1,2 τρισ. δολ. το ύψος των δανείων που χορήγησε η Fed στις τράπεζες
Το ποσό ισοδυναμεί με τις κατασχέσεις και τα επισφαλή στεγαστικά δάνεια των Αμερικανών
Μέχρι το 2008, η «αριστοκρατία» της Wall Street, όπως χαρακτηρίζονται οι δέκα μεγαλύτερες τράπεζες των ΗΠΑ, έλαβε τα 669 δισ. δολάρια από το 1,2 τρισ. Το υπουργείο Οικονομικών των ΗΠΑ εκχώρησε μόνον 160 δισ. δολάρια την περίοδο της κρίσης, η οποία ξεκίνησε το 2007 και κλιμακώθηκε το 2008 μετά τη χρεοκοπία της Lehman Brothers.Ο Μαρξ έλεγε ότι "σε ένα συγκεκριμένο στάδιο της ανάπτυξής τους, οι υλικές παραγωγικές δυνάμεις της κοινωνίας έρχονται σε σύγκρουση με τις υπάρχουσες σχέσεις παραγωγής ή -αυτό είναι η έκφραση του ίδιου πράγματος με νομικούς όρους- με τις σχέσεις ιδιοκτησίας μέσα στο πλαίσιο των οποίων λειτουργούσαν μέχρι τότε. Από μορφές ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων αυτές οι σχέσεις μετατρέπονται σε τροχοπέδες. Τότε ξεκινά μια εποχή κοινωνικής επανάστασης".
Το χάσμα γίνεται ακόμη μεγαλύτερο με τη σύγκριση των 104 δισ. δολαρίων που ανακοινώθηκαν το 2006 σε κέρδη ρεκόρ από τις δέκα ισχυρότερες της Wall Street.
Στόχος του προέδρου της Fed, Μπεν Μπερνάνκι, ήταν να περιορίσει την έκταση της ύφεσης που προκλήθηκε στην αμερικανική οικονομία από τη χρηματοπιστωτική κρίση. «Τα στοιχεία αυτά, όμως, ξεπερνούν κάθε προηγούμενο», δήλωσε ο Ρόμπερτ Λίταν, πρώην αξιωματούχος του υπουργείου Δικαιοσύνης, αλλά και μέλος επιτροπής ερευνών για τα αίτια της τραπεζικής κρίσης.
Οι επωφελούμενοι δεν ήταν μόνον οι μεγαλύτερες τράπεζες των ΗΠΑ και λοιποί παίκτες του συστήματος, αλλά και ξένοι όμιλοι με δραστηριότητα στη χώρα. Σχεδόν το ήμισυ των 30 χρηματοπιστωτικών ομίλων που έλαβαν κεφάλαια από τη Fed διατηρούν την έδρα τους στην Ευρώπη. Περίπου 84,5 δισ. δολάρια εκχωρήθηκαν στη βρετανική Royal Bank of Scotland και 77,2 δισ. δολάρια στην ελβετική UBS.
Η γερμανική Hypo Real Estate δανείστηκε 28,7 δισ. δολάρια, αντιστοιχώντας σε 21 εκατ. δολάρια για καθέναν από τους 1.366 εργαζομένους της τράπεζας. Από τις αμερικανικές τράπεζες, η Morgan Stanley εισέπραξε τη μερίδα του λέοντος από τα δάνεια της Fed, συνολικού ύψους 107,3 δισ. δολαρίων. Στα 99,5 δισ. δολάρια ανήλθαν τα κεφάλαια της Fed για τη στήριξη της Citigroup. Τα στοιχεία αυτά δημοσιοποιήθηκαν κατόπιν πιέσεων που ασκήθηκαν στη Fed λόγω της ασάφειας που επικρατούσε για την έκθεσή της στη χρηματοπιστωτική κρίση των ΗΠΑ. Κατόπιν πιέσεων που ασκήθηκαν από την κοινή γνώμη στις ΗΠΑ, με το ειδησεογραφικό πρακτορείο Bloomberg να επικαλείται τη νομοθεσία για την ελευθερία της πληροφορίας, το αμερικανικό Κογκρέσο έθεσε σε προτεραιότητα τη δημοσιοποίηση στοιχείων για τη στήριξη των τραπεζών εν μέσω της κρίσης.
Κάποτε, στον καπιταλισμό υπήρχε κίνητρο για επενδύσεις και επενδυτικά ρίσκα, οι τράπεζες έδιναν δάνεια για να υπάρξει ανάπτυξη, κτλ. Σήμερα, ειδικά στη Δύση, αυτό το πράγμα έχει σαπίσει πλήρως. Οι τράπεζες, ειδικά οι μεγάλες τράπεζες που έχουν κυριαρχήσει πλήρως σε διεθνή κλίμακα, έχουν κηρύξει τον εαυτό τους ως "too big to fail", και άρα έχουν καταργήσει την έννοια του επενδυτικού ρίσκου. Ότι και να γίνει, αυτές θα επιβιώσουν - διότι πλέον ο έλεγχος που έχουν αποκτήσει επί της κοινωνικής ζωής των ανθρώπων είναι τόσο μεγάλος (ως μονοπώλια-ολιγοπώλια που είναι), που αν πέσουν αυτές, θα πέσουν όλοι μαζί τους.
Και πλέον όχι απλά δεν αποτελούν παράγοντα -καπιταλιστικής έστω- ανάπτυξης, μέσω επιχειρηματικών δανείων, όχι απλά "η κάνουλα του τραπεζικού δανεισμού έχει κλείσει", αλλά επιπλέον ρουφάνε όλους τους πόρους από την κοινωνία, εκμηδενίζοντας την πιθανότητα ανάπτυξης. Μιλάμε για 1.2 τρισεκατομμύρια δολάρια μέσα σε τρία περίπου χρόνια.
Όταν οι τράπεζες έχουν μεταβληθεί σε μια τεράστια μαύρη τρύπα, που ρουφάει δολάρια χωρίς ποτέ να κλείνει, τότε ευθέως οδηγούμαστε σε κοινωνική καταστροφή για τους υπόλοιπους, που μένουν χωρίς πόρους (αφού όλοι οι πόροι κατευθύνονται σε χρεωκοπημένες τράπεζες που αρπάζουν ότι βρίσκουν για να κλείσουν τις απώλειες τους, μιας και "είναι πολύ μεγάλες για να αποτύχουν". Όσο για επενδυτικά ρίσκα, επενδύσεις, έστω δημόσια προγράμματα επενδύσεων όπως αυτά του New Deal του 1929, κτλ, ούτε λόγος. Απλά οι τράπεζες αυτές θέλουν να επιβιώσουν, να αποφύγουν δηλαδή τη χρεωκοπία, και ο μόνος τρόπος για να το πετύχουν αυτό είναι να μας πάρουν και τα σώβρακα).
Και παρόλα αυτά οι τράπεζες αυτές αφήνονται ελεύθερες να συνεχίζουν, αντί να τις πάρει υπό τον έλεγχο του το εργατικό κίνημα. Πιο εργατικό κίνημα θα μου πείτε, εδώ χρειάστηκε να φτάσουν τους 45.000.000 οι Αμερικάνοι που ζουν με κουπόνια σίτισης για να αρχίσουν να βγαίνουν στο δρόμο. Κάλιο αργά παρά ποτέ βέβαια, και είναι θετικό που μαζεύονται πλέον αρκετοί έξω από τη Wall Street, αλλά εντάξει, ώσπου να καταλάβουν αυτοί ότι πρέπει να μπουν ΜΕΣΑ στη Wall Street, και να εξοντώσουν αυτές τις οντότητες που ζουν εκεί μέσα, αναλαμβάνοντας αυτοί τον έλεγχο [και] του τραπεζικού συστήματος, "ζήσε Μάη μου να φας τριφύλλι". Ως τότε, οι οντότητες που δραστηριοποιούνται στη Wall Street -και όχι μόνο- θα συνεχίσουν να κάνουν το μοναδικό πράγμα που τις κρατάει ζωντανές, δηλαδή "να μας πίνουν το αίμα". Και δεν μιλάμε για τους "φιλικούς" βρικόλακες του "Twilight" και του "True Blood", μιλάμε για τους βρικόλακες των παλιών ταινιών, που χρειάζονται αίμα και δε σταματάνε πουθενά και σε τίποτα μέχρι να το βρουν).
Την ίδια ώρα, φτάνουμε στο κωμικοτραγικό σημείο άνθρωποι όπως ο Τζορτζ Μάγκνους, οικονομικός σύμβουλος στην ελβετική τράπεζα-κολοσσό UBS, να μας προτείνει να "δώσουμε μια ευκαιρία στον Μαρξ να σώσει την παγκόσμια οικονομία". Δεν αστειεύομαι, αυτό έγραψε σε άρθρο στο bloomberg, και πραγματικά είναι "για γέλια και για κλάματα", καθώς βλέπεις ότι περισσότερο γνωρίζουν το Μαρξ...οι καπιταλιστές, παρά οι εργάτες (οι οποίοι περιμένουν να τους σώσουν...οι καπιταλιστές, κάτι που ισοδυναμεί με το να περιμένει ο μελλοθάνατος από τον επαγγελματία δήμιο του...να τον σώσει αντί να τον εκτελέσει). Ας δούμε τι μας γράφει ο Τζορτζ Μάγκνους:
Και αυτά δεν είναι τα μόνα που έλεγε ο Μαρξ - έλεγε πχ και για το "νόμο της πτωτικής τάσης του ποσοστού κέρδους". Αξίζει πχ να κλικάρετε ένα πάρα πολύ καλό άρθρο του Spiegel, που ασχολείται με τη γνωστή βρετανική εφημερίδα της κεντροαριστεράς "Guardian".Οι σχεδιαστές πολιτικής που προσπαθούν να τα βγάλουν πέρα με τον πανικό των αγορών, τις διαμαρτυρίες του κόσμου και όλα τα άλλα προβλήματα που πλήττουν την παγκόσμια οικονομία, καλά θα έκαναν να επιστρέψουν στα γραπτά ενός οικονομολόγου που πέθανε πριν πολλά - πολλά χρόνια: του Καρλ Μαρξ. Όσο πιο γρήγορα αναγνωρίσουν ότι αντιμετωπίζουν μια κρίση του καπιταλισμού από αυτές που συμβαίνουν μια φορά στη ζωή του ανθρώπου, τόσο καλύτερα εξοπλισμένοι θα είναι για να βρουν διέξοδο.
...
Ας σκεφτούμε, για παράδειγμα, την πρόβλεψη του Μαρξ για το πώς εκδηλώνεται η εγγενής σύγκρουση ανάμεσα στο κεφάλαιο και την εργασία. Όπως έγραφε στο ‘Κεφάλαιο’, οι εταιρείες στην επιδίωξη της μεγιστοποίησης του κέρδους και της παραγωγικότητας, καταλήγουν με τρόπο φυσιολογικό να χρειάζονται όλο και λιγότερους εργαζόμενους, δημιουργώντας έναν ‘εφεδρικό βιομηχανικό στρατό’ φτωχών και ανέργων: ‘Η συσσώρευση του πλούτου στον έναν πόλο είναι, κατά συνέπεια, την ίδια στιγμή συσσώρευση δυστυχίας’, έγραφε ο Μαρξ.
Η διαδικασία αυτή που περιέγραψε ο Μαρξ είναι σήμερα ορατή σε ολόκληρο τον αναπτυγμένο κόσμο, τόσο στις ΗΠΑ όσο και στην Ευρωζώνη. Οι προσπάθειες των εταιριών να περιορίσουν το κόστος και να αποφύγουν τις προσλήψεις έχουν ωθήσει τα αμερικανικά εταιρικά κέρδη ως μερίδιο της συνολικής οικονομικής παραγωγής στο υψηλότερο τους επίπεδο εδώ και 60 χρόνια, ενώ την ίδια στιγμή τα επίπεδα ανεργίας βρίσκονται στο 9.1% και οι πραγματικοί μισθοί παραμένουν στάσιμοι.
Παρομοίως και η ανισότητα των εισοδημάτων στην Αμερική έχει περιέλθει στα υψηλότερα επίπεδα από τη δεκαετία του 1920. Πριν το 2008 η ανισότητα των εισοδημάτων κάπως καλύπτονταν με την εύκολη πίστωση που επέτρεπε στα πιο φτωχά στρώματα να απολαμβάνουν έναν πιο πλούσιο τρόπο ζωής. Σήμερα όμως έχει φτάσει ο κόμπος στο χτένι.
Το παράδοξο της υπερπαραγωγής
Ο Μαρξ είχε επίσης εστιάσει στο παράδοξο των κρίσεων υπερπαραγωγής και υποκατανάλωσης: όσο περισσότερο ο κόσμος βουλιάζει στη φτώχεια, τόσο λιγότερο είναι σε θέση να καταναλώσει όλα τα αγαθά και τις υπηρεσίες που παράγουν οι εταιρείες. Όταν μια εταιρεία μειώνει το εργατικό κόστος προκειμένου να αυξήσει τα κέρδη της μπορεί να πράττει έξυπνα, αλλά όταν το κάνουν όλες μαζί υπονομεύουν τη βάση του σχηματισμού των εισοδημάτων και της ζήτησης από την οποία περιμένουν έσοδα και κέρδη.
Και αυτό το πρόβλημα είναι ιδιαίτερα εμφανές στην Αμερική και στην Ευρωζώνη. Υπάρχει σημαντική παραγωγική ισχύς αλλά οι καταναλωτές μεσαίων και χαμηλών εισοδημάτων βουλιάζουν μέσα στην οικονομική ανασφάλεια και τη χαμηλή κατανάλωση. Στις Ηνωμένες Πολιτείες για παράδειγμα, σήμερα η κατασκευή νέων κατοικιών και οι πωλήσεις αυτοκινήτων παραμένουν 75% και 30% κάτω από την κορυφή του 2006 αντίστοιχα.
Όπως το έθετε ο Μαρξ στο ‘Κεφάλαιο’: ‘Ο τελικός λόγος για όλες τις πραγματικές κρίσεις παραμένει η φτώχεια και η περιορισμένη κατανάλωση των μαζών’...
Όπως λοιπόν μας λέει το Spiegel, η Guardian κάνει ερευνητικό ρεπορτάζ, που κοστίζει, και παράλληλα έχει αποφασίσει να δίνει στους αναγνώστες της όλο το περιεχόμενο της εφημερίδας δωρεάν μέσω ίντερνετ. Έτσι, ναι μεν το site της έχει μεγάλη αναγνωσιμότητα, και αφοσιωμένους αναγνώστες, όμως η εφημερίδα οικονομικά αιμορραγεί (έχει χασούρα). Βέβαια, υπάρχει μια μεγάλη "κρίση των ΜΜΕ", που οφείλεται και στο ότι το περιεχόμενο τους είναι συχνά άθλιο, ή έστω μέτριο, με αποτέλεσμα ο κόσμος να τους γυρίζει την πλάτη και να στρέφεται πχ σε blogs στο ίντερνετ. Η ίδια η ύπαρξη του ίντερνετ όμως είναι από μόνη της ένας βασικός λόγος για την "πτωτική τάση του ποσοστού κέρδους" στη "βιομηχανία" των ΜΜΕ.
Και, γενικότερα, η τεχνολογία έχει ελαττώσει ή και μηδενίσει το ποσοστό κέρδους σε πάμπολλους κλάδους, όχι μόνο στα media. Όταν όμως ο κεφαλαιοκράτης δεν προσδοκά κέρδη από μια επένδυση, απλά δεν επενδύει. Έτσι, το κυνήγι για το ατομικό κέρδος, που έως τώρα μας έδινε μια -καπιταλιστική και άνιση έστω- ανάπτυξη, τώρα δεν μας δίνει καμία απολύτως ανάπτυξη και η κοινωνία μαραζώνει. Παρόμοια είναι η κατάσταση πχ και σε κλάδους όπως η "πράσινη ανάπτυξη", που τα οφέλη της είναι κυρίως "κοινωνικά", και όχι "ατομικά" για τον κεφαλαιοκράτη που θα αναλάβει την επένδυση.
Ο εργάτης έχει σημαντικό κίνητρο να πάρει πρωτοβουλίες για να προωθήσει μια πιο "καθαρή" μορφή ενέργειας, διότι θέλει ένα "καθαρό περιβάλλον". Αντίθετα, ο κεφαλαιοκράτης που έχει ως πρώτη προτεραιότητα το στενό ατομικό του κέρδος, δεν επενδύει αν δεν εξασφαλίσει ότι η επένδυση αυτή θα είναι οικονομικά ωφέλιμη για τον ίδιο. Μάλιστα, μερικοί κεφαλαιοκράτες δεν επιτρέπουν καν να γίνουν "πράσινες" επενδύσεις, διότι αυτό αντιτίθεται στο δικό του, στενό ατομικό συμφέρον (πχ το πετρελαϊκό λόμπι δε θέλει να προωθηθούν άλλες μορφές ενέργειας και πολλές φορές έχει καθυστερήσει την ανάπτυξη τους).
Γι' αυτό και στην πραγματικότητα η περιβόητη ανάκαμψη περνά μέσα από την αντικατάσταση στην εξουσία αυτής της ατομικίστικης ολιγαρχίας από τους εργάτες, που πράγματι έχουν κάθε κίνητρο να αντιστρέψουν την πορεία της ανθρωπότητας προς έναν νέο Μεσαίωνα. Ποιος άλλος θα μπορούσε να επιβάλλει μειωμένα ωράρια, ώστε να έχουν δουλειά όλοι; Ποιος άλλος θα μπορούσε να σβήσει τα χρέη, ώστε να απαλλαχθεί η κοινωνική πλειοψηφία από το βαρίδι που τώρα την τραβά διαρκώς προς τα κάτω, πνίγοντας την; Ποιος άλλος θα παράγει πλούτο, αν όχι οι εργάτες, που τώρα καταδικάζονται σε ανεργία και μισθούς πείνας, προς όφελος μιας μειοψηφίας που θέλει να ισοπεδώσει ολόκληρες κοινωνίες, ώστε οι εξαθλιωμένοι λαοί να δεχτούν λόγω απελπισίας μισθούς πείνας; Ποιος θα τα βάλει με τη γραφειοκρατία και τα λαμόγια, αυτοί που ωφελήθηκαν από αυτά και τα καλλιέργησαν, ή αυτοί που υποφέρουν καθημερινά από αυτούς;
Δημοσίευση σχολίου