Σαν σήμερα, στις 26.10.57 πέθανε απ’ τους σπουδαιότερους, σημαντικότερους και μεγαλύτερους Ελληνες λογοτέχνες του 20ού αιώνα. Ο Νίκος Καζαντζάκης.
Υπήρξε, ίσως ο πιο αμφιλεγόμενος Ελληνας συγγραφέας, που στο πρόσωπο του συγκέντρωσε θανατικούς αντιπάλους με πρώτο το παπαδαριό.
Από την άλλη έτυχε παγκόσμιας αναγνώρισης και προτάθηκε από την Εταιρία Ελλήνων Λογοτεχνών το 1946 για το βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας μαζί με το Σικελιανό, ενώ το συγγραφικό του έργο μεταφράστηκε σε πολλές ξένες γλώσσες και πολλά από τα μυθιστορήματά του έγιναν επιτυχημένες κινηματογραφικές ταινίες ή διασκευάστηκαν σε θεατρικά έργα.
Πίσω του άφησε ένα τεράστιο λογοτεχνικό έργο με τα βιβλία του «Ασκητική» (1927), «Οι Αδερφοφάδες», «Θέλει λέει να' ναι ελεύθερος, σκοτώστε τον!», (1963), «Συμπόσιον (1973)», «Ο Τελευταίος Πειρασμός» (1951), «Ο Χριστός ξανασταυρώνεται» (1948) και αρκετά άλλα.
«Το νέο πρόσωπο του Θεού μου, όπως συχνά Σού 'γραψα, είναι ένας αργάτης που πεινάει, δουλέβει κ' εξανίσταται. `Ενας αργάτης που μυρίζει καπνό και κρασί, σκοτεινός, δυνατός, όλος επιθυμίες και δίψα εκδίκησης. Είναι σαν τους παλιούς ανατολίτες αρχηγούς με προβιές στα πόδια, με διπλό τσεκούρι στη δερματένια ζώνη, ένας Τσιγκισχάνος, που οδηγάει καινούργιες ράτσες που πεινούν και γκρεμίζει τα παλάτια και τα κελάρια των χορτασμένων κι αρπάζει τα χαρέμια των ανίκανων. Είναι σκληρός ο Θεός μου, όλος πάθος και θέληση, χωρίς συβιβασμούς, ανένδοτος. Η Γης τούτη είναι το χωράφι του, ουρανός και Γης είναι ένα».
Αυτά γράφει, ο Νίκος Καζαντζάκης, σε γράμμα του προς τη στην πρώτη του σύζυγο, την Γαλάτεια, από τη Γερμανία.
«Είμαστε σκουληκάκια μικρά μικρά, απάνω σ' ένα φυλλαράκι γιγάντιου δέντρου. Το φυλλαράκι αυτό είναι η γης μας. τ' αλλα φύλλα είναι τ' αστέρια που βλέπεις να κουνιούνται μέσα στη νύχτα. Σουρνόμαστε απάνω στο φυλλαράκι μας, και το ψαχουλεύουμε με λαχτάρα τ' οσμιζόμαστε, μυρίζει, βρωμάει, το γευόμαστε, τρώγεται, το χτυπούμε, αντηχάει και φωνάζει σαν πράμα ζωντανό. Μερικοί άνθρωποι, οι πιο ατρόμητοι, φτάνουν ως την άκρα του φύλλου. Από την άκρα αυτή σκύβουμε, με τα μάτια ανοιχτά, τα αυτιά ανοιχτά, κάτω στο χάος. Ανατριχιάζουμε. Μαντεύουμε κάτω μας το φοβερό γκρεμό, ακούμε ανάρια ανάρια το θρο που κάνουν τα φύλλα του γιγάντιου δέντρου, νιώθουμε το χυμό ν' ανεβαίνει από τις ρίζες του δέντρου και να φουσκώνει την καρδιά μας. Κι έτσι σκυμμένοι στην άβυσσο, νογούμε σύγκορμα, σύψυχα, να μας κυριεύει τρόμος. Από τη στιγμή εκείνη αρχίζει... ο μεγάλος κίντυνος. 'Αλλοι ζαλίζουνται και παραμιλούν, άλλοι φοβούνται και μοχτούν να βρούν μιαν απάντηση, που να τους στυλώνει την καρδιά και λένε: "Θεός". 'Αλλοι κοιτάζουν από την άκρα του φύλλου το γκρεμό ήσυχα, παλικαρίσια και λένε: Μου αρέσει.»
Ν. Καζαντζάκης - απόσπασμα από το «Βίος και πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά»
Υπήρξε, ίσως ο πιο αμφιλεγόμενος Ελληνας συγγραφέας, που στο πρόσωπο του συγκέντρωσε θανατικούς αντιπάλους με πρώτο το παπαδαριό.
Από την άλλη έτυχε παγκόσμιας αναγνώρισης και προτάθηκε από την Εταιρία Ελλήνων Λογοτεχνών το 1946 για το βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας μαζί με το Σικελιανό, ενώ το συγγραφικό του έργο μεταφράστηκε σε πολλές ξένες γλώσσες και πολλά από τα μυθιστορήματά του έγιναν επιτυχημένες κινηματογραφικές ταινίες ή διασκευάστηκαν σε θεατρικά έργα.
Πίσω του άφησε ένα τεράστιο λογοτεχνικό έργο με τα βιβλία του «Ασκητική» (1927), «Οι Αδερφοφάδες», «Θέλει λέει να' ναι ελεύθερος, σκοτώστε τον!», (1963), «Συμπόσιον (1973)», «Ο Τελευταίος Πειρασμός» (1951), «Ο Χριστός ξανασταυρώνεται» (1948) και αρκετά άλλα.
«Το νέο πρόσωπο του Θεού μου, όπως συχνά Σού 'γραψα, είναι ένας αργάτης που πεινάει, δουλέβει κ' εξανίσταται. `Ενας αργάτης που μυρίζει καπνό και κρασί, σκοτεινός, δυνατός, όλος επιθυμίες και δίψα εκδίκησης. Είναι σαν τους παλιούς ανατολίτες αρχηγούς με προβιές στα πόδια, με διπλό τσεκούρι στη δερματένια ζώνη, ένας Τσιγκισχάνος, που οδηγάει καινούργιες ράτσες που πεινούν και γκρεμίζει τα παλάτια και τα κελάρια των χορτασμένων κι αρπάζει τα χαρέμια των ανίκανων. Είναι σκληρός ο Θεός μου, όλος πάθος και θέληση, χωρίς συβιβασμούς, ανένδοτος. Η Γης τούτη είναι το χωράφι του, ουρανός και Γης είναι ένα».
Αυτά γράφει, ο Νίκος Καζαντζάκης, σε γράμμα του προς τη στην πρώτη του σύζυγο, την Γαλάτεια, από τη Γερμανία.
«Είμαστε σκουληκάκια μικρά μικρά, απάνω σ' ένα φυλλαράκι γιγάντιου δέντρου. Το φυλλαράκι αυτό είναι η γης μας. τ' αλλα φύλλα είναι τ' αστέρια που βλέπεις να κουνιούνται μέσα στη νύχτα. Σουρνόμαστε απάνω στο φυλλαράκι μας, και το ψαχουλεύουμε με λαχτάρα τ' οσμιζόμαστε, μυρίζει, βρωμάει, το γευόμαστε, τρώγεται, το χτυπούμε, αντηχάει και φωνάζει σαν πράμα ζωντανό. Μερικοί άνθρωποι, οι πιο ατρόμητοι, φτάνουν ως την άκρα του φύλλου. Από την άκρα αυτή σκύβουμε, με τα μάτια ανοιχτά, τα αυτιά ανοιχτά, κάτω στο χάος. Ανατριχιάζουμε. Μαντεύουμε κάτω μας το φοβερό γκρεμό, ακούμε ανάρια ανάρια το θρο που κάνουν τα φύλλα του γιγάντιου δέντρου, νιώθουμε το χυμό ν' ανεβαίνει από τις ρίζες του δέντρου και να φουσκώνει την καρδιά μας. Κι έτσι σκυμμένοι στην άβυσσο, νογούμε σύγκορμα, σύψυχα, να μας κυριεύει τρόμος. Από τη στιγμή εκείνη αρχίζει... ο μεγάλος κίντυνος. 'Αλλοι ζαλίζουνται και παραμιλούν, άλλοι φοβούνται και μοχτούν να βρούν μιαν απάντηση, που να τους στυλώνει την καρδιά και λένε: "Θεός". 'Αλλοι κοιτάζουν από την άκρα του φύλλου το γκρεμό ήσυχα, παλικαρίσια και λένε: Μου αρέσει.»
Ν. Καζαντζάκης - απόσπασμα από το «Βίος και πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά»
Θρησκευτικές επιθέσεις στον Νίκο Καζαντζάκη (ντοκουμέντο)
+ σχόλια + 1 σχόλια
Εκκληση για σωθεί το σπίτι του Καζαντζάκη στην Αντίμπ
http://www.tovima.gr/culture/article/?aid=642361
Δημοσίευση σχολίου