«Βάλετε φόρους βάλετε εις την πτωχή μας ράχη
ποτίστε με το αίμα μας την άρρωστη πατρίδα (...)
Του κρέατός μας κόβετε καμμιά παχειά λωρίδα
και τρώγετέ την λαίμαργα μαζί με την πατρίδα»
(Γεώργιος Σουρής, 1883)
Σαν σήμερα το 1919 άφησε την τελευταία του πνοή 26 Αυγούστουήταν ένας από τους σπουδαιότερους σατιρικούς ποιητές της νεότερης Ελλάδας, έχοντας χαρακτηριστεί ως «σύγχρονος Αριστοφάνης». Ο Γιώργος Σουρής. (Εδώ μπορείτε να διαβάσετε την βιογραφία του).
ποτίστε με το αίμα μας την άρρωστη πατρίδα (...)
Του κρέατός μας κόβετε καμμιά παχειά λωρίδα
και τρώγετέ την λαίμαργα μαζί με την πατρίδα»
(Γεώργιος Σουρής, 1883)
Σαν σήμερα το 1919 άφησε την τελευταία του πνοή 26 Αυγούστουήταν ένας από τους σπουδαιότερους σατιρικούς ποιητές της νεότερης Ελλάδας, έχοντας χαρακτηριστεί ως «σύγχρονος Αριστοφάνης». Ο Γιώργος Σουρής. (Εδώ μπορείτε να διαβάσετε την βιογραφία του).
Εμείς –ως συνήθως- θα κάνουμε μια άλλη προσέγγιση. Θα αναφερθούμε στον δημοσιογράφο και ποιητή Γεώργιο Σουρή ο οποίος από το 1880 είχε εντοπίσει και περιγράφει τον τύπο του Ρωμιού που ρουφά αχόρταγα τις ειδήσεις και την αρθρογραφία των εφημερίδων και πολιτικολογεί στα καφενεία, πιστεύοντας ότι είναι ο καταλληλότερος να λύσει τα κοινωνικά και πολιτικά προβλήματα της χώρας.
Σ’ αυτό θα μας βοηθήσει το βιβλίο του Νέαρχου Γεωργιάδη «Ο Μάρκος όπως τον γνώρισα. Ο Βαμβακάρης από το Α ως το Ω».
«Ο ΡΩΜΙΟΣ
Στον καφενέ απέξω, σαν μπέης ξαπλωμένος τον ήλιου τις αχτίνες αχόρταγα ρουφώ και στων εφημερίδων τα νέα βυθισμένος κανέναν δεν κοιτάζω, κανέναν δεν ψηφώ.
Σε μια καρέκλα το ’να ποδάρι μου τεντώνω το άλλο σε μιαν άλλη, κι ολίγο παρεκεί αφήνω το καπέλο και αρχινώ με τόνο τους υπουργούς να βρίζω και την πολιτική.
Ψυχή μου, τι λιακάδα, τι ουρανός, τι φύσις!
Αχνίζει εμπροστά μου ο καϊμακλής καφές κι εγώ κατεμπνευσμένος για όλα φέρνω κρίσεις και μόνος μου τις βρίσκω μεγάλες και σοφές.
Βρίζω Εγγλέζους, Ρώσους και όποιους άλλους θέλω και στρίβω το μουστάκι μ ’ αγέρωχο πολύ
και μέσα στο θυμό μου κατά διαβόλου στέλλω τον ίδιον εαυτό μου και γίνομαι σκυλί.
Φέρνω το νου στο Διάκο και εις τον Καραΐσκο, κατενθουσιασμένος τα γένια μου μαδώ, τον Έλληνα εις όλα ανώτερο τον βρίσκω κι απάνω στην καρέκλα χαρούμενος πηδώ.
Τη φίλη μας Ευρώπη με πέντε φασκελώνω, απάνω στο τραπέζι το γρόθο μου χτυπώ…
Εχύθη ο καφές μου τα ρούχα μου λερώνω κι όσες βλασφημίες ξέρω αρχίζω να τις πω.
Στον καφετζή ξεσπάω, φωτιά κι εκείνος παίρνει αμέσως άνω κάτω τον κάνω τον μπουφέ τον βρίζω και με βρίζει, τον δέρνω και με δέρνει και τέλος δεν πληρώνω δεκάρα στον καφέ.
(Σουρής, 1996, σελ. 100)
Την ίδια χρονιά, σε άλλο σατιρικό ποίημά του, ο Σουρής ισχυρίζεται ότι ακόμα κι ο παράδεισος είναι δυσάρεστος στο Ρωμιό, επειδή εκεί δε συζητούν καθόλου πολιτικά. Έτσι, παρακαλάει το θεό να τον στείλει στην κόλαση, για να μπορεί να ακούει πολιτικές συζητήσεις και να συμμετέχει σ’ αυτές:
«Ο ΡΩΜΙΟΣ ΣΤΟΝ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟ
«Θεούλη μου, τι σου ’λθε να μ ’ αγιάσεις;
Νομίζεις πως θα μ ’ έμελλε καθόλου αν ήθελες και μένα να κολάσεις και μ ’ έστελνες παρέα του διαβόλου;
Μ’ αρέσει ο παράδεισος, αλήθεια, χωρίς δουλειά σκοτώνω τον καιρό, διαβάζω συναξάρια, παραμύθια κι ακούω και τραγούδια θεϊκά, μα έλα που δεν έχετε συνήθεια να λέτε κι ένα δυο πολιτικά.
Συ κυβερνάς για πάντα με γαλήνη και ώρα απ’ τον θρόνο σου δεν πέφτεις.
«Ας ήτο δυνατόν θεός να γίνει και άλλος σαν εσένα, λίγο ψεύτης, να μοιρασθεί των ουρανών τ’ ασκέρι, να πάνε και με κείνον οι μισοί, να έρχεται αυτός, να πέφτεις συ, να γίνεται λιγάκι νταραβέρι…
Μα όλα εδώ είναι τακτικά, ο ουρανός θεό εσένα ξέρει και δεν μιλούν ποτέ πολιτικά. Εδώ που μ ’ ησυχία όλοι ζούνε για μένα είναι κόλασις μεγάλη.
Πολιτικά τ ’ αυτιά μου ας ακούνε κι αν είμαι και στην κόλαση, χαλάλι!
«Αν είχες εις τον νου να με κολάσεις και μ’ έφερες κοντά σου για ποινή, να, κόλασις για με αληθινή…
Μα φθάνει πια, θεέ μου, μη με σκάσεις και διώξε με, στο λέω παστρικά, γιατί αλλιώς στιγμή δεν θα 'συχάσεις και μόνος θα μιλώ πολιτικά.
(Σουρής, 1996, σελ. 108)
Ο Σουρής δεν είχε άδικο όταν έβλεπε το Νεοέλληνα σαν ένα τύπο με ζωηρό και καθημερινό ενδιαφέρον για την πολιτική, ένα ενδιαφέρον που έφτανε στα όρια της μανίας.
Η Ελλάδα έχει ένα παρελθόν τριών χιλιετηρίδων στη δημιουργία και τη χρήση πολιτικών εννοιών και πολιτικής ορολογίας.
Λέξεις που σήμερα βρίσκονται σε παγκόσμια χρήση, όπως «δημοκρατία», «τυραννία», «αριστοκρατία», έχουν ελληνική προέλευση και φυσικά εκφράζουν τις αντίστοιχες πολιτικές έννοιες.
Στην Ελλάδα από την αρχαιότητα είχαν δοκιμαστεί και εναλλαχτεί τα διάφορα πολιτικά συστήματα και οι διάφορες μορφές εξουσιών.
Η εξουσία του ενός (μοναρχία), η εξουσία των ολίγων (ολιγαρχική αριστοκρατία), η εξουσία των πολλών (δημοκρατία), οι εκλογές με άμεση «ψηφοφορία, οι γενικές συνελεύσεις του λαού για διατύπωση πολιτικών απόψεων (εκκλησία του δήμου) και άλλα πολλά…
Η πολιτική παράδοση χιλιετηρίδων ήταν φυσικό να δημιουργήσει για τους Νεοέλληνες, μια μεγάλη πολιτική κουλτούρα και να τους προικίσει με μια σημαντική κληρονομιά πολιτικών όρων και εννοιών.
Η έννοια της δημοκρατίας που βρισκόταν και βρίσκεται πάντα σε καθημερινή χρήση, δίνει στο Ρωμιό την εντύπωση ότι έχει το δικαίωμα να κρίνει τους πάντες και τα πάντα χωρίς να υφίσταται τιμωρία. Συνεπώς η τάση για πολιτικολογία, που δεν τη βρίσκεις σε πολλά άλλα έθνη, οφείλεται σ’ αυτή την πολιτική κληρονομιά κι αντίληψη.
Εξάλλου, ο θεσμός των καφενείων που είναι πάντα εφοδιασμένα με εφημερίδες πολιτικής ειδησεογραφίας, βοηθά την πολιτική συζήτηση. Γνωστοί και άγνωστοι άνθρωποι συναντιούνται στα καφενεία, περνούν αρκετές ώρες της ημέρας εκεί, και για να βρεθεί κοινό έδαφος επικοινωνίας, πρέπει να συζητούν θέματα γνωστά σε όλους: θέματα πολιτικής, κοινωνικής, καλλιτεχνικής, ακόμα και αθλητικής επικαιρότητας.
Ειδικότερα στην Ελλάδα των πρώτων δεκαετιών του 20ού αιώνα, η πόλωση μεταξύ βενιζελικών και βασιλοφρόνων ήταν τόσο μεγάλη και οδηγούσε σε τόσο πολλές και κρίσιμες πολιτικές και πολεμικές περιπέτειες, ώστε έβαζε φωτιά στα πολιτικά ενδιαφέροντα όλων των Νεοελλήνων και φυσικά τροφοδοτούσε τις πολιτικές συζητήσεις στα καφενεία και στους δημόσιους χώρους.
Ο Ρωμιός του Σουρή που κριτικάρει τους πάντες και τα πάντα, τους Έλληνες και ξένους εξουσιαστές, που δεν μπορεί να ζήσει χωρίς πολιτικές συζητήσεις, ήταν μια καθημερινή και γενικευμένη πραγματικότητα.
+ σχόλια + 2 σχόλια
Ο Γεώργιος Σουρής Σατίριζε τα πάντα, ακόμα και τον εαυτό του.
Πολλά από τα έργα του είναι διαχρονικά και στηλιτεύουν την υποκρισία, τα ελαττώματα, την πολιτική, οικονομική, και κοινωνική κατάσταση της εποχής.
Δυο από τα ποιήματα του:
"Η ενάρετος
Μια κυρά τρανή, τι σεμνή κι αγία! σαν την Παναγία.
Όπου κι αν φανεί, όλοι κάτω σκύβουν, και τα μάτια τρίβουν.
Την κοιτούν γνωστοί, κι άγνωστοι ακόμα, μ' ανοικτό το στόμα.
Σ' όλα της σωστή, δεν ευρίσκει μία, σαν αυτή ομοία.
Σκέτη φορεσιά πάντα θα φορέσει, στο Θεό ν' αρέσει.
Και στην Εκκλησιά πάντα πρώτη τρέχει, βρέχει και δεν βρέχει.
Μόνο μιαν αυγή, όπως λεν καμπόσες σιχαμένες γλώσσες,
Έτυχε να βγει από κάποιο σπίτι μ' ένα Αρχιμανδρίτη".
______
"Κλέφτες!
Κλέφτες! πω - πω! Στα σπίτια σας με σίδερα κλεισθείτε
και θάψετε αν έχετε στο χώμα τον παρά σας,
φυλάξετε τα ρούχα σας και ότι κι αν φορείτε
τις κότες τα λουλούδια σας και όλα τα καλά σας.
Μην εμπιστεύεσθε πολύ κλητήρες κι αστυνόμους,
και βγαίνετε γι ασφάλεια με νυχτικά στους δρόμους.
Κλέφτες! πω - πω! προσέχετε το ακριβό σας ταίρι
τις κόρες σας τις δούλες σας με τέσσερα τα μάτια,
μήπως κανένας νέος Ζευς ημέρα μεσημέρι,
σας τις σηκώσει ξαφνικά μαζί με τα κρεβάτια.
Όλα να γίνουν ημπορούν σε τούτον τον καιρό
κι αυτά τα λέω κύριοι, με ύφος σοβαρό
Κλέφτες! για όνομα θεού πεντάρα μην κρατείτε,
βλέπετε εδώ βλέπετε εκεί εις τον περίπατο σας
ακόμα και τον ίσκιο σας για κλέφτη φοβηθείτε,
μπορεί κι εσείς να κλέψετε τον ίδιο τον εαυτό σας.
Κλεψιά εδώ, κλεψιά εκεί.. κλητήρες... αστυνόμοι,
Εισαγγελία, Δικασταί, Συντάγματα και νόμοι.
Κλέφτες! μεγάλος ποιητής νομίζω ότι γράφει,
όποιος σουφρώνει πιο πολλά πως κλέφτης δε λογιέται...
Και βέβαια τι μασκαράς όποιος για μια σκάφη
σαπίζει μες τη φυλακή και σα σκυλί χτυπιέται!
Μην κλέβετε, ω άνθρωποι, ορνίθια ή μπουγάδες,
αν θέλετε να κλέβετε, να κλέβετε χιλιάδες.
Κλέφτες! μεγάλοι ξακουστοί και κλέφτες πεινασμένοι
Κλέφτες φτωχοί και άρχοντες με άμαξες και άτια,
κλέφτες χωρίς παράσημα και κλέφτες σταυρωμένοι,
κλέφτες χωρίς μία πήχη γη και κλέφτες με παλάτια,
ο ένας κλέβει όρνιθες και σκάφες για ψωμί
ο άλλος το έθνος σύσσωμο για πλούτη και τιμή.
mitsos175
Τα ιδια και σημερα:
Βλεπουν τα ματια μου
Κι ακουνε τ αυτια μου.
Δημοσίευση σχολίου