To «Τομάρι» βγαίνει από το «τόμος»-«τομάριον», το οποίο προέρχεται απ' το «τέμνω», οπότε σημαίνει το δέρμα που έχει κοπεί και κατεργαστεί με ορισμένο τρόπο. Κι έτσι κατέληξε να σημαίνει τον παλιάνθρωπο, γιατί τομάρι είναι κάποιος που δεν είναι παρά δέρμα και τίποτα άλλο, διαβάζουμε σε ετυμολογικό λεξικό.
«Τομαρισμός» (ή «παρτακισμός» διαφορετικά) είναι ένας προσδιορισμός που σε καμιά περίπτωση δεν μπορεί να αποδοθεί σε ένα άτομο που ευαγγελίζεται την κοινωνική απελευθέρωση.
Όποιοι/ες επιλέγουν αυτή την κατάπτυστη συμπεριφορά, αυτομάτως διαχωρίζουν την θέση τους από όσους/ες αγωνίζονται για ένα πολιτικό καθεστώς χωρίς καταπιεστές και καταπιεζόμενους, χωρίς εκμεταλλευτές και εκμεταλλευόμενους. Δεν έχουν καμιά θέση ανάμεσα σε όλους/ες μας που αγωνιζόμαστε ενάντια στην βαρβαρότητα της αστικής δικτατορίας που βιώνουμε.
Άλλωστε, η προσωπική διαδρομή του καθένα μας είναι διαρκώς εναλλασσόμενη και η πιθανή πρότερη αγωνιστική μας στάση δεν μας απαλλάσσει από την ευθύνη μετέπειτα άθλιων συμπεριφορών.
Όπως τονίζαμε και σε περασμένη ανάρτησή μας, οι ιδεατές έννοιες δεν έχουν μετρήσιμο μέγεθος, αλλά μόνο υποκειμενικό προσδιορισμό, που κι αυτός έχει καθοριστεί από τις προσλαμβάνουσες που είχαμε από την παιδική μας ηλικία ακόμα, και ο οποίος δεν είναι πάγιος, αλλά διαμορφώνεται καθημερινά αναλόγως των ερεθισμάτων που δεχόμαστε.
Αυτά τα συναισθήματα συνήθως αλληλεπιδρούν με ατομικές σκέψεις, οι οποίες πάντα έχουν υλική βάση.
Σε συνθήκες καπιταλισμού αυτοί που διαθέτουν τα μέσα παραγωγής, κατέχουν και τα εργαλεία –σχολείο, θρησκεία, ΜΜΕ- διαμόρφωσης ατομικής και κατά συνέπεια μαζικής συνείδησης.
Είναι, λοιπόν, επόμενο να επικρατεί το «εγώ» και όχι το «εμείς».
Κάναμε αυτή την μεγάλη ομολογουμένως εισαγωγή, πριν γίνουμε συγκεκριμένοι, αναφερόμενοι στα όσα διαδραματίστηκαν στο υποτιθέμενο αυτοδιαχειριζόμενο ραδιοφωνικό εγχείρημα της Ertopen.
Αυτός ο ραδιοσταθμός ξεκίνησε με τις καλύτερες προοπτικές και για μεγάλο χρονικό διάστημα αποτέλεσε μια όαση στην μπάντα των FM. Έδωσε φωνή σε αποκλεισμένες από τα καθεστωτικά ΜΜΕ συλλογικότητες, πρόβαλλε κινηματικές δραστηριότητες που από έντυπα και ηλεκτρονικά μέσα ήταν «ανύπαρκτες», ακούστηκαν απόψεις που έφεραν ρωγμές στην μονοφωνία της πληροφόρησης.
Η Εrtopen είχε παραγωγούς εκπομπών οι οποίοι επιστρατεύοντας το μεράκι τους, την διάθεση προσφοράς τους για μια άλλου τύπου ενημέρωση, το πάθος τους να δώσουν όλες τις δυνάμεις τους για να σπάσει η ασφυκτική καθεστωτική ενημέρωση, αποτέλεσαν το καρφί στα μάτια πολλών.
Χωρίς να εξιδανικεύουμε καταστάσεις, -αφού οι παραγωγοί εκπομπών είχαν ο καθένας την προσωπική πολιτική τοποθέτηση και το δικό τους οπτικό πεδίο, διαμορφώνοντας αναλόγως το περιεχόμενο της ραδιοφωνικής τους παρέμβασης- μπορούμε να πούμε ότι παρά τις καραμπινάτες αστοχίες κάποιων εξ αυτών –υπήρξαν καλεσμένοι σε ραδιοφωνικές εκπομπές από τον γραφικό Λεβέντη μέχρι τον ανθυποκασιδιάρη Τζήμερο- η γενικότερη παρουσία της Εrtopen θα μπορούσε να αποτελέσει το σπόρο για την δημιουργία ενός πραγματικά αυτοδιαχειριζόμενου ραδιοφώνου με ταξικό πρόσημο.
Κι ενώ αυτή η προσπάθεια κατόρθωσε αρχικά να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά τις κινήσεις φίμωσης που υπήρχαν, προδόθηκε από τα «μέσα». Και δυστυχώς, η κλίκα που πρωτοστάτησε για να αποτελέσει παρελθόν η Εrtopen, όπως τη γνωρίσαμε, είχε την ανοχή ακόμα και την συμπαράσταση ατόμων που συμμετείχαν σ’ αυτό το εγχείρημα.
Ας τα πιάσουμε τα πράγματα απ’ την αρχή, λέγοντάς τα με το όνομά τους.
Ήταν αρχές Νοέμβρη του 2017, όταν ο Γιώργος Μουργής δίνει στην δημοσιότητα ένα αναλυτικό κείμενο στο οποίο εξηγεί τους λόγους της αποχώρησής του από την Εrtopen.
Αφού περιγράφει όλα όσα διαδραματίστηκαν, ο Γ. Μουργής, υπογραμμίζει στο κείμενό του: «Μη αποδεχόμενος λογοκρισία, χειραγώγηση ή φίμωση από κανέναν, είπα στον Δ. Κούνη, πως η παρουσία μου μέσα και έξω από το στούντιο της ERTopen είναι πια περιττή.
Θεώρησα προσβλητική και αδιανόητη αυτή την παρέμβαση προς το πρόσωπό μου, την εκπομπή, αλλά και προς την ίδια την αυτοδιαχειριζόμενη ραδιοφωνική συλλογικότητά μας, ενώ ενημέρωσα αμέσως όλους τους καλεσμένους ότι η εκπομπή τελικά δεν θα πραγματοποιηθεί».
Ήταν κεραυνός εν αιθρία αυτή η εξέλιξη; Ας το συζητήσουμε…
Ο πρόεδρος της ΠΟΣΠΕΡΤ, Π. Καλφαγιάννης, είναι ένας συνδικαλιστής με μακρόχρονη παρουσία σ’ αυτό τον χώρο με χαρακτηριστική ικανότητα να προσαρμόζεται σε όλες τις καταστάσεις, διαθέτοντας παράλληλα τον προσωπικό του μηχανισμό.
Είναι χαρακτηριστική η φράση που ακούγεται στον δημοσιογραφικό χώρο: «Οι κυβερνήσεις πέφτουνε, μα ο Καλφαγιάννης μένει».
Δεν είναι τυχαίο, επίσης, ότι η απομάκρυνση του Τσακνή από τα καθήκοντα προέδρου στην ΕΡΤ, στιγματίστηκε από την διαπίστωση ότι ο «Καλφαγιάννης έφαγε τον Τσακνή».
Εδώ να τονίσουμε ότι ο συγκεκριμένος «τύπος» έχει επανειλημμένα καταγγελθεί από εργαζόμενους του κλάδου του σαν υπονομευτής των αγώνων τους και εργατοπατέρας. Μάλιστα, οι εκπρόσωποι των δημοσιογράφων της ΕΡΤ, Μάχη Νικολάρα, Νίκος Τσιμπίδας και Γιώργος Γιουκάκης, όταν ξεκίνησε επί ΣΥΡΙΖΑ η επαναλειτουργία της ΕΡΤ, μετά το μαύρο που της είχε ρίξει η κυβέρνηση Σαμαρά, υπέγραψαν ανακοίνωση στην οποία απέδιδαν στον Παναγιώτη Καλφαγιάννη, ότι μαζί με την ηγεσία του ραδιομεγάρου καθόρισαν ποιοι δημοσιογράφοι θα στελεχώσουν τη νέα δημόσια τηλεόραση.
Βλέπουμε δηλαδή ότι εδώ υπάρχει ένας συνδικαλιστής με δυνατότητες παρέμβασης, που ξεπερνάνε τις συνηθισμένες και δημιουργούν προβληματισμό.
Από την άλλη, δε μπορεί να παραγνωρίσουμε ότι ο πρόεδρος της ΠΟΣΠΕΡΤ στήριξε με κάθε τρόπο το ραδιοφωνικό εγχείρημα της ERTopen. Αρκεί να αναφέρουμε ότι τέλη Σεπτέμβρη του 2015, μαζί με τον ταμία της Ομοσπονδίας Δημήτρη Κούνη, ύστερα από έφοδο της αστυνομίας στις εγκαταστάσεις της ΕΡΤopen στο Γαλάτσι, οδηγήθηκαν στο αστυνομικό τμήμα Κυψέλης, με την κατηγορία ως υπεύθυνοι για την εκπομπή παράνομου ραδιοφωνικού σήματος.
Γιατί ο Π. Καλφαγιάννης κράτησε αυτή την αγωνιστική στάση; Γιατί η ΠΟΣΠΕΡΤ με παρότρυνση του ιδίου συντηρούσε οικονομικά την Εrtopen;
Μπορεί οι πάντες εκεί να δούλευαν εθελοντικά (παραγωγοί εκπομπών, ηχολήπτες), δεν έπαυαν όμως να υπάρχουν τα πάγια έξοδα (ενοίκιο χώρου, ηλεκτρικό και τηλέφωνα).
Πίστευε η ηγεσία της ΠΟΣΠΕΡΤ και ο πρόεδρός της ότι έπρεπε να υπάρχει μια ακηδεμόνευτη ραδιοφωνική φωνή, ή χρησιμοποιήθηκε αυτό το ραδιοφωνικό εγχείρημα ως μοχλός πίεσης για να ικανοποιήσουν ιδιοτελή συμφέροντα και όταν πια τους ήταν περιττό το έθεσαν σε αχρηστία;
Θα το δούμε αυτό παρακάτω.
Επανερχόμαστε τώρα στα όσα διαδραματίστηκαν μετά την αποχώρηση του Γιώργου Μουργή. Όταν η καταγγελία του για την καραμπινάτη παρέμβαση λογοκρισίας που του επιβλήθηκε και η οποία αποτέλεσε τον λόγο αποχώρησής του από το ραδιοφωνικό αυτό εγχείρημα είδε την δημοσιότητα, προκλήθηκε μια αναστάτωση σε όλους τους παραγωγούς εκπομπών.
Αμεση ήταν η αντίδραση των συντελεστών της εκπομπής «Με χωρίς Πατρίδα», Μαρίας Παπαγεωργίου και Αντρέα Στασινόπουλου. Με ένα αναλυτικό κείμενο στο οποίο κάνουν αναφορά στην συμμετοχή τους σ’ αυτό το αυτοδιοργανωμένο ραδιόφωνο, καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι «Η ERTopen χρησιμοποιήθηκε από τους ιθύνοντες της ΠΟΣΠΕΡΤ ως όχημα που εξυπηρετούσε τις προσωπικές τους συνδικαλιστικές φιλοδοξίες. Η λογοκρισία ενός συναδέλφου είναι αρκετή για να αποχωρήσουμε αμέσως από την ERTopen».
Τονίζουν ανάμεσα στα άλλα στο κείμενό τους: «Όποιος σκύβει το κεφάλι σε φίμωση συναδέλφων, ας αναμένει λίαν συντόμως και τη δική του. Όποιος δεν αντιδρά στην αδικία, γίνεται μέρος της και συνένοχος. Όποιος προτιμά να κρατήσει το μικρόφωνό του, αντί της αξιοπρέπειας και της έντιμης ηθικής και πολιτικής στάσης, χαλάλι του. Μονάχα να κουβαλά εις το εξής μαζί και την αλυσίδα του».
Καίριες οι επισημάνσεις τους και ταιριάζουν γάντι σε όσους ραδιοφωνικούς παραγωγούς επέλεξαν να κρατήσουν το μικρόφωνο θυσιάζοντας την όποια αξιοπρέπειά τους.
Θα μιλήσουμε παρακάτω γι΄ αυτούς.
Εξ ίσου αιχμηρή ήταν και η τοποθέτηση που έκανε και ο εκπρόσωπος του «Δικτύου Ελεύθερων φαντάρων Σπάρτακος» στην τελευταία του ραδιοφωνική εκπομπή, δηλώνοντας την αποχώρησή τους από την Εrtopen.
«Η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ επιδιώκοντας να "σβήσει" κάθε φωνή αμφισβήτησης και εναντίωσης, προχωράει σε μια άθλια μεθόδευση, χρησιμοποιώντας τους εργατοπατέρες Καλφαγιάννη και Κουνή» ακούσαμε να μας λέει ο εκπρόσωπος του «Σπάρτακου» Νίκος Αργυρίου και να συμπληρώνει: «Με εκτελεστικά όργανα τους ιθύνοντες της ΠΟΣΠΕΡΤ, οι οποίοι όπως αποδείχτηκε χρησιμοποίησαν την Εrtopen σαν όχημα για να ικανοποιήσουν τις προσωπικές –συνδικαλιστικές τους φιλοδοξίες, η κυβέρνηση βάζει τέλος σε ένα αυτοδιαχειριζόμενο, ριζοσπαστικό εγχείρημα».
Στην ίδια κατεύθυνση ήταν και οι δηλώσεις που προηγήθηκαν του παραγωγού της εκπομπής «Κόκκινος Ορίζοντας». Με δημόσια τοποθέτησή του ο Νίκος Πελεκούδας που παρουσίαζε την εκπομπή, η οποία έκφραζε τις πολιτικές θέσεις του ΕΕΚ, γνωστοποίησε την αποχώρηση του. «Σήμερα όλες οι αρχές που με (μας) έφεραν στα μικρόφωνα της ERTOPEN καταστρατηγούνται με την ακέραια ευθύνη της ΠΟΣΠΕΡΤ.
Η μάχη για να υπάρξει ένα πραγματικό αγωνιστικό αυτοδιαχειριζόμενο ραδιόφωνο συνεχίζεται. Για να αποκτήσουν φωνή όλοι όσοι τους την αρνείται η αστική εξουσία», ήταν η κατακλείδα της δήλωσής του.
Ακολουθώντας την ίδια ρότα και οι παρουσιαστές της εκπομπής του «Ρουβίκωνα» αποχωρούν. Σε ανακοίνωση των μελών της αναρχικής ομάδας υπογραμμίζεται: «Το μονοπάτι που παίρνει πια η ΕΡΤοpen είναι αυτό της διεκδίκησης με όρους παρασκηνιακών ελιγμών, συμφωνιών κορυφής και συμμαχιών με τον διάβολο».
Αυτή είναι η φωτεινή πλευρά των εξελίξεων. Υπάρχει όμως και η προβληματική στην οποία θα αναφερθούμε παρακάτω χωρίς να χρησιμοποιήσουμε Αβραμοπουλικό λεξιλόγιο.
Και επειδή η κομψότητα είναι για τους ραφτάδες, τα πράγματα θα γραφτούν όπως ακριβώς πρέπει. Χωρίς στρογγυλέματα, απαλλαγμένοι απ’ τις οποιεσδήποτε προσωπικές συμπάθειες.
Όταν ξεκίνησε η απροκάλυπτη παρέμβαση της κλίκας Καλφαγιάννη, που προσπάθησε να προσαρμόσει στο κουστούμι της το πρόγραμμα της Εrtopen, θεωρήσαμε σκόπιμο, σαν ιστότοπος να επικοινωνήσουμε ηλεκτρονικά και να ζητήσουμε να τοποθετηθούν δυο παραγωγοί εκπομπών. Ο Γιάννης Κανελλάκης και ο Γιώργος Φιλιππάκης. Ίσως γιατί είχαμε την αυταπάτη ότι τα δυο συγκεκριμένα αυτά άτομα δεν θα μπορούσαν να μείνουν αδιάφορα στο νέο σκηνικό που πήγαινε να διαμορφωθεί σ’ αυτό το ραδιοφωνικό εγχείρημα. Απογοητευτήκαμε όταν διαπιστώσαμε ότι απαξίωσαν να πάρουν θέση στα νέα δεδομένα της Εrtopen και συνεχίζουν την εκεί παρουσία τους λες και δεν συνέβη τίποτα.
Προφανώς αν σε πάρει η κατηφόρα, το κατάντημά σου δεν έχει όρια.
Το Γιάννη Κανελλάκη τον γνωρίζαμε από πολύ παλιά. Από τότε που ξεκίνησε σαν ένας μαχητικός δημοσιογράφος και φίλα προσκείμενος σε οργάνωση της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς, μέχρι τότε που κατάντησε θιασώτης του ΓΑΠ –υπήρξε και υποψήφιος ευρωβουλευτής με το κόμμα του- για να ανακαλύψει στην συνέχεια την ορθοδοξία και να σιτίζεται σήμερα εργαζόμενος σε θρησκευτική ιστοσελίδα.
Όσο για την δημοσιογραφική του παρουσία, αυτό που ξέρουμε είναι οι εκπομπές που έκανε στο ραδιόφωνο της Εrtopen και στις οποίες μας «σερβίριζε» τις «αγιογραφίες» «προσωπικοτήτων» τύπου Θεόδωρου Φορτσάκη, Ανδρέα Λοβέρδου, Σάββα Καλεντερίδη και… Βασίλη Λεβέντη.
Σε κάθε περίπτωση πάντως, είχαμε την αυταπάτη ότι δεν θα σφύραγε κλέφτικα σε μια πρωτοφανή παρέμβαση επιβολής λογοκρισίας.
Ανάλογη ψυχρολουσία αισθανθήκαμε και με την στάση που κράτησε ο Γιώργος Φιλιππάκης.
Αναφερόμαστε σε έναν πρώην αγωνιστή, ο οποίος έχει υπάρξει δυο φορές υποψήφιος βουλευτής του ΚΚΕ, εκλεγμένος με την συνδικαλιστική του παράταξη στο Δ.Σ. της ΕΣΗΕΑ, μέλος του διοικητικού συμβούλιου του Συνδέσμου Φυλακισθέντων -Εξορισθέντων Αντιστασιακών περιόδου 67-74.
Μάλιστα, έχοντας όλα αυτά υπόψη είχαμε κάνει ολόκληρη καμπάνια όταν ο ίδιος ανακοίνωσε μέσω του προσωπικού του λογαριασμού στο facebook ότι είχε συλληφθεί από την ασφάλεια για προηγούμενη ανάρτησή του, με την οποία σχεδόν επιδοκίμαζε την αποστολή τρομοδέματος στον Παπαδήμα. Το ότι τελικά αποδείχτηκε πως η όλη φάση ήταν ένα εγκεφαλικό κατασκεύασμα του Φιλιππάκη, είναι μια άλλη πονεμένη ιστορία.
Στην τελική και επί του προκειμένου, αυτό που έχει σημασία είναι το ότι και ο Φιλιππάκης επέλεξε να συστρατευτεί με τις επιδιώξεις της κλίκας Καλφαγιάννη και να μη ψελλίσει τη παραμικρή λέξη αποδοκιμασίας για τις μεθοδεύσεις του.
Θεωρούμε σκόπιμο εδώ να κάνουμε μια παρένθεση αναφέροντας κάποια γεγονότα. Ο πρόεδρος της ΠΟΣΠΕΡΤ διαθέτει το «προσόν» να συνδυάζει την συμπεριφορά παρακρατικού τραμπούκου της δεκαετίες του ’50, με τις αποδόσεις της Μάρθας Βούρτση σε μελοδράματα του παλιού ελληνικού σινεμά.
Φάνηκε πολύ ολοκάθαρα αυτό στην τελευταία συνέλευση των παραγωγών εκπομπών της Ertopen. Απ’ την μια να παρουσιάζεται «οργισμένος» με την συμπεριφορά του Γ. Μουργή που του χρέωσε ότι πρωτοστατεί σε προσπάθεια να μπει λουκέτο στον ρ/σ, «διατάζοντας» παράλληλα να κοπούν οι εκπομπές της Ανδριανού και της Βαβυλωνία, επικαλούμενος ότι χρησιμοποιούν τα μικρόφωνα της ERTopen για να επιτεθούν στην ΠΟΣΠΕΡΤ, και από την άλλη μόνο που δεν έβαλε τα κλάματα γιατί δεν αναγνωρίζεται ο «αγώνας» του για ακηδεμόνευτη ενημέρωση.
Προφανώς και μετά όσα είδαν το φως της δημοσιότητας εις βάρος του, θεωρεί ότι πλήττεται η εικόνα που θέλει να παρουσιάσει, εκτιμώντας πιθανόν ότι δεν θα βγει αλώβητος απ’ αυτή την ιστορία όπως είχε συμβεί στο παρελθόν όταν βρέθηκε κατηγορούμενος για «απάτη κατ’ επάγγελμα και κατά συνήθεια» σε βάρος της ΕΡΤ.
Σύμφωνα με τα δημοσιεύματα της εποχής τότε αντιμετώπιζε κακουργηματικές κατηγορίες και για τις οποίες στην πορεία απαλλάχτηκε εξαιτίας της παραγραφής του αδικήματος μετά την μετατροπή του σε πλημμέλημα.
(Μετά από έρευνα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών προέκυψε ότι για πέντε χρόνια το ζεύγος Καλφαγιάννη λάμβανε παράνομα επίδομα ασθενείας για τα παιδιά του. Το ποσό που φαίνεται ότι εισέπραξαν παράνομα ήταν του ύψους των 44.000 ευρώ).
Αυτοί τουλάχιστον είχαν στοιχειώδη υποχρέωση να γνωρίζουν και να σέβονται τον κώδικα της δεοντολογίας της Ένωσής τους που ανάμεσα στα άλλα τονίζει ότι ένας «λειτουργός της ενημέρωσης» υποχρεούται:
«Να κατοχυρώσει την ελευθερία της πληροφόρησης και της έκφρασης, την αυτονομία και αξιοπρέπεια του δημοσιογράφου και να θωρακίσει την ελευθεροτυπία έπ’ αγαθώ της δημοκρατίας και της κοινωνίας».
Δείχνοντας πλήρη αδιαφορία για την καταστρατήγηση όλων των παραπάνω, τα άτομα που αναφέραμε και αποδεχόμενοι η Εrtopen να γίνει τσιφλίκι της κλίκας του Καλφαγιάννη πώς θα έπρεπε να χαρακτηριστούν;
Όταν συναινούν ο κατ’ όνομα αυτοδιαχειριζόμενος ραδιοφωνικός σταθμός να μετατραπεί σε ένα μέσο διοχέτευσης «φιλτραρισμένων» ειδήσεων, εξυπηρετώντας τις σκοπιμότητες συγκεκριμένων ατόμων, και αποδεχόμενοι αδιαμαρτύρητα προσπάθεια λογοκρισίας, δεν γίνονται συνεργοί να πραγματοποιηθούν άθλιες μεθοδεύσεις;
Αυτό όμως για μας έχει πολύ μικρότερη σημασία και στην ουσία είναι λιγότερο κατακριτέο από την στάση που κράτησαν συγκεκριμένοι παραγωγοί εκπομπών της Εrtopen μπροστά στις παρεμβάσεις για την λειτουργία του ρ/σ από την ηγεσία της ΠΟΣΠΕΡΤ.
Για να μην επαναλαμβάνουμε γεγονότα που έχουν δει το φως της δημοσιότητας, σας παραπέμπουμε στην ανακοίνωση της αποχώρησης των συντελεστών της εκπομπής «Με χωρίς πατρίδα» όπου παρακολουθούμε τις κινήσεις που έγιναν για την απαξίωση αυτού του ραδιοφωνικού εγχειρήματος και το τεκμηριωμένο συμπέρασμα ότι «Η ERTopen χρησιμοποιήθηκε από τους ιθύνοντες της ΠΟΣΠΕΡΤ ως όχημα που εξυπηρετούσε τις προσωπικές τους συνδικαλιστικές φιλοδοξίες».
Μπροστά σ’ αυτή την εξέλιξη ποια ήταν η στάση ατόμων που πρωτοστάτησαν, αγωνίστηκαν και συμμετείχαν στο να στηθεί και να λειτουργήσει αυτό το ραδιοφωνικό εγχείρημα;
Ας την σχολιάσουμε:
Δεν είχαμε καμιά απαίτηση από την «ψυχή» της ERTopen Εύα Μαυρογένη, να ακολουθήσει διαφορετική στάση από αυτή που επέλεξε. Η συνταξιούχος δημοσιογράφος και για δεκαετίες εργαζόμενη στην ΕΡΤ, μπορεί να πρόσφερε όλες τις δυνάμεις της για να πάρει σάρκα και οστά η λειτουργία του υποτιθέμενου αυτοδιαχειριζόμενου ραδιοσταθμού, οι σχέσεις της όμως με την ηγεσία της ΠΟΣΠΕΡΤ ήταν πάντα αρμονικές.
Η πολιτική της «θολούρα» και η αδυναμία της να αξιολογήσει καταστάσεις και ειδήσεις –έφτασε στο σημείο να χαρακτηρίσει «συγκλονιστική παρουσία» την καλεσμένη στην εκπομπή της Ραχήλ Μακρή απ’ την οποία ακούσαμε τα τετριμμένα και άνευ ουσίας λεγόμενά της- δεν της επέτρεψαν κάτι άλλο, παρά να γίνει όργανο της κλίκας Καλφαγιάννη.
Θα παραλείψουμε επίσης να σχολιάσουμε τις τοποθετήσεις της Ελένης Ανδριανού που παρουσίαζε την εκπομπή «Στην χώρα των Ινδιάνων», καθώς και την ανακοίνωση αποχώρησης της Συντακτικής Ομάδας της «ΒΑΒΥΛΩΝΙΑΣ» που παρουσίαζε την ομώνυμη εκπομπή. Κι αυτό γιατί ενώ όλο το προηγούμενο διάστημα έμειναν παντελώς αδιάφοροι στην καραμπινάτη προσπάθεια λογοκρισίας που πήγε να επιβληθεί σε εκπομπή της Εrtopen, ξαφνικά, και όταν η ηγεσία της ΠΟΣΠΕΡΤ τους ανακοίνωσε ότι κόβονται οι εκπομπές τους, «ανακάλυψαν» την «Λογοκρισία στην ΕΡΤopen». Αυτοί δεν είναι απλώς ότι έχασαν τις εκπομπές τους, απώλεσαν και κάθε ίχνος αξιοπρέπειας που τους είχε απομείνει.
Η περίπτωση του Ηρακλή Κακαβάνη –απολυμένου από τον «Ριζοσπάστη»- ο οποίος παρουσιάζει την εκπομπή «Ατέχνως» είναι θλιβερή. Όχι απλώς ανέχτηκε τις παρεμβάσεις της κλίκας Καλφαγιάννη, αλλά φέρεται να απάντησε σε σχετική ερώτηση για το μέλλον του στον ρ/σ: «από τη στιγμή που δεν έχω δεχτεί λογοκρισία εγώ, δεν βλέπω το λόγο να αποχωρίσω».
Αδιανόητη τοποθέτηση για ένα άτομο που θέλει να παρουσιάζεται με προοδευτικό πρόσημο. Να σημειώσουμε εδώ και για να φανεί το «ποιόν» του ανδρός την επώνυμη καταγγελία που έκαναν σε βάρος του δύο άτομα -ο Νίκος Πουρναράς (Οικοδόμος) και Βασίλης Κρίτσας (Σφυροδρέπανος)- τα οποία υπήρξαν συνδημιουργοί μαζί με τον Κακαβάνη της ιστοσελίδας «Ατέχνως». Ανακοινώνοντας την αποχώρησή τους απ’ αυτή την διαδικτυακή παρουσία τονίζουν: «Ο Ηρακλής Κακαβάνης επιχειρεί να μετατρέψει το ΑΤΕΧΝΩΣ σε μαγαζί, χωρίς τη δική μας σύμφωνη γνώμη, για την εξυπηρέτηση των προσωπικών του φιλοδοξιών, παραβιάζοντας κάθε κανόνα συνεργασίας και τις αρχές στις οποίες βασίστηκε το ΑΤΕΧΝΩΣ, από την πρώτη μέρα της λειτουργίας του, μέχρι που μας ανακοίνωσε ως άλλος Ανδρέας: “Θέσατε εαυτούς εκτός περιοδικού”… Ο Ηρακλής Κακαβάνης οφείλει να δώσει λόγο, όχι σε εμάς, αλλά στους συνεργάτες και τους αναγνώστες του περιοδικού γιατί διέσπασε το ΑΤΕΧΝΩΣ και ποια κίνητρα δικαιολογούν τις κινήσεις του. Και το κυριότερο, τι θεωρεί ότι εκπροσωπεί και υπερασπίζεται, στο όνομα του ΑΤΕΧΝΩΣ και από ποιον, ενεργώντας αυθαίρετα και πραξικοπηματικά». Από κει και πέρα πλεονάζει κάθε δικός μας σχολιασμός.
Δεν μας αιφνιδίασε και η παραμονή στην Εrtopen της εκπομπής «Στη δουλειά και στον αγώνα», που παρουσιάζει ο δημοσιογράφος και στέλεχος της συνδικαλιστικής οργάνωσης ΜΕΤΑ, Γιώργης Χρήστου. Στην ρεφορμιστική αντίληψη, η έννοια αλληλεγγύη έχει σχετική σημασία. Μεγαλύτερη βαρύτητα έχει να σου προσφέρεται ένα βήμα για να προπαγανδίσεις τις πολιτικές σου θέσεις, παρά να αντιδράσεις στις παρεμβάσεις που δέχτηκε ένα συνταξιδιώτης σου σε έναν ραδιοσταθμό.
Και φτάνουμε την ραδιοφωνική εκπομπή που παρουσίαζαν μέλη από την Κίνηση "Ενωμένοι ενάντια στον Ρατσισμό και την Φασιστική Απειλή". (ΚΕΕΡΦΑ).
Όπως ακριβώς αναμέναμε, στάθηκαν εντελώς αδιάφορα στην αντίδραση ατόμων και κινηματικών συλλογικοτήτων που κατάγγειλαν την συμπεριφορά της ηγεσίας της ΠΟΣΠΕΡΤ και εν τέλει αποχώρησαν από την Εrtopen και συνέχισαν απτόητοι να κάνουν ραδιοφωνικές εκπομπές. Δεν θα μπορούσαν δηλαδή παρά να ενδιαφερθούν για το «μαγαζάκι» τους, παραγνωρίζοντας οτιδήποτε άλλο.
Και ο πρώτος διδάξας αυτή την τακτική, δεν είναι άλλος παρά ο Συντονιστής της ΚΕΕΡΦΑ, Πέτρος Κωνσταντίνου. Να θυμίσουμε ότι στις περασμένες βουλευτικές εκλογές όταν κατέβαινε υποψήφιος με το ψηφοδέλτιο της ΑΝΤΑΡΣΥΑ-ΜΑΡΣ έκανε προσωπική πολιτική εκστρατεία (κάτι αδιανόητο για υποψήφιο αριστερού σχηματισμού), με αποστολή μαζικών μηνυμάτων σε κινητά τηλέφωνα και φωτογραφούμενος με μετανάστες πλαισιωμένους από πικέτες και πανό που διαφήμιζαν την υποψηφιότητά του.
Η περίπτωση στην οποία «πέσαμε από τα σύννεφα», για να χρησιμοποιήσουμε μια έκφραση του συρμού, ήταν του Νίκου Ξηρουδάκη που παρουσίαζε την εκπομπή «Ράδιο Παντιέρα».
Η επιλογή του να συνεχίσει την ραδιοφωνική του παρουσία και να αποχωρήσει μόνο όταν η ακροαματικότητα της Εrtopen είχε φτάσει στο ναδίρ με την εξαφάνισή της από την μπάντα των FM, περιοριζόμενη στην διαδικτυακή παρουσία, μας άφησε άφωνους. Και εκτός αυτού η ανυπαρξία οιασδήποτε καταγγελίας για τις ενέργειες της κλίκας Καλφαγιάννη από την ιστοσελίδα που διαχειρίζεται (pantiera.gr), μας κάνουν να δηλώσουμε αδυναμία για να σχολιάσουμε την στάση του.
Εμείς θέλουμε να θυμόμαστε τον Νίκο σαν έναν ανιδιοτελή αγωνιστή κομμουνιστή, με τον οποίον υπήρξαμε για χρόνια σύντροφοι και συνεργάτες σ’ αυτόν τον ιστότοπο, έναν δυναμικό μαχητή στον αγώνα μας για την κοινωνική απελευθέρωση. Τον Ν. Ξηρουδάκη της Εrtopen δεν τον αναγνωρίζουμε.
Σαν κατακλείδα θα μπορούσαμε να πούμε ότι σε εποχές καπιταλιστικής οικονομικής κρίσης που ταυτόχρονα είναι πολιτισμική και κρίση αξιών είναι αναμενόμενο να δοκιμάζονται τα πάντα. Και οι συντροφικές και οι προσωπικές σχέσεις.
Συχνά, λοιπόν, «έρχεται η στιγμή για ν’ αποφασίσεις με ποιους θα πας και ποιους θ’ αφήσεις», κι ανάλογα την επιλογή σου αναλαμβάνεις και την ευθύνη της πράξης σου. Διαλέγεις μετερίζι δηλαδή και τότε το "φαίνεσθαι" απογυμνώνεται για να παρουσιαστεί το "είναι".
Αφήνουμε τον Καβάφη να κλείσει την ανάρτησή μας:
«Κι αν δεν μπορείς να κάμεις την ζωή σου όπως την θέλεις,
τούτο προσπάθησε τουλάχιστον
όσο μπορείς: μην την εξευτελίζεις».
Δημοσίευση σχολίου