Home » , » Διακήρυξη για τα 100 χρόνια ΚΚΕ. Λέξεις που σιωπούν!

Διακήρυξη για τα 100 χρόνια ΚΚΕ. Λέξεις που σιωπούν!

Από ΒΑΘΥ ΚΟΚΚΙΝΟ , Σάββατο 20 Ιανουαρίου 2018 | 9:48 π.μ.

Πηγή: του Θανάση Σκαμνάκη - kommon.gr

Είναι μια σκληρή και ταυτόχρονα λαμπρή ιστορία. Κάθε μεγάλο έχει μεγάλες όλες τις πλευρές του, και τις αναβάσεις και τις καθόδους του. Θα ήταν μοιραία αντιδιαλεκτικό αν επέλεγε κανείς τις μεν και εγκατέλειπε τις δε. Ωστόσο, αυτό γίνεται κατά κόρον, και προς τις δύο κατευθύνσεις, όσον αφορά την ιστορία του ΚΚΕ. Του μακροβιότερου, του πλέον ιστορικού (και εν ταυτώ πλέον ηρωικού) και αμφιλεγόμενου κόμματος της χώρας.

Συνεπώς, τα 100 χρόνια από την ίδρυση του είναι μια ευκαιρία αναστοχασμού και αναζήτησης. Στα 100 αυτά χρόνια «τίποτα δεν έχει αλλάξει και τίποτα δεν είναι όπως παλιά…».

Αν, βέβαια, μείνεις στο «τίποτα δεν έχει αλλάξει», μένεις ακίνητος μπροστά στη ροή της ζωής. Κι αν μείνεις στο «τίποτα δεν είναι όπως παλιά», μένεις ακίνητος και αμήχανος απέναντι στην Ιστορία.

Συνεπώς, το καινούργιο είναι η σύνθεση και η υπέρβαση του παλιού.

Αυτό άραγε αποπειράται η «Διακήρυξη της ΚΕ του ΚΚΕ για τα 100 χρόνια του ΚΚΕ»;

Βασικό συμπέρασμα της διακήρυξης είναι πως το παρελθόν είναι μεν ηρωικό, εγγραφόμενο έτσι στις παρακαταθήκες, αλλά είναι ταυτόχρονα και μια διαδοχή λαθών η οποία διακόπηκε μόλις το 1991, κι ακόμα περισσότερο το 1996, όταν «έθεσε τα θεμέλια νέας στρατηγικής αντίληψης», ιδιαίτερα όμως μετά το 2013, οπότε και ανέλαβε η σημερινή ηγετική ομάδα την καθοδήγηση του κόμματος η οποία επεξεργάστηκε το νέο Πρόγραμμα.

Ακόμα κι αν συμφωνήσεις με τις εκτιμήσεις για το παρελθόν, και με τις καλύτερες προθέσεις, θα οδηγηθείς στη λογική αναρώτηση: γιατί η σημερινή γραμμή να μην είναι λάθος, όπως κι εκείνη του 1956 και του 1958 π.χ., ή του 1989; Και τότε οι ηγεσίες έκαναν κριτική στις προηγούμενες υποστηρίζοντας πως οι νέες αποφάσεις εκφράζουν το ιστορικό πνεύμα του κόμματος. Και για να το επιβεβαιώσουν επικαλούνταν ομοφωνίες και συντριπτικές πλειοψηφίες στις αποφάσεις των οργάνων και των οργανώσεων.

Επί του προκειμένου, η κριτική στο παρελθόν, και πάλι, έχει σκοπό να τεκμηριώσει την ορθότητα των πολιτικών επιλογών του παρόντος και γι’ αυτό καταδικάζονται ή κατηγορούνται όλα τα μετωπικά εγχειρήματα του Κόμματος σε όλη την ιστορία του ως υπεύθυνα για την κατάληξή τους. Δεν είναι υπεύθυνες οι στρατηγικές επιλογές και η ικανότητα του Κόμματος να συνδέει την τακτική στόχευση με την στρατηγική-επαναστατική προοπτική. (Με αυτόν τον τρόπο, εκτός των άλλων, ακυρώνονται ουσιαστικά και οι μεγαλύτερες στιγμές της ιστορίας του. Σαν να αποδέχονται το ιδεολόγημα πως το ΚΚΕ είναι κόμμα «αγώνων και θυσιών» αλλά και «μόνιμων λαθών»!…)

Οπότε επαναλαμβάνεται το διαχρονικό και αναπάντητο ερώτημα: Ποιός εγγυάται  την ορθότητα των αποφάσεων;

Υπάρχει ένας δείκτης, αρκεί να τον παρακολουθείς. Είναι εκείνο το παλιό «η ζωή θα δείξει», δηλ. το κριτήριο της πράξης. Αρκεί μόνο, όταν η ζωή δείχνει και η πράξη δεν επιβεβαιώνει όσα έχεις πει, να μπορείς να δεις, να καταλάβεις και να αλλάξεις έγκαιρα, κι όχι να λες: «ο λαός δεν είναι ώριμος», «δεν είναι ακόμα ο καιρός», «θα μας καταλάβουν στο μέλλον», κ.ο.κ. Ή να το αναγνωρίζεις και να το αλλάζεις μερικές δεκαετίες μετά.

 Όσο όμως η αξιολόγηση και η εκτίμηση του παρελθόντος δεν γίνεται με επιστημονικά, και κατά τεκμήριο αντικειμενικά, κριτήρια, αλλά με πολιτικά, βάσει της επιδιωκόμενης πολιτικής την παρούσα κάθε φορά περίοδο, τόσο θα παραμένει ο κίνδυνος να αναπαράγονται με νέα μορφή τα λάθη. 

Πιο δραματικό, βέβαια, είναι εκείνο που συμβαίνει με τα πρόσωπα κάθε ιστορικής περιόδου. Καταδικάζονται και διαγράφονται ή αποκηρύσσονται, με όσες τραγικές συνέπειες μπορεί αυτό να έχει, και εν συνεχεία, μετά 30-40-50 χρόνια, αποκαθίστανται ως άποψη αλλά όχι ως πρόσωπα, καθώς παραβίασαν τους κανόνες (με πιο χαρακτηριστικό το παράδειγμα του Άρη Βελουχιώτη).

Επαναλαμβάνεται, ουσιαστικά, η θεωρία (ανεξάρτητα από τη μορφή που κάθε φορά παίρνει) πως ο υπέρτατος κανόνας είναι η υπακοή στο κόμμα, η πειθάρχηση στις αποφάσεις, ακόμα κι αν είναι εγκληματικές. Καλύτερα όλοι μαζί στο λάθος παρά να υπάρχουν διαφωνίες που χαλάνε την εικόνα της ομόφωνης αντίληψης. Συνεπώς, εκείνος που διαχωρίστηκε δεν έχει ελπίδα ούτε στην μετά θάνατον ζωή. Η άποψή του ίσως, ο ίδιος ποτέ!

Κατ’ αυτόν τον τρόπο όμως δεν υφίσταται μια ουσιαστική αυτοκριτική η οποία αναζητεί τους τρόπους να αντιμετωπιστεί η παθογένεια. Απλώς αλλάζει η γραμμή. Που είχε αλλάξει πριν, με τον ίδιο τρόπο. Και θα αλλάξει μετά, πάλι με τον ίδιο τρόπο. Η κάθε φορά γραμμή παρουσιάζεται ως αιώνια και ως η μόνη που καθαίρει το κόμμα από τα λάθη.

Πέραν αυτών. Στη διακήρυξη της ΚΕ του ΚΚΕ υπάρχουν δυο κατηγορίες προβλημάτων. Η μία αφορά αυτά που λέγονται στη διακήρυξη και η δεύτερη αυτά που δεν λέγονται.

Ποιά είναι αυτά που δεν λέγονται:

Για την απειλή του πολέμου και την ανάγκη να συγκροτηθεί ένα μέτωπο πάλης αποτροπής του (παρά μόνο πως «σε κάθε περίπτωση πολεμικής εμπλοκής της Ελλάδας, το Κόμμα θα ηγηθεί της εργατικής-λαϊκής πάλης, ώστε αυτή να συνδεθεί με την κατάκτηση της εξουσίας…». Πάνω σε ποιά ερείπια άραγε;).

Για τα μνημόνια, το χρέος.

Για τη φτωχοποίηση των εργαζομένων, την ανάγκη ανάκτησης των εισοδημάτων, της εργασίας, των δικαιωμάτων, για την ανάγκη λαϊκών αγώνων σχετικά με τα άμεσα αυτά ζητήματα.

Για τις νέες τάσεις της καπιταλιστικής κυριαρχίας και επιβολής.

Για το ρόλο των ιδεολογικών μηχανισμών εποικισμού της συνείδησης των εργαζομένων και της νεολαίας.

Για τις νέες τεχνολογίες και τις αλλαγές που φέρνουν στην παραγωγική δραστηριότητα, τις εργασιακές και τις άλλες παραγωγικές σχέσεις.

Για την ανάγκη της μεγαλύτερης δυνατής ενότητας της εργατικής τάξης και των λαϊκών στρωμάτων.

Για την ανάγκη ενός μετώπου ή έστω κοινής δράσης των δυνάμεων που υπερασπίζονται τα εργατικά συμφέροντα.

Για όλα αυτά δεν υπάρχουν λέξεις, αλλά και μερικές φορές οι λέξεις που υπάρχουν είναι για να παρακάμψουν το ζήτημα στην ουσία.

Ας πάμε όμως και εκεί όπου λέξεις υπάρχουν. Οι οποίες όμως και τότε είναι σαν να σιωπούν.

Επαναλαμβάνεται μια προσπάθεια να ερμηνευτεί το μεγάλο θεωρητικό, πολιτικό και ιστορικό πρόβλημα του κομμουνιστικού κινήματος. Η φύση των επαναστατικών καθεστώτων και ο τρόπος κατάρρευσής τους.

Η Σοβιετική Ένωση, λοιπόν, οικοδομούσε το σοσιαλισμό μέχρι τον Β΄ παγκόσμιο πόλεμο (έτσι λέει η διακήρυξη, αλλά θα ήθελε να πει μέχρι το 1953, το θάνατο του Στάλιν), αλλά μετά έπεσε στον οπορτουνισμό. Και ενώ η διακήρυξη, σε άλλο σημείο, προβλέπει πως μετά την επανάσταση στην Ελλάδα και αλλού, θα υπάρχει εργατικό κράτος (ενιαίο και αδιαίρετο μέχρι τον κομμουνισμό) εντός του οποίου θα αναπτύσσεται με άλλη μορφή ταξική πάλη, δεν κάνει τον κόπο να αναζητήσει τις μορφές που εκδηλώθηκε η ταξική αυτή πάλη στην διάρκεια της πρώτης απόπειρας στα καθεστώτα που ονομάστηκαν σοσιαλιστικά.

Παρατίθενται μόνο δευτερεύοντα στοιχεία που παίρνουν τη θέση της αιτίας («καθυστέρηση στον τεχνολογικό εκσυγχρονισμό της βιομηχανίας προϊόντων λαϊκής κατανάλωσης, μεταπολεμική καθυστέρηση της αγροτικής παραγωγής… μεγάλες διαφοροποιήσεις στο χρηματικό εισόδημα - σ.σ. αλήθεια, αυτό δεν δημιουργεί διακρίσεις ταξικής φύσεως;-  κ.λπ.).

Φυσικά, η πιο σημαντική αξία της αυτοκριτικής είναι να γίνεται στην ώρα της ώστε να μπορεί να διορθώσει τα λάθη και να οδηγήσει αλλού το σκάφος. Έπρεπε να καταρρεύσει η Σοβιετική Ένωση για να γίνει η πρώτη απόπειρα κριτικής.

Αυτό ισχύει και για το 1989, όπου, μετά σχεδόν 30 χρόνια, στη διακήρυξη η Κεντρική Επιτροπή κάνει αυτοκριτική για το κοινό πόρισμα ΚΚΕ-ΕΑΡ, τη συγκρότηση του «Συνασπισμού της Αριστεράς και της Προόδου» και τις συγκυβερνήσεις Τζαννετάκη και Ζολώτα!

Αυτοκριτική μεν, λειψή δε. Η διακήρυξη στην ουσία αναπαράγει το πλέγμα οπορτουνισμού-σεχταρισμού, το οποίο ακολουθεί σαν προπατορικό αμάρτημα το ΚΚΕ σε όλη την πορεία του. Άρα η διόρθωση της πλεύσης είναι πάλι ημιτελής, και άρα ατελής.

Χρειάζεται μήπως να υπενθυμίσω πως εκείνοι που αποχώρησαν το 1989, μετά τη συγκυβέρνηση, έκαναν, από τότε, σαφές, πως τα συμβάντα της χρονιάς ήσαν η κορύφωση μιας οπορτουνιστικής γραμμής που ακολουθήθηκε, κυρίως τη δεκαετία του ‘80, η συνέχεια των λαθών που κινούνταν άλλοτε στον οπορτουνισμό και άλλοτε στο σεχταρισμό, σε μια διαρκή διαδοχή και σύμπλεξη; Οι συγκυβερνήσεις ήταν η αποθέωση, το μη περαιτέρω, όχι η αιτία της τότε διάσπασης.

(Προς επίρρωσιν μάλιστα, η τότε ΚΝΕ, που το μεγαλύτερο μέρος της αποχώρησε, επεξεργάστηκε τη γραμμή του ενιαίου μετώπου της νεολαίας παράλληλα με τις στρατηγικές επιλογές της επανάστασης, επιδιώκοντας να υπερβεί έτσι το διπολικό σύμπλεγμα).

Ενδιαφέρον, στη σημερινή συγκυρία, είναι πως κάποια στελέχη τα οποία πρωταγωνίστησαν στην υπεράσπιση της «γραμμής» του 1989, πρωταγωνιστούν και τώρα στην «γραμμή» της καταδίκης της.

Τα στελέχη αυτά διέγραψαν και αφόρισαν συντρόφους τους, οι οποίοι έλεγαν τότε εκείνα που λένε αυτοί σήμερα!

Απλώς έκαναν λάθος; Ή «απλώς» η λειτουργία έχει κάποιο λάθος; Ως τώρα, καλώς ή κακώς, στο κομμουνιστικό κίνημα οι αλλαγές έπαιρναν μαζί τους και τα πρόσωπα που τις εξέφρασαν (τα οποία τις περισσότερες φορές χρησιμοποιούνταν ως εξιλαστήρια θύματα). Τώρα το τι έκανες και έλεγες δεν φαίνεται να έχει κάποια σημασία. Αρκεί που υποστήριζες την άποψη της πλειοψηφίας. Αυτό ορίζει την «κομματικότητα» (και παράγει τη δυσπιστία)!

Αυτό άραγε συνιστά μια επαναστατική αντίληψη για το ρόλο των ατόμων και για την αξία της συλλογικής δράσης;     

Εν κατακλείδι, η διακήρυξη, με τις λέξεις της αυτοκριτικής, προσπαθεί να προσεγγίσει μιαν αλήθεια, η οποία όμως της ξεφεύγει διότι λείπουν οι λέξεις της ουσιαστικής και σύγχρονης πολιτικής πρότασης.
Μοιράσου το :

Δημοσίευση σχολίου

 
Copyright © ΒΑΘΥ ΚΟΚΚΙΝΟ
Powered by Blogger