Του Γ. Γ.
Για το συγγραφικό έργο του συντρόφου Τάσου Κατσαρού έχουμε αναφερθεί αρκετές φορές στον ιστότοπό μας.
Διαβάζοντας το καινούργιο του βιβλίο του συγγραφέα με τίτλο «Οι αντάρτες δεν προσκυνούν – μάχες του Ε.Λ.Α.Σ. και της Ο.Π.Λ.Α. στην κατεχομένη Θεσσαλονίκη (1941-44)», (κυκλοφορεί από τις εκδόσεις "Διάδοση"), θεωρούμε ότι πρόκειται για μια πολύ αξιόλογη μελέτη που δεν πρέπει να απουσιάζει από την βιβλιοθήκη κανενός ατόμου που ενδιαφέρεται για την πρόσφατη ιστορία του κομμουνιστικού κινήματος στην χώρα μας.
Αρχικά σας προτείνουμε να ακούσετε το παρακάτω ηχητικό, στο οποίο παρακολουθούμε την συνέντευξη που έδωσε ο Τάσος Κατσαρός στη συντροφική εκπομπή «Με χωρίς Πατρίδα» που υπήρχε στον ραδιοσταθμό της Ertopen. Σ' αυτό εκτός τα όσα ακούμε να αναφέρει ο συγγραφέας για το βιβλίο του, το πιο συγκλονιστικό μέρος του, είναι κατά την άποψη μας, η τηλεφωνική παρέμβαση δύο από τους ελάχιστους μαχητές του ΔΣΕ και της ΟΠΛΑ που εξακολουθούν να ζουν).
Στην συνέχεια σας παραθέτουμε την εισαγωγή του πονήματος που υπογράφει ο Γιώργος Αντωνόπουλος, το πρόσωπο που επιμελήθηκε την έκδοση του βιβλίου.
Στην συνέχεια σας παραθέτουμε την εισαγωγή του πονήματος που υπογράφει ο Γιώργος Αντωνόπουλος, το πρόσωπο που επιμελήθηκε την έκδοση του βιβλίου.
Σ’ ένα όμορφο πολιτικό τραγούδι της εποχής μας, συνάντησα
τον στίχο “η ιστορία είναι τα ίχνη, στου χρόνου το χώμα που περπατάτε”. Έτσι
και η αιματοβαμμένη ιστορία του τόπου αυτού γράφτηκε από τους νικητές του
εμφυλίου. Την αστική τάξη και το πολιτικό προσωπικό που την υπηρετεί. Το
κεφάλαιο που αφορά την Εθνική Αντίσταση και τον εμφύλιο πόλεμο συνειδητά, ή
περιθωριοποιείται ή εξετάζεται υπό το πρίσμα των νικητών, αυτών που πρόδωσαν
τους αγώνες του ελληνικού λαού αλλά κατάφεραν να εξιλεωθούν μέσα από τη νίκη
τους.
Ποιοι είναι όμως οι Έλληνες αντάρτες; Ποιοι είναι οι αντάρτες του Ε.Λ.Α.Σ. και του Δ.Σ.Ε.; Είναι άνθρωποι που προέρχονταν από την εργατική τάξη των πόλεων και την φτωχή αγροτιά της υπαίθρου. Ανθρωποι που ως επί το πλείστον ήταν κοινωνοί της κομμουνιστικής ιδεολογίας και παρά το πολλές φορές χαμηλό τους μορφωτικό επίπεδο και την δύσκολη πρόσβασή τους στον κλασικό μαρξισμό, είχαν το ταξικό ένστικτο και τα αντανακλαστικά εκείνα όχι μόνο να ονειρευτούν και να περιγράφουν την άλλη κοινωνία, μα να παλέψουν ακόμη για την υλοποίηση της με τον πιο αναβαθμισμένο τρόπο. Την ένοπλη πάλη.
Η πενιχρή υλικοτεχνική υποδομή της εποχής καθώς και οι πολύ δύσκολες συνθήκες διαβίωσης που διαμορφώθηκαν αμέσως μετά τη ήττα από τον Αξονα στην Ελλάδα, καθιστούν τη δράση των Ανταρτών κομμάτι μιας εποποιίας. Οι νικηφόρες μάχες που έδωσαν με τις δυνάμεις κατοχής των Ναζί και των ντόπιων συνεργατών τους, τα χτυπήματα στην ύπαιθρο αλλά και στο εσωτερικό των αστικών κέντρων, δημιούργησαν το μεγαλύτερο αντιστασιακό κίνημα στην κατεχόμενη Ευρώπη. Παράλληλα με τις δομές και τις πρωτοβουλίες που συγκροτήθηκαν από το Ε.Α.Μ., έγινε εφικτή η επιβίωση του ελληνικού λαού, παρά την φρικτή κατάσταση της οικονομίας της κατεχόμενης Ελλάδας.
Δυστυχώς το κομμάτι της Εθνικής Αντίστασης και του εμφυλίου δεν διαστρεβλώνεται μόνο από τους συστημικούς ιστορικούς. Ακόμη και η αριστερή οπτική στην ιστοριογραφία μπορεί να διακατέχεται από όψεις της κυρίαρχης ιδεολογίας. Δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις κατά της οποίες ξεδιπλώνονται στην ιστορική αφήγηση οι αντιφάσεις αντιλήψεων σε σχέση με το αντάρτικο.
Η λογική της Εθνικής Ενότητας η οποία ακολουθήθηκε από την επίσημη αριστερά και εξυπηρέτησε την κατεύθυνση του ταξικού συμβιβασμού, αλλοιώνει στην επίσημη αριστερή αφήγηση τον πραγματικά επαναστατικό, ταξικό χαρακτήρα του Ε.Α.Μ., του Ε.Λ.Α.Σ. και του Δ.Σ.Ε.
Οι αντάρτες, μετά την ήττα τους, το 1949, λοιδορήθηκαν με τον πιο ανέντιμο τρόπο από την κυρίαρχη ιστορική αφήγηση. Χαρακτηρίστηκαν προδότες και κοινωνικά απόβλητα. Διώχθηκαν υλικά, ηθικά και πολιτικά. Οι άνθρωποι που είχαν το σθένος να σηκώσουν το όπλο και να θυσιάσουν όχι μόνο την προσωπική τους βολή αλλά και την ίδια τους τη ζωή για την ελευθερία αυτού του τόπου, βρέθηκαν στο ρόλο του απολογητή, ενός απολογητή που δικαζόταν από εκείνους που έβαλαν το προσωπικό τους συμφέρον πάνω από την ελευθερία και δεν δίστασαν να συμμαχήσουν με όποια ξένη δύναμη είχε βλέψεις να καταδυναστεύσει τη χώρα.
Ποιοι είναι όμως οι Έλληνες αντάρτες; Ποιοι είναι οι αντάρτες του Ε.Λ.Α.Σ. και του Δ.Σ.Ε.; Είναι άνθρωποι που προέρχονταν από την εργατική τάξη των πόλεων και την φτωχή αγροτιά της υπαίθρου. Ανθρωποι που ως επί το πλείστον ήταν κοινωνοί της κομμουνιστικής ιδεολογίας και παρά το πολλές φορές χαμηλό τους μορφωτικό επίπεδο και την δύσκολη πρόσβασή τους στον κλασικό μαρξισμό, είχαν το ταξικό ένστικτο και τα αντανακλαστικά εκείνα όχι μόνο να ονειρευτούν και να περιγράφουν την άλλη κοινωνία, μα να παλέψουν ακόμη για την υλοποίηση της με τον πιο αναβαθμισμένο τρόπο. Την ένοπλη πάλη.
Η πενιχρή υλικοτεχνική υποδομή της εποχής καθώς και οι πολύ δύσκολες συνθήκες διαβίωσης που διαμορφώθηκαν αμέσως μετά τη ήττα από τον Αξονα στην Ελλάδα, καθιστούν τη δράση των Ανταρτών κομμάτι μιας εποποιίας. Οι νικηφόρες μάχες που έδωσαν με τις δυνάμεις κατοχής των Ναζί και των ντόπιων συνεργατών τους, τα χτυπήματα στην ύπαιθρο αλλά και στο εσωτερικό των αστικών κέντρων, δημιούργησαν το μεγαλύτερο αντιστασιακό κίνημα στην κατεχόμενη Ευρώπη. Παράλληλα με τις δομές και τις πρωτοβουλίες που συγκροτήθηκαν από το Ε.Α.Μ., έγινε εφικτή η επιβίωση του ελληνικού λαού, παρά την φρικτή κατάσταση της οικονομίας της κατεχόμενης Ελλάδας.
Δυστυχώς το κομμάτι της Εθνικής Αντίστασης και του εμφυλίου δεν διαστρεβλώνεται μόνο από τους συστημικούς ιστορικούς. Ακόμη και η αριστερή οπτική στην ιστοριογραφία μπορεί να διακατέχεται από όψεις της κυρίαρχης ιδεολογίας. Δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις κατά της οποίες ξεδιπλώνονται στην ιστορική αφήγηση οι αντιφάσεις αντιλήψεων σε σχέση με το αντάρτικο.
Η λογική της Εθνικής Ενότητας η οποία ακολουθήθηκε από την επίσημη αριστερά και εξυπηρέτησε την κατεύθυνση του ταξικού συμβιβασμού, αλλοιώνει στην επίσημη αριστερή αφήγηση τον πραγματικά επαναστατικό, ταξικό χαρακτήρα του Ε.Α.Μ., του Ε.Λ.Α.Σ. και του Δ.Σ.Ε.
Το βιβλίο του Τάσου είναι μια πραγματικά ολοκληρωμένη επιστημονική δουλειά για την δράση των ένοπλων κομμουνιστών στην γεωγραφική περιοχή της Μακεδονίας. Είναι άρτιο και δόκιμο ιστορικά, καθώς είναι προϊόν σκληρής βιβλιογραφικής έρευνας. Προηγούμενα ιστορικά εγχειρίδια, εφημερίδες της εποχής, πολιτικά κείμενα και προκηρύξεις, προσωπικές αφηγήσεις και μαρτυρίες ανθρώπων που βίωσαν τα γεγονότα της εποχής συνθέτουν ένα παζλ συμπαγούς ιστορικής αναδρομής στην κατεχόμενη Θεσσαλονίκη.
Η ενδελεχής έρευνα που έχει γίνει και αφορά πρόσωπα και καταστάσεις σε συνδυασμό με τη προσεκτική χρήση δράσης στην ιστορική αφήγηση, δίνει έντονα κινηματογραφική απόχρωση στην ανάγνωση του βιβλίου. Δρόμοι και διευθύνσεις, χωριά, προάστια και αστικές συνοικίες, καταγράφονται και παρουσιάζονται με εξαιρετική λεπτομέρεια. Τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των πρωταγωνιστών της κάθε μάχης, ο τρόπος που αυτή εκτυλίσσοταν, το πάθος, η αγωνία και η ένταση, δίνουν στο ανάγνωσμα και μια λεπτή λογοτεχνική χροιά.
Το σπουδαιότερο όμως έχει να κάνει με την προσφορά του βιβλίου αυτού. Γεννημένο από την ταξική, επαναστατική σκοπιά της πραγματικότητας, σκιαγραφεί το προφίλ των αγωνιστών της εποχής, το προφίλ φιγούρων που με απόλυτη ανιδιοτέλεια θυσιάζονταν στον αγώνα για ελευθερία, ισότητα, εθνική ανεξαρτησία και λαοκρατία. Οι φιγούρες των Ελλήνων ανταρτών, των Ελλήνων κομμουνιστών, έρχονται μέσα από την ιστορική αφήγηση να γίνουν συλλογικό βίωμα. Έρχονται να αποτελέσουν ένα αναπόσπαστο κομμάτι της συλλογικής μνήμης στην συνείδηση των αναγνωστών. Έρχονται να εμπνεύσουν τους αγώνες του σήμερα και του αύριο.
Η ιστορική αφήγηση των αγώνων που μας περιγράφονται μέσα από τα μάτια των ηττημένων επαναστατών, ευελπιστεί να βάλει ένα λιθαράκι ακόμα στα θεωρητικά εργαλεία και στο οπλοστάσιο που οφείλει να διαθέτει ο σημερινός αγωνιζόμενος άνθρωπος για τη νίκη της ιστορικής μνήμης ενάντια στη λήθη.
Γι' αυτούς που δεν προσκυνούν λοιπόν...
Δημοσίευση σχολίου