“Αποτέλεσμα σκληρών συγκρούσεων”
Η επίθεση για την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης, δεν ήταν εύκολη υπόθεση, καθώς, όπως εξηγεί ο τότε επιτελάρχης 11ης Μεραρχίας ΕΛΑΣ, Θανάσης Παπαθανασίου, που υπήρξε αργότερα βουλευτής της ΕΔΑ, μέσα στην πόλη και όλη την γύρω περιοχή, εκτός από τους Γερμανούς δρούσαν και οι συμμορίες των Ταγμάτων Ασφαλείας που είχαν καταντήσει ο φόβος και ο τρόμος του πληθυσμού.
Η απελευθέρωση της πόλης δεν ήταν κάτι που έγινε ως εκ θαύματος. Ήταν το αποτέλεσμα σκληρών συγκρούσεων από τη μία μεριά ανάμεσα στο ΕΛΑΣ και τις άλλες εθνικοαπελευθερωτικές οργανώσεις, εναντίον των Γερμανών, οι οποίοι ήταν ασύγκριτα αριθμητικά υπέρτεροι και άριστα εξοπλισμένοι, και των συνεργατών τους, οι οποίοι στην περιοχή αυτή στην οποία κι εγώ θα αναφερθώ, στην περιοχή αυτή δρούσαν ο Δάγκουλας μέσα στην πόλη, που έστειλε στα στρατόπεδα εκτέλεσης, στα στρατόπεδα συγκέντρωσης, και στη Γερμανία και σε εκτελέσεις εκατοντάδες ανθρώπους εδώ, ήταν ο Πούλος ο οποίος δρούσε στην εκείθεν του Αξιού περιοχή και η ΠΑΟ η οποία αγκάλιαζε όλο τον χώρο της Κεντρικής Μακεδονίας μεταξύ του Στρυμώνα και του Αξιού.
Έτσι λοιπόν ο ΕΛΑΣ αντιμετώπιζε όχι μόνο τις εχθρικές δυνάμεις, αλλά και όλες τις άλλες δυνάμεις οι οποίες ήταν σημαντικές και οι οποίες δρούσαν κατά ένα τρόπο πιο έμπειρο απ΄ ότι οι Γερμανοί, διότι γνώριζαν πρόσωπα και πράγματα, τόπους κ.λπ.
Τα πλήγματα που καταφέρει ο ΕΛΑΣ κατά των γερμανικών τμημάτων είναι συνεχή. Οι σκληρότερες μάχες γίνονται στα ανατολικά της πόλης όπου οι δυνάμεις του 31ου Συντάγματος, κατορθώνουν, έχοντας και θύματα, να εκδιώξουν τους χιτλερικούς κατακτητές από τα Βασιλικά και στη συνέχεια από το αεροδρόμιο του Σέδες και τη Γεωργική Σχολή, ενώ άλλα τμήματα εισέρχονται από τους Καπουτζήδες, τη σημερινή Πυλαία και τη Χαριλάου. Παράλληλα, δυνάμεις των 13ου, 16ου και 19ου Συνταγμάτων του ΕΛΑΣ εκδιώκουν τους Γερμανούς από τα βόρεια της Θεσσαλονίκης και απελευθερώνουν την Άνω Πόλη ακόμη από τις 26 Οκτωβρίου, την ημέρα του Αγίου Δημητρίου. Ενώ η περικύκλωση της Θεσσαλονίκης ολοκληρώνεται από τα τμήματα του 50ου Συντάγματος του ΕΛΑΣ που δρούσε στα Πιέρια και τμήμα του ΕΛΑΝ, του ναυτικού των ανταρτών, ξεκινώντας από την Ιερισσό, καταλάμβανε τμήμα του λιμανιού.
Ο ΕΛΑΣ σώζει τις υποδομές της πόλης
Οι γερμανικές στρατιωτικές δυνάμεις που βλέπουν πλέον ότι είναι αδύνατη η παραμονή τους στη Θεσσαλονίκη, πριν υποχωρήσουν από την πόλη, ναρκοθετούν ζωτικούς χώρους της για να προκαλέσουν τη γενική παράλυση της ζωής της Θεσσαλονίκης. Έτσι προχωρούν σε δυο ανατινάξεις στο χώρο του λιμανιού. Κι ακόμη, επιχειρούν να ανατινάξουν το παγιδευμένο με εκρηκτικά κεντρικό υδραγωγείο της πόλης, στην περιοχή της Παναγίας Φανερωμένης και την Ηλεκτρική Εταιρία. Τους προλαβαίνει όμως τμήμα του 13ου Συντάγματος και τους τρέπει σε φυγή, σώζοντας έτσι το υδραγωγείο και την Ηλεκτρική, εξασφαλίζοντας την υδροδότηση και ηλεκτροδότηση της πόλης. Ενώ παράλληλα, λόχος του εφεδρικού ΕΛΑΣ μυλεργατών, που αποτελούνταν από 120 άτομα, κύκλωσε γερμανικό τμήμα που είχε υπονομεύσει τις σιταποθήκες και τους αλευρόμυλους Αλλατίνι και ετοιμάζονταν να τους ανατινάξει. Στην επιχείρηση διάσωσης του υδραγωγείου, πήρε μέρος ο Γιάννης Πατσακίδης που καταθέτει την πολύτιμη μαρτυρία του:
Με αυτό το δεδομένο, ότι οι Γερμανοί είναι οχυρωμένοι εκεί και με το δεδομένο, που έρχονταν με πληροφορία, ότι οι Γερμανοί θα ανατινάξουν την Ηλεκτρική Εταιρία, πήρανε δύο λόχοι εντολή να μπούνε μέσα στην πόλη σε διάταξη μάχης. Φτάσανε μέχρι την Ηλεκτρική Εταιρία, όντως εκεί συνάντησαν όχι αντίσταση αλλά μία εμφάνιση Γερμανών και μάλιστα τέσσερις Γερμανοί με τις μοτοσυκλέτες την ώρα που πηγαίνανε προς το Υδραγωγείο και ο δικός μας ο λόχος και μάλιστα η εμπροσθοφυλακή, η διμοιρία, τους πυροβόλησε και φύγανε οι Γερμανοί. Δηλαδή πιστεύω ότι αν δεν πρόφταινε η διμοιρία που πήγαινε προς το Υδραγωγείο, θα ανατίναζαν το Υδραγωγείο . Έχοντας δε υπόψη ότι τότε εκείνο ήταν για τη Θεσσαλονίκη το κύριο υδραγωγείο, θα έμενε η πόλη για πολύ καιρό χωρίς νερό.
«Χριστός Ανέστη»
Το μεσημέρι της 30ης Οκτωβρίου, η Θεσσαλονίκη είναι πλέον ελεύθερη ενώ ο καπετάνιος της Ομάδας Μεραρχιών Μακεδονίας του ΕΛΑΣ, Μάρκος Βαφειάδης, στέλνει στο Γενικό Αρχηγείο του ΕΛΑΣ τηλεγράφημα που άρχιζε ως εξής: «Τμήματά μας εισήλθον Θεσσαλονίκην σήμερον 3ην μετά μεσημβρίαν. Λαός Θεσσαλονίκης έξαλλος από ενθουσιασμόν διατρέχει οδούς πόλεως εναγκαλιζόμενος αντάρτες».Την ξεχωριστή εθνική έξαρση εκείνων των ημερών, ο Γιώργος Ιωάννου ο οποίος έζησε ως παιδί τη μεγάλη μέρα της απελευθέρωσης, την περιγράφει στη συλλογή πεζογραφημάτων «Το δικό μας αίμα»:
«Από την οδό της Αγίας Σοφίας κατέβαιναν, σαρώνοντας τις γειτονιές, τα παιδιά του Κουλέ Καφέ, του Αγίου Παύλου, της Ακρόπολης, της Κασσάνδρου. Το Τσινάρι, Εσκί-Ντελίκ, Προφήτης Ηλίας, Διοικητήριο κατέβαιναν τη Βενιζέλου. Από το Βαρδάρι πάλι ερχόταν, ξιπόλητη, ρακένδυτη, πειναλέα, σπαρταρώντας από ενθουσιασμό, η Ραμόνα, η Επτάλοφος, ο παλιός Σταθμός, η Νεάπολη, η Σταυρούπολη, ενώ αντίθετα, από ανατολικά κατάφταναν μέσα σε σκόνη και αλαλαγμό, με τρομπέτες, παντιέρες, λάβαρα και χωνιά η Τούμπα, η Αγία Φωτεινή, η Ευαγγελίστρια, η Τριανδρία, ακόμα και η τόσο μακρινή Καλαμαριά. Πλημμύρισαν δρόμοι και πλατείες. Πανζουρλισμός. Φιλιόμασταν, αγκαλιαζόμασταν, χαϊδευόμασταν, δεν ξέραμε τι λέμε από την ταραχή μας. Λέγαμε «Χριστός Ανέστη», λέγαμε «Ελευθερία», «Ποτέ ξανά». Σάμπως να ’ταν στο χέρι μας, αλλά έτσι νομίζεις σε τέτοιες στιγμές…», κατέληγε η περιγραφή του Γιώργου Ιωάννου.
Τις επόμενες μέρες, μετά την 30η Οκτωβρίου, η απελευθερωμένη πλέον Θεσσαλονίκη θα τις περάσει μέσα σε ήρεμο φαινομενικά κλίμα καθώς στην πόλη επικρατούσε απόλυτη τάξη που την τηρούσαν οι άνδρες της Πολιτοφυλακής του ΕΑΜ. Ο γιατρός Μιχαήλ Τσαβδαρίδης επισημαίνει:
"Το τάγμα το δικό μου, εγκαταστάθηκε στην παραλιακή περιοχή. Είχε ως περιοχή ελέγχου από το Ντεπό μέχρι το λιμάνι. Εγκαταστήσαμε φρουρές στο Ντεπό, στο λιμάνι, την Ηλεκτρική Εταιρία, στο Παπάφειο. Παντού βάλαμε φρουρές για να ελέγξουμε την εύρυθμη λειτουργία της πόλης".
Όμως, ενώ η ζωή στη Θεσσαλονίκη ήταν για ένα και πλέον μήνα ήρεμη και όλοι είχαν ριχτεί στη νέα μεγάλη μάχη για την ανοικοδόμηση, τον επισιτισμό και την ανόρθωση της πόλης, τα γεγονότα των Δεκεμβριανών στην πρωτεύουσα, έδειχναν ότι η μπόρα του Εμφυλίου πολέμου δεν θα αργούσε να ξεσπάσει. Και όπως αφηγήθηκε ο Νίκος Μπακόλας:
"Από κει και πέρα άρχισε η ζωή ήρεμη για αρκετές μέρες θα έλεγα, ήρεμα τα πράγματα. Ο κόσμος χαιρόταν την ελευθερία του. Δεν ήθελε να διακρίνει. Παρόλο που πρέπει να πω βέβαια, ότι το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού ήταν οργανωμένο τότε στο ΕΑΜ κλπ. Εντούτοις δεν υπήρξαν, για αρκετές μέρες τουλάχιστον, ούτε συγκρούσεις, ούτε παράπονα, ούτε θα έλεγα λογομαχίες, τίποτα. Το κακό άρχισε βέβαια, όταν άρχισαν τα Δεκεμβριανά στην Αθήνα".
Πέρασαν δεκαετίες από τότε. Η Θεσσαλονίκη αυτό το διάστημα γνώρισε ευχάριστες αλλά και δύσκολες στιγμές. Πέρασε τον αδελφοκτόνο εμφύλιο, είδε πολιτικές δολοφονίες, υπέστη τις συνέπειες της στρατιωτικής δικτατορίας και προσπαθεί δεκαετίες τώρα να ακολουθήσει ένα δρόμο ανάπτυξης και προόδου. Όμως ποτέ, όλη αυτή την μακρά περίοδο, δεν ξέχασε τα πέτρινα χρόνια της κατοχής και τις μεγαλειώδεις στιγμές της απελευθέρωσης. Ενώ τα διδάγματα εκείνης της ηρωικής περιόδου, παραμένουν όσο ποτέ άλλοτε επίκαιρα αυτές τις δύσκολες στιγμές που περνάει η χώρα και ο λαός μας.
Πηγή: του Σπύρου Κουζινόπουλου - edia-makedonia.gr
Δημοσίευση σχολίου