Πηγή: tvxs
Η δράση της Χρυσής Αυγής παραμένει ίδια εδώ και δεκαετίες. Τα θύματα των δολοφονικών επιθέσεων των ταγμάτων εφόδου είναι αναρίθμητα. Πριν από δεκαπέντε χρόνια στη θέση του Παύλου Φύσσα θα μπορούσε να ήταν ο Δημήτρης Κουσουρής. Τον Ιούνιο του 1998, ως φοιτητής και εκπρόσωπος των ΕΑΑΚ στην ΕΦΕΕ, δέχτηκε τη δολοφονική επίθεση από ομάδα χρυσαυγιτών με επικεφαλής μια ηγετική φυσιογνωμία του νεοναζιστικού χώρου, τον Αντώνη Ανδρουτσόπουλο, γνωστό και ως «Περίανδρο». Ο Δημήτρης Κουσουρής, καθηγητής σύγχρονης Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο της Κρήτης, μιλάει στο tvxs.gr για τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα από τον χρυσαυγίτη Γιώργο Ρουπακιά, τη δράση της νεοναζιστικής οργάνωσης, τη σχέση της με τα σώματα ασφαλείας, τις ευθύνες των ΝΔ και ΠΑΣΟΚ, αλλά και των μέσων ενημέρωσης που την ενίσχυσαν νομιμοποιώντας την. «Σήμερα προσπαθούν να δείξουν πως μαζεύουν την αγέλη που αμόλησαν ενάντια στο λαϊκό κίνημα», τονίζει.
Του Παναγιώτη Κωνσταντίνου.
«Είναι σαφές πως η Χρυσή Αυγή λειτουργεί σε καθεστώς ασυλίας ώστε να χτυπάει στην καρδιά των εργατικών γειτονιών του Πειραιά, πρωτοπόρους αγωνιστές του λαϊκού κινήματος. Προηγήθηκαν τα χτυπήματά της στο Πέραμα αλλά και στην ευρύτερη περιοχή. Δεν ήταν η πρώτη φορά. Είχαν προηγηθεί επιθέσεις σε μετανάστες. Προφανώς ένιωσαν σε καθεστώς ασυλίας με πολιτική νομιμοποίηση από τον ξενοφοβικό λόγο των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης κι από την πλευρά της ίδιας της κυβέρνησης», αναφέρει για τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα.
Σε ακόμη μια περίπτωση μια μερίδα της ελληνικής κοινωνίας, μέσα ενημέρωσης, δημοσιογράφοι και πολιτικοί «πέφτουν από τα σύννεφα». «Η Χρυσή Αυγή ήταν μια οργάνωση φασιστική με εγκληματική δράση και αυτό το ήξεραν όλοι εδώ και καιρό. Δεν έπεσε καμία μάσκα με τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα. Ως μαζικό ρεύμα, η Χρυσή Αυγή αναπτύχθηκε πάνω στην εξαθλίωση και την απελπισία που σκόρπισε στην κοινωνία η κρίση και η πολιτική των μνημονίων. Η Χρυσή Αυγή αναπτύχθηκε στο γόνιμο έδαφος της νομιμοποίησης ξενοφοβικών, εθνικιστικών, ρατσιστικών ιδεών από μεγάλα μέσα μαζικής ενημέρωσης και τη ρατσιστική πολιτική και προπαγάνδα των κυβερνήσεων», τονίζει και συνεχίζει:
«Θα πρέπει επιτέλους να μην μιλάμε απρόσωπα. Δεν φταίει γενικά κι αόριστα το "πολιτικό σύστημα". Οι πολιτικές ευθύνες ανήκουν στο πολιτικό προσωπικό των δύο κόμματων που διαχειρίζονταν την εξουσία σε όλη την μεταπολίτευση, και τώρα τη μοιράζονται, στον τρόπο με τον οποίο καταρχήν συντήρησαν την ύπαρξη και την αναπαραγωγή ακροδεξιών νεοφασιστικών οργανώσεων και κατά δεύτερο λόγο στον τρόπο που επέτρεψαν την άλωση σημαντικών κομματιών των σωμάτων ασφαλείας από αυτές τις δυνάμεις. Αυτό το ξέρουν όλοι. Από το χτύπημα ενάντια σε μένα και τους συντρόφους μου το 1998, από τη μυστική έκθεση που μιλάει για διασυνδέσεις Χρυσής Αυγής και αστυνομίας από το 1999, από τις δεκάδες χτυπήματα ενάντια σε αριστερούς και μετανάστες, από τις κοινές επιχειρήσεις με την αστυνομία που έχει δει όλος ο κόσμος από το 2004. Μέχρι και την Τετάρτη, στη διαδήλωση της Αμφιάλης μετά τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα είδαμε τέτοιες εικόνες. Ακόμα και την ώρα της δολοφονίας σύμφωνα με αυτόπτες μάρτυρες η αστυνομία ήταν παρούσα.».
«Είναι πράγματα που τα ξέρουν όλοι. Οι μετάνοιες του τύπου ‘τώρα καταλάβαμε τι είναι η Χρυσή Αυγή’ είναι μάλλον υποκριτικές. Αν ο πολύς κόσμος ήξερε κάτι μέχρι την άνοιξη του 2012 ήταν η βίαιη δράση της Χρυσής Αυγής. Σε μια περίοδο κλονισμού των βασικών πυλώνων της αστικής πολιτικής, ΠΑΣΟΚ και ΝΔ, αλλά και κατάρρευσης του ΛΑΟΣ μετά τη συμμετοχή του στη μνημονιακή κυβέρνηση, η Χρυσή Αυγή ήταν χρυσή εφεδρεία για να μην στραφεί η οργή του λαού εναντίον εκείνων που καταδίκαζαν τους εργαζόμενους στη φτώχια και την ανεργία. Ακολούθησε μια εκτεταμένη επιχείρηση νομιμοποίησης των εθνικιστικών, ξενοφοβικών, ρατσιστικών ιδεών κι εξοικείωσης με τη δράση των φασιστικών ομάδων. Τότε λίγο-πολύ άρχισαν να διοχετεύονται μέσω των ΜΜΕ ιστορίες σαν κι αυτές με τις γριούλες και τα ΑΤΜ. Κι ασφαλώς αυτό δεν το έκανε μόνη της η Χρυσή Αυγή. Έβαλαν το χέρι τους και όσοι τους στήριξαν για χρόνια, γνωστά επιχειρηματικά συμφέροντα και κύκλοι του "βαθέος κράτους". Γι'αυτό πιθανότατα τα τάγματα εφόδου ένιωθαν ότι είχαν αρκετά ισχυρές πλάτες για να δολοφονήσουν τον Παύλο Φύσσα μπροστά στα μάτια της αστυνομίας».
Σχετικά με την αντίδραση της δικομματικής κυβέρνησης μετά τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα, ο Δημήτρης Κουσουρής αναφέρει χαρακτηριστικά: « Εν μέσω της εσωτερικής και διεθνούς κατακραυγής, ενόψει και της προεδρίας της χώρας στην ΕΕ, η κυβέρνηση που στο μεταξύ έχει καταστρατηγήσει επανειλημμένα τους κανόνες του κοινοβουλευτισμού και βασικά δημοκρατικά δικαιώματα, προσπαθεί να αντλήσει νομιμοποίηση εμφανιζόμενη ως εγγυητής της δημοκρατικής νομιμότητας. Το γκροτέσκο του πράγματος είναι πως αναθέτουν στο Βορίδη, που κατάγεται από την ίδια πολιτική μήτρα, ρόλο εκπαιδευτή της αγέλης που αμόλησαν ενάντια στο εργατικό κίνημα».
«Στο βαθμό που η καπιταλιστική κρίση που ζούμε συνεχίζει να παράγει φτώχεια και εξαθλίωση ο φασισμός θα παραμένει πρόβλημα και κίνδυνος. Ο φασισμός δεν είναι απειλή που έρχεται από το μέλλον, είναι ήδη εδώ, στην φαλκίδευση του κοινοβουλευτισμού από κυβερνήσεις που νομοθετούν με διατάγματα και πράξεις νομοθετικού περιεχομένου, στην κατάργηση βασικών δημοκρατικών ελευθεριών, όπως η απαγόρευση των απεργιών κ.ο.κ. Βρίσκεται στην εκτεταμένη ζώνη ανομίας εντός της οποίας δρουν από κοινού οι επίσημοι μηχανισμοί του Κράτους, αλλά και παραστρατιωτικά τάγματα εφόδου χτυπώντας τον εσωτερικό εχθρό: το εργατικό κίνημα», δηλώνει και σημειώνει πως καθόλου τυχαία η δολοφονία του Παύλου Φύσσα συνέβη στη μέση μιας μεγάλης απεργίας.
«Όπως και η επίθεση κατά στελεχών του ΚΚΕ στο Πέραμα ήταν μια επίθεση που είχε προαναγγελθεί από εκείνους που ήθελαν να υπερασπιστούν, όπως οι ίδιοι δήλωναν μπροστά στις κάμερες, τους εφοπλιστές "τους". Εξάλλου την επόμενη της στυγερής δολοφονίας κάποιος που υπογράφει ως "πρώην υφυπουργός" εμφανίζεται σε σάιτ τραπεζιτών και χρηματιστών (banknews.gr) προτρέποντας το Μιχαλολιάκο να "καταδικάσει τις ακρότητες για να μη χάσει την εκλογική του πελατεία"».
Σχετικά με το σενάριο να τεθεί εκτός νόμου η Χρυσή Αυγή, ο Δημήτρης Κουσουρής επισημαίνει πως « κάτι τέτοιο θα ήταν μάλλον ατελέσφορο κι εν τέλει επικίνδυνο. Πρώτον επειδή η Χρυσή Αυγή έχει απολαύσει την ασυλία των διωκτικών και δικαστικών μηχανισμών για χρόνια. Όπως έλεγε ο Μπρεχτ για το φασισμό, οι μάσκες του με τον καιρό αλλάζουν, τίποτα δε διασφαλίζει πως δε θα δημιουργηθεί ένα ή περισσότερα μορφώματα, με άλλο όνομα, που θα δρουν με τον ίδιο τρόπο. Τέλος, σε μια περιόδο όπου η θεωρία των δυο άκρων είναι επίσημη κρατική ιδεολογία, τέτοιες λύσεις ανοίγουν ολισθηρούς δρόμους για μια περαιτέρω περιστολή τηε δημοκρατικής νομιμότητας. Αν υπάρχει θεσμική λύση, αυτή θα ήταν ίσως σχετικά να ενταχθεί η Χρυσή Αυγή και επίσημα ως ειδικό (αντικομμουνιστικό, αντιμεταναστευτικό) σώμα της αστυνομίας, ώστε τουλάχιστον να είναι γνωστοί οι πολιτικοί υπεύθυνοι για τη δράση της».
«Και για να μιλήσουμε και λίγο πιο σοβαρά», συνεχίζει ο κ. Κουσουρής, ο περιορισμός του φασιστικού φαινομένου «είναι υπόθεση ανασυγκρότησης και αναγέννησης του εργατικού κινήματος». «Χρειάζεται η οργάνωση ταξικών σωματείων για εργαζόμενους και ανέργους, η συγκρότηση των ανεξάρτητων συλλογικοτήτων και πρωτοβουλιών αλληλεγγύης σε κάθε γειτονιά, πλατεία, σχολείο και χώρο δουλειάς, κοινή δράση των διαφορετικών κομματιών της Αριστεράς, ξεπερνώντας τις παγιωμένες αδυναμίες και ιδεολογικές αγκυλώσεις του παρελθόντος.
Μετά την εκλογική άνοδο της Χρυσής Αυγής πολλοί υποστήριζαν πως ένα μέρος των ψηφοφόρων δεν γνώριζαν τι ακριβώς ήταν. Ωστόσο το νεοναζιστικό κόμμα, και μετά από σειρά αποκαλύψεων, δημοσκοπικά ανέβασε τα ποσοστά του και αυτή η άνοδος οδήγησε και στην αποθράσυνση με καθημερινά ναζιστικά σόου από τους βουελυτές του. «Μια πλευρά της πραγματικότητας είναι πως ένα ακροδεξιό ρεύμα κι ένα απόθεμα φασιστικών, ρατσιστικών και αντικομμουνιστικών ιδεών που "εξημερώθηκαν" προσωρινά και ενσωματώθηκαν στο εσωτερικό των δυο μεγάλων κομμάτων όσο λειτουργούσαν οι μηχανισμοι αναπαραγωγής του πολιτικού συστήματος και του κυρίαρχου κοινωνικο-οικονομικού μπλοκ, ήρθαν ξανά στην επιφάνεια στα χρόνια της κρίσης. Αυτό είναι γεγονός. Από την άλλη, ανάμεσα στις αιτίες ανάδυσης ενός μαζικού φασιστικού ρεύματος βρισκεταί ασφαλώς και η αδυναμία των δυνάμεων της αριστεράς να εκφράσουν στην πράξη ένα πειστικό συλλογικό πρόταγμα μετασχηματισμού της κοινωνίας », σημειώνει ο ο κ. Κουσουρής.
«Σε κάθε περίπτωση πάντως, όσοι κατά την τελευταία τριετία ψήφισαν ή στήριξαν τη Χρυσή Αυγή ως "αντισυστημική" λύση ή ως "τιμωρία" του δικομματισμού, δεν είχαν κατά τη γνώμη μου ούτως ή άλλως το ελαφρυντικό της αγνοίας και πλέον δεν μπορούν να την επικαλεστούν ούτε ως πρόσχημα.»
Καταλήγοντας ο Δημήτρης Κουσουρής αναφέρει πως « Κανείς δεν είναι αμέτοχος ή αθώος. Το αίμα που χύθηκε και έχει χυθεί τόσα χρόνια δεν μπορεί να μείνει ατιμώρητο. Είναι επείγον σήμερα, απέναντι στη διαδικασία μετατροπής της δημοκρατίας σε ένα άδειο κέλυφος δίχως περιεχόμενο, να οργανωθεί σε νέες βάσεις ένα κίνημα των εργαζομένων και των δυο εκατομμυρίων ημιαπασχολούμενων και ανέργων -το μόνο που είναι σε θέση να ανασυγκροτήσει την οικονομία, τους κοινωνικούς δεσμούς, το διαλυμένο δημόσιο χώρο, να δώσει πραγματικό περιεχόμενο στη δημοκρατία, να ακυρώσει στην πράξη την οικονομική, πολιτική και φυσική εξόντωση της νιότης και της παραγωγικής ραχοκοκκαλιάς της χώρας».
Η δράση της Χρυσής Αυγής παραμένει ίδια εδώ και δεκαετίες. Τα θύματα των δολοφονικών επιθέσεων των ταγμάτων εφόδου είναι αναρίθμητα. Πριν από δεκαπέντε χρόνια στη θέση του Παύλου Φύσσα θα μπορούσε να ήταν ο Δημήτρης Κουσουρής. Τον Ιούνιο του 1998, ως φοιτητής και εκπρόσωπος των ΕΑΑΚ στην ΕΦΕΕ, δέχτηκε τη δολοφονική επίθεση από ομάδα χρυσαυγιτών με επικεφαλής μια ηγετική φυσιογνωμία του νεοναζιστικού χώρου, τον Αντώνη Ανδρουτσόπουλο, γνωστό και ως «Περίανδρο». Ο Δημήτρης Κουσουρής, καθηγητής σύγχρονης Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο της Κρήτης, μιλάει στο tvxs.gr για τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα από τον χρυσαυγίτη Γιώργο Ρουπακιά, τη δράση της νεοναζιστικής οργάνωσης, τη σχέση της με τα σώματα ασφαλείας, τις ευθύνες των ΝΔ και ΠΑΣΟΚ, αλλά και των μέσων ενημέρωσης που την ενίσχυσαν νομιμοποιώντας την. «Σήμερα προσπαθούν να δείξουν πως μαζεύουν την αγέλη που αμόλησαν ενάντια στο λαϊκό κίνημα», τονίζει.
Του Παναγιώτη Κωνσταντίνου.
«Είναι σαφές πως η Χρυσή Αυγή λειτουργεί σε καθεστώς ασυλίας ώστε να χτυπάει στην καρδιά των εργατικών γειτονιών του Πειραιά, πρωτοπόρους αγωνιστές του λαϊκού κινήματος. Προηγήθηκαν τα χτυπήματά της στο Πέραμα αλλά και στην ευρύτερη περιοχή. Δεν ήταν η πρώτη φορά. Είχαν προηγηθεί επιθέσεις σε μετανάστες. Προφανώς ένιωσαν σε καθεστώς ασυλίας με πολιτική νομιμοποίηση από τον ξενοφοβικό λόγο των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης κι από την πλευρά της ίδιας της κυβέρνησης», αναφέρει για τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα.
Σε ακόμη μια περίπτωση μια μερίδα της ελληνικής κοινωνίας, μέσα ενημέρωσης, δημοσιογράφοι και πολιτικοί «πέφτουν από τα σύννεφα». «Η Χρυσή Αυγή ήταν μια οργάνωση φασιστική με εγκληματική δράση και αυτό το ήξεραν όλοι εδώ και καιρό. Δεν έπεσε καμία μάσκα με τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα. Ως μαζικό ρεύμα, η Χρυσή Αυγή αναπτύχθηκε πάνω στην εξαθλίωση και την απελπισία που σκόρπισε στην κοινωνία η κρίση και η πολιτική των μνημονίων. Η Χρυσή Αυγή αναπτύχθηκε στο γόνιμο έδαφος της νομιμοποίησης ξενοφοβικών, εθνικιστικών, ρατσιστικών ιδεών από μεγάλα μέσα μαζικής ενημέρωσης και τη ρατσιστική πολιτική και προπαγάνδα των κυβερνήσεων», τονίζει και συνεχίζει:
«Θα πρέπει επιτέλους να μην μιλάμε απρόσωπα. Δεν φταίει γενικά κι αόριστα το "πολιτικό σύστημα". Οι πολιτικές ευθύνες ανήκουν στο πολιτικό προσωπικό των δύο κόμματων που διαχειρίζονταν την εξουσία σε όλη την μεταπολίτευση, και τώρα τη μοιράζονται, στον τρόπο με τον οποίο καταρχήν συντήρησαν την ύπαρξη και την αναπαραγωγή ακροδεξιών νεοφασιστικών οργανώσεων και κατά δεύτερο λόγο στον τρόπο που επέτρεψαν την άλωση σημαντικών κομματιών των σωμάτων ασφαλείας από αυτές τις δυνάμεις. Αυτό το ξέρουν όλοι. Από το χτύπημα ενάντια σε μένα και τους συντρόφους μου το 1998, από τη μυστική έκθεση που μιλάει για διασυνδέσεις Χρυσής Αυγής και αστυνομίας από το 1999, από τις δεκάδες χτυπήματα ενάντια σε αριστερούς και μετανάστες, από τις κοινές επιχειρήσεις με την αστυνομία που έχει δει όλος ο κόσμος από το 2004. Μέχρι και την Τετάρτη, στη διαδήλωση της Αμφιάλης μετά τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα είδαμε τέτοιες εικόνες. Ακόμα και την ώρα της δολοφονίας σύμφωνα με αυτόπτες μάρτυρες η αστυνομία ήταν παρούσα.».
«Είναι πράγματα που τα ξέρουν όλοι. Οι μετάνοιες του τύπου ‘τώρα καταλάβαμε τι είναι η Χρυσή Αυγή’ είναι μάλλον υποκριτικές. Αν ο πολύς κόσμος ήξερε κάτι μέχρι την άνοιξη του 2012 ήταν η βίαιη δράση της Χρυσής Αυγής. Σε μια περίοδο κλονισμού των βασικών πυλώνων της αστικής πολιτικής, ΠΑΣΟΚ και ΝΔ, αλλά και κατάρρευσης του ΛΑΟΣ μετά τη συμμετοχή του στη μνημονιακή κυβέρνηση, η Χρυσή Αυγή ήταν χρυσή εφεδρεία για να μην στραφεί η οργή του λαού εναντίον εκείνων που καταδίκαζαν τους εργαζόμενους στη φτώχια και την ανεργία. Ακολούθησε μια εκτεταμένη επιχείρηση νομιμοποίησης των εθνικιστικών, ξενοφοβικών, ρατσιστικών ιδεών κι εξοικείωσης με τη δράση των φασιστικών ομάδων. Τότε λίγο-πολύ άρχισαν να διοχετεύονται μέσω των ΜΜΕ ιστορίες σαν κι αυτές με τις γριούλες και τα ΑΤΜ. Κι ασφαλώς αυτό δεν το έκανε μόνη της η Χρυσή Αυγή. Έβαλαν το χέρι τους και όσοι τους στήριξαν για χρόνια, γνωστά επιχειρηματικά συμφέροντα και κύκλοι του "βαθέος κράτους". Γι'αυτό πιθανότατα τα τάγματα εφόδου ένιωθαν ότι είχαν αρκετά ισχυρές πλάτες για να δολοφονήσουν τον Παύλο Φύσσα μπροστά στα μάτια της αστυνομίας».
Προσπαθούν να μαζέψουν την αγέλη που αμόλυσαν
Σχετικά με την αντίδραση της δικομματικής κυβέρνησης μετά τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα, ο Δημήτρης Κουσουρής αναφέρει χαρακτηριστικά: « Εν μέσω της εσωτερικής και διεθνούς κατακραυγής, ενόψει και της προεδρίας της χώρας στην ΕΕ, η κυβέρνηση που στο μεταξύ έχει καταστρατηγήσει επανειλημμένα τους κανόνες του κοινοβουλευτισμού και βασικά δημοκρατικά δικαιώματα, προσπαθεί να αντλήσει νομιμοποίηση εμφανιζόμενη ως εγγυητής της δημοκρατικής νομιμότητας. Το γκροτέσκο του πράγματος είναι πως αναθέτουν στο Βορίδη, που κατάγεται από την ίδια πολιτική μήτρα, ρόλο εκπαιδευτή της αγέλης που αμόλησαν ενάντια στο εργατικό κίνημα».
«Στο βαθμό που η καπιταλιστική κρίση που ζούμε συνεχίζει να παράγει φτώχεια και εξαθλίωση ο φασισμός θα παραμένει πρόβλημα και κίνδυνος. Ο φασισμός δεν είναι απειλή που έρχεται από το μέλλον, είναι ήδη εδώ, στην φαλκίδευση του κοινοβουλευτισμού από κυβερνήσεις που νομοθετούν με διατάγματα και πράξεις νομοθετικού περιεχομένου, στην κατάργηση βασικών δημοκρατικών ελευθεριών, όπως η απαγόρευση των απεργιών κ.ο.κ. Βρίσκεται στην εκτεταμένη ζώνη ανομίας εντός της οποίας δρουν από κοινού οι επίσημοι μηχανισμοί του Κράτους, αλλά και παραστρατιωτικά τάγματα εφόδου χτυπώντας τον εσωτερικό εχθρό: το εργατικό κίνημα», δηλώνει και σημειώνει πως καθόλου τυχαία η δολοφονία του Παύλου Φύσσα συνέβη στη μέση μιας μεγάλης απεργίας.
«Όπως και η επίθεση κατά στελεχών του ΚΚΕ στο Πέραμα ήταν μια επίθεση που είχε προαναγγελθεί από εκείνους που ήθελαν να υπερασπιστούν, όπως οι ίδιοι δήλωναν μπροστά στις κάμερες, τους εφοπλιστές "τους". Εξάλλου την επόμενη της στυγερής δολοφονίας κάποιος που υπογράφει ως "πρώην υφυπουργός" εμφανίζεται σε σάιτ τραπεζιτών και χρηματιστών (banknews.gr) προτρέποντας το Μιχαλολιάκο να "καταδικάσει τις ακρότητες για να μη χάσει την εκλογική του πελατεία"».
Πως αντιμετωπίζεται ο φασισμός;
Σχετικά με το σενάριο να τεθεί εκτός νόμου η Χρυσή Αυγή, ο Δημήτρης Κουσουρής επισημαίνει πως « κάτι τέτοιο θα ήταν μάλλον ατελέσφορο κι εν τέλει επικίνδυνο. Πρώτον επειδή η Χρυσή Αυγή έχει απολαύσει την ασυλία των διωκτικών και δικαστικών μηχανισμών για χρόνια. Όπως έλεγε ο Μπρεχτ για το φασισμό, οι μάσκες του με τον καιρό αλλάζουν, τίποτα δε διασφαλίζει πως δε θα δημιουργηθεί ένα ή περισσότερα μορφώματα, με άλλο όνομα, που θα δρουν με τον ίδιο τρόπο. Τέλος, σε μια περιόδο όπου η θεωρία των δυο άκρων είναι επίσημη κρατική ιδεολογία, τέτοιες λύσεις ανοίγουν ολισθηρούς δρόμους για μια περαιτέρω περιστολή τηε δημοκρατικής νομιμότητας. Αν υπάρχει θεσμική λύση, αυτή θα ήταν ίσως σχετικά να ενταχθεί η Χρυσή Αυγή και επίσημα ως ειδικό (αντικομμουνιστικό, αντιμεταναστευτικό) σώμα της αστυνομίας, ώστε τουλάχιστον να είναι γνωστοί οι πολιτικοί υπεύθυνοι για τη δράση της».
«Και για να μιλήσουμε και λίγο πιο σοβαρά», συνεχίζει ο κ. Κουσουρής, ο περιορισμός του φασιστικού φαινομένου «είναι υπόθεση ανασυγκρότησης και αναγέννησης του εργατικού κινήματος». «Χρειάζεται η οργάνωση ταξικών σωματείων για εργαζόμενους και ανέργους, η συγκρότηση των ανεξάρτητων συλλογικοτήτων και πρωτοβουλιών αλληλεγγύης σε κάθε γειτονιά, πλατεία, σχολείο και χώρο δουλειάς, κοινή δράση των διαφορετικών κομματιών της Αριστεράς, ξεπερνώντας τις παγιωμένες αδυναμίες και ιδεολογικές αγκυλώσεις του παρελθόντος.
Οι ψηφοφόροι των νεοναζί δεν έχουν πλέον καμία δικαιολογία
Μετά την εκλογική άνοδο της Χρυσής Αυγής πολλοί υποστήριζαν πως ένα μέρος των ψηφοφόρων δεν γνώριζαν τι ακριβώς ήταν. Ωστόσο το νεοναζιστικό κόμμα, και μετά από σειρά αποκαλύψεων, δημοσκοπικά ανέβασε τα ποσοστά του και αυτή η άνοδος οδήγησε και στην αποθράσυνση με καθημερινά ναζιστικά σόου από τους βουελυτές του. «Μια πλευρά της πραγματικότητας είναι πως ένα ακροδεξιό ρεύμα κι ένα απόθεμα φασιστικών, ρατσιστικών και αντικομμουνιστικών ιδεών που "εξημερώθηκαν" προσωρινά και ενσωματώθηκαν στο εσωτερικό των δυο μεγάλων κομμάτων όσο λειτουργούσαν οι μηχανισμοι αναπαραγωγής του πολιτικού συστήματος και του κυρίαρχου κοινωνικο-οικονομικού μπλοκ, ήρθαν ξανά στην επιφάνεια στα χρόνια της κρίσης. Αυτό είναι γεγονός. Από την άλλη, ανάμεσα στις αιτίες ανάδυσης ενός μαζικού φασιστικού ρεύματος βρισκεταί ασφαλώς και η αδυναμία των δυνάμεων της αριστεράς να εκφράσουν στην πράξη ένα πειστικό συλλογικό πρόταγμα μετασχηματισμού της κοινωνίας », σημειώνει ο ο κ. Κουσουρής.
«Σε κάθε περίπτωση πάντως, όσοι κατά την τελευταία τριετία ψήφισαν ή στήριξαν τη Χρυσή Αυγή ως "αντισυστημική" λύση ή ως "τιμωρία" του δικομματισμού, δεν είχαν κατά τη γνώμη μου ούτως ή άλλως το ελαφρυντικό της αγνοίας και πλέον δεν μπορούν να την επικαλεστούν ούτε ως πρόσχημα.»
Καταλήγοντας ο Δημήτρης Κουσουρής αναφέρει πως « Κανείς δεν είναι αμέτοχος ή αθώος. Το αίμα που χύθηκε και έχει χυθεί τόσα χρόνια δεν μπορεί να μείνει ατιμώρητο. Είναι επείγον σήμερα, απέναντι στη διαδικασία μετατροπής της δημοκρατίας σε ένα άδειο κέλυφος δίχως περιεχόμενο, να οργανωθεί σε νέες βάσεις ένα κίνημα των εργαζομένων και των δυο εκατομμυρίων ημιαπασχολούμενων και ανέργων -το μόνο που είναι σε θέση να ανασυγκροτήσει την οικονομία, τους κοινωνικούς δεσμούς, το διαλυμένο δημόσιο χώρο, να δώσει πραγματικό περιεχόμενο στη δημοκρατία, να ακυρώσει στην πράξη την οικονομική, πολιτική και φυσική εξόντωση της νιότης και της παραγωγικής ραχοκοκκαλιάς της χώρας».
Δημοσίευση σχολίου