Μια φορά και έναν καιρό, σε ένα ψηλό βουνό, υπήρχε ένα πανέμορφο και επιβλητικό βασίλειο. Το βασίλειο ενός αρχέγονου δάσους που για πάρα πολλά χρόνια ήταν τόπος φιλόξενος για όλα τα ζωντανά πλάσματα της γης. Ένα μοναδικό αγχολυτικό για τον άνθρωπο, ένα πραγματικό δώρο για όποιον χρειαζόταν να ξεφύγει για λίγο από τους επικίνδυνους ρυθμούς της ζωής.
Για αυτό και ο άνθρωπος από πολύ νωρίς, φρόντισε να εγκατασταθεί κοντά στο βασίλειο αυτό, να δημιουργήσει το δικό του βασίλειο και να ζήσει αρμονικά με όλα τα πλάσματα του ξεχωριστού αυτού κόσμου.
Όμως καθώς περνούσαν τα χρόνια και κυλούσε ο καιρός, ο άνθρωπος είχε ανακαλύψει ένα άλλο τρόπο ζωής. Πιο γρήγορο, πιο περίπλοκο, είχε μπει στη ζωή του μια αρρώστια μοναδική, αγιάτρευτη, το χρήμα.
Επικρατούσε στις σκέψεις του, μοναδικός του μπούσουλας και κριτήριο έμελλε να γίνει αυτό. Ούτε η ομορφιά της φύσης που του είχε χαριστεί απλόχερα δεν μπορούσε να τον γιατρέψει.
Άρχισε να γίνεται σταδιακά αχάριστος, πλεονέκτης, η μανία για το χρήμα είχε κυριεύσει το μυαλό του, την ίδια του τη ζωή. Έπρεπε να βρει τρόπο να κερδίσει ακόμα περισσότερα χρήματα όσο το δυνατόν πιο γρήγορα και μάλιστα με κάθε τρόπο, με κάθε θυσία.
Ο τρόπος αυτός δεν άργησε να βρεθεί, το βασίλειο έκρυβε ένα μεγάλο μυστικό. Προσέφερε στον άνθρωπο φιλοξενία και θαλπωρή αλλά ακόμα και τροφή, εργασία, ζέστη αλλά στα έγκατα της γης υπήρχε ένας μεγάλος θησαυρός. Θησαυρός που μπορούσε να εμφανιστεί μόνο αν θυσιαζόταν το δάσος, η γη ολάκερη σχιζόταν στα δυο για να μπορέσει ο άνθρωπος να αρπάξει το μερίδιο πλούτου που στο άρρωστο μυαλό του κυριαρχεί.
Προσπάθειες έγιναν πολλές στο πέρασμα των χρόνων αλλά ποτέ δεν μπορούσαν να φέρουν τον επιθυμητό σκοπό. Οι οικογένειες των ανθρώπων που δεν είχαν ακόμα μολυνθεί με το μικρόβιο της πλεονεξίας, του γρήγορου πλουτισμού. Αυτοί έμελλε να οριστούν φύλακες του δάσους, προστάτες της ίδιας τους της ζωής, καθώς αν εξαφανιζόταν το δάσος, θα καταστρεφόταν και το ίδιο τους το σπιτικό.
Ερχόμενοι στο τώρα και αφού η ανάγκη για καθαρό οξυγόνο και γάργαρα νερά, είναι ακόμα πιο επιτακτική από ποτέ, η μάχη για τη θυσία του δάσους μοιάζει να έρχεται στο τέλος της. Ο άνθρωπος βρήκε τον τρόπο να ολοκληρώσει το άσχημο έργο του, να εξαφανίσει το τόσο πολύτιμο δάσος και να κερδίσει τον κρυμμένο θησαυρό.
Σύμμαχος στην προσπάθειά του αυτή, στάθηκε ένα πονηρό ξωτικό που υποσχέθηκε στους ανθρώπους ότι θα καλύψει την πλεονεξία τους αυτή. Αρκεί να τον ορίσουν παντοτινό αρχηγό τους, να είναι αυτός ο κυβερνήτης και οι άλλοι ας πάρουν τα λεφτά.
Έβαλε το σχέδιό του μπροστά το ξωτικό. Έσπειρε τη διχόνοια στην κοινωνία των ανθρώπων, έβαλε τους προστάτες του δάσους να μαλώνουν μεταξύ τους, εμβολίζοντας μερικούς που είχαν ανάγκη, είτε προσελκύοντας άλλους που απλά ήταν ευάλωτοι στο χρήμα. Εκμεταλλεύτηκε τις συγκυρίες των καιρών, τη φτώχεια και την ανέχεια που επικρατεί και πολιόρκησε τους πιο αδύναμους, παίρνοντάς τους με το μέρος του.
Έφερε κοντά του και άλλα ξωτικά, με μπόλικο χρήμα και δύναμη. Διείσδυσε σε όλους τους κρατικούς μηχανισμούς και κατόρθωσε σαν πολιορκητικός κριός να ανοίξει όποιες πόρτες ήταν καλά σφραγισμένες στη σήψη και τη σαπίλα.
Περίτεχνα τεχνάσματα ήταν στο καθημερινό πρόγραμμα, κατόρθωσε μέχρι και τη σφραγίδα του κράτους – προστάτη να κερδίσει, εξασφαλίζοντας στην ουσία ακόμα και τα πιστά σκυλιά του για να απωθήσει τους λιγοστούς εξεγερμένους που είχαν στήσει οδοφράγματα στο δρόμο της καταστροφής.
Εκεί που όλα έδειχναν ότι τελείωσε ο πόλεμος και το παιχνίδι είχε χαθεί, εμφανίστηκε η καλή μας η νεράιδα και γύρισε πάλι την κλεψύδρα από την αρχή. Η αλληλεγγύη έκανε την εμφάνισή της και όλοι οι υγιώς σκεπτόμενοι άνθρωποι άρχισαν να συσπειρώνονται μαζικά κάτω από τη σημαία της εξέγερσης, κάτω από ένα σύγχρονο λάβαρο της επανάστασης που είχε στηθεί στην καρδιά του αγαπημένου βασιλείου μας.
Από κάθε γωνιά της χώρας έσπευσαν, γυναίκες και άνδρες κάθε ηλικίας, να έρθουν και να προτάξουν τα στήθη τους μπροστά στα αδηφάγα αλυσοπρίονα του συστήματος που ήδη είχαν αρχίσει να εξαφανίζουν τα αρχέγονα δέντρα. Συνειδητά και μόνο και όχι κατευθυνόμενοι και βαλτοί από κάποια ύποπτα συμφέροντα, από κάποια μοχθηρά ξωτικά.
Τα έβαλαν με σκυλιά που δε διστάζουν να χτυπήσουν γυναίκες στο ψαχνό, να καταστρέψουν περιουσίες ανθρώπων, ακόμα και να κάψουν το ίδιο το δάσος για να επιταχύνουν το σχέδιο των αφεντικών τους. Σκυλιά που ανέβηκαν στο βουνό με μοναδικό σκοπό και στόχο να σκορπίσουν τον τρόμο και να εγκαθιδρύσουν ένα νέο κλίμα τρομοκρατίας σε όποιον προσπαθούσε να αμφισβητήσει την κυριαρχία των ξωτικών.
Μια κυριαρχία που πρέπει να σπάσει, οφείλουμε όλοι όσοι ακόμα έχουμε όνειρα μέσα μας, να σπάσουμε τα δεσμά, να διώξουμε αυτά τα γκρίζα σύννεφα που έχουν εμφανιστεί στον ορίζοντά μας.
Στο χέρι μας είναι να ακυρώσουμε τα σχέδιά τους, να αγωνιστούμε να μη καταλήξει αυτό το όμορφο παραμύθι να γίνει τρομερός εφιάλτης που θα στοιχειώσει τα όνειρα των παιδιών μας. Να μην επιτρέψουμε την μόλυνση του τόπου μας, να κρατήσουν για πάρτη τους το κυάνιο αυτοί που τόσο το γουστάρουν και το θεωρούν ακίνδυνο.
Το κέρδος μιας εταιρείας, ενός αχόρταγου φαταούλα, δεν μπορεί να μπει πάνω από την υγεία και το μέλλον ενός τόπου, μιας κοινωνίας ολόκληρης. Μην αφήσουμε να ξεκοιλιαστεί ένα βουνό για να αποδειχτεί ότι δεν κρύβεται θησαυρός αλλά σκουριασμένος χρυσός.
Για να ζήσουν αυτοί απλά και εμείς καλύτερα…
Κώστας Κουλ
Από τη στήλη “Η άλλη όψη...” στο efimeridadrasi.blogspot.com
Δημοσίευση σχολίου