Αναδημοσιεύουμε ένα κείμενο που είχε γράψει στο blog μας ο κομμουνιστής δάσκαλος Κωνσταντίνος Παπλωματάς στις 30 Απρίλη του 2014. Ηταν ένας σύντροφος, από τα πιο δραστήρια μέλη του ΚΚΕ και του ΠΑΜΕ και Πρόεδρος του Συλλόγου Εκπαιδευτικών Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης Περιστερίου «Έλλη Αλεξίου», που δυστυχώς τον χάσαμε ένα χρόνο μετά, μόλις στα 50 του χρόνια, σε τροχαίο ατύχημα με την μηχανή του.
Πρωτομαγιά 1944: 200 παλληκάρια διάβηκαν το δρόμο των Ηρώων
Του Κωνσταντίνου Παπλωματά
«Για ποιο βαρύ σας κρίμα σας θερίζουνε/ Πρωτομαγιά σαν χλωρά στάχυα/ πίσω από 'να μαντρότοιχο γεμάτο χαμομήλια; / Για την πατρίδα εσείς στενάζατε/ κι ονειρευόσαστε τη λευτεριά της. /
Τέσσερις ώρες γάζωναν οι σφαίρες την καρδιά σας/ (... ) και πέφτοντας αμίλητοι κατά οκτάδες/ αγκάθινο στεφάνι μας φορέσατε/ χαλκά ζεματιστό στην εποχή μας/ να ντρέπεται αιώνια για τη φρίκη της/ και τα εγκλήματά της. /
Η οδός Φορμίωνος, οδός του Γολγοθά σας/ σπάρθηκε όλη με κόκκινα λουλούδια/ από το πλούσιο αίμα σας τ' αψύ/ που τα μαζεύομε μεσ' σε λευκά μαντήλια/ τη Λευτεριά να ράνομε που αργεί/ (... )».
(Ρίτας Μπούμη - Παπά: "Οι Διακόσιοι" - γραμμένο την 1/5/44, στην Ανάληψη Υμηττού).
Ξημέρωσε η Δευτέρα της Πρωτομαγιάς του 1944. Δέκα φορτηγά ξεκίνησαν από το στρατόπεδο του Χαϊδαρίου κουβαλώντας μελλοθάνατους στην Καισαριανή. Οι δυνάμεις της γερμανικής-φασιστικής κατοχής, σε αντίποινα για την εξόντωση ενός Γερμανού στρατηγού και του επιτελείου του στους Μολάους, αποφάσισαν την εκτέλεση στο Σκοπευτήριο της Καισαριανής 200 κομμουνιστών. Απ' αυτούς, περίπου 170 ήταν πρώην κρατούμενοι στην Ακροναυπλία και οι υπόλοιποι πρώην εξόριστοι στην Ανάφη,που η μεταξική δικτατορία τους είχε παραδώσει στους χιτλερικούς.
Ο δρόμος προς το Σκοπευτήριο γέμισε ρούχα και σημειώματα των μελλοθάνατων, γέμισε λεβεντιά, περηφάνια, κάλεσμα για αγώνα και εκδίκηση: «Πατερούλη, πάω για εκτέλεση, να 'σαι περήφανος για το μονάκριβο γιο σου. Ν' αγαπάς και να λατρεύεις την κορούλα σου και την αδερφούλα μου, κι οι δυο μεγάλοι άνθρωποι. Γεια, γεια πατερούλη». Αυτά έγραφε ο θρυλικός Ναπολέων Σουκατζίδης, στέλεχος του ΚΚΕ, Ακροναυπλιώτης, πρώην πρόεδρος του εργατικουπαλληλικού κέντρου Ηρακλείου.
Ο Ναπολέων Σουκατζίδης ήταν Ακροναυπλιώτης, φυλακισμένος στην Ακροναυπλια από το δικτατορικό καθεστώς του Μεταξά και παραδόθηκε, όπως όλοι οι κομμουνιστές και άλλοι αγωνιστές κρατούμενοι, στους Γερμανούς κατακτητές. Ετσι βρέθηκε στο Χαϊδάρι. Στην τελευταία πράξη της ζωής του επαναλαμβάνει ό,τι έκανε καθημερινά ως κρατούμενος. Φτάνει στην υπέρβαση. Του χαρίζεται η ζωή και εκείνος βάζει όρο: «Δέχομαι τη ζωή μόνο αν δεν μπει άλλος στη θέση μου», απαντά. Δεν το δέχτηκαν και κείνος επιλέγει ελεύθερα και συνειδητά το θάνατο. Στους Γερμανούς, εκεί στο Σκοπευτήριο, βροντοφωνάζει πως η Ελλάδα θα νικήσει και εκείνοι θα συντριβούν.
«Δε σας ξέχασα ποτές. Για σας και για τον ελληνικό λαό έδωσα τη ζωή μου. Σήμερα, 1η Μάη 1944, σας φιλώ για τελευταία φορά», γράφει ένας απ' τους εκτελεσθέντες που δεν αφήνει καν το όνομά του, μόνο το αρχίγραμμα «Α».
Ο εργάτης μεταλλουργός Σάββας Σαββόπουλος: «Ας μάθει όλη η Ελλάδα, δε χάσαμε την πίστη μας στην τελική νίκη της Σοβιετικής Ενωσης... Καμία δύναμη δε θα τσακίσει το ΚΚΕ. Το ΚΚΕ θα νικήσει. Καλώ τον αδελφό μου με σκληρή δουλειά να προσπαθήσει να ξεπλύνει το κακό που έκανε με τη δήλωση και την αδελφούλα μου να πάρει τη θέση μου στο ΚΚΕ».
Αδέλφια, γεια σας!
Στο Σκοπευτήριο της Καισαριανής οι 200 κομμουνιστές χωρίστηκαν ανά 20άδες για να στηθούν στον τοίχο. Ακούστηκαν δέκα φορές η ομοβροντία του εκτελεστικού αποσπάσματος και δέκα φορές οι χαριστικές βολές. Τα πτώματα μετέφεραν στα φορτηγά οι επόμενοι 20 που ήταν για εκτέλεση. Οι φωνές τους πάσχιζαν να καλύψουν τους ήχους των όπλων: «Αδέλφια, γεια σας!», «Ζήτω το ΚΚΕ! Ζήτω το ΕΑΜ! Ζήτω η Ελλάδα», «Εκδίκηση! Λευτεριά!», ενώ οι υπόλοιποι τραγουδούσαν μέχρι να έρθει η σειρά τους. Οι χοροί και τα τραγούδια είχαν ξεκινήσει από το Χαϊδάρι, την ώρα που φώναζαν τα ονόματα των μελλοθάνατων.
Στο πέρασμα των νεκρών κομμουνιστών, λένε οι μαρτυρίες, οι άντρες έβγαζαν τα καπέλα τους και οι γυναίκες έραναν με λουλούδια. Ολοι υποκλίνονταν στο μεγαλείο τους. Την επόμενη μέρα, ο λαός της Καισαριανής, αψηφά την τρομοκρατία και μετονομάζει το δρόμο που κύλησε το αίμα, την οδό Σκοπευτηρίου, σε «ΟΔΟ ΗΡΩΩΝ». Στους τοίχους του γράφεται το σύνθημα: «Αυτός ο δρόμος είναι ΔΡΟΜΟΣ ΗΡΩΩΝ. Τον διαβαίνουν οι λεβέντες του έθνους. Χτες 1 του Μάη τον διάβηκαν 200 παλικάρια».
Λίγες μέρες μετά το ΕΑΜ αναφέρει σε κάλεσμά του προς το λαό: «(...) Η φρικώδης και πρωτάκουστη τρομοκρατία που εξασκεί στην Ελλάδα ο καταχτητής με τη βοήθεια γερμανοράλληδων δεν είναι στην ουσία αντίποινα για τη δράση του ΕΛΑΣ εδώ και στην ύπαιθρο. Αυτό είναι απλή δικαιολογία. Γίνεται για να τρομοκρατηθεί ο λαός, να σταματήσει την αντίστασή του και να πραγματοποιήσουν ανενόχλητοι οι κατακτητές την επιστράτευση και τη ληστεία του τόπου μας.
ΑΘΗΝΑΙΟΙ ΠΑΤΡΙΩΤΕΣ,
Η στιγμή είναι κρίσιμη. Αν σκύψουμε το κεφάλι είμαστε χαμένοι. Τα θύματα του αγώνα είναι πολύ λιγότερα από τα θύματα της επιστράτευσης, από τα θύματα της πείνας. Οι κρεμασμένοι και τουφεκισμένοι ήρωες, τα καμένα μας χωριά φωνάζουν. Μην αφήστε τη θυσία μας να πάει χαμένη! Μην υποταχθείτε! Αγωνιστείτε για να μη γίνει η επιστράτευση. Αγωνιστείτε για τη ζωή σας. Εκδικηθείτε. Αγωνιστείτε για να σταματήσουν οι σφαγές».
«Για ποιο βαρύ σας κρίμα σας θερίζουνε/ Πρωτομαγιά σαν χλωρά στάχυα/ πίσω από 'να μαντρότοιχο γεμάτο χαμομήλια; / Για την πατρίδα εσείς στενάζατε/ κι ονειρευόσαστε τη λευτεριά της. /
Τέσσερις ώρες γάζωναν οι σφαίρες την καρδιά σας/ (... ) και πέφτοντας αμίλητοι κατά οκτάδες/ αγκάθινο στεφάνι μας φορέσατε/ χαλκά ζεματιστό στην εποχή μας/ να ντρέπεται αιώνια για τη φρίκη της/ και τα εγκλήματά της. /
Η οδός Φορμίωνος, οδός του Γολγοθά σας/ σπάρθηκε όλη με κόκκινα λουλούδια/ από το πλούσιο αίμα σας τ' αψύ/ που τα μαζεύομε μεσ' σε λευκά μαντήλια/ τη Λευτεριά να ράνομε που αργεί/ (... )».
(Ρίτας Μπούμη - Παπά: "Οι Διακόσιοι" - γραμμένο την 1/5/44, στην Ανάληψη Υμηττού).
Ξημέρωσε η Δευτέρα της Πρωτομαγιάς του 1944. Δέκα φορτηγά ξεκίνησαν από το στρατόπεδο του Χαϊδαρίου κουβαλώντας μελλοθάνατους στην Καισαριανή. Οι δυνάμεις της γερμανικής-φασιστικής κατοχής, σε αντίποινα για την εξόντωση ενός Γερμανού στρατηγού και του επιτελείου του στους Μολάους, αποφάσισαν την εκτέλεση στο Σκοπευτήριο της Καισαριανής 200 κομμουνιστών. Απ' αυτούς, περίπου 170 ήταν πρώην κρατούμενοι στην Ακροναυπλία και οι υπόλοιποι πρώην εξόριστοι στην Ανάφη,που η μεταξική δικτατορία τους είχε παραδώσει στους χιτλερικούς.
Ο δρόμος προς το Σκοπευτήριο γέμισε ρούχα και σημειώματα των μελλοθάνατων, γέμισε λεβεντιά, περηφάνια, κάλεσμα για αγώνα και εκδίκηση: «Πατερούλη, πάω για εκτέλεση, να 'σαι περήφανος για το μονάκριβο γιο σου. Ν' αγαπάς και να λατρεύεις την κορούλα σου και την αδερφούλα μου, κι οι δυο μεγάλοι άνθρωποι. Γεια, γεια πατερούλη». Αυτά έγραφε ο θρυλικός Ναπολέων Σουκατζίδης, στέλεχος του ΚΚΕ, Ακροναυπλιώτης, πρώην πρόεδρος του εργατικουπαλληλικού κέντρου Ηρακλείου.
Ο Ναπολέων Σουκατζίδης ήταν Ακροναυπλιώτης, φυλακισμένος στην Ακροναυπλια από το δικτατορικό καθεστώς του Μεταξά και παραδόθηκε, όπως όλοι οι κομμουνιστές και άλλοι αγωνιστές κρατούμενοι, στους Γερμανούς κατακτητές. Ετσι βρέθηκε στο Χαϊδάρι. Στην τελευταία πράξη της ζωής του επαναλαμβάνει ό,τι έκανε καθημερινά ως κρατούμενος. Φτάνει στην υπέρβαση. Του χαρίζεται η ζωή και εκείνος βάζει όρο: «Δέχομαι τη ζωή μόνο αν δεν μπει άλλος στη θέση μου», απαντά. Δεν το δέχτηκαν και κείνος επιλέγει ελεύθερα και συνειδητά το θάνατο. Στους Γερμανούς, εκεί στο Σκοπευτήριο, βροντοφωνάζει πως η Ελλάδα θα νικήσει και εκείνοι θα συντριβούν.
«Δε σας ξέχασα ποτές. Για σας και για τον ελληνικό λαό έδωσα τη ζωή μου. Σήμερα, 1η Μάη 1944, σας φιλώ για τελευταία φορά», γράφει ένας απ' τους εκτελεσθέντες που δεν αφήνει καν το όνομά του, μόνο το αρχίγραμμα «Α».
Ο εργάτης μεταλλουργός Σάββας Σαββόπουλος: «Ας μάθει όλη η Ελλάδα, δε χάσαμε την πίστη μας στην τελική νίκη της Σοβιετικής Ενωσης... Καμία δύναμη δε θα τσακίσει το ΚΚΕ. Το ΚΚΕ θα νικήσει. Καλώ τον αδελφό μου με σκληρή δουλειά να προσπαθήσει να ξεπλύνει το κακό που έκανε με τη δήλωση και την αδελφούλα μου να πάρει τη θέση μου στο ΚΚΕ».
Αδέλφια, γεια σας!
Στο Σκοπευτήριο της Καισαριανής οι 200 κομμουνιστές χωρίστηκαν ανά 20άδες για να στηθούν στον τοίχο. Ακούστηκαν δέκα φορές η ομοβροντία του εκτελεστικού αποσπάσματος και δέκα φορές οι χαριστικές βολές. Τα πτώματα μετέφεραν στα φορτηγά οι επόμενοι 20 που ήταν για εκτέλεση. Οι φωνές τους πάσχιζαν να καλύψουν τους ήχους των όπλων: «Αδέλφια, γεια σας!», «Ζήτω το ΚΚΕ! Ζήτω το ΕΑΜ! Ζήτω η Ελλάδα», «Εκδίκηση! Λευτεριά!», ενώ οι υπόλοιποι τραγουδούσαν μέχρι να έρθει η σειρά τους. Οι χοροί και τα τραγούδια είχαν ξεκινήσει από το Χαϊδάρι, την ώρα που φώναζαν τα ονόματα των μελλοθάνατων.
Στο πέρασμα των νεκρών κομμουνιστών, λένε οι μαρτυρίες, οι άντρες έβγαζαν τα καπέλα τους και οι γυναίκες έραναν με λουλούδια. Ολοι υποκλίνονταν στο μεγαλείο τους. Την επόμενη μέρα, ο λαός της Καισαριανής, αψηφά την τρομοκρατία και μετονομάζει το δρόμο που κύλησε το αίμα, την οδό Σκοπευτηρίου, σε «ΟΔΟ ΗΡΩΩΝ». Στους τοίχους του γράφεται το σύνθημα: «Αυτός ο δρόμος είναι ΔΡΟΜΟΣ ΗΡΩΩΝ. Τον διαβαίνουν οι λεβέντες του έθνους. Χτες 1 του Μάη τον διάβηκαν 200 παλικάρια».
Λίγες μέρες μετά το ΕΑΜ αναφέρει σε κάλεσμά του προς το λαό: «(...) Η φρικώδης και πρωτάκουστη τρομοκρατία που εξασκεί στην Ελλάδα ο καταχτητής με τη βοήθεια γερμανοράλληδων δεν είναι στην ουσία αντίποινα για τη δράση του ΕΛΑΣ εδώ και στην ύπαιθρο. Αυτό είναι απλή δικαιολογία. Γίνεται για να τρομοκρατηθεί ο λαός, να σταματήσει την αντίστασή του και να πραγματοποιήσουν ανενόχλητοι οι κατακτητές την επιστράτευση και τη ληστεία του τόπου μας.
ΑΘΗΝΑΙΟΙ ΠΑΤΡΙΩΤΕΣ,
Η στιγμή είναι κρίσιμη. Αν σκύψουμε το κεφάλι είμαστε χαμένοι. Τα θύματα του αγώνα είναι πολύ λιγότερα από τα θύματα της επιστράτευσης, από τα θύματα της πείνας. Οι κρεμασμένοι και τουφεκισμένοι ήρωες, τα καμένα μας χωριά φωνάζουν. Μην αφήστε τη θυσία μας να πάει χαμένη! Μην υποταχθείτε! Αγωνιστείτε για να μη γίνει η επιστράτευση. Αγωνιστείτε για τη ζωή σας. Εκδικηθείτε. Αγωνιστείτε για να σταματήσουν οι σφαγές».
Δημοσίευση σχολίου