Η υπουργός Παιδείας Νίκη Κεραμέως συνομίλησε διαδικτυακά με μαθητές από το 1ο Γενικό Λύκειο Άργους επισημαίνοντας μεταξύ άλλων ότι: "Ο συγκεντρωτισμός στην εκπαίδευση δε μας αρέσει καθόλου”.
Αναλυτικά ανάφερε: “Υπήρχε παραδοσιακά στη χώρα μας ένας πάρα πολύ μεγάλος συγκεντρωτισμός, ο οποίος ερχόταν στο Υπουργείο Παιδείας να αποφασίζει, δηλαδή, για τα πάντα ο Υπουργός Παιδείας . Μπορεί σε κάποιους αυτό να άρεσε, γιατί συγκέντρωνε εξουσίες αλλά σε εμάς δεν αρέσει καθόλου. Θεωρούμε ότι κάνει κακό στην εκπαίδευση, για αυτό προσπαθούμε στη κατεύθυνση της αποκέντρωσης. Όσο η λήψη απόφασης γίνεται σε επίπεδο σχολείου ή σε επίπεδο Διεύθυνσης Εκπαίδευσης, τόσο καλύτερο το εκπαιδευτικό μας σύστημα”.
Ο δούρειος ίππος της «αυτονομίας» των σχολείων και η αξιολόγηση
Αυτές οι δήθεν «αποκεντρωτικές» ιδέες ούτε νέες είναι ούτε ριζοσπαστικές. Από τη δεκαετία του 1990 η κυρίαρχη πολιτική επιδιώκει την ευθυγράμμισή της εκπαίδευσης στα δεδομένα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Στόχος η διαμόρφωση του ευέλικτου, «αποκεντρωμένου» σχολείου της αγοράς, που οικοδομείται πάνω στα ερείπια του σημερινού δημόσιου σχολείου. Ιδέες που προβλήθηκαν πριν από χρόνια όταν Υπουργός Παιδείας ήταν ο Γ. Παπανδρέου.
Κοινή στρατηγική γραμμή ανάμεσα στις προτάσεις του ΟΟΣΑ του ΣΕΒ και Κυβέρνησης – ΥΠΑΙΘ η αυτονομία σχολείων με ενίσχυση της αυτονομίας των διοικήσεων τους στη λήψη αποφάσεων για τη διαμόρφωση του προγράμματος και τη διαχείριση του προϋπολογισμού τους και πλήρης υπαγωγή στην τοπική αυτοδιοίκηση. Με αποτέλεσμα την αποκοπή του δημόσιου σχολείου από την κρατική χρηματοδότηση και τη δημιουργία σχολείων πολλών ταχυτήτων.
Η λεγόμενη αυτονομία της σχολικής μονάδας, η διαφοροποίηση στο ίδιο το περιεχόμενο του σχολείου, η μετατροπή των σχολείων σε οικονομικές μονάδες που θα προσπαθούν να εξασφαλίσουν το «ψωμί» τους μόνες τους (προφανώς από τους γονείς ή από κάποιους χορηγούς), η λεγόμενη «ελεύθερη επιλογή» του διδακτικού προσωπικού (που σημαίνει εδραίωση μηχανισμών ρουσφετιού), μαζί με την ενίσχυση του ρόλου της γονεϊκής επιλογής, της δυνατότητας δηλαδή των γονιών να επιλέξουν σχολείο, αποτελούν τη «χημεία» της αποδόμησης του δημόσιου χαρακτήρα του εκπαιδευτικού συστήματος.
Αποτέλεσμα της αξιολόγησης των σχολείων με βάση τις επιδόσεις των μαθητών, είναι και η διαφοροποίηση των προγραμμάτων τους.
Χαρακτηριστικό το παράδειγμα της Μ. Βρετανίας, όπου τα «καλά» σχολεία, διαφοροποιούνται από το αναλυτικό πρόγραμμα που ισχύει σε εθνική κλίμακα (national curriculum), ώστε να επιλέγουν οι μαθητές να κάνουν τις επιλογές μαθημάτων. Στις ΗΠΑ κυριαρχεί η λογική της περικοπής «δευτερευόντων μαθημάτων», όπως θεωρούν την αισθητική και τη φυσική αγωγή, προκειμένου να βρεθεί χρόνος για τη βελτίωση των επιδόσεων των μαθητών στα «προτυποποιημένα» τεστ γλωσσικών μαθημάτων.
Σε όλες τις χώρες, η αξιολόγηση συνδέεται με τη δημιουργία σχολείων πολλών ταχυτήτων, όπου τελικά είναι η ταξική προέλευση και οι οικονομικές δυνατότητες των μαθητών καθορίζουν τις επιδόσεις και τη σχολική τους πορεία.
Δημοσίευση σχολίου