Του Γ. Γ.
«Οι μορφές των αστικών κρατών είναι εξαιρετικά ποικίλες, η ουσία τους όμως είναι μία: Ολα αυτά τα κράτη,
είτε έτσι είτε αλλιώς, μα σε τελευταία ανάλυση υποχρεωτικά,
είναι δικτατορία της αστικής τάξης».
Β. Ι. Λένιν: «Κράτος και Επανάσταση»
Η αστική δικτατορία της χώρας μας, από τα χρόνια ακόμα που επακολούθησαν μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση, θωρακίζει τους κατασταλτικούς της μηχανισμούς και το νομικό της οπλοστάσιο, για να αντιμετωπίσει την θανάσιμη απειλή που αντιμετώπιζε η κυριαρχία των αστών από τα μηνύματα που ερχόταν από την Σοβιετική Ενωση.
Είναι χαρακτηριστικό το παρακάτω απόσπασμα από ομιλία του Ελευθ. Βενιζέλου στην Πάτρα τον Οκτώβρη του 1920: «Δια της πολιτικής μας αυτής εθέσαμε τας βάσεις της στερεώσεως της κυριαρχίας μας εις τας νέας χώρας, προελάβομεν συγχρόνως τον κίνδυνον, ο οποίος θα ενεφανίζετο με τας νέας θεωρίας… τον κίνδυνον να ίδωμεν τους αγρότας, εργάτας της εξοχής και τους βιομηχανικούς εργάτας των πόλεων συνενούμενους δια να παραβώσιν ευχερώς το κράτος των νόμων, στρεφώμενοι εις το να σύσωσι τα θεμέλια αυτού».
Πέρα από τους πρωτοπόρους εργάτες και διανοούμενους, θύματα αυτής της αντίληψης ήταν και οι κομμουνιστές φαντάροι. Τα στρατευμένα παιδιά του λαού μας, που άρχιζαν να αποκτούν ταξική συνείδηση, αντιμετωπίστηκαν με εγκληματικό τρόπο από το αστικό κράτος, που στα πρόσωπα τους έβλεπε τον ταξικό εχθρό.
Τα όσα υπέφεραν οι κομμουνιστές φαντάροι που οδηγήθηκαν στον περιβόητο Πειθαρχικό Ουλαμό Καλπακίου (τον λεγόμενος και σαν «τάφο των ζωντανών»), ο οποίος άρχισε να λειτουργεί το 1924, παραμένοντας χώρος «σωφρονισμού» και «αναμόρφωσης» για μια ολόκληρη δεκαετία, είναι ανατριχιαστικά.
Οι στρατευμένοι νέοι κομμουνιστές, βρισκόμενοι σ’ αυτόν τον τόπο μαρτυρίου είχαν να αντιμετωπίσουν τέτοια καψόνια και βασανιστήρια, για να τους εξοντώσουν ψυχικά και σωματικά, που αρκετοί απ’ αυτούς δεν άντεξαν, έχασαν τα λογικά τους ή άφησαν εκεί την τελευταία τους πνοή.
(Σ’ αυτό το κολαστήριο πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της θητείας του και ο πρωτοκαπετάνιος του ΕΛΑΣ, Αρης Βελουχιώτης).
Όπως αναφέρει η διαταγή ίδρυσής του Ουλαμού οι κομμουνιστές φαντάροι και ναύτες απ’ όλες τις μονάδες έπρεπε να μεταφερθούν εκεί «διότι το μικρόβιον του κομμουνισμού εισέδυσεν ολεθρίως διά το εθνικόν φρόνημα εις τον Στρατόν».
Αρχικά η διοίκηση του Πειθαρχικού Ολαμού Καλπακίου είχε ανατεθεί σε ένα διεστραμμένο ανθυπολοχαγό, ένα πραγματικά ανθρωπόμορφο τέρας, με το όνομα Χρήστος Παπαχρήστου.
Γι’ αυτόν οι φαντάροι κρατούμενοι δεν θεωρούταν άνθρωποι, αλλά «πειθαρχούμενοι».
Επρεπε, λοιπόν, να «συμμορφωθούν». Με τις διαταγές του οι κομμουνιστές φαντάροι ήταν αναγκασμένοι για ώρες να ποτίζουν τηλεγραφόξυλα, με τους βασανιστές τους να φωνάζουν: "Αν αυτά ανθίσουν και βγάλουν κλαδιά, τότε θα γίνει κομμουνισμός στην Ελλάδα", να δουλεύουν ασταμάτητα στα ασβεστοκάμινα, να σπάνε πέτρες.
Δεν ξέρουμε ακριβώς πόσοι ακριβώς κομμουνιστές φαντάροι έχασαν την ζωή τους σ’ αυτό το κολαστήριο, άλλοι από φυματίωση και άλλοι από βασανιστήρια.
Ηταν τόσο κάθαρμα ο διοικητής του Ουλαμού Καλπακίου, Παπαχρήστου, που οι φρικαλεότητες του, όταν κάποια στιγμή είδαν την δημοσιότητα –έδενε φαντάρους για 24ωρα στα δέντρα και από τις βουρδουλιές των βασανιστών κάποιοι τρελάθηκαν κ.α- ανάγκασαν το αστικό κράτος να τον αντικαταστήσει το 1929, με τον εξ ίσου βίαιο ανθυπολοχαγό Φατούρο.
Αυτός πέρα απ’ ότι συνέχισε την τακτική του προκατόχου του, είχε την τάση να κατασκευάζει σκευωρίες και να στέλνει κομμουνιστές φαντάρους στα στρατοδικεία. Κατά την διάρκεια της θητεία του ξεχωρίζουν τρεις τέτοιες περιπτώσεις. Η πρώτη το 1929, η δεύτερη το 1930 και η τρίτη το 1933.
Για την δεύτερη δίκη που είναι και η πιο γνωστή η οποία ξεκίνησε σαν σήμερα 28 Νοέμβρη 1930 θα μιλήσουμε τώρα.
Ηταν πρώτη Σεπτέμβρη. Με διαταγή του διοικητή του Πειθαρχικού ουλαμού Φατούρου, αμέσως μετά το άθλιο μεσημεριανό συσσίτιο και αφού είχε προηγηθεί το πρωινό μαρτύριο για τους κομμουνιστές φαντάρους, έπρεπε οι «πειθαρχούμενοι» να ξαναπάνε για «πότισμα» τηλεγραφόξυλων.
Ενας απ’ αυτούς, ο Βλατάς, βλέποντας σύντροφο του να κάνει αιμόπτυση, διαμαρτυρήθηκε. Ο Φατούρος διατάζει να τον κλείσουν στο μπουντρούμι της απομόνωσης. Επικρατεί αναστάτωση και οι ένοπλοι φρουροί επιτίθενται στους κρατουμένους.
Το σκηνικό είχε στηθεί και το ψεύτικο κατηγορητήριο κατασκευάστηκε αμέσως. Τυλίγουν τους φαντάρους σε μια κόλα χαρτί και τους κατηγορούν ότι διέπραξαν τα αδικήματα της βιαιοπραγίας κατ’ ανωτέρου (του διοικητή Φατούρου),της ανυποταξίας και της εξύβρισης.
Στην δίκη που γίνεται σαν σήμερα στο Στρατοδικείο Ιωαννίνων οι φαντάροι Μαρκοβίτης, και Πανούσης καταδικάζονται σε θάνατο, ο Βλατάς και Γαμβέτας σε ισόβια, τρεις άλλοι φαντάροι σε πέντε χρόνια φυλακή κι ένας σε δυο χρόνια.
Πέρα απ’ αυτό καταδικάστηκαν όλοι σε πέντε χρόνια για εξύβριση του διοικητή της φυλακής Ακραίου (στα Γιάννινα), ενώ ο Μαρκοβίτης και σε άλλα οχτώ χρόνια για εξύβριση των στρατοδικών.
Αμέσως μετά την καταδίκη τους μεταφέρθηκαν στις φυλακές της Αίγινας.
Η απόφαση του Στρατοδικείου, καθώς και το γεγονός ότι κατά την διάρκεια της δίκης έγιναν γνωστά τα βασανιστήρια που γινόταν στο Καλπάκι, δημιούργησε ένα τεράστιο κίνημα συμπαράστασης στους καταδικασμένους μέσα και έξω από την Ελλάδα.
Τελικά εφτά καταδικασμένοι κομμουνιστές φαντάροι κάνουν έφεση κατά της απόφασης του Στρατοδικείου Ιωαννίνων.
Κατά την διάρκεια της εκδίκασης της που κράτησε τέσσερις μέρες στο Αναθεωρητικό Δικαστήριο Αθηνών, η οποία ξεκίνησε στις 12 Γενάρη του 1931, γίνονται δεκάδες συγκεντρώσεις στην Ελλάδα και στο εξωτερικό υπέρ των καταδικασμένων στρατιωτών.
Πέρα απ’ τις λαϊκές κινητοποιήσεις, δεκάδες προσωπικότητες –ανάμεσα τους οι Αϊνστάιν, Γληνός, Καζαντζάκης, Βάρναλης, Κορδάτος- υψώνουν φωνές διαμαρτυρίας.
Συνέπεια των κινητοποιήσεων εργατών και διανοουμένων ήταν τελικά να ανακληθούν οι θανατικές καταδίκες και να μειωθούν οι υπόλοιπες ποινές φυλάκισης.
«Οι μορφές των αστικών κρατών είναι εξαιρετικά ποικίλες, η ουσία τους όμως είναι μία: Ολα αυτά τα κράτη,
είτε έτσι είτε αλλιώς, μα σε τελευταία ανάλυση υποχρεωτικά,
είναι δικτατορία της αστικής τάξης».
Β. Ι. Λένιν: «Κράτος και Επανάσταση»
Η αστική δικτατορία της χώρας μας, από τα χρόνια ακόμα που επακολούθησαν μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση, θωρακίζει τους κατασταλτικούς της μηχανισμούς και το νομικό της οπλοστάσιο, για να αντιμετωπίσει την θανάσιμη απειλή που αντιμετώπιζε η κυριαρχία των αστών από τα μηνύματα που ερχόταν από την Σοβιετική Ενωση.
Είναι χαρακτηριστικό το παρακάτω απόσπασμα από ομιλία του Ελευθ. Βενιζέλου στην Πάτρα τον Οκτώβρη του 1920: «Δια της πολιτικής μας αυτής εθέσαμε τας βάσεις της στερεώσεως της κυριαρχίας μας εις τας νέας χώρας, προελάβομεν συγχρόνως τον κίνδυνον, ο οποίος θα ενεφανίζετο με τας νέας θεωρίας… τον κίνδυνον να ίδωμεν τους αγρότας, εργάτας της εξοχής και τους βιομηχανικούς εργάτας των πόλεων συνενούμενους δια να παραβώσιν ευχερώς το κράτος των νόμων, στρεφώμενοι εις το να σύσωσι τα θεμέλια αυτού».
Πέρα από τους πρωτοπόρους εργάτες και διανοούμενους, θύματα αυτής της αντίληψης ήταν και οι κομμουνιστές φαντάροι. Τα στρατευμένα παιδιά του λαού μας, που άρχιζαν να αποκτούν ταξική συνείδηση, αντιμετωπίστηκαν με εγκληματικό τρόπο από το αστικό κράτος, που στα πρόσωπα τους έβλεπε τον ταξικό εχθρό.
Οι στρατευμένοι νέοι κομμουνιστές, βρισκόμενοι σ’ αυτόν τον τόπο μαρτυρίου είχαν να αντιμετωπίσουν τέτοια καψόνια και βασανιστήρια, για να τους εξοντώσουν ψυχικά και σωματικά, που αρκετοί απ’ αυτούς δεν άντεξαν, έχασαν τα λογικά τους ή άφησαν εκεί την τελευταία τους πνοή.
(Σ’ αυτό το κολαστήριο πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της θητείας του και ο πρωτοκαπετάνιος του ΕΛΑΣ, Αρης Βελουχιώτης).
Όπως αναφέρει η διαταγή ίδρυσής του Ουλαμού οι κομμουνιστές φαντάροι και ναύτες απ’ όλες τις μονάδες έπρεπε να μεταφερθούν εκεί «διότι το μικρόβιον του κομμουνισμού εισέδυσεν ολεθρίως διά το εθνικόν φρόνημα εις τον Στρατόν».
Αρχικά η διοίκηση του Πειθαρχικού Ολαμού Καλπακίου είχε ανατεθεί σε ένα διεστραμμένο ανθυπολοχαγό, ένα πραγματικά ανθρωπόμορφο τέρας, με το όνομα Χρήστος Παπαχρήστου.
Γι’ αυτόν οι φαντάροι κρατούμενοι δεν θεωρούταν άνθρωποι, αλλά «πειθαρχούμενοι».
Επρεπε, λοιπόν, να «συμμορφωθούν». Με τις διαταγές του οι κομμουνιστές φαντάροι ήταν αναγκασμένοι για ώρες να ποτίζουν τηλεγραφόξυλα, με τους βασανιστές τους να φωνάζουν: "Αν αυτά ανθίσουν και βγάλουν κλαδιά, τότε θα γίνει κομμουνισμός στην Ελλάδα", να δουλεύουν ασταμάτητα στα ασβεστοκάμινα, να σπάνε πέτρες.
Δεν ξέρουμε ακριβώς πόσοι ακριβώς κομμουνιστές φαντάροι έχασαν την ζωή τους σ’ αυτό το κολαστήριο, άλλοι από φυματίωση και άλλοι από βασανιστήρια.
Ηταν τόσο κάθαρμα ο διοικητής του Ουλαμού Καλπακίου, Παπαχρήστου, που οι φρικαλεότητες του, όταν κάποια στιγμή είδαν την δημοσιότητα –έδενε φαντάρους για 24ωρα στα δέντρα και από τις βουρδουλιές των βασανιστών κάποιοι τρελάθηκαν κ.α- ανάγκασαν το αστικό κράτος να τον αντικαταστήσει το 1929, με τον εξ ίσου βίαιο ανθυπολοχαγό Φατούρο.
Αυτός πέρα απ’ ότι συνέχισε την τακτική του προκατόχου του, είχε την τάση να κατασκευάζει σκευωρίες και να στέλνει κομμουνιστές φαντάρους στα στρατοδικεία. Κατά την διάρκεια της θητεία του ξεχωρίζουν τρεις τέτοιες περιπτώσεις. Η πρώτη το 1929, η δεύτερη το 1930 και η τρίτη το 1933.
Για την δεύτερη δίκη που είναι και η πιο γνωστή η οποία ξεκίνησε σαν σήμερα 28 Νοέμβρη 1930 θα μιλήσουμε τώρα.
Ηταν πρώτη Σεπτέμβρη. Με διαταγή του διοικητή του Πειθαρχικού ουλαμού Φατούρου, αμέσως μετά το άθλιο μεσημεριανό συσσίτιο και αφού είχε προηγηθεί το πρωινό μαρτύριο για τους κομμουνιστές φαντάρους, έπρεπε οι «πειθαρχούμενοι» να ξαναπάνε για «πότισμα» τηλεγραφόξυλων.
Ενας απ’ αυτούς, ο Βλατάς, βλέποντας σύντροφο του να κάνει αιμόπτυση, διαμαρτυρήθηκε. Ο Φατούρος διατάζει να τον κλείσουν στο μπουντρούμι της απομόνωσης. Επικρατεί αναστάτωση και οι ένοπλοι φρουροί επιτίθενται στους κρατουμένους.
Το σκηνικό είχε στηθεί και το ψεύτικο κατηγορητήριο κατασκευάστηκε αμέσως. Τυλίγουν τους φαντάρους σε μια κόλα χαρτί και τους κατηγορούν ότι διέπραξαν τα αδικήματα της βιαιοπραγίας κατ’ ανωτέρου (του διοικητή Φατούρου),της ανυποταξίας και της εξύβρισης.
Στην δίκη που γίνεται σαν σήμερα στο Στρατοδικείο Ιωαννίνων οι φαντάροι Μαρκοβίτης, και Πανούσης καταδικάζονται σε θάνατο, ο Βλατάς και Γαμβέτας σε ισόβια, τρεις άλλοι φαντάροι σε πέντε χρόνια φυλακή κι ένας σε δυο χρόνια.
Πέρα απ’ αυτό καταδικάστηκαν όλοι σε πέντε χρόνια για εξύβριση του διοικητή της φυλακής Ακραίου (στα Γιάννινα), ενώ ο Μαρκοβίτης και σε άλλα οχτώ χρόνια για εξύβριση των στρατοδικών.
Αμέσως μετά την καταδίκη τους μεταφέρθηκαν στις φυλακές της Αίγινας.
Η απόφαση του Στρατοδικείου, καθώς και το γεγονός ότι κατά την διάρκεια της δίκης έγιναν γνωστά τα βασανιστήρια που γινόταν στο Καλπάκι, δημιούργησε ένα τεράστιο κίνημα συμπαράστασης στους καταδικασμένους μέσα και έξω από την Ελλάδα.
Τελικά εφτά καταδικασμένοι κομμουνιστές φαντάροι κάνουν έφεση κατά της απόφασης του Στρατοδικείου Ιωαννίνων.
Κατά την διάρκεια της εκδίκασης της που κράτησε τέσσερις μέρες στο Αναθεωρητικό Δικαστήριο Αθηνών, η οποία ξεκίνησε στις 12 Γενάρη του 1931, γίνονται δεκάδες συγκεντρώσεις στην Ελλάδα και στο εξωτερικό υπέρ των καταδικασμένων στρατιωτών.
Πέρα απ’ τις λαϊκές κινητοποιήσεις, δεκάδες προσωπικότητες –ανάμεσα τους οι Αϊνστάιν, Γληνός, Καζαντζάκης, Βάρναλης, Κορδάτος- υψώνουν φωνές διαμαρτυρίας.
Συνέπεια των κινητοποιήσεων εργατών και διανοουμένων ήταν τελικά να ανακληθούν οι θανατικές καταδίκες και να μειωθούν οι υπόλοιπες ποινές φυλάκισης.
Δημοσίευση σχολίου