Home » , , » Police. Τα όργανα της τάξεως είναι εργαλεία

Police. Τα όργανα της τάξεως είναι εργαλεία

Από ΒΑΘΥ ΚΟΚΚΙΝΟ , Πέμπτη 4 Οκτωβρίου 2018 | 5:02 μ.μ.

Γράφει ο  Κώστας Μ.

Ένα ακόμα σημαντικό κείμενο-κριτική του αξέχαστου Βασίλη Ραφαηλίδη που γράφτηκε πριν από 30 χρόνια απ’ αφορμή την ταινία POLICE του εξαίρετου Γάλλου σκηνοθέτη  ΜΩΡΙΣ ΠΙΑΛΑ, βραβευμένου με τον Χρυσό Φοίνικα των Καννών το 1987, σε μια από τις πιο επεισοδιακές απονομές του θεσμού, όταν το κοινό  γιουχάισε άγρια  την ταινία του «Κάτω από τον ήλιο του Σατανά».

Παίρνοντας το βραβείο, ο Πιαλά ύψωσε τη γροθιά του και είπε: «Θέλω να ξέρετε ότι αν δεν σας αρέσω δεν μου αρέσετε ούτε κι εσείς». 

Το κείμενο που παρατίθεται παρακάτω πρωτοδημοσιεύτηκε στο «Έθνος» με τον υπότιτλο ΤΑ ΟΡΓΑΝΑ ΤΗΣ ΤΑΞΕΩΣ ΕΙΝΑΙ ΕΡΓΑΛΕΙΑ και περιέχεται στον 5ο τόμο ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ εκδόσεις ΑΙΓΟΚΕΡΩΣ και είναι εξαιρετικά επίκαιρο.

Όπως η λέξη δημοκρατία έτσι και η λέξη αστυνομία, λειτουργεί παραπειστικά στη νέα ελληνική γλώσσα. Δημοκρατία στα αρχαία ελληνικά σημαίνει «εξουσία του λαού», λαοκρατία όπως είναι η σωστή μετάφραση της λέξης στα νέα ελληνικά. Όμως, όλες οι αστικές δημοκρατίες δεν «κρατούν» απ’ την αρχαία Ελλάδα, αλλά απ’ τη Ρώμη. Όπου η δημοκρατία λεγόταν ρεσπούμπλικα, δηλαδή «σύστημα διαχείρησης των δημόσιων πραγμάτων (ρεσπούμπλικα). Η ρεσπούμπλικα προϋποθέτει μια λίγο ως πολύ αυταρχική κεντρική εξουσία, ενώ η υπαρκτή και στη δημοκρατία εξουσία είναι λιγότερο αυταρχική, και σε μια ιδανική κατάσταση, ανύπαρκτη.

Η λέξη αστυνομία είναι αρχαία ελληνική, και κατ’ αναλογίαν ετυμολογική, σημαίνει «υπηρεσία επιφορτισμένη με την εφαρμογή του νόμου στο άστυ (την πόλη). Όμως, αστυνόμοι  στη Αθηναϊκή Δημοκρατία λέγονταν οι δέκα αιρετοί άρχοντες που ήταν επιφορτισμένοι μόνο με την επίβλεψη της καθαριότητας στους δρόμους και στα δημόσια κτίρια. 
Ήταν, δηλαδή, κάτι σαν τη σημερινή δημοτική αστυνομία, και η Αθήνα εκείνη την εποχή δεν είχε ανάγκη από μια σοβαρότερη αστυνόμευση. Αστυνομία πάντως με την έννοια που επιβάλλει η ετυμολογία της λέξης δεν υπάρχει πουθενά στον κόσμο σήμερα, και, βέβαια, ούτε στην Ελλάδα.

Αλλά στην Ελλάδα δεν υπάρχει ούτε ρωμαϊκή Politia (και στις λατινογενείς γλώσσες: πολίς, πολίτσια, πολιτσάι). Θέλουμε να πούμε πως στην Ελλάδα δεν υπάρχει ούτε αστυνομία (η λέξη λειτουργεί παραπειστικά) ούτε πολίς (η ελληνική αστυνομία είναι περίπου όμοια μ’ αυτήν στην Ουγκάντα).
 
Η ρωμαϊκή Politia δεν είναι παρά η λατινική μεταγραφή της ελληνικής λέξης πολιτεία. Τόσο οι αρχαίοι Έλληνες όσο και οι Ρωμαίοι, με τη λέξη πολιτεία εννοούσαν το πολίτευμα της πόλεως ή του κράτους. Όταν, λοιπόν, στις σύγχρονες λατινογενείς γλώσσες λέμε «πολίς» (πολίτσια κλπ) εννοούμε μια κρατική υπηρεσία που δουλειά της είναι να προστατεύει την πολιτεία (το πολίτευμα). Ήδη η ετυμολογία της λέξης δηλώνει καθαρά πως η αστυνομία (πολίς) προστατεύει τα συμφέροντα των πολιτών στο βαθμό που αυτοί είναι ενταγμένοι σ’ ένα πολίτευμα, είτε το διάλεξαν είτε όχι, είτε είναι καταπιεστικό είτε όχι.

Η αστυνομία, λοιπόν, (θα τη λέμε στο εξής έτσι για ευκολία, αλλά και για να θυμόμαστε τους «αρχαίους ημών προγόνους», αιωνία τους η μνήμη) είναι μια δημόσια υπηρεσία που έχει σαν έργο της την τήρηση της δημοσίας τάξεως και ασφαλείας, όπως μας πληροφορεί το λεξικό, στο οποίο δεν πρέπει να δίνει κανείς και πολύ μεγάλη σημασία. Διότι το λεξικό δεν λέει πως τόσο η τάξη όσο και η ασφάλεια, είναι μια τάξη και μια ασφάλεια που ενδιαφέρει και αφορά κυρίως την άρχουσα τάξη, εν ονόματι της οποίας λειτουργεί η αστυνομία, κυρίως στο μέρος της που αναφέρεται στην ασφάλεια του κράτους από εσωτερικούς εχθρούς, γιατί απ’ τους  εξωτερικούς  προστατεύεται απ’ το στρατό, με τον οποίο η αστυνομία έχει συγγένεια πρώτου βαθμού.

Στον παραπάνω ορισμό πρέπει να προσέξουμε πως η αστυνομία εντέλλεται να προστατεύσει ταυτόχρονα δυο πράγματα: Την τάξη και την ασφάλεια, που δεν πρέπει να συγχέονται, παρόλο που παρά πολύ συχνά συγχέονται σκόπιμα, ώστε η ασφάλεια (της κυρίαρχης τάξης) να εκλαμβάνεται ως τάξη που ενδιαφέρει ολόκληρο το λαό.

«Διασάλευση της τάξης» λεν παραπειστικά και τα επεισόδια που δημιουργούν οι χούλιγκανς, και τις απεργιακές διαδηλώσεις, και τους μικροκαβγάδες, και τις ενέργειες της 17ης Νοέμβρη, και τις κινητοποιήσεις των κομμουνιστών, και κάθε τι που δε βολεύει την ιθύνουσα τάξη, αλλά καμιά φορά και το λαό ολόκληρο, πράγμα που δημιουργεί μια σύγχυση για το τι βολεύει το λαό και τι τους κρατούντες την εξουσία. Άλλο, λοιπόν, επιβάλλω την κυκλοφοριακή τάξη στους δρόμους δια της τροχαίας, πράγμα για το οποίο ουδείς θα έχει αντίρρηση, και άλλο κυνηγάω τους μπακάληδες που κλέβουν στο ζύγι (δια της αγορανομίας), άλλο επιβάλλω την τάξη στο γήπεδο και άλλο αποκαθιστώ την τάξη στη διάρκεια μιας βίαιης διαδήλωσης.

Όπως και να ’ναι πάντως, η αστυνομία δεν είναι εντελώς άχρηστη. Αντίθετα, είναι πολύ χρήσιμη όταν επιβάλλει την τάξη, αλλά όχι όπως την εννοεί η ιθύνουσα τάξη. Όσοι «διασαλεύουν την τάξη» δεν είναι όλοι ταραξίες, όπως θέλει να λέει η αστυνομία. Αντίθετα, συχνά ταραξίες είναι οι ίδιοι οι αστυνομικοί στην περίπτωση που επιτίθενται σ’ αυτούς που παν να αποκαταστήσουν μια δικαιότερη τάξη πραγμάτων, πράγμα που δεν μπορούν να το κάνουν αν πρώτα δεν διαταράξουν την υφιστάμενη τάξη πραγμάτων. Χωρίς, βέβαια, αυτό να σημαίνει πως οι σημερινοί ταραξίες και αυριανοί εξουσιαστές (αν γίνουν)δεν θα έχουν κι αυτοί τη δική τους αστυνομία, εφόσον το κράτος παραμένει ταξικό. Μύλος, δηλαδή, κατά το δη λεγόμενον.

Η αστυνομία ασκεί εξουσία, και μάλιστα στην πιο καθαρή της μορφή: Αυτή είναι που εντέλλεται να εφαρμόσει τους νόμους χωρίς πάντως να ενδιαφέρεται για το πώς και το γιατί των νόμων, δηλαδή για την ταξική τους προέλευση. Η αστυνομία είναι ένα «όργανο του  νόμου», το πιο αποτελεσματικό. Συχνά μάλιστα δεν είναι όργανο, αλλά σκέτο εργαλείο.

Σημειώνουμε πως το όργανο είναι σύνθετος μηχανισμός, ενώ το εργαλείο, ένα απλό πράγμα. Π.χ. ο αστυνομικός είναι όργανο, αλλά το γκλομπ είναι εργαλείο, που καμιά φορά λειτουργεί τόσο ζαβά, που λες και κινείται μόνο του και από κεκτημένη ταχύτητα. Σε μια τέτοια περίπτωση μιλάμε για «τυφλά όργανα της τάξεως», που κατά κανονα είναι τυφλά γιατί είναι κουτά. Άλλωστε, υπάρχουν  πολλοί έξυπνοι που θα ονειρεύονταν να γίνουν αστυνομικοί; Ασφαλώς όχι. Υπάρχουν όμως πολλοί άνεργοι που θα δέχονταν ευχαρίστως να γίνουν ακόμα και αστυνομικοί.

Η αστυνομία παίρνει το δικαίωμα να ασκεί εξουσία απ’ το νόμο, εννοείται, τον ταξικά καθορισμένο. Στην πραγματικότητα δηλαδή η αστυνομία η ίδια είναι νομικά ανεύθυνη, εκτός απ’ τις περιπτώσεις που έχουμε «υπέρβαση καθήκοντος», που σημαίνει τσαλαπάτημα των νόμων. Και βέβαια, πάει πολύ να ζητάς από έναν αστυνομικό γνώση των νόμων, τη στιγμή που είναι πιθανό μόλις και μετά βίας να γνωρίζει αλφαβήτα.

Η αστυνομία όχι μόνο εφαρμόζει τους νόμους, αλλά και νομοθετεί στο πλαίσιο άλλων νόμων. Αλλά ποιος θα είχε την απαίτηση να είναι γνωστοί αυτοί οι άλλοι νόμοι από αστυνομικούς που μαθαίνουν εκ περιτροπής είτε ανάγνωση είτε γραφή; Τα «νομοθετήματα» της αστυνομίας λοιπόν, ονομάζονται «αστυνομικές διατάξεις». Υπάρχουν όμως και «αστυνομικές διαταγές» που δεν πρέπει να συγχέονται με τις διατάξεις. Η διάταξη έχει μια κάποια έννοια παρακλήσεως, και συνήθως ο παραβάτης δεν τιμωρείται παρά μόνο στην περίπτωση που ο αστυνομικός είναι πολύ στραβόξυλο.

Π.χ., το «απαγορεύεται το καπνίζειν» είναι αστυνομική διάταξη. Όπως και το παλιότερο «απαγορεύεται το πτύειν» που υπήρχε στα αστικά λεωφορεία μέχρι που οι Έλληνες εκπολιτίστηκαν τόσο, που πλέον δεν φτύνουν στα λεωφορεία. Φτύνουν μόλις βγουν απ’  το λεωφορείο. Ομοίως δεν θα δεις πλέον την αστυνομική διάταξη «απαγορεύεται το ουρείν». Διότι πύκνωσε τόσο πολύ η κίνηση των αυτοκινήτων που δεν μπορείς πλέον να κατουρήσεις με την ησυχία σου στο φανάρι, ως σκύλος.

Η ταινία του Μωρίς Πιαλά, Police μας έδωσε την αφορμή να πούμε όσα είπαμε δεν είναι ένα αστυνομικό δράμα, είναι το δράμα της αστυνομίας, δηλαδή η φρίκη του να είναι αστυνομικός και να κινείσαι στον ασαφή χώρο ανάμεσα στη νομιμότητα και την παρανομία, χωρίς να ξέρεις πότε εφαρμόζεις το νόμο και πότε τον καταστρατηγείς.

Όλοι οι αστυνομικοί, λιγότερο ή περισσότερο, είναι και όργανα, και εργαλεία, και άνθρωποι. Και είναι δύσκολο να είναι κανείς όλα αυτά μαζί. Διότι όταν είσαι άνθρωπος δύσκολα γίνεσαι όργανο, και ακόμα πιο δύσκολο εργαλείο. Και επειδή τα ρομπότ δεν αντικατέστησαν τους ζωντανούς αστυνομικούς, οι αστυνομικοί πρέπει να διαφυλάξουν την ρομποτοειδή τους υπόσταση, πράγμα που δεν είναι πάντα εύκολο. Κυρίως διότι και οι αστυνομικοί ερωτεύονται, όσο κι αν φαίνεται παράξενο, πράγμα που δεν ενδείκνυται καθόλου για ένα καλό ρομπότ.

Μάλιστα, καμιά φορά ερωτεύονται τον διωκόμενο, οπότε η τραγωδία εγκαθίσταται εντός του αστυνομικού τμήματος, πράγμα που δεν ενδείκνυται για τέτοιου είδους τραγωδίες, παρόλο που τα αστυνομικά τμήματα είναι καλό ντεκόρ για μια τεράστια ποικιλία καθημερινών τραγωδιών.

Και όσο πιο βάναυσος είναι ο αστυνομικός, και όσο πιο λούμπεν ο διωκόμενος τόσο πιο κωμική γίνεται η τραγωδία. Ωστόσο, ο έξοχος Πιαλά, εδώ, μέσα από ένα εξαιρετικά πολύπλοκο σενάριο, που δεν χάνει ποτέ τον αφηγηματικό του μίτο, καταφέρνει να μην κάνει κωμικό αυτό το δράμα. Αντίθετα του δίνει όλη την ανθρώπινη διάσταση του. Στο κάτω κάτω έχουν και οι αστυνομικοί δικαίωμα, όπως όλοι, και στον έρωτα και στην ευτυχία, παρόλο που η δουλειά τους δεν είναι η πιο ερωτογόνα που θα μπορούσε να υπάρξει.
Πώς να ερωτευτεί μια γυναίκα έναν αστυνομικό, αν δεν τον αισθανθεί λιγάκι προστάτη, κοινώς νταβατζή;
Και πώς να μην προσφέρει ο αστυνομικός προστασία, κοινώς νταβατζιλίκι, αν θέλει να αυτενεργήσει λιγάκι, ώστε να ξεφύγει απ’ την κατάσταση του οργάνου της τάξεως;

Άλλωστε, είναι η τάξη ή η αταξία αυτό που υπηρετεί; Κι αν είναι αταξία όπως νομίζω εγώ, πειράζει πολύ που προσθέτει σ’ αυτήν και μια άλλη; Ας είμαστε λιγάκι επιεικείς με τους αστυνομικούς, όπως και ο Πιαλά. Δεν μπορεί να τους θέλουμε συνεχώς όργανα, τη στιγμή που δεν είναι παρά άνθρωποι με ανάγκες απολύτως ανθρώπινες. Κι αν θέλουν καλύτερη αστυνομία αυτοί που έχουν κάθε λόγο να τη θέλουν καλύτερη, ας τους κόψει το Βιομηχανικό Επιμελητήριο ένα επίδομα αστυνόμευσης. Εγώ πάντως που δεν θέλω την αστυνομία καλύτερη, αλλά χειρότερη (κορόιδο είμαι να θέλω να προστατεύει καλύτερα τον ταξικό μου εχθρό;) δεν είμαι διατεθειμένος να την πληρώνω με τον παρακρατημένο και όχι αυθορμήτως διδόμενο φόρο «που μου αναλογεί».
                                                                           
                                                                                          26.06.1988
                                                                                       
                                                                                Για την αντιγραφή
                                                                                       Κώστας Μ.

Μοιράσου το :

Δημοσίευση σχολίου

 
Copyright © ΒΑΘΥ ΚΟΚΚΙΝΟ
Powered by Blogger