Επικοινωνιακά λίφτινγκ
Από ΒΑΘΥ ΚΟΚΚΙΝΟ , Σάββατο 29 Νοεμβρίου 2025 | 12:46 π.μ.
Πηγή: Δρόμος της Αριστεράς
Από πλευράς κυβέρνησης Μητσοτάκη επιχειρείται ένα λίφτινγκ επικοινωνίας για να ξεπεράσει τη μεγάλη φθορά από τα σκάνδαλα, τη γενικευμένη διαφθορά, τη διάλυση υποδομών, την ακρίβεια. Έτσι στήνει πανηγύρια για τη «γεωπολιτική αναβάθμιση» της χώρας, και βρίσκει 1-2 δισ. για διάφορα επιδόματα-ελεημοσύνες (250 ευρώ σε συνταξιούχους, κι όχι όλους, επιστροφή 1 ενοικίου σε 900.000 ενοικιαστές). Δηλαδή μέτρα που είχαν ανακοινωθεί από καιρό. Μοιράζει υποσχέσεις για να δοθούν κάποια (λίγα) λεφτά επιδοτήσεων σε αγρότες και κτηνοτρόφους (όπου η οργή είναι μεγάλη). Τέλος, στήνει ένα σόου για «κοινωνική συμφωνία» με «επιστροφή των συλλογικών συμβάσεων» υπό την εποπτεία… του ΣΕΒ! Έρχονται και γιορτές και ελπίζει ότι κάπως θα κατευναστεί η δυσαρέσκεια και η οργή των πολιτών. Για να ξέρουμε όμως πού βρισκόμαστε: σε πρόσφατη δημοσκόπηση της GPO, η Ν.Δ. μετά βίας πλησιάζει το 25,4%, ενώ το 70,8% των πολιτών επιθυμεί μια διαφορετική κυβέρνηση, όποτε κι αν γίνουν οι εκλογές. Ο Μητσοτάκης τελεί υπό προθεσμία έως ότου αντικατασταθεί από κάποιον άλλο δελφίνο…
Από την άλλη πλευρά, της ανύπαρκτης αντιπολίτευσης, δεν υπάρχει καμία αντίδραση για τη νέα αμερικανική απόβαση στη χώρα και τις ειδικές στοχεύσεις της σε Θριάσιο, Ελευσίνα και άλλα λιμάνια. Αποδέχονται χωρίς αντιρρήσεις τη «στρατιωτική ζώνη Σένγκεν», δηλαδή την οικονομία πολέμου στην Ε.Ε. (που συμπεριλαμβάνει και την Ελλάδα), και ψιλοχαιρετίζουν την «κοινωνική συμφωνία» ΣΕΒ-ΓΣΕΕ-Κυβέρνησης (συλλογικές συμβάσεις μαϊμού σε μνημονιακό περιβάλλον και 13ωρο).
Τι υπάρχει στο στρατόπεδο αυτό; Αμηχανία στο ΠΑΣΟΚ, και στον ορίζοντα νέα κρίση στο εσωτερικό του, επειδή διεμβολίζεται και από τη Ν.Δ. και τις κινήσεις Τσίπρα. Η ίδια δημοσκόπηση (GPO) καταγράφει πως το 81,7% των ερωτηθέντων αξιολογεί αρνητικά και μάλλον αρνητικά το έργο του ΠΑΣΟΚ στη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Η ενεργοποίηση του Τσίπρα με τον θόρυβο πέριξ του βιβλίου του αποκτά μεγάλη δημοσιότητα, και μοιάζει με απόπειρα διάσωσης του κεντροαριστερού πυλώνα του συστήματος, ο οποίος κατακερματίζεται και γνωρίζει τη μία διάσπαση μετά την άλλη – ίσως και κονιορτοποίηση.
Ο επίσημος ΣΥΡΙΖΑ κατρακυλά στο 4%, ίσως και παρακάτω, ενώ οι περισσότεροι τρέχουν να συνταχθούν υπό τη «σκέπη Τσίπρα». Η Πλεύση Ελευθερίας βλέπει να μειώνονται τα ποσοστά της, ενώ το ΜέΡΑ25 κόβει ένα-δύο πλοκάμια του, νομίζοντας ότι θα ρεφάρει από δυσαρεστημένους του χώρου (αντιΤσιπρικούς). ΚΚΕ και Ελληνική Λύση μοιάζουν να διατηρούν τις δυνάμεις τους, με ελαφρές αυξομειώσεις των ποσοστών τους.
Κι όμως, η κοινωνία είναι εντελώς επιφυλακτική απέναντι σ’ αυτό το καρτελοποιημένο πολιτικό σύστημα· δεν συγκινείται από τα λίφτινγκ και τις επαναφορές διαφόρων πολιτικών προσώπων. Το πολιτικό σκηνικό είναι ρευστό ακριβώς επειδή υπάρχει αυτή η τεράστια απόσταση κοινωνίας και πολιτικού κομματικού συστήματος. Τι θα γίνει αν εμφανιστούν νέα μορφώματα και κόμματα; Είναι σίγουρο ότι μεταβαίνουμε σε μια κρίση πολιτικής αντιπροσώπευσης και σε μια αναδιάταξη του πολιτικού σκηνικού.
Ποια προβλήματα απασχολούν τους πολίτες, σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις; Ακρίβεια και χαμηλά εισοδήματα 63%, διαφθορά 16%, υγεία 5,1%, μεταναστευτικό 3,7%, εθνικά θέματα 3,6%, παιδεία 2,1%, ασφάλεια 1,9%. Είναι προφανές ότι από τα ερωτηματολόγια λείπουν θέματα όπως «δικαιοσύνη», «ατιμωρησία», «δημοκρατία», «περιφέρεια», «δημογραφικό» κ.λπ. Με απουσία και τέτοιων δεικτών δεν παρουσιάζεται επαρκώς ολόκληρη η πραγματικότητα της συνείδησης και της δυσφορίας που νοιώθει η συντριπτική πλειοψηφία της κοινωνίας. Άλλες δημοσκοπήσεις προσπαθούν να μαντέψουν την εμβέλεια και απήχηση που έχει η κα Καρυστιανού στην κοινωνία…
Ίσως αυτή η διάσταση, δηλαδή της κοινωνικής διαθεσιμότητας και αντιστράτευσης προς το υπάρχον πολιτικό σύστημα, να είναι ένα κλειδί για την ερμηνεία της πραγματικής κατάστασης και των τάσεων που αναπτύσσονται εντός του κοινωνικού σώματος – και μάλιστα οριζόντια, σε όλες τις μεριές της χώρας. Αυτός ο αποφασιστικός κοινωνικός δείκτης βρίσκεται πέραν του επικοινωνιακού λίφτινγκ της μεταπρατικής πολιτικής σκηνής και των κομμάτων που τη συναποτελούν…
17 Νοεμβρίου 1973: Η εξέγερση μέσα από τα δικαστικά ντοκουμέντα
Από ΒΑΘΥ ΚΟΚΚΙΝΟ , Παρασκευή 14 Νοεμβρίου 2025 | 11:40 π.μ.
Τα πρακτικά από τη δίκη των πρωταιτίων της σφαγής συνθέτουν την αλληλουχία των γεγονότων που οδήγησαν στο αιματοκύλισμα
Πηγή: Τάκης Κατσιμάρδος- Documento
Πρώτο θέμα στις εφημερίδες (όσες κυκλοφορούσαν) ήταν το μακελειό στο Πολυτεχνείο. Κάτω, χαρακτηριστικά στιγμιότυπα από την κατάληψη, όπως παρουσιάστηκαν στο «Βήμα»Το χρονικό του τετραήμερου 14-17 Νοεμβρίου 1973 έχει γραφεί και ξαναγραφεί, όπως άλλωστε συμβαίνει με τις μεγάλες ιστορικές στιγμές. Η εξέγερση του Πολυτεχνείου, με την ευρύτερη έννοια, δεν περιορίζεται, φυσικά, σε εκείνες τις ώρες. Κορυφώνεται με την κατάληψη, αλλά δεν τερματίζεται με το γκρέμισμα της πύλης από τα τανκς της χούντας.
Από τις γραπτές ή προφορικές μαρτυρίες που έχουν καταγραφεί ως χρονικά των γεγονότων ιδιαίτερη σημασία έχουν τα δικαστικά ντοκουμέντα στα οποία στηρίχτηκε η δίκη των υπευθύνων για τη σφαγή του Πολυτεχνείου (34 κατηγορούμενοι για 23 νεκρούς). Οσα συγκεντρώθηκαν κατά την ανακριτική διαδικασία και χρησιμοποιήθηκαν ως αποδεικτικό υλικό για τη σφαγή συγκροτούν, θα λέγαμε, το χρονικό της εξέγερσης με τα μάτια των δικαστικών της εποχής. Αν και όχι τόσο ορθάνοιχτα και με παρωπίδες στις γνωστές συνθήκες της μη αποχουντοποίησης του κρατικού μηχανισμού. Με βάση αυτά, όμως, έκριναν και καταδίκασαν στη μια ή την άλλη ποινή –ή και αθώωσαν– όσους (ελάχιστους) θεωρήθηκαν υπεύθυνοι ως φυσικοί ή ηθικοί αυτουργοί για τις ανθρωποκτονίες.
Χρονικογραφία από τα πρακτικά της δίκης
Η δίκη άρχισε στις 16 Οκτωβρίου 1975 στον Κορυδαλλό, στην ίδια αίθουσα των γυναικείων φυλακών όπου νωρίτερα είχαν δικαστεί και καταδικαστεί οι πρωταίτιοι για το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου 1967. Στα εδώλια κάθισαν 32 χουντικοί, ενώ πρόεδρος του Πενταμελούς Εφετείου Αθηνών ήταν ο Ι. Κουσουλός. Η ακροαματική διαδικασία θα διαρκέσει 57 μέρες (ολοκληρώθηκε στις 30 Δεκεμβρίου) και θα καταθέσουν συνολικά 237 μάρτυρες.
Το παραπεμπτικό βούλευμα (είχε εκδοθεί τον Αύγουστο του 1975) κάνει λόγο για 24 νεκρούς (το περίφημο πόρισμα Τσεβά τους υπολόγιζε σε 34) και 180-200 τραυματίες. Μετά τις δηλώσεις των κατηγορουμένων ο εισαγγελέας της έδρας Ν. Γανώσης εξαπολύει το «κατηγορώ» του. Θα επανέλθει κατά το τέλος της βιαστικής ακροαματικής διαδικασίας ακόμη δριμύτερος. Χαρακτηρίζει το Πολυτεχνείο «νέο χάνι της Γραβιάς». Αλλά ήταν, θα προσθέσει, και «γιορτή ό,τι έγινε μέσα κι έξω από το Πολυτεχνείο […]. Αλλά πλάκωσε και η τραγική νύχτα όχι μόνον για εκείνους που είχαν κλεισθή, αλλά και για τους άλλους για το σύνολον του λαού μας […] ο οποίος με πιασμένη ανάσα, περίμενε να ακούση το αποτέλεσμα του αγώνος των εγκλείστων και την νίκην!».
Με βάση, λοιπόν, όσα ακούστηκαν αποκλειστικά στην αίθουσα του Πενταμελούς για τα γεγονότα, τις καταθέσεις στο παραπεμπτικό βούλευμα αλλά και το πόρισμα που προηγήθηκε προχώρησαν οι δικαστικοί στην καταγραφή του χρονικού των γεγονότων:
Αρχές Νοεμβρίου: «Σταθερόν και αμετάθετον ήτο το σύνθημα μεταξύ του φοιτητικού κόσμου διά γνησίας και αδιαβλήτους αρχαιρεσίας (στους φοιτητικούς συλλόγους). Το αίτημα τούτο απετέλεσε την απαρχήν των αιματηρών γεγονότων του Πολυτεχνείου…».
14 Νοεμβρίου: Η κατάληψη από τις 6 μ.μ. της Τετάρτης είναι πλέον γεγονός. Μέχρι τα μεσάνυχτα 2.000-2.500 φοιτητές βρίσκονται στο προαύλιο και στις αίθουσες των σχολών. «Το βράδυ της Τετάρτης άρχισαν να γίνωνται συζητήσεις, αν θα έπρεπε να ζητηθούν γενικώτερες ελευθερίες. Πολλοί φοιτηταί έμειναν την νύκτα μέσα στο Πολυτεχνείο. Δηλαδή, στο σπίτι τους».
15 Νοεμβρίου: «Ξημέρωσε η Πέμπτη. Η ιδέα ότι έπρεπε να διεκδικηθή πληρέστερα η ελευθερία για τον ελληνικό λαό φούντωσε! Η ιδέα ότι το βιολογικό άνθος αυτού του λαού έπρεπε να βρίσκεται στην πρωτοπορία του αγώνος, τελικώς, επεκράτησε. Ετσι απεφάσισαν να μείνουν έγκλειστοι στο Πολυτεχνείο. Ποθούσαν την γενικήν ελευθερίαν! Την αποχώρησι από την αρχή, εκείνων που την είχαν υποτάξει βιαίως. Απεφάσισαν να μείνουν εκεί και βρήκαν τα μέσα […]. Μέχρι της στιγμής εκείνης η αστυνομία, υπό τον Χριστολουκά, δεν είχε προβή σε βίαιες ενέργειες. Αλλά από το βράδυ της Πέμπτης, άλλαξαν τα πράγματα. Ο πομπός του Πολυτεχνείου άρχισε να καλεί σε συμπαράστασιν τον λαόν».
16 Νοεμβρίου: «Μοιραίως από την Παρασκευή το πρωί, όλος ο λαός βρέθηκε μπρος στο Πολυτεχνείο. Εσπευσε προς συμπαράστασι των παιδιών και προσέφερε πλούσια, τρόφιμα, φάρμακα, χρήμα. Η αστυνομία το απόγευμα βρέθηκε προ αδυναμίας. Δεν μπορούσε να εκκενώσει το Πολυτεχνείο. Μπορούσε όμως να το έχη κάνη την Πέμπτη – αν και τότε ίσως δεν θα είχαμε ακόμη την έναρξι του αγώνος για την ανατροπή των τυράννων. Ετσι, θα γλίτωναν τα παιδιά που χάθηκαν και δεν θα υπήρχαν οι τόσοι τραυματίες. Κανείς δεν μπορεί να ισχυρισθή ότι ο Χριστολουκάς και ο Δασκαλόπουλος (διοικητές της αστυνομίας και της αστυνομικής διεύθυνσης Αθηνών) δεν μπορούσαν να εκκενώσουν το πολυτεχνείο την Πέμπτη. Στις 6 το βράδυ της Παρασκευής τα πράγματα άρχισαν να οξύνωνται…».
16-17 Νοεμβρίου: «Εκείνο το βράδυ ο στρατός έδρασε σε περιωρισμένη κλίμακα. Τα παιδιά του ελληνικού λαού, με τους αξιωματικούς και τα πληρώματα των αρμάτων, ουδ’ επί στιγμήν μπορούσαν να διανοηθούν ότι μπορούσαν να σκοτώσουν τ’ αδέλφια τους, τα παιδία τους, τους συγγενείς και φίλους τους.
Είχε προηγηθή ένα πραγματικό δράμα, της εκκενώσεως του Πολυτεχνείου: Εχουν σκοτωθεί παιδιά εκ μέρους αστυνομικών οργάνων. Εχουν θανατωθή Ελληνες από βλήματα που ερρίφθησαν από το υπουργείο Δημοσίας Τάξεως […]. Τους είδαν να πέφτουν στο πεζοδρόμιο από αστυνομικά χέρια. Πολλοί από τους δράστες έφεραν πολιτική αμφίεση, αλλά ευρίσκοντο κοντά στα αστυνομικά όργανα […]. Εφεραν τυφέκια και αυτόματα…».
17-18 Νοεμβρίου: «Από της 10ης πρωινής ώρας και μετέπειτα και κατά την Κυριακήν οι στρατιωτικοί, οι οποίοι επέβαιναν των κινουμένων εις τας οδούς της πόλεως των Αθηνών αρμάτων μάχης και τεθωρακισμένων αυτοκινήτων ή και άλλοι, τοποθετούμενοι εις άλλας θέσεις, έβαλον διά των όπλων των κατά διερχομένων πολιτών, χωρίς να συντρέξη νόμιμος περίπτωσις δικαιολογούσα την χρήσιν των όπλων» (από την απόφαση για την καταδίκη του Ιωαννίδη).
«Εξόρμηση» φοιτητών που γράφουν συνθήματα στο τρόλεϊ καλώντας τον λαό να αφυπνιστείγια να πέσει η χούντα – και όχι μόνο (Αρχείο ΕΡΤ)
Το πρώτο αίμα
«Την 16ην Νοεμβρίου ημέρα Παρασκευή, η τραγωδία του Πολυτεχνείου οδηγείται εις την αιματηράν της κατάληξιν. Τα διά του ραδιοσταθμού συνθήματα συγκινούν, προκαλούν και διεγείρουν μάζας λαού εις ομαδικάς συγκεντρώσεις. Κατά τας μεσημβρινάς ώρας πραγματοποιούνται αι πρώται μεγάλαι πορείαι προς την πλατείαν Ομονοίας και το Πολυτεχνείον διά των οδών Αιόλου, Σταδίου, Πανεπιστημίου, Πατησίων και Αλεξάνδρας.
Την 6ην μ.μ. ώραν μέγα πλήθος διαδηλωτών πορεύεται προς την πλατείαν Συντάγματος. Η πορεία του όμως ανακόπτεται υπό αστυνομικών και εις την συμβολήν των οδών Σταδίου, Δραγατσανίου και Κοραή επιχειρείται η βιαία διάλυσις των διαδηλωτών. Κατά την επακολουθήσασα συμπλοκήν ρέει το πρώτο αίμα…» (Από το παραπεμπτικό βούλευμα για τη σφαγή του Πολυτεχνείου).
Η έξοδος από το προαύλιο
«…Ομάς Αξιωματικών και άνδρες της δυνάμεως καταδρομών, ακολουθούντες το άρμα εισέρχονται εις το Πολυτεχνείον πυροβολούντες. Εντρομοι και εμβρόντητοι οι σπουδασταί κυριεύονται από την ενώπιον του εσχάτου κινδύνου φοβεράν αγωνίαν. Και άρχεται ακολούθως η έξοδος. Οι εγγύς της κατακρημνησθείσης πύλης ευρισκόμενοι εξέρχονται πρώτοι. Οι περισσότεροι, όμως, πηδούν εκ των παραθύρων και των κιγκλιδωμάτων. Υπό την πίεσιν πλήθους ανθρώπων καταρρίπτεται τμήμα των προς την οδόν Στουρνάρα κιγκλιδωμάτων. Και διά του δημιουργηθέντος ανοίγματος εξέρχονται οι σπουδασταί κατά μάζας. Κατευθύνονται προς όλα τα σημεία, απομακρυνόμενοι. Νέον, όμως, δι’ αυτούς αρχίζει μαρτύριον. Υβρεις κατ’ αυτών εκτοξεύονται και καταδιωκόμενοι βαναύσως κακοποιούνται…» (Από το πόρισμα του Δ. Τσεβά).
Το γκρέμισμα της πύλης
«Την 02.43 ώραν (ξημερώματα Σαββάτου 17 Νοεμβρίου) τάσσεται μικρά, ίσως 15λεπτος, προθεσμία εις τους σπουδαστάς διά να εξέλθουν. Μερικοί εκ των εγκλείστων ήρχισαν να απασφαλίζουν την είσοδον και τελικώς το επέτυχαν. Εδυσχεραίνετο όμως η έξοδος διότι όπισθεν της πύλης είχεν τοποθετηθή και ευρίσκετο αυτοκίνητον Μερσεντές. Και ενώ η μεν πρόθεσις των εγκλείστων προς έξοδον είχε καταστή εμφανής, προσπάθεια δε κατεβάλλετο διά την απομάκρυνσιν του φράσσοντας την πύλην αυτοκινήτου, ανυπόμονος Iλαρχος, αυτόθι ιστάμενος, απώλεσε την ψυχραιμίαν του και εν οργή ανεφώνησεν: “Τσογλάνια, ρεζιλεύετε το στράτευμα…” και αμέσως έδωσε την διαταγήν της εισόδου. Το άρμα εκινήθη μετά δυνάμεως, συνεκλόνισε την πύλην, κατέστρεψε τους μαρμάρινους κίονας της εισόδου, συνέτριψε και κατέρριψε την εξώθυραν και ακολούθως κυριολεκτικώς ισοπέδωσεν το προεκτεθέν αυτοκίνητον, εισελθόν εις βάθος 10 περίπου μέτρων εντός του προαυλίου του Πολυτεχνείου…» (Από το πόρισμα του Δ. Τσεβά, στο οποίο στηρίχτηκε το βούλευμα για την παραπομπή σε δίκη των δολοφόνων του Πολυτεχνείου).
Η σφαγή μετά την εισβολή
«Από παντού καταδιώκουν και κτυπούν (σ.σ.: όσους διέφευγαν από το Πολυτεχνείο). Εις την γωνίαν των οδών Τοσίτσα και Μπουμπουλίνας άνδρες της ΚΥΠ εν πολιτική περιβολή κτυπούν ανηλεώς και πυροβολούν κατ’ αυτών, ενώ εις το άνδηρον (σ.σ.: ταράτσα) ενός των αυτόθι κτιρίων έχουν εγκαταστήσει πολυβόλον. […] Εις τα άνδηρα των γύρω κτιρίων επισημαίνονται ελεύθεροι σκοπευταί. Εις το πανδαιμόνιον τούτο της εξόδου, των φωνών, των κραυγών, των οιμωγών, των καταδιώξεων και των πυροβολισμών έπεσαν οι περισσότεροι εκ του πλήθους των τραυματιών των αιματηρών γεγονότων. […] Συνελήφθησαν χίλια περίπου άτομα. […]
Η επιχείρησις του Πολυτεχνείου έληξε με άσματα των στρατιωτικών τμημάτων. Δεν ετερματίεται όμως εδώ η αιματηρά επέμβασις προς κατάπνιξιν της ελευθερίας και διατήρησιν του δικτατορικού καθεστώτος. Αστυνομικά όργανα πυροβολούν εν ψυχρώ ανυπόπτους διαβάτας, ενώ τα επί των κεντρικών οδών της πρωτευούσης κινούμενα άρματα μάχης σκορπίζουν τον θάνατο. Οι επ’ αυτών πυροβολιταί βάλλουν επί κινουμένων ανθρωπίνων στόχων. Οι επί του κτιρίου του ΟΤΕ, της οδού Πατησίων, εγκατεστημένοι στρατιώται πυροβουλούν προς πάσαν κατεύθυνσιν…»
(Από το βούλευμα των δικαστικών Κ. Βαδάκη, Αρ. Τούση, Ι. Κουσουλού, Χρ. Χριστοφορίδου και Ι. Πρεμέτη).
Δικαστική διερεύνηση και «λελογισμένη» αποχουντοποίηση
Το χρονικό μέσα από το εισαγγελικό κατηγορώ έχει καταρτιστεί και προσαρμοστεί κατά κάποιον τρόπο στην ποιότητα και την έκταση της αποχουντοποίησης που επέλεξε η κυβέρνηση Καραμανλή. Ελεγχόμενη, σταδιακή και περιορισμένη. Τους σχετικούς περιορισμούς, άλλωστε, καθρεφτίζει, όπως και στη δίκη των πρωταιτίων του πραξικοπήματος, ο μικρός αριθμός των κατηγορουμένων για ανθρωποκτονίες από πρόθεση και απόπειρες ανθρωποκτονιών, πρόκληση σε διάπραξη κακουργημάτων κ.ά. Τρεις πολύ γενικές παρατηρήσεις. Κατά το δικαστικό «κατηγορώ»:
1. Η αλλαγή της στάσης των δικτατορικών αρχών και των οργάνων τους αρχίζει καθώς συνδέονται αξεδιάλυτα τα φοιτητικά και λαϊκά αντιδικτατορικά αιτήματα. Αν και η σύνδεση είναι εμφανέστατη από την πρώτη στιγμή, ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα αυτή η επισήμανση. Την Πέμπτη, εκτός από τον ραδιοφωνικό σταθμό με τα συνθήματά του, εκδίδεται η πρώτη (και μοναδική) κοινή ανακοίνωση της Συντονιστικής Επιτροπής του Πολυτεχνείου.
Να υπενθυμιστεί ότι με εκείνη την ανακοίνωση το Πολυτεχνείο ανακηρυσσόταν σε κέντρο για την ανάπτυξη λαϊκών μαζικών κινητοποιήσεων για την ανατροπή της τυραννίας. Με διέξοδο μια γενική απεργία που θα ανέτρεπε τη χούντα.
2. Η αστυνομία μέχρι την Πέμπτη εμφανίζεται ότι απλώς παρακολουθεί την εξέλιξη των γεγονότων. Επιπλέον δεν επεμβαίνει, αν και μπορούσε να εκκενώσει το Πολυτεχνείο μέχρι την Παρασκευή.
Η τακτική αυτή θα τροφοδοτήσει τόσο κατά την εξέλιξη των γεγονότων όσο και αργότερα διάφορα σενάρια. Εδώ, σε συνδυασμό και με άλλες εισαγγελικές τοποθετήσεις, υιοθετείται η άποψη ότι η αλλαγή της στάσης της αστυνομίας, όπως και του στρατού, οφείλεται στον Ιωαννίδη που «εκμεταλλεύτηκε το Πολυτεχνείο για να πετύχει τους σκοπούς του. Η διαφοροποίηση της συμπεριφοράς των στρατιωτικών τμημάτων, πριν από τη 16η Νοεμβρίου και μετά από αυτήν είναι δική του δουλειά».
Από τις καταθέσεις πάντως προέκυψε σαφώς ότι η στρατιωτική επέμβαση είχε προετοιμαστεί από την έναρξη των γεγονότων.
3. Ο στρατός δρα περίπου υποδειγματικά όταν επεμβαίνει για την εκκένωση του Πολυτεχνείου. Πρόκειται ασφαλώς για εξόφθαλμο εξωραϊσμό των γεγονότων και θυσία της αλήθειας στις σκοπιμότητες της εποχής. Η αγριότητα συνολικά των δυνάμεων καταστολής αμβλύνεται.
Το κλειδί για την κατανόηση του χρονικού, όπως το περιέγραψε ο Ν. Γανώσης, είναι εκείνο το «μοιραίως». Από πολλούς ακούστηκε με τους πιο διαφορετικούς τρόπους. Μόνο που τίποτε δεν ήταν μοιραίο. Ούτε ο ηρωισμός των εξεγερμένων ούτε η βαρβαρότητα του στρατού και της αστυνομίας.
* Ο δημοσιογράφος Τάκης Κατσιμάρδος συμμετείχε ενεργά στο αντιδικτατορικό κίνημα ως φοιτητής της Φιλοσοφικής Αθήνας, συνελήφθη και βασανίστηκε επί χούντας ως μέλος της ΚΝΕ/ΑντιΕΦΕΕ και αποφυλακίστηκε με τη μεταπολίτευση τον Ιούλιο του 1974
** Αναδημοσιεύεται από το τεύχος #05 «Τα Αιρετικά – “Εδώ Πολυτεχνείο”. 20+4 μαρτυρίες & (αντι)θέσεις πρωταγωνιστών για την εξέγερση του Νοέμβρη 1973» που κυκλοφόρησε στις 18 Νοεμβρίου 2018
Μια ιστορία του Σαββόπουλου για τον Χατζιδάκι
Από ΒΑΘΥ ΚΟΚΚΙΝΟ , Παρασκευή 24 Οκτωβρίου 2025 | 7:56 μ.μ.
Πηγή: Έμυ Ντούρου - Documento
Όταν πριν από εννέα μήνες κυκλοφόρησε η αυτοβιογραφία του Διονύση Σαββόπουλου πολλοί σκεφτήκαμε ότι μέσω αυτής θέλησε να αποχαιρετήσει τον κόσμο που για δεκαετίες συμπορεύτηκε με το έργο του και ταυτόχρονα να κλείσει τους παλιούς λογαριασμούς. Από τις πρώτες κιόλας αράδες το βιβλίο «Γιατί τα χρόνια τρέχουν χύμα» (εκδ. Πατάκη) σε κάνει να μην θες να το αφήσεις απ’ τα χέρια σου. Πρόκειται για μια από καρδιάς εξομολόγηση στην οποία διατηρείται η χαρακτηριστική προφορικότητα του Σαββόπουλου (ο λόγος καταγράφηκε ηχητικά και έπειτα μεταφέρθηκε στο χαρτί) με το τάιμινγκ και τον γάργαρο ρυθμό που σφράγισαν τα τραγούδια του.
Σπανίως οι αυτοβιογραφίες δεν είναι αυτοαγιογραφικές, καθώς κυρίως όσοι έχουν μάθει να παίρνουν απλόχερα το «μπράβο» δύσκολα παραδέχονται δημόσια τις αδυναμίες και τα λάθη τους. Ωστόσο, ο Σαββόπουλος αφηγείται όλη του τη ζωή χωρίς φίλτρα ωραιότητας, μιλώντας για πράγματα που άλλοι ίσως να μην τολμούσαν να πουν.
Με αφορμή τον θάνατό του την περασμένη Τρίτη ανατρέχουμε στις σελίδες
του βιβλίου. Από εκεί προέρχεται και το απόσπασμα που ακολουθεί στο
οποίο περιγράφει τη λογοκρισία που υπέστη το «Μακρύ ζεϊμπέκικο για τον
Νίκο» που αναφέρεται στον Νίκο Κοεμτζή και όσα ακολούθησαν την
αιματοβαμμένη παραγγελιά στη «Νεράιδα» τον Φεβρουάριο του 1973.
«Όταν βγήκε το ’79 η “Ρεζέρβα”, το Υπουργείο έκοψε ολόκληρο το “Μακρύ
ζεϊμπέκικο για τον Νίκο”. Ε, το πείραξα λίγο και το ξανάστειλα,
Ανένδοτοι. Έπιασα και έκοψα πάλι κάτι από εδώ, κάτι από εκεί, αλλά το
απέρριψαν εκ νέου. Με διορθώσεις και πηγαινέλα, μετά από πολλά, μου
ζήτησαν να αφαιρέσω τη στροφή που λέει…
Καθώς διηγόταν τη ζωή του σε κουφούς
Θαρρούσα δεν θα αντέξω
Το δικαστήριο λειτουργούσε μέσα εκεί
Μα η δικαιοσύνη ήταν απέξω»
Όπως εξηγεί ο Σαββόπουλος οι στίχοι υπάρχουν στο ένθετο έντυπο που
βρίσκεται μέσα το άλμπουμ αλλά στη μείξη για τον δίσκο έπρεπε να το
αφαιρέσει και να βάλει στη θέση του «τον ήχο ταινίας που παίρνει στροφές
ανάποδα και δεν καταλαβαίνεις τίποτα». Την εποχή εκείνη ο Μάνος
Χατζιδάκις επέμενε να παίζει το τραγούδι στο Γ΄ Πρόγραμμα.
«…οπότε πήραν φωτιά τα τηλέφωνα απ’ το Υπουργείο και απειλούσαν θεούς και δαίμονες. Τρέχανε τρομαγμένοι στο γραφείο του Μάνου ο Δαβαράκης και οι άλλοι…
- Μάνο, πήραν απ’ το Υπουργείο και λένε ότι θα διατάξουν ανακρίσεις. Τι κάνουμε;
- Θα το ξαναπαίξετε και αύγιο, και αν σας πουν τίποτε, να τους πείτε ότι εγώ το ζήτησα, γιατί δεν το ξέγω και θέλω να το ακούσω για να διαμογφώσω πγοσωπική γνώμη.
- Τελείωσες;
- Ε, ναι, κύριε Χατζιδάκι, τελείωσα.
- Υπουγιέ, είσαι βλαξ!
- Και κρακ το τηλέφωνο. Ήταν γενναίος ο Μάνος. Τότε που με κράξανε όλοι στο “Κούρεμα”, βγήκε και με υπερασπίστηκε δημόσια. Σαν μέντορας που του θίξανε έναν μαθητή».
|
|
Η απείθαρχη Τζέιν Γκούντολ
Από giorgis , Παρασκευή 3 Οκτωβρίου 2025 | 11:25 μ.μ.
Τα τελευταία χρόνια χρησιμοποιούμε συχνά –ίσως συχνότερα απ’ όσο αντέχουμε– τη λέξη «επιδραστικός». Είναι χαρακτηριστικό της βιαστικής εποχής μας να δημιουργούμε ήρωες της μιας μέρας, οι οποίοι περνάνε σύντομα στα αζήτητα. Υπάρχουν και ήρωες όμως που είναι παντοτινοί. Μια τέτοια περίπτωση είναι η Τζέιν Γκούντολ η οποία έφυγε από τη ζωή προχτές σε ηλικία 91 ετών. Συνέβαινε κάτι ιδιαίτερο με την Γκούντολ. Η μορφή της για πολλούς από εμάς λειτουργούσε σαν χαραμάδα φωτός στο σκοτάδι που μας τυλίγει.
Σε έναν κόσμο όπου το μέτρο είναι το κέρδος, μας υπενθύμιζε ότι το να είμαστε βαθιά ανθρώπινοι δεν είναι αδυναμία, αλλά ο μόνος δρόμος που έχουμε. Ότι ο ένας χωρίς τον άλλο δεν είμαστε τίποτα, όπως και ότι η ανθρωπότητα δεν μπορεί να ευημερήσει αν δεν νοιάζεται για τη φύση. Η Γκούντολ με το παράδειγμα της ζωής της εδραίωσε τη θέση της γυναίκας ως επιστήμονα και έκανε την ανθρωπότητα να κατανοήσει ότι τα ζώα έχουν προσωπικότητα άρα και δικαιώματα. Και αυτό το έκανε στη βρετανική κοινωνία της δεκαετίας του 1960 η οποία ορμώμενη από το αποικιοκρατικό παρελθόν της είχε περισσότερες βεβαιότητες παρά απορίες σχετικά με τη λειτουργία του κόσμου.
Η Γκούντολ έδωσε φωνή σε όσους δεν είχαν και το έκανε διατηρώντας χαμηλούς τόνους. Χωρίς επικοινωνιακά κόλπα και ευκολίες, με πολλή δουλειά και ουσιαστική διάθεση για σύνδεση με τους άλλους είτε ήταν άνθρωποι είτε ζώα – άλλωστε γνώριζε καλύτερα απ’ όλους ότι είμαστε ένα ακόμη είδος.
Το 2000 είχε κυκλοφορήσει στα ελληνικά –είναι πλέον εξαντλημένο– το αυτοβιογραφικό βιβλίο «Στα χνάρια της ελπίδας» (εκδ. Ωκεανίδα, μτφρ. Άννα Παπασταύρου) το οποίο προέκυψε μέσα από τις συζητήσεις που είχε η κορυφαία Βρετανίδα πρωτευοντολόγος με τον Φίλιπ Μπέρμαν. Σε αυτό περιγράφει τη ζωή της από τα παιδικά της χρόνια –γεννήθηκε το 1934– κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκόσμιου πολέμου έως τo 1999 που πρωτοεκδόθηκε το βιβλίο. Η Γκούντολ ήδη από τότε έβλεπε καθαρά πού οδηγείται ο πλανήτης με την αλόγιστη ανθρώπινη παρέμβαση και τον υπερπληθυσμό. Μιλάει για τις στιγμές που απελπίστηκε στη σκέψη ότι «εμείς οι άνθρωποι δεν θα μπορέσουμε ποτέ να βγούμε από τον περιβαλλοντικό και κοινωνικό κυκεώνα που εμείς οι ίδιοι δημιουργήσαμε γύρω μας, για εμάς τους ίδιους αλλά και γι’ άλλες μορφές του πλανήτη μας», όπως σημειώνει.
Περιγράφει στο βιβλίο ποιες αποφάσεις την οδήγησαν στην Αφρική και πώς έφτασε στο Εθνικό Πάρκο Γκόμπε στην Τανζανία, όπου θα ζούσε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής της μελετώντας τους χιμπαντζήδες. «Ούτε μια μέρα δεν πέρασε χωρίς να μάθω κάτι καινούργιο και συγκλονιστικό για τους χιμπαντζήδες» λέει. «Αφού παρατηρούσα μια ομάδα χιμπαντζήδων ή ένα χιμπαντζή μόνο του, μερικές φορές κατέβαινα κάτω για να μαζέψω όποια τροφή είχε τύχει να φάνε κι έτσι, σταδιακά εξοικειώθηκα με το πεδίο τους. Και καθώς εγώ συναρμολογούσα σιγά σιγά, κομματάκι κομματάκι, τον τρόπο ζωής τους, εκείνοι απ’ τη μεριά τους συνήθιζαν σιγά σιγά τη θέα αυτού του παράξενου λευκού πιθήκου – αν και πέρασε σχεδόν ένας χρόνος, πριν μπορέσω να πλησιάσω τους περισσότερους σε απόσταση μικρότερη από ενενήντα μέτρα» θυμάται.
Σε άλλο σημείο του βιβλίου αναφέρει: «Εν τω μεταξύ μάθαινα όλο και περισσότερα για τους χιμπαντζήδες. Κι όσο τους γνώριζα προσωπικά, τους έδινα ονόματα. Δεν είχα ιδέα ότι αυτό, σύμφωνα με την ηθική τάξη των αρχών της δεκαετίας του 1960, ήταν ανάρμοστο – έπρεπε να τους έχω δώσει αριθμούς, που είναι πιο απρόσωποι». Η Γκούντολ περιέγραφε τις προσωπικότητές τους – κάτι αρκετά προκλητικό για εκείνη την περίοδο καθώς κυριαρχούσε η αντίληψη ότι μόνο οι άνθρωποι είχαν προσωπικότητα.
«Αλλά το ακόμα χειρότερο έγκλημα» συνεχίζει «ήταν ότι απέδιδα συναισθήματα παρόμοια με τα ανθρώπινα στους χιμπαντζήδες. Την εποχή εκείνη επικρατούσε η άποψη τουλάχιστον έτσι υποστήριζαν πολλοί επιστήμονες, φιλόσοφοι και θεολόγοι) πως μόνον ο άνθρωπος έχει μυαλό, μόνο ο άνθρωπος έχει το χάρισμα της λογικής σκέψης. Κι όταν τα έμαθα κάποια στιγμή, σκέφτηκα απλώς πως ήταν κουταμάρες και δεν έδωσα καμία σημασία».
Η Τζέιν Γκούντολ υπήρξε επί της ουσίας απείθαρχη σε ένα ολόκληρο σύστημα. Και σε αυτή τη στάση της οφείλουμε ένα σημαντικό μέρος του τρόπου που αντιλαμβανόμαστε τον κόσμο σήμερα.
Έμυ Ντούρου - Documento
Η αιώνια σαγήνη του «Φρανκενστάιν»
Από ΒΑΘΥ ΚΟΚΚΙΝΟ , Σάββατο 6 Σεπτεμβρίου 2025 | 12:15 π.μ.
Επιστρέφοντας στο σπίτι έψαξα να βρω τον «Φρανκενστάιν» στη μετάφραση της Ροζίτας Σώκου, που είχε κυκλοφορήσει για πρώτη φορά το 1979 από τον Κάκτο και επανεκδόθηκε πριν από δύο χρόνια. Ήθελα να το ξαναδιαβάσω στα ελληνικά εκείνης της εποχής δια χειρός της ευρυμαθέστατης δημοσιογράφου και μεταφράστριας που είχε καθημερινή επαφή με τους ανθρώπους των εφημερίδων, του θεάτρου, του κινηματογράφου και του μόχθου – πάντα αποτυπώνεται αυτό στα γραπτά κάποιου.
Στη μετάφραση της Σώκου η ιστορία ρέει σαν να την ακούς από φίλο. Ξεκινά με την πρώτη επιστολή του καπετάνιου Ρόμπερτ Ουόλτον που βρίσκεται στην Πετρούπολη προς την κυρία Σάβιλ στην Αγγλία, στην οποία της περιγράφει τι συνέβη στο ταξίδι του στον Αρκτικό Κύκλο, όταν πάνω σε ένα παγόβουνο είδε δύο άντρες. Ο ένας ήταν ο δόκτωρ Βίκτορ Φρανκενστάιν και ο άλλος το τέρας το οποίο πριν από καιρό δημιούργησε στο εργαστήριό του από μέλη νεκρών. Τι άραγε είχε στο μυαλό της η Σέλεϊ όταν το 1816 σε ηλικία μόλις 19 ετών έγραψε το βιβλίο που θα εδραίωνε την γκόθικ λογοτεχνία;
Η Ευρώπη με απαρχή τη Γαλλική Επανάσταση βρισκόταν σε αναβρασμό καθώς τα εθνικο-απελευθερωτικά κινήματα ήταν σε έξαρση. Ταυτόχρονα η Βρετανική Αυτοκρατορία ζούσε την παντοδυναμία της, ενώ είχαν αρχίσει να γίνονται αισθητές στην καθημερινότητα οι αλλαγές που έφερε η βιομηχανική επανάσταση. Στη σκέψη ήδη είχαν εδραιωθεί οι νέες τάσεις του κινήματος του ρομαντισμού. Ο λυρισμός και η φαντασία που μέχρι τότε είχαν υποχωρήσει μπροστά στον ορθολογισμό του Διαφωτισμού, γνώρισαν νέα άνθηση. Σε αυτό το πλαίσιο εκφράστηκε η ανάγκη για υπενθύμιση πως ο άνθρωπος παρά τα επιτεύγματά του, πάντα θα αποτελεί μέρος της φύσης και όχι κυρίαρχό της.
Σε αυτό το πλαίσιο δημιούργησε η Σέλεϊ, κόρη του πολιτικού φιλοσόφου Ουίλιαμ Γκόντγουιν και της φεμινίστριας συγγραφέως Μαίρης Ουόλστονκραφτ (δεν πρόλαβε να τη γνωρίσει καθώς πέθανε έντεκα μέρες μετά τη γέννησή της). Η Σέλεϊ η οποία μεγάλωσε με τον πατέρα της έλαβε εξαιρετικής ποιότητας και πολύ ευρείας σκέψης εκπαίδευση που της επέτρεψε να ανοίξει από νωρίς τα δικά της φτερά. Η γνωριμία της με τον ποιητή Πέρσι Μπις Σέλεϊ, τον οποίο παντρεύτηκε, υπήρξε καθοριστική.
Το 1816 ήταν η χρονιά δίχως καλοκαίρι. Χαρακτηρίστηκε έτσι γιατί κατά τη διάρκεια των καλοκαιρινών μηνών επικράτησε ηφαιστειακός χειμώνας, έπειτα από την έκρηξη του ηφαιστείου Ταμπόρα στην Ινδονησία το 1815. Αυτό είχε συνέπεια να μειωθεί η μέση παγκόσμια θερμοκρασία, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για το κρύο και τις σοδειές, αλλά και την πείνα που ακολούθησε.
Το ποίημα «Darkness» του λόρδου Μπάιρον αποδίδει το κλίμα των ημερών εκείνων που οι βροχές και οι κεραυνοί δεν είχαν σταματημό. Σε αυτό το περίεργο σκηνικό το ζεύγος Σέλεϊ επισκέφτηκε την Ελβετία και έγιναν γείτονες του Μπάιρον, στο πλευρό του οποίου ήταν ο γιατρός του Τζον Γουίλιαμ Πολιντόρι, ο οποίος τον συνόδευε στο ταξίδι του στην Ευρώπη. Στη βίλα του Μπάιρον στη λίμνη της Γενεύης ήταν που συναντήθηκαν οι τέσσερίς τους και έπειτα από προτροπή του λόρδου έγραψαν από μια ιστορία φαντασμάτων.
Ως γνωστόν τότε γεννήθηκε το «Vampyre» του Πολιντόρι, η βαμπιρική ιστορία που καθιέρωσε τον τύπο του σύγχρονου βρικόλακα και αποτέλεσε έμπνευση για άλλα αντίστοιχα έργα, μεταξύ των οποίων και ο «Δράκουλας» του Μπραμ Στόκερ το 1897. Η Σέλεϊ δημιούργησε την ιστορία που αργότερα με προσθήκες και αλλαγές θα γινόταν αυτό που ξέρουμε σήμερα ως «Φρανκενστάιν».
«Προσπάθησα να σκεφτώ μια ιστορία – μια ιστορία αντάξια εκείνων που μας είχαν παρακινήσει σε αυτό το έργο. Μια ιστορία που θα μιλούσε στους ανεξιχνίαστους τρόμους της ανθρώπινης φύσης μας και θα προκαλούσε φόβους ανατριχιαστικούς. Μια ιστορία που θα έκανε τον αναγνώστη να φοβάται αν κοιτάξει γύρω του, που θα έκοβε το αίμα του και θα επιτάχυνε τους χτύπους της καρδιάς του. Αν δεν τα κατάφερνα αυτά, η δική μου ιστορία με τα φαντάσματα θα ήταν ανάξια του ονόματός της» αναφέρει η Σέλεϊ στην εισαγωγή του βιβλίου το 1831.
Στην αρχή ήθελε να γράψει ένα ολιγοσέλιδο διήγημα. Ο Σέλεϊ όμως την πίεσε να αναπτύξει περισσότερο την ιστορία, η οποία αποτελεί ένα καίριο σχόλιο για τον τρόμο της εποχής απέναντι στην τεχνολογία και τη νέα γνώση που ανοίγεται στην επιστήμη (ολόκληρος ο τίτλος είναι «Φρανκενστάιν ή ο Σύγχρονος Προμηθέας»). Έναν αιώνα μετά, συγκεκριμένα το 1938, ο Χάουαρντ Φίλιπς Λάβκραφτ θα ανέφερε τον «Φρανκενστάιν» στο δοκίμιό του «Υπερφυσικός τρόμος στη λογοτεχνία» ως ένα από τα κλασικά έργα φρίκης όλων των εποχών.
Η συνομιλία μεταξύ ζωής και θανάτου και ο πειρασμός του ξυπνήματος των νεκρών, με ολέθρια πάντα αποτελέσματα, είναι μια θεματική με την οποία συχνά καταπιάνεται η λογοτεχνία του υπερφυσικού. O Στίβεν Κινγκ ο οποίος έχει δηλώσει τη βαθιά του αγάπη για τον «Φρανκενστάιν» αποτίνει φόρο τιμής στη Σέλεϊ (αλλά και στον Λάβκραφτ και τον ΜακΜάχεν) με το μυθιστόρημά του «Αναβίωση» (εκδ. Bell, μτφρ. Έφη Τσιρώνη), ενώ η επιρροή του έργου είναι εμφανής και στο «Νεκρωταφίο ζώων» (εκδ. Κλειδάριθμος, μτφρ. Έφη Τσιρώνη), ένα από τα πιο τρομακτικά και βαθιά πολιτικά βιβλία του.
Έμυ Ντούρου - Documento
Ο ρόλος των ζώων στην ανάπτυξη του καπιταλισμού
Από ΒΑΘΥ ΚΟΚΚΙΝΟ , Παρασκευή 8 Αυγούστου 2025 | 9:32 μ.μ.
Η σχέση του ανθρώπου με τα ζώα ήταν πάντα πολύπλοκη. Τα τελευταία χρόνια αρκετοί από εμάς θεωρούμε τα σκυλιά και τα γατιά μέλη της οικογένειάς μας. Ωστόσο με μεγάλη ευκολία καταναλώνουμε κρέας κάνοντας έναν σαφή αλλά όχι τόσο λογικό διαχωρισμό στο μυαλό μας, ώστε να συνεχίσουμε να ζούμε χωρίς ενοχές. Κατά καιρούς έχουμε χρησιμοποιήσει τα ζώα για ό,τι μας κατέβει στο κεφάλι. Η αλαζονική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία πέταξε τα λιοντάρια στις αρένες να κάνουν τη βρομοδουλειά κατασπαράζοντας δούλους και στασιαστές, στο Βιετνάμ έγιναν κατάσκοποι και βασανιστές, στη Φλόριντα –με τις ευλογίες του Ντόναλντ Τραμπ– οι αλιγάτορες σε λίγο καιρό θα εργάζονται ως φύλακες στο υπό κατασκευή κέντρο κράτησης μεταναστών.
Σε περιόδους ειρήνης τα σκυλιά εξασφαλίζουν την τροφή τους βοηθώντας τους τσοπάνους. Αυτά στην επαρχία. Στις πόλεις, μεταξύ άλλων, εργάζονται για την αστυνομία, αναζητώντας εμπόρους ναρκωτικών, όπλων και άλλες ευγενείς φυσιογνωμίες. Τα γαϊδουράκια στη Σαντορίνη όχι μόνο κουβάλησαν στην πλάτη τους τα υλικά για να χτιστούν τα σπίτια στην υπερτουριστική Καλντέρα, αλλά ακόμη και σήμερα αναγκάζονται να σηκώνουν το βάρος όσων θεωρούν αυτονόητο ότι τα άλλα πλάσματα υπάρχουν για να τους υπηρετούν.
Ο Μαρξ υποστήριζε πως ο μόχθος των ζώων δεν αποτελεί εργασία. Ο Άνταμ Σμιθ ωστόσο τα αναγνώριζε ως εργατικό δυναμικό. Σύμφωνα με τον διδάκτορα ιστορίας από το University of Toledo του Οχάιο, Τζέισον Χράιμπαλ, τα ζώα ανήκουν στην εργατική τάξη. Βασικά υποστηρίζει πως είναι υπερκμεταλλευόμενο μέρος της εργατικής τάξης και ότι είναι ικανά να αντισταθούν.
Με ιστορίες αντίστασης ξεκινά το βιβλίο του «Τα ζώα είναι μέρος της εργατικής τάξης» που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις Oposito σε μετάφραση του Βαγγέλη Τσίρμπα. Η διασκεδάστρια όρκα Κασάτκα βύθισε σκόπιμα τον εκπαιδευτή της στο νερό, ο ελέφαντας Μπέιμπ ποδοπάτησε τον εκπαιδευτή που του έμαθε να δίνει παραστάσεις στο τσίρκο, ο γορίλας Λιτλ Τζο απέδρασε από τον ζωολογικό κήπο της Βοστώνης και το πλήρωσε ακριβά. Όπως σημειώνει ο Χράιμπαλ, τα ζώα αντιστέκονται και τα ζωολογικά πάρκα το γνωρίζουν και λαμβάνουν τα μέτρα τους. Ακόμη κι έτσι, κάποια καταφέρνουν να το σκάσουν, όχι χωρίς να πληρώσουν το βαρύ κόστος της σύντομης ελευθερίας τους.
Από μικροί μαθαίνουμε ότι τα ζώα είναι κατώτερη μορφή ζωής και αργά ή γρήγορα υιοθετούμε μια μηχανιστική αντίληψη περί της φύσης τους, καθώς αυτή η οπτική είναι που μας συμφέρει. Το βιβλίο του Χράιμπαλ βασίζεται σε ένα άρθρο που δημοσιεύτηκε το 2003 στο ακαδημαϊκό περιοδικό «Labor History» και αυτό με τη σειρά του ξεκίνησε από τη διατριβή του την οποία εκπόνησε διερευνώντας τον ρόλο των ζώων στην ανάπτυξη του καπιταλισμού. Η πρωτογενής έρευνά του εστιάζει κυρίως στην περιοχή που εκτείνεται από τα βρετανικά νησιά έως την Αμερική και τα αποτελέσματα προκύπτουν από όσα εντόπισε στις εκθέσεις καταγραφής από τον 17ο έως τον 19ο αιώνα, δηλαδή την περίοδο των μαζικών περιφράξεων και της καταστροφής των κοινών.
Μέσα από τα στοιχεία που συγκέντρωσε ο Χράιμπαλ και μέσω των πηγών που παραθέτει καταλήγει στο συμπέρασμα ότι καμία ανθρώπινη επανάσταση δεν θα ήταν εφικτή αν από το πλάνο έλειπε η εργασία των ζώων. Όπως σημειώνει, «τα ζώα εργάστηκαν στα αγροκτήματα, τα εργοστάσια και τις πόλεις· οικοδόμησαν τον σύγχρονο κόσμο εξίσου με τους ανθρώπους». Και αυτό που προκύπτει τελικά είναι το ερώτημα αν και κάτω από ποιες συνθήκες μπορεί ο αγώνας για τα δικαιώματά τους να σταθεί δίπλα από τους αγώνες για τα ανθρώπινα δικαιώματα.
Πηγή: Έμυ Ντούρου - Documento
Όταν οι λαοί αντιδρούν: Από τη Μάλαγα στο Κιότο, η αγανάκτηση δεν γνωρίζει σύνορα
Από ΒΑΘΥ ΚΟΚΚΙΝΟ , Κυριακή 27 Ιουλίου 2025 | 8:47 μ.μ.
«Σκοτώνετε ανθρώπους και μετά πάτε διακοπές. Φύγετε από εδώ!»
Το περιστατικό αυτό προκάλεσε κύμα συμπαράστασης. Το μαγαζί «πήρε φωτιά» από πελάτες που εξέφρασαν αλληλεγγύη σε αυτή την πράξη αντίστασης.
Στο μακρινό Κιότο της Ιαπωνίας, ένας Ισραηλινός τουρίστας, πρώην στρατιωτικός νοσηλευτής, ρωτήθηκε στην υποδοχή του Wind Villa guesthouse αν έχει διαπράξει εγκλήματα πολέμου – απαιτήθηκε να υπογράψει δήλωση μη ενοχής για να μπορέσει να εισέλθει στο κατάλυμα.
«Δεν έχω εμπλακεί σε εγκλήματα πολέμου σύμφωνα με το διεθνές και ανθρωπιστικό δίκαιο… ούτε έχω διαπράξει επιθέσεις κατά αμάχων, βιασμούς, εκτοπισμούς ή λεηλασίες…»
Ο Ισραηλινός πρέσβης στην Ιαπωνία, Gilad Cohen, έστειλε αυστηρή επιστολή στον διοικητή της επαρχίας Κιότο, χαρακτηρίζοντας την κίνηση "φωτογραφική διάκριση" και "παραβίαση των νόμων περί ξενοδοχειακής ισότητας".
Το κατάλυμα δεν άλλαξε πολιτική. Οι υπεύθυνοι τόνισαν ότι η απαίτηση δεν σημαίνει αυτόματη άρνηση διαμονής, αλλά παραμένει υποχρεωτική για την είσοδο.
Μάλαγα - η αυθόρμητη απάντηση στη φρίκηΈνας εστιάτορας παίρνει θέση μπροστά στα εγκλήματα στο έδαφος της Γάζας. Το σκηνικό της οργής γίνεται viral, και η υποστήριξη του κόσμου δείχνει ότι αυτά δεν είναι τυχαία περιστατικά, αλλά κοινωνικές αποφάσεις.
- Από την Ισπανία έως την Ιαπωνία, η διεθνής εμπειρία δείχνει ότι η οργή απέναντι στο κράτος-εγκληματία δεν εκφράζεται μόνο διπλωματικά.
- Όχι "μίσος", αλλά δικαιοσύνη και αξιοπρέπεια: η αντίδραση απέναντι σε μια εξοντωτική πολιτική του Ισραήλ έχει πλέον φτάσει τόσο στις μικρές πινακίδες ως «μη επιθυμητός» όσο και στις μεγάλες αντιδράσεις.
- Και στις δύο περιπτώσεις, η κοινωνική αντίδραση –είτε με πελάτες που στηρίζουν είτε με πρεσβείες που αντιδρούν– υπερβαίνει την κρατική και δίνει φωνή στα θύματα της ατιμωρησίας.
Η έκρηξη της καθημερινής ανθρωπιάς είναι η ελπίδα.
🔗 Πηγές:
Η βασίλισσα της ζούγκλας
Από ΒΑΘΥ ΚΟΚΚΙΝΟ , Τρίτη 22 Ιουλίου 2025 | 1:04 μ.μ.
Η
ακοίμητη ηθοποιός είχε την κακή, κάλλιστη συνήθεια να μπαίνει στο μάτι
της εξουσίας και των σταγονιδίων που νοσταλγούσαν την εποχή του
Μουσολίνι. Στα πλαίσια της αριστερής οργάνωσης Soccorso Rosso («
Βιασμός από φασίστες
«Μπάστα», είπαν κάποια στιγμή οι φαιοχίτωνες. Μέχρι εδώ και μη παρέκει, σινιόρα. Είστε ενοχλητική και θα το πληρώσετε. Τον Μάρτιο του 1973, μία συμμορία από πέντε ένοπλους φασίστες που αποκαλύφθηκε ότι δρούσαν υπό την αιγίδα των χωροφυλάκων μπούκαραν οπλισμένοι στο σπίτι της Φράνκα, την απήγαγαν με ένα φορτηγάκι και την οδήγησαν σε ένα υπόγειο όπου ξεκίνησαν το θεάρεστο έργο τους.
Οι πέντε τραμπούκοι τη βίασαν ομαδικά, την έδειραν, την έκαψαν με τσιγάρα, τη χαράκωσαν με ξυράφια και, όταν πια βαρέθηκαν, την παράτησαν βασανισμένη σε ένα πάρκο. Η ατρόμητη ακτιβίστρια επέστρεψε στο σανίδι μετά από δύο μήνες οπλισμένη με μία σειρά από αντιφασιστικούς μονολόγους. Η Φράνκα Ράμε δεν σκόπευε να ζήσει φιμωμένη.
Το ταλέντο της στο γράψιμο ήταν αναμφισβήτητο. Στο στήθος της χτυπούσε εκκωφαντικά η καρδιά ενός λιονταριού. «Φτάνει πια με τους φασίστες», κραύγαζε από σκηνής. Τον βιασμό της τον αποκάλυψε πάνω από το πάλκο, σε μία παράσταση στην πόλη Λούκα της Τοσκάνης το 1975. Ο αδιαπραγμάτευτος αγώνας της για δικαίωση οδήγησε σε σύλληψη των υπόπτων, οι οποίοι ομολόγησαν την αποτρόπαια πράξη τους 15 χρόνια αργότερα.«Κάναμε ό,τι κάναμε με οδηγίες κάποιων αξιωματικών της καραμπινιερίας», αποκάλυψαν. «Όταν τους ενημερώσαμε ότι η δουλίτσα έγινε, αυτοί έστησαν τρικούβερτο γλέντι στο γραφείο. ‘Καιρός ήταν, η παλιοπουτάνα’, έλεγαν». Τα αδικήματα είχαν στο μεταξύ παραγραφεί και οι εγκληματίες έμειναν ατιμώρητοι.
Η
ασυμβίβαστη Φράνκα Ράμε προσχώρησε στο κομμουνιστικό κόμμα της Ιταλίας
το 1967. Αφορίστηκε από το Βατικανό για βλασφημία,
κηρύχθηκε persona non grata
«Δικό της το Νόμπελ»
Η Ράμε εξελέγη το 2006 στη Σύγκλητο ταγμένη στην καταπολέμηση της διαφθοράς με το κόμμα «Η Ιταλία των Αρχών», αλλά έλαβε μόλις 24 ψήφους όταν προτάθηκε από τον Αντόνιο ντι Πιέτρο για την Προεδρία της Ιταλικής Δημοκρατίας στα 77 της χρόνια. Τέσσερα χρόνια αργότερα, πρωτοστάτησε μαζί με τον Ντάριο Φο στην Κίνηση για Επανίδρυση του Κομμουνιστικού Κόμματος.
Βρισκόταν, όμως, στο λυκόφως της ζωής της. Η Φράνκα Ράμε, μία ακοίμητη λέαινα του ανθρωπισμού, της αξιοπρέπειας, του εργατικού κινήματος και της αριστεράς, κοιμήθηκε παντοτινά στις 29 Μαΐου 2013.
Το τελευταίο –και πιο απρόσμενο- παράσημο της το φόρεσε στο στήθος ο ίδιος ο Ντάριο Φο. «Οφείλω να σας εξομολογηθώ, ότι τα περισσότερα έργα που φέρουν το όνομά μου τα έγραψε εκείνη», είπε στην κηδεία της συντρόφου του ο διάσημος θεατρικός συγγραφέας. «Η ματαιοδοξία μου δεν μου επέτρεψε να το παραδεχθώ νωρίτερα. Το Νόμπελ που κέρδισα το 1997 της ανήκει»!
Ο Ντάριο Φο έφυγε για να συναντήσει τη φλογερή γυναίκα της ζωής του, την κατάξανθη βασίλισσα της ιταλικής ζούγκλας, τον Οκτώβριο του 2016, στην τρυφερή ηλικία των 90 ετών. Και εγώ, τώρα τελευταία, δεν αισθάνομαι πολύ καλά. Αλλά θα τα ξαναπούμε σύντομα.
Πηγή: Νίκος Παπαδογιάννης - Documento
Η Σούζαν Σόνταγκ για το σοκ της εικόνας
Από giorgis , Παρασκευή 4 Ιουλίου 2025 | 10:45 μ.μ.
Έπειτα από πολλά χρόνια που ήταν εξαντλημένο το δοκίμιο «Αντιμέτωποι με τον πόνο των άλλων» της Σούζαν Σόνταγκ (1933-2004) κυκλοφορεί και πάλι στα ελληνικά, από τις εκδόσεις Gutenberg σε μετάφραση της Χριστίνας Παπαδοπούλου – για πρώτη φορά είχε εκδοθεί στη χώρα μας πριν από 22 χρόνια από τις εκδόσεις Scripta σε μετάφραση του Σεραφείμ Βελέντζα. Σε αυτό η σπουδαία Αμερικανίδα διανοήτρια μελετά τον τρόπο που επιδρούν μέσα μας οι σκηνές βίας τις οποίες προσλαμβάνουμε μέσα από φωτογραφίες και βίντεο. Αυτό που η ίδια αναρωτιέται είναι αν λαμβάνοντας τόση υπερπληροφόρηση με τέτοιου είδους αποτυπώσεις αναπτύσσουμε εν τέλει ενσυναίσθηση ή καταλήγουμε όλο και πιο απαθείς.
«Η δυνατότητα που έχουμε να γινόμαστε θεατές των συμφορών οι οποίες πλήττουν άλλες χώρες συνιστά μια κατεξοχήν σύγχρονη εμπειρία. Πρόκειται για το αποτέλεσμα ενάμιση και πλέον αιώνα προσφοράς όλων εκείνων των συστηματικών, εξειδικευμένων περιηγητών που συνηθίζουμε να αποκαλούμε δημοσιογράφους. Σήμερα ο πόλεμος έχει μπει –με εικόνα και ήχο– στο σαλόνι μας» γράφει η Σόνταγκ, η οποία τονίζει τη σημασία του να καταγγέλλει κανείς τη δυστυχία αντί απλώς να την αναγνωρίζει μέσα από τις καταγραφές της.
Όπως σημειώνει: «Οι φωτογραφίες εξασφαλίζουν μια πλασματική εγγύτητα στα βάσανα των άλλων, εγγύτητα η οποία υπαινίσσεται πως, μεταξύ εκείνων που υποφέρουν κάπου μακριά –και προβάλλονται σε κοντινό πλάνο από την οθόνη της τηλεόρασης– και των προνομιούχων θεατών, αναπτύσσεται κάποιος δεσμός, κάτι που στην πραγματικότητα δεν ισχύει, θολώνοντας περαιτέρω την αληθινή μας σχέση με την εξουσία. Εφόσον αισθανόμαστε συμπόνια, θεωρούμε πως δεν έχουμε μερίδιο ευθύνης σε ό,τι είναι αυτό που προξένησε τη δυστυχία. Ο οίκτος που νιώθουμε είναι ένδειξη όχι μόνο της αθωότητας, αλλά και της αδυναμίας μας».
Η Σόνταγκ ανοίγει το βλέμμα της σε μια ευρεία –χρονικά και γεωγραφικά– περιοχή. Αναφέρεται στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και στο πώς έγινε αντιληπτό εκ των υστέρων το μέγεθος της καταστροφής που προκάλεσε· στον Ισπανικό Εμφύλιο από τον οποίο ξεκινά στην ουσία η καταγραφή των πολέμων, με αφετηρία τη φωτογραφία που τράβηξε ο Ρόμπερτ Κάπα από τον στρατιώτη των Δημοκρατικών τη στιγμή που δέχεται εχθρικά πυρά· στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, στον εμφύλιο της Ρουάντα, στον πόλεμο στη Βοσνία, στην επίθεση στους Δίδυμους Πύργους, στον βομβαρδισμό αμάχων στη Λωρίδα της Γάζας.
Θίγει επίσης το ζήτημα της σύνδεσης του πολέμου με το θέαμα, μέσα από τη φράση που έχει επικρατήσει μεταξύ των δημοσιογραφικών κύκλων: «το αίμα πουλάει». Αναφέρεται επίσης στον τρόπο που ως σύγχρονοι καταναλωτές εικόνας έχουμε εκπαιδευτεί να αντιμετωπίζουμε ως αναπαράσταση κάτι που συμβαίνει γεωγραφικά μακριά μας άρα σαφώς απαιτεί λιγότερη συναισθηματική εμπλοκή από μέρους μας. Το βιβλίο της Σόνταγκ παραμένει επίκαιρο κυρίως σε μια χρονική συγκυρία που κατακλύζεται από την εικόνα. Και μάλιστα αποκτά ιδιαίτερο ενδιαφέρον στην εποχή των social media που οι εικόνες από την ισοπεδωμένη Γάζα εναλλάσσονται τυχαία και με φρενήρεις ρυθμούς στην οθόνη μας με selfies σε παραλίες, φωτογραφίες με γατάκια και βίντεο με συνταγές.
Πηγή: Έμυ Ντούρου - Documento
Ωδή στην Λιλή Ζωγράφου
Από ΒΑΘΥ ΚΟΚΚΙΝΟ , Πέμπτη 19 Ιουνίου 2025 | 9:32 μ.μ.
Κάπνιζε σαν φουγάρο, ταξίδευε διαρκώς, αγαπούσε τις γάτες και τα σκυλιά, λάτρευε και λατρευόταν· φυλακίστηκε, νοσηλεύτηκε σε ψυχιατρική κλινική, παντρεύτηκε τρεις φορές, αποπειράθηκε να αυτοκτονήσει άλλες τρεις, την ίδια στιγμή που ομολογούσε πως ο φόβος κάνει τον άνθρωπο μικρό. Περπάτησα πολύ μέσα στα βιβλία της, ξεκουραζόμουν και αναστατωνόμουν, συγχρόνως, στο Επάγγελμα Πόρνη και τη Συβαρίτισσα, στην Αγάπη (που) Άργησε μια Μέρα και την Αντιγνώση, όπως και επιστρέφω σε αυτά, κάθε φορά που η περιρρέουσα γίνεται χαοτική. Στην αλήθεια των πιο πολιτικών και ταυτόχρονα ερωτικών λόγων της έβρισκα ανέκαθεν και το δικό μου κέντρο βάρους. Την αγαπώ παράφορα, επειδή συνέθεσε σε μια συναρπαστικά θαυμαστή ενότητα το ονειρικό υλικό των ακραίων αντιθέσεων από το οποίο ήταν φτιαγμένη.
Χαριτίνη Ξύδη -f/b
Χοσέ Μουχίκα: Φυλακή, προεδρία, προοδευτικές μεταρρυθμίσεις και λιτή ζωή – Η πορεία του «φτωχότερου προέδρου στον κόσμο»
Από ΒΑΘΥ ΚΟΚΚΙΝΟ , Τετάρτη 14 Μαΐου 2025 | 1:10 μ.μ.
«Ήταν μία πολύ επιτυχημένη προεδρία. Εκείνα τα χρόνια, ο Πέπε (σ.σ ο Χοσέ Μουχίκα) έγινε… σούπερ σταρ στη μικρή χώρας της Ουρουγουάης. Την έβαλε στον χάρτη για πολλούς ανθρώπους», δήλωσε ο Πάμπλο Μπρούμ, ιθύνων νους για τη συγγραφή βιβλίου σχετικά με τον πρώην πρόεδρο της χώρας, ο οποίος έφυγε χθες από τη ζωή.
Ο Μουχίκα, πρόεδρος της Ουρουγουάης από το 2010 έως το 2015, ήταν ένας από τους πολιτικούς που ήρθαν στην εξουσία τα χρόνια της «αριστερής παλίρροιας», όπως τη χαρακτήρισαν, ακολουθώντας την Αργεντινή, τη Βραζιλία, τη Χιλή και αλλού στη Λατινική Αμερική στις αρχές του αιώνα.
Του πιστώνεται η οικονομική έκρηξη, η αύξηση των ξένων επενδύσεων και η μείωση της φτώχειας στο μικρό νοτιοαμερικανικό έθνος με περισσότερους από 3 εκατομμύρια κατοίκους, αποφεύγοντας παράλληλα τα σκάνδαλα διαφθοράς. Οι προοδευτικές πολιτικές του περιλάμβαναν τη νομιμοποίηση των αμβλώσεων, της μαριχουάνας και των γάμων μεταξύ ατόμων του ιδίου φύλου, καθώς και την επανεγκατάσταση προσφύγων πολέμου από το Αφγανιστάν.
Ήταν μόλις 8 ετών όταν πέθανε ο πατέρας του. Μεγάλωσε μέσα στο ανθοπωλείο της μητέρας του και πολύ γρήγορα «ένιωσε εξοργισμένος από το χάσμα μεταξύ πλουσίων και φτωχών και γοητευμένος από την επανάσταση στην Κούβα αναζήτησε την πολιτική αλλαγή μέσω του αντάρτικου», έλεγαν οι παλαιοί σύντροφοί του.
«Στις αρχές της δεκαετίας του 1960, ο Μουχίκα ήταν ανάμεσα σε πολλούς νέους που θεωρούσαν τον ένοπλο αγώνα από επιθυμητό έως αναπόφευκτο», δήλωσε ο Μπρουμ.
Ο Μουχίκα εντάχθηκε στο Εθνικό Απελευθερωτικό Κίνημα, μια επαναστατική ομάδα ευρέως γνωστή ως Tupamaros. Τα μέλη της πραγματοποίησαν βομβιστικές επιθέσεις, ληστείες τραπεζών και απαγωγές και το 1969 κατέλαβαν για λίγο την πόλη Πάντο της Ουρουγουάης. Δεν κατάφεραν ποτέ να καταλάβουν την εξουσία και το 1970 ο Μουχίκα συνελήφθη μετά από ανταλλαγή πυροβολισμών με την αστυνομία κατά την οποία τραυματίστηκε σοβαρά.
Αφού ανάρρωσε, ο Μουχίκα συμμετείχε σε μια τολμηρή απόδραση από τη φυλακή. Οι συγκρατούμενοι του Tupamaros κατασκεύασαν μια σήραγγα μήκους 130 μέτρων σε ένα σπίτι απέναντι από τη φυλακή, η οποία επέτρεψε στον Μουχίκα και σε 105 άλλους αντάρτες να αποδράσουν.
Αλλά οι περισσότεροι συνελήφθησαν γρήγορα. Ο πρώην πρόεδρος της Ουρουγουάης ξυλοκοπήθηκε και βασανίστηκε, και πέρασε τόσο πολύ χρόνο στην απομόνωση που έγινε φίλος με μυρμήγκια, βατράχια και αρουραίους.
Ο Μουχίκα «πέρασε αυτά τα χρόνια στη φυλακή προσπαθώντας να μορφωθεί, προσπαθώντας να κατανοήσει το πολιτικό σύστημα, τον κόσμο, αλλά και να καταλάβει ποιος ήταν», λέει ο Μαουρίτσιο Ραμπουφέτι, ένας Ουρουγουανός δημοσιογράφος που έγραψε τη βιογραφία του.
Αποφυλακίστηκε το 1985. Μέχρι τότε, η δικτατορία της Ουρουγουάης είχε τελειώσει και εκλέχθηκε δημοκρατική κυβέρνηση.
Με αυτόν τον τρόπο, λέει ο Ραμπουφέτι, «βοήθησε να διασφαλιστεί ότι η Ουρουγουάη θα γινόταν μια σταθερή χώρα με ισχυρούς θεσμούς. Κατάλαβε ότι οι Ουρουγουανοί δεν ήθελαν μάχη αλλά, μάλλον, ειρήνη και σταθερότητα».
Σε αυτή τη μετάβαση βοήθησε η αίσθηση του χιούμορ του Μουχίκα, ο λαϊκός τρόπος και ο λιτός τρόπος ζωής του, που τον έκαναν αγαπημένο των ΜΜΕ. Κοντός, με γκρίζα μαλλιά και συχνά ατημέλητος, έδινε συνεντεύξεις πίνοντας μάτε, στο μικρό αγροτόσπιτό του έξω από την πρωτεύουσα, το Μοντεβιδέο, όπου ο ίδιος και η σύζυγός του καλλιεργούσαν λουλούδια.
«Είναι ένα πολύ απλό σπίτι φτιαγμένο από τούβλα ή τσιμεντόλιθους», είπε ο Ραμπουφέτι. «Η στέγη είναι φτιαγμένη από λαμαρίνα. Υπάρχει μια μικρή κουζίνα, μια κρεβατοκάμαρα και ένα μπάνιο, και μπορείς να τα δεις όλα από την μπροστινή πόρτα».
Για πολλούς μέσους Ουρουγουανούς, οι οποίοι είχαν βαρεθεί τους πομπώδεις πολιτικούς και την κυβερνητική διαφθορά, ο Μουχίκα έμοιαζε περισσότερο με έναν από αυτούς. Εξελέγη στο κοινοβούλιο το 1994, διορίστηκε υπουργός κτηνοτροφίας, γεωργίας και αλιείας το 2005 και, τέσσερα χρόνια αργότερα, κέρδισε την προεδρία.
Ωστόσο, ακόμη και τη στιγμή του μεγαλύτερου θριάμβου του, τη νύχτα των εκλογών του 2009, ο 74χρονος τότε εκλεγμένος πρόεδρος αρνήθηκε να πανηγυρίσει. Αντ’ αυτού, ζήτησε συγγνώμη από τον ηττημένο υποψήφιο επειδή χρησιμοποίησε κάποια σκληρή ρητορική κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας και δεσμεύτηκε: «Αύριο, θα περπατήσουμε μαζί».
Το υψηλό αξίωμα δεν άλλαξε πολύ τον Μουχίκα. Απέφυγε την επίσημη κατοικία του στο Μοντεβιδέο για την ερειπωμένη φάρμα του με τα λουλούδια. Αντί για την προεδρική αυτοκινητοπομπή, συχνά πήγαινε στη δουλειά με το Volkswagen Beetle του 1987. Ντυνόταν άνετα και δώριζε σχεδόν όλο τον μισθό του σε φιλανθρωπικές οργανώσεις.
Η λιτότητά του δεν ήταν τέχνασμα. Ο Μουχίκα πίστευε ότι οι πολιτικοί πρέπει να ζουν όπως οι μέσοι άνθρωποι και συχνά δήλωνε ότι οι ευκατάστατοι στον κόσμο πρέπει να τα βγάζουν πέρα με λιγότερα. Στη Σύνοδο Κορυφής για τη Γη στο Ρίο ντε Τζανέιρο το 2012, είπε ευθέως στους αντιπροσώπους: «Ο υπερκαταναλωτισμός είναι αυτό που καταστρέφει τον πλανήτη».
Στα χρόνια της δύσης του, καθώς ο κόσμος πολωνόταν περισσότερο, ο Μουχίκα κοίταξε πίσω στο δικό του εξτρεμιστικό παρελθόν με απογοήτευση και υποστήριξε τη μετριοπάθεια.
«Στον δικό μου κήπο, δεν φυτεύω πλέον τους σπόρους του μίσους», είπε σε ομιλία του το 2020, ανακοινώνοντας την απόσυρσή του από την ενεργό πολιτική. «Η ζωή μου έδωσε ένα σκληρό μάθημα … ότι το μίσος απλώς μας κάνει όλους πιο ηλίθιους».
Η ζωή και ο θάνατος του Πιερ Πάολο Παζολίνι
Από ΒΑΘΥ ΚΟΚΚΙΝΟ , Παρασκευή 9 Μαΐου 2025 | 8:43 μ.μ.
Πηγή: Εμυ Ντούρου - Documento
Προδημοσίευση από το νέο βιβλίο του Γιάννη Η. Παππά το οποίο έρχεται να προστεθεί στην πολύ σημαντική έρευνα που έχει κάνει έως τώρα ο Ελληνας συγγραφέας και μελετητής του Παζολίνι.
Ποιητής, πεζογράφος, σεναριογράφος, σκηνοθέτης, ηθοποιός, θεατρικός συγγραφέας, γλωσσολόγος, μεταφραστής, δοκιμιογράφος, ζωγράφος, αμφισβητίας. Ο Παζολίνι υπήρξε η ενσάρκωση του ουμανιστικού προτύπου. Στις 2 Νοεμβρίου συμπληρώνονται 50 χρόνια από την άγρια δολοφονία του. Ο Γιάννης Η. Παππάς, συγγραφέας και μελετητής του έργου του Ιταλού διανοούμενου (τον μελετά από το 1982), συγκέντρωσε και μετέφρασε μερικά σημαντικά κείμενα που αφορούν την προσωπικότητά του, τα οποία δημοσιεύονται για πρώτη φορά στα ελληνικά στην έκδοση «Πιερ Πάολο Παζολίνι – Ρέκβιεμ: 1922-1975, 50 χρόνια από τον θάνατό του» (εκδ. 24γράμματα). Το βιβλίο επικεντρώνεται στον θάνατο του Παζολίνι, σε όσα συνέβησαν μετά και στον αντίκτυπο που είχε στο περιβάλλον του. Φωτίζει επίσης τη σχέση του με τις γυναίκες της ζωής του, τη μητέρα του και τη Λάουρα Μπέτι, τη Μαρία Κάλλας, την ομοφυλοφιλία του αλλά και την επιρροή που δέχτηκε από τον Ιταλό μαρξιστή Αντόνιο Γκράμσι, τον Καρλ Μαρξ, τη θρησκεία και την έννοια του ιερού καθώς και τη σύνδεση του κινηματογράφου του με την αρχαία Ελλάδα και τους μύθους της. Στο βιβλίο περιλαμβάνονται μεγάλα αποσπάσματα από τις ημερολογιακές σημειώσεις του από την παιδική και την εφηβική του ηλικία («Τα κόκκινα τετράδια»), αλλά και δύο πολύ σημαντικές συνεντεύξεις του. Το Documento εξασφάλισε προδημοσίευση.
Από τα «Κόκκινα τετράδια»
Οι παιδικές αναμνήσεις του Παζολίνι εστιάζονται γύρω από μικρά γεγονότα και λέξεις-κλειδιά. Από την Μπολόνια θυμάται λεπτομέρειες για το σπίτι και τα παιδικά του παιχνίδια.
ΜΠΟΛΟΝΙΑ: Βρίσκομαι σε μια κουζίνα. Βγαίνω από αυτήν και μπαίνω σε ένα δωμάτιο, πλησιάζοντας δύο τεράστιες, χνουδωτές λευκές μεταξωτές κουρτίνες. Το παράθυρο βλέπει σε ένα υγρό, σκοτεινό δρομάκι. Επιστρέφω στην κουζίνα, ανταλλάσσω μερικές κουβέντες με τη μητέρα μου.
Μέσα από εκείνο το δρομάκι, άλλες φορές περνάνε γαυγίζοντας (;)
σκυλιά. Παρόμοια με αυτό το δρομάκι είναι μια αυλή που στάζει από την
υγρασία. Οδηγώ το τρίκυκλό μου μέσα από αυτή την αυλή (προσποιούμενος
ότι είμαι σε τρένο) και φωνάζω «Μιλάνο, Ρώμη, Τρεβίζο»… Θυμάμαι το
τεράστιο κρεβάτι της γιαγιάς, χωμένο σε μια ξύλινη εσοχή. Θυμάμαι το
τραπέζι πάνω στο οποίο τρώγαμε το μεσημεριανό γεύμα, γιατί δεν ξέρω τι
δραματική στάση κράτησαν ο πατέρας μου και η μητέρα μου.
ΤΟ ΜΙΚΡΟ ΚΟΚΚΙΝΟ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΑΚΙ: Είχα πολλά παιχνίδια, επειδή ήμουν απίστευτα ιδιότροπος (έτσι μου λένε), τόσο πολύ που έφτασα να απαιτώ ένα παιχνίδι την ημέρα από τον πατέρα μου. Το μόνο παιχνίδι που άντεξε ήταν ένα μικρό κόκκινο αυτοκινητάκι με πεντάλ, με το οποίο έτρεχα στους κοντινούς κήπους. Με ζήλευαν τα άλλα παιδιά, ακόμη και τα μεγαλύτερα, που με έσπρωχναν. Μια μέρα εμφανίστηκε ένα άλλο παιδί με ένα μπλε αυτοκινητάκι, παρόμοιο με το δικό μου. Μας ανάγκασαν να αγωνιστούμε· ήρθα τελευταίος, γιατί τον άλλον τον έσπρωχναν τα αδέρφια του (ή οι φίλοι του). Στενοχωρήθηκα βαθιά. Αλλά αυτό που μου άρεσε περισσότερο στους κήπους ήταν τα παιχνίδια των μεγαλύτερων αγοριών, δεν ξέρω αν ήταν ακόμα παιδιά ή έφηβοι, των οποίων οι χειρονομίες, όπως είπα, με ενοχλούσαν και με αναστάτωναν, ιδίως το λύγισμα των ποδιών τους, που φαινόταν από πίσω, όταν σταματούσαν ξαφνικά να τρέχουν ή έσκυβαν…
ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΤΩΝ ΕΝΤΕΛΒΑΪΣ: Δύο αγόρια ερχόντουσαν ποιος ξέρει από ποιο χωριό για να πουλήσουν, ματσάκια από Εντελβάις (ή κυκλάμινα;) στους περαστικούς στην πλατεία του σταθμού. Για πολλές ημέρες τους παρακολουθούσα από απόσταση, λέγοντας στη μητέρα μου αυτό το γεγονός το οποίο το θεωρούσα πολύ σημαντικό. Σιγά σιγά απέκτησα την αίσθηση της κοινωνικής μου υπεροχής απέναντί τους και άρχισα στην αρχή ντροπαλά, να τους κοροϊδεύω. Τους έφτιαξα και στιχάκι: Εντελβάις, Εντελβάις, μιμούμενος τη ρινική προφορά τους. Αφού με ανέχτηκαν για λίγο, άρχισαν να με απειλούν και να με κυνηγούν. Εγιναν εχθροί μου. Εγώ όμως τους θαύμαζα, νιώθοντας ότι ήταν αποκομμένοι από εμένα και τον κόσμο μου, από εκείνα τα μικρά ματσάκια με τα λευκά λουλούδια (ή, αν ήταν κυκλάμινα, από το άρωμά τους) που αυτοί μάζευαν πάνω στα βουνά.
Η μητέρα του την τραγική ώρα
Ρεπορτάζ του Φαμπρίτσιο ντε Σάντις για την «Corriere della Sera» (3 Νοεμβρίου 1975).
Ρώμη, 2 Νοεμβρίου – Μια σκοτεινή σκιά πίσω από ένα τζάμι, ένα ξέφρενο χτύπημα των χεριών, μια απάνθρωπη κραυγή: αυτός θα παραμείνει για κάποιους από εμάς ο θάνατος του Πιέρ Πάολο Παζολίνι. Μερικές εικόνες τραγωδίας ενάντια στο φως, στην ησυχία ενός κυριακάτικου πρωινού στην περιοχή EUR της Ρώμης. Το μεσημέρι, όταν φτάνουμε στη Via Eufrate, η μητέρα του δεν ξέρει ακόμα τίποτα. Στην πύλη με τον αριθμό εννέα, ένας αδύνατος, αυστηρός θυρωρός μάς εμποδίζει να μπούμε. «Η κυρία Σουζάνα αγνοεί τα πάντα. Η δεσποινίς Γκρατσιέλα με διέταξε να μην αφήσω ούτε τους φίλους της να ανέβουν επάνω». «Αλλά κάποιος πρέπει να την ενημερώσει. «Υπάρχουν οι γείτονες, η οικογένεια που μένει στο διπλανό διαμέρισμα. Και υπάρχει και η Λάουρα Μπέτι, η οποία σύχναζε στο σπίτι του Πιέρ Πάολο κανονικά. Προσπαθούν να την προετοιμάσουν».
Ο Παζολίνι ζούσε με τη μητέρα του και την ξαδέλφη του Γκρατσιέλα σε αυτό το σπίτι στη συνοικία EUR. Η Via Eufrate είναι ένας μικρός δρόμος σε απόσταση αναπνοής από την εκκλησία των Αγίων Πέτρου και Παύλου, η οποία δεσπόζει στο λόφο. Συνορεύει με έναν γκρεμό, έτσι ώστε τα κτίρια που πλαισιώνουν τη μία πλευρά του να έχουν μια πανοραμική θέα της πόλης. Το σπίτι του Παζολίνι είναι το πιο απλό στην περιοχή, δεν λάμπει από ορείχαλκο και πολύτιμα ξύλα, δεν έχει μπαλκόνια γεμάτα σπάνια λουλούδια. Το διαμέρισμα όπου έζησε ο Πιέρ Πάολο και όπου τώρα έχουν απομείνει μόνο οι δύο γυναίκες βρίσκεται στον πρώτο όροφο. Από το δρόμο, φαίνεται η άδεια βεράντα και τα τζάμια των δύο παραθύρων πίσω από τα οποία κινούνται σκιές. Είναι μερικά δωμάτια, μας λένε, όχι μεγάλα, γεμάτα με βιβλία. Εδώ ο Πιέρ Πάολο επέστρεφε σχεδόν κάθε βράδυ, γύρω στις δύο η ώρα, σαν ένα αγόρι που ζούσε σεμνά με την οικογένειά του. Μερικές φορές, μπορούσε να τύχαινε να περάσει τη νύχτα έξω, και να κοιμηθεί σε κάποιον φίλο του. Ετσι, η κυρία Σουζάνα, που δεν τον είχε δει να επιστρέφει στο σπίτι από προχθές, δεν ανησύχησε.
Είχε συνηθίσει να είναι μόνη της. Η ανιψιά της, η Γκρατσιέλα, διδάσκει στο πανεπιστήμιο. Συχνά η μητέρα του Πιέρ Πάολο έμενε για λίγες ώρες στο διαμέρισμα του θυρωρού: ήθελε να σκοτώσει την ώρα, η οποία δεν περνούσε με τίποτα. «Ηταν ευτυχισμένη», είπε ο άντρας στην πύλη, «με τις επιτυχίες του Πιέρ Πάολο. Ηταν περήφανη γι’ αυτές. Αλλά δεν μπορούσε ακόμα να ησυχάσει για τον θάνατο του άλλου της γιου, που σκοτώθηκε από τους αντάρτες στο Φριούλι, όταν ο πόλεμος έφτανε στο τέλος του. Ηταν ένα παιδί. Δεν πολέμησε∙ ήταν θύμα μιας εκκαθαριστικής επιχείρησης».
Η γυναίκα είχε ρίξει πάνω στον Πιέρ Πάολο το σύνολο της μητρικής της αγάπης. Ο συγγραφέας, όπως είναι γνωστό, ζούσε μια άτακτη ζωή, αλλά με τη μητέρα του είχε μια σχέση βασανιστικής τρυφερότητας. Το μέτρο του βάρους που είχε η μητέρα του στη ζωή του φάνηκε όταν θέλησε να της εμπιστευτεί τον ρόλο της Παναγίας στο «Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο». Ηταν η απόδειξη μιας ορθολογικής μυθοποίησης και μιας ολοκληρωτικής αγάπης.
Στο δρόμο επικρατεί ακόμα σιωπή∙ κανένας θόρυβος δεν βγαίνει από το σπίτι. Πέντε ή έξι αγόρια και ένα κορίτσι με μπλε τζιν και δερμάτινα μπουφάν έχουν έρθει με ένα αυτοκίνητο. Ζητούν να μπουν, αλλά ο θυρωρός τους διώχνει με αποφασιστικότητα. Ενας φωτογράφος βγάζει μερικές φωτογραφίες καδράροντας τα παράθυρα στο φακό, όπου το παιχνίδι των κινέζικων σκιών είναι πολύ γρήγορο. Είναι σε αυτό το σημείο –είναι λίγο μετά τη μία η ώρα– που μια πολύ δυνατή κραυγή σχίζει τον αέρα, ακολουθούμενη από άλλη μία και άλλη μία: είναι κραυγές που δεν έχουν τίποτα το ανθρώπινο, οι κραυγές ενός πληγωμένου, βασανισμένου ζώου. Σβήνουν και ξαναρχίζουν αμέσως σε ένα πιο έντονο διαπασών. Μπορούμε να αισθανθούμε τη σκηνή. Η μητέρα του Πιέρ Πάολο Παζολίνι έμαθε και εκδήλωνε, παρά τη φριουλιάνικη καταγωγή της, τον σπαραγμό της με τον τρόπο των γυναικών του Νότου, των ταπεινών γυναικών του Νότου.
Στο μυαλό μας έρχεται η σκηνή του «Ευαγγελίου» με τη Σουζάνα-Παναγία να κρατιέται από ευσπλαχνικά χέρια μπροστά στον εσταυρωμένο Χριστό. Θα περάσουν λίγες ώρες μέχρι να φτάσουν στη Via Eufrate φίλοι, γνωστοί, θαυμαστές του Πιέρ Πάολο, με μια ατελείωτη σειρά. Καταφθάνουν τα «Παιδιά της ζωής» –Νινέτο Ντάβολι, Φράνκο και Σέρτζιο Τσίτι– τους οποίους ο Παζολίνι μετέτρεψε σε αξέχαστους χαρακτήρες της ανθρώπινης τραγωδίας. Πλησιάζουν την κυρία Σουζάνα: βρίσκουν μια βουβή γυναίκα, χωρίς βλέμμα, πετρωμένη. Ο οικογενειακός γιατρός, που είναι παρών, ανησυχεί.
Τα σύνορα που ορίζουν τη ζωή μας
Από ΒΑΘΥ ΚΟΚΚΙΝΟ , Σάββατο 3 Μαΐου 2025 | 11:37 π.μ.
Ο Μάξιμ Σάμσον είναι Βρετανός γεωγράφος και ερευνητής, διδάσκει στο πανεπιστήμιο DePaum στο Σικάγο και ειδικεύεται στις γεωγραφίες της θρησκείας, της παγκοσμιοποίησης, της πολυπολιτισμικότητας και της αστικοποίησης. Στο πρώτο του βιβλίο «Αόρατες γραμμές – Τα αθέατα σύνορα που διαμορφώνουν τον κόσμο μας» που μόλις κυκλοφόρησε στα ελληνικά (εκδ. Μεταίχμιο, μτφρ. Γιώργος Μαραγκός) καταπιάνεται με τις αόρατες γραμμές που διαμορφώνουν καθημερινά τα συναισθήματα, τη συμπεριφορά και τη ζωή μας. Οι διαχωριστικές γραμμές που τον απασχολούν είναι χωρικές –δηλαδή είναι δυνατόν να χαρτογραφηθούν– ενώ επισημαίνει την ανάγκη του ανθρώπινου όντος να χαράξει νοερά σύνορα, εντάσσοντας τον εαυτό του σε διάφορα πλαίσια, ώστε να νιώθει ότι αποκτά έλεγχο του περιβάλλοντός του.
«Ως όριο ανάμεσα στα δύο ημισφαίρια της Γης, ο Ισημερινός –ίσως η πιο διάσημη αόρατη γραμμή στον κόσμο- μας δίνει άφθονες πληροφορίες για τις εποχές, το σχήμα, την περιφέρεια και την τροχιά του πλανήτη και την κίνηση των ρευμάτων και των ανέμων στους ωκεανούς» σημειώνει ο Βρετανός γεωγράφος. Μέσα από παραδείγματα που περιγράφουν αθέατα σύνορα ο Σάμσον επιχειρεί να αποκωδικοποιήσει τον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε τον πλανήτη. Μεταξύ αυτών περιλαμβάνονται το Αρκτικό Όριο Εξάπλωσης των Δέντρων (στα πολύ βόρεια γεωγραφικά πλάτη η εμφάνιση δέντρων είναι ανησυχητικό φαινόμενο σε ό,τι αφορά την κλιματική αλλαγή), η Ζώνη της Ελονοσίας (της ασθένειας που έχει σκοτώσει τους περισσότερους ανθρώπους παγκοσμίως), η Ζώνη Αποκλεισμού του Τσερνόμπιλ (δημιουργήθηκε σαν κύκλος 30 χιλιομέτρων γύρω από τον Αντιδραστήρα 4, λίγες μέρες μετά την πυρηνική καταστροφή του 1986 και έκτοτε τα όριά της αλλάζουν ανάλογα με τις μετρήσεις), η Διεθνής Γραμμή Ημερομηνίας (το πλασματικό όριο ανάμεσα σε δύο ημερολογιακές μέρες που πηγαίνει από τα βόρεια στα νότια μέσω του Ειρηνικού Ωκεανού).
Εύστοχο παράδειγμα σε ό,τι αφορά τον τρόπο που οι αόρατες γραμμές επιτρέπουν τη διεκδίκηση περιοχών είναι εκείνο που αφορά τις ζώνες ποδοσφαίρου στο Μπουένος Άιρες. Στην πρωτεύουσα της Αργεντινής οι ποδοσφαιρικές ομάδες είναι τόσο στενά συνδεδεμένες με συγκεκριμένες γειτονιές, ώστε αν φοράει κανείς φανέλα άλλης ομάδας μπορεί να προκαλέσει επεισόδια. Εξίσου ωραία παρατήρηση αποτελεί το παράδειγμα που αφορά τον Βόσπορο και τον τρόπο που χωρίζει το ασιατικό από το ευρωπαϊκό κομμάτι, αλλά και εκείνο σχετικά με τη γεωγραφία των συμμοριών του Λος Αντζελες, μιας πόλης περιβόητης για τον υπόκοσμό της, η οποία τη μέρα λειτουργεί κανονικά αλλά τη νύχτα χωρίζεται σε σφαίρες επιρροής.
Διαφωτιστικό είναι επίσης το κεφάλαιο που αφορά τη Ζώνη της Βίβλου και τον τρόπο που το θρησκευτικό αίσθημα διαμορφώνει την αντίληψη περί ζωής στον αμερικανικό Νότο αλλά και το κοινωνικοπολιτικό πλαίσιο, κάτι που συχνά στην Ευρώπη αφήνουμε εκτός κάδρου όταν προσπαθούμε να κατανοήσουμε τον τρόπο που ψηφίζουν οι Αμερικανοί.
Για επίλογο ο Σάμσον κρατά το παράδειγμα που αφορά τις αόρατες γραμμές ανάμεσα στην Ουκρανία, τη Ρωσία και την Ευρώπη και ειδικά τον τρόπο που διαμορφώνεται η μεταξύ τους ισορροπία μετά τον πόλεμο που εξέπληξε όσους πίστευαν πως δεν θα υπάρξει ξανά σύρραξη επί ευρωπαϊκού εδάφους.
παϊκού εδάφους.

















