Πόσα χρόνια είχε να γνωρίσει συγκρούσεις το κέντρο των Βρυξελλών; Πολλά, πάρα πολλά. Την περασμένη Τετάρτη, όμως, ψαράδες που συγκεντρώθηκαν από διάφορες χώρες, το έκαψαν. Οι αστραφτερές τζαμαρίες του διοικητήριου της Ευρωένωσης έγιναν θρύψαλα.
Την ίδια μέρα, ένα περιφερειακό ελληνικό Πανεπιστήμιο έγινε πρώτη είδηση. Επί ώρες μετέδιδαν σε απευθείας σύνδεση τα ραδιοτηλεοπτικά μέσα, με σχολιαστές που κυριολεκτικά άφριζαν, ότι αγωνιστές φοιτητές είχαν μπλοκάρει τη σύγκλητο και απαιτούσαν να πάρει πίσω μια απόφασή της που αφορά εφαρμογή του νόμου-πλαίσιο.
Στα τέλη της περασμένης εβδομάδας φωτιές άναψαν στη Λευκίμμη της Κέρκυρας. Μια 43χρονη γυναίκα άφησε την τελευταία της πνοή στο νοσοκομείο, θύμα της κρατικής καταστολής, απέναντι στην οποία οι Λευκιμμαίοι δεν έμειναν με σταυρωμένα χέρια. Εστησαν οδοφράγματα, άναψαν φωτιές με λάστιχα, έκοψαν μεγάλα δέντρα και έφραξαν το δρόμο που οδηγούσε προς το χώρο όπου με το ζόρι το κράτος θέλει να δημιουργήσει σκουπιδότοπο.
Αλλά και στον Αγιο Δημήτριο Κοζάνης στα χέρια ήρθαν κάτοικοι με τους ΜΑΤάδες, που επέδραμαν νυχτιάτικα και συνέλαβαν τους συμπολίτες τους της νυχτερινής βάρδιας της κατάληψης.
Είναι γνωστό πως η κυρίαρχη πολιτική –και στις κεντρικές της επιλογές και σε δευτερεύουσες πλευρές της– δεν γίνεται αποδεκτή από τις λαϊκές μάζες. Ολο και πλατύτερα στρώματα συνειδητοποιούν πως βρίσκεται σε εξέλιξη μια παγκόσμια εκστρατεία με την οποία οι δυνάμεις του κεφάλαιου επιχειρούν να φορτώσουν τα βάρη της κρίσης στα εργαζόμενα στρώματα. Ομως, αυτή η αντίθεση δε μετουσιώνεται σε ουσιαστικό αγώνα, γιατί οι δυνάμεις της συναίνεσης και της χειραγώγησης αλυσοδένουν τα κινήματα.
Μέλος της ηγεσίας του Περισσού καμάρωνε τις προάλλες ότι «σε ό,τι αφορά τις κινητοποιήσεις, για τις οποίες εμείς ως ΚΚΕ έχουμε την ευθύνη ή πρωτοστατούν δυνάμεις στο εργατικό και συνδικαλιστικό κίνημα, οι οποίες επηρεάζονται πολιτικά και ιδεολογικά από το ΚΚΕ, δεν έχει ανοίξει μύτη» (Σ. Χαλβατζής, συνέντευξη στην Κέρκυρα, 3.6.08). Η ίδια πολιτική ηγεσία (και όχι μόνον αυτή) διαχρονικά στηλιτεύει και συκοφαντεί κάθε εκδήλωση μαχητικής αντίστασης.
Και όμως, η ανάπτυξη της λαϊκής αντιβίας αποτελεί όρο για κάθε διεκδικητικό κίνημα. Από τα πιο μικρά μέχρι τα μεγάλα. Τα καθεστώτα εμφανίζονται ανάλγητα και άκαμπτα. Η έννοια του πολιτικού κόστους τους είναι πλέον ξένη.
Το πολιτικό τους προσωπικό θεωρείται αναλώσιμο και ανακυκλώσιμο. Πώς να κερδίσουν τα διεκδικητικά κινήματα όταν περιορίζονται στη διαμαρτυρία, όταν αποφεύγουν τη σύγκρουση, όταν δεν προκαλούν πολιτική κρίση από τα κάτω, ώστε τα καθεστώτα να καταλάβουν ότι διακυβεύονται περισσότερα και να υποχωρήσουν; Και πως να ξανανατείλει το απελευθερωτικό όραμα, όταν πνίγεται στην ομίχλη της συναίνεσης και της υποταγής;
Δημοσίευση σχολίου