Αυτός ο αγώνας του πολιτικού κρατούμενου έχει απέναντι στο λαό ιδιαίτερη ηθική αξία, επειδή διεξάγεται από κάποιον που ρίσκαρε την ελευθερία του για την επαναστατικά υπόθεση, και τώρα με την απεργία πείνας ρισκάρει την ίδια του την ζωή. Έτσι το μήνυμα αντίστασης που στέλνει σπάει τον βασικό χαρακτήρα της φυλακής, την απομόνωση του από την κοινωνία, αποτελεί έμπρακτο παράδειγμα κατά τις αδράνειας, κατά της παθητικής αποδοχής της καταπίεσης, και γι’ αυτό συνεγείρει τη λαϊκή συμπάθεια και γεννά κίνημα αλληλεγγύης.
Η απεργία πείνας, ως στιγμή του κοινωνικού πολέμου, στην οποία αναδεικνύεται ατόφια η κοινωνική αντιπαράθεση, απεκδύεται ακόμα και τα ίδια της τα αιτήματα, προβάλλοντας την καθαρή συγκρουσιακή της ουσία. […]
Ακόμα και ο πολιτικός κρατούμενος που αναγκάστηκε να καταφύγει στην απεργία πείνας ως έσχατη λύση για να διατήρηση τη συνθήκη της ανθρώπινης ύπαρξης του, για τον οποίο κάθε μικρή νίκη, κάθε κερδισμένος από την εξουσία χώρος ανάσας έχουν τεράστια σημασία, για τον ίδιο έχει ζωτική σημασία ότι αντιτάχθηκε και σε αυτό το πεδίο στην εξουσία, ότι νίκησε την αδράνεια, ότι ένιωσε ζωντανός, ενεργός επαναστάτης, ότι επιβεβαίωσε την ταυτότητα του αυτή, ότι έστειλε έξω το μήνυμα ότι βρίσκεται στο ίδιο μετερίζι, ότι συνεχίζει να πιστεύει, να αντιστέκεται να παλεύει.
«Υπήρξαν τρομακτικά συνεπείς». Η φράση αυτή ταιριάζει απόλυτα στους απεργούς πείνας […], που αφού είδαν να τους κλείνουν κάθε δρόμο, αφού εξάντλησαν όλους τους τρόπους διαμαρτυρίας, αφού χρησιμοποίησαν όλες τις μορφές αντίστασης, κατέφυγαν στην έσχατη: Να χρησιμοποιήσουν ως όπλο το ίδιο τους το σώμα σε μια απεργία πείνας μέχρις εσχάτων, σε μια μορφή πάλης από την φύση της βίαιη, που αντιτάσσει στην κρατική βία της ταπείνωσης, του εξευτελισμού, της εξόντωσης, τη βία που αντιστρέφει τη φορά της, που στρέφεται απέναντι στον ίδιο τον εαυτό του επαναστάτη, στο γυμνό του σώμα, τελευταίο ανάχωμα και μετερίζι.
Αποφασισμένοι «να πεθάνουν για να ζήσουν» […]. Παλεύοντας με τα καλώδια, τα σωληνάκια, τους καθετήρες της αναγκαστικής σίτισης, μέχρι να τους καθηλώσουν δεμένους με ιμάντες στα κρεβάτια της φυλακής, ακροβατώντας στο έσχατο όριο, όταν η λέξη και η δράση έχουν εκλείψει, όταν διακύβευμα μόνο, ακραίο και τελευταίο, απομένει το γυμνό σώμα, που τρώει σιγά σιγά τις σάρκες του, καταναλώνει τον ίδιο του τον εαυτό, διαλύει τα ζωτικά του όργανα, κομματάκι κομματάκι, κάθε στιγμής ανεπίστρεπτης, που ξέρει πως ακόμα και αν επανέλθει πολλά από αυτά θα έχουν χαθεί, όταν η μόνη «τροφή» που το ζωογονεί είναι εκείνο το ακριβό μυστικό που αναδύεται από τα βάθη του είναι του: η ανυποταξία, η αξιοπρέπεια, η αίσθηση της Ιστορίας, οι σκιές των συντρόφων που έπεσαν στον ίδιο μακρύ αγώνα.
Οι πολιτικοί κρατούμενοι […] επωμίστηκαν το βάρος μιας ολόκληρης ιστορίας αγώνα, έβαλαν την ίδια τη ζωή τους ενέχυρο στην επαναστατική υπόθεση. Αν και πόσα από τα αιτήματά τους κέρδισαν· αυτό δεν έχει τόση σημασία. Εκείνο που μετρά, αυτό που μένει στην ιστορία για την απελευθέρωση του ανθρώπου είναι ότι στις πιο δύσκολες συνθήκες μπορείς να αντισταθείς και να νικήσεις, ότι μπορείς κάτω από το πελώριο βάρος του σωφρονιστικού κατασταλτικού μηχανισμού να μην λυγίσεις. Και για αυτό μεγάλη είναι η τιμή που τους αξίζει.
Iούλης 2012
Δημήτρης Κουφοντίνας
Δημοσίευση σχολίου