Θα συμφωνήσουμε απόλυτα με το σημερινό πρωτοσέλιδο του «Ριζοσπάστη» που αναφέρετε στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Πεκίνου.
Ο αθλητισμός ή μάλλον ο πρωταθλητισμός έχει μετατραπεί από άσκηση και υγιή ανταγωνισμό σε θέαμα και τρόπο εξασφάλισης υπεραξίας και κέρδους για τους καπιταλιστές που τον διαχειρίζονται.
Είναι η λογική της αρπαχτής στην οποία κινείται εκείνο το κομμάτι του διεθνούς επιχειρηματικού τζετ σετ που δραστηριοποιείται στις αθλητικές μπίζνες: εταιρίες που πουλούν "ασφάλεια", εταιρίες που πουλούν τεχνογνωσία στην οργάνωση, εταιρίες αθλητικών ειδών, μονοπώλια του κλάδου της διατροφής κ.λπ. Η ίδια η φύση της αθλητικής μπίζνας (όχι μόνο των Ολυμπιακών, αλλά και των κάθε είδους διεθνών αθλητικών συναντήσεων), με την περιφορά από κράτος σε κράτος και από πόλη σε πόλη, οδηγεί στη λογική "χτυπώ και φεύγω".
Και δυστυχώς έχουν επιβάλλει την «κουλτούρα» τους.
Το φιλοθεάμον κοινό απαιτεί από τους δρομείς να τρέχουν γρηγορότερα από τον άνεμο, από τους άλτες να νικήσουν το νόμο της βαρύτητας και να πηδήσουν όσο το δυνατό μακρύτερα ή ψηλότερα, από τους κολυμβητές να κερδίσουν σε ταχύτητα και δεξιοτεχνία τα δελφίνια, από τους αρσιβαρίστες να σηκώσουν τον πλανήτη στα χέρια τους και άλλα τέτοια, προκειμένου να "συμμετέχει" σαν θεατής στους αγώνες, να δώσει δηλαδή τη δυνατότητα για κέρδη στους καπιταλιστές που επενδύουν στον αθλητισμό.
Οπως είναι φυσικό, όλα αυτά δεν μπορούν να γίνουν από αθλητές που βασίζονται μόνο στο ταλέντο τους και τις δυνάμεις τους. Ο επαγγελματίας αθλητής γνωρίζει πολύ καλά ότι για να ικανοποιήσει τις απαιτήσεις των θεατών-πελατών του θα πρέπει να βρει τρόπους να νικήσει τη φύση, να ξεπεράσει τις ανθρώπινες δυνατότητες και αυτό το αποδέχεται με πλήρη συνείδηση. Γνωρίζει ότι μόνο με τη βοήθεια των αναβολικών και του ντόπινγκ μπορεί να αντέξει τον ανταγωνισμό και δεν έχει κανέναν ενδοιασμό να τα χρησιμοποιήσει στο δρόμο προς την κορυφή και την καταξίωση.
Και με την ευκαιρία καλό είναι να κάνουμε ένα απολογισμό τι έμεινε σε μας απ’ τους περασμένους Ολυμπιακούς Αγώνες που οργανώσαμε. Κερδίσαμε ή χάσαμε;
Πώς, είναι δυνατόν να αισθάνεται ότι κέρδισε κάποιος που μόλις ξημέρωσε η επόμενη μέρα των Ολυμπιακών Αγώνων έπρεπε να πληρώνει κατά 25% ακριβότερα τα διόδια στην Αττική Οδό;
Κάποιος που επίσης την επόμενη μέρα άκουσε τον Αλογοσκούφη να του λέει ότι η εισοδηματική πολιτική του 2005 θα είναι ιδιαίτερα "σφιχτή";
Κάποιος που διάβασε τα δημοσιεύματα για τα τεράστια χρέη που συσσώρευσε η διοργάνωση των ολυμπιακών αγώνων;
Πώς μπορεί να αισθάνεται κάποιος ευχαριστημένος για το δυσβάστακτο κόστος που πληρώσαμε των τσιμεντένιων φαραωνικών μεγαθηρίων που σπάρθηκαν στην Αττική και σε τρεις ακόμα ελληνικές πόλεις και τελικά τα άφησαν να ρημάξουν αφου δεν μπορούσαν να τα συντηρήσουν;
Φτάσαμε σε ένα τελικό κόστος των Αγώνων που, ανεπίσημα, ανεβαίνει στα 10 δισ. ευρώ. Ενα κόστος που επωμίζεται το ελληνικό κράτος και που, φυσικά, θα το πλήρωσε και το πληρώνει ο εργαζόμενος ελληνικός λαός.
Θα το πληρώσει, όμως, και ο ελληνικός καπιταλισμός ειδωμένος ως σύνολο και μάλιστα από τη σκοπιά των αναπτυξιακών προοπτικών του. Γιατί, βέβαια, δεν μπορεί να υπάρξει αναπτυξιακή ροπή από ένα κράτος καταχρεωμένο, που δεν έχει άλλα περιθώρια δανεισμού και επιπλέον βρίσκεται "κλειδωμένο" με τις χειροπέδες του Συμφώνου Σταθερότητας της ΕΕ.
Μήπως, όμως, υπήρξε αναπτυξιακή ροπή από την πλευρά του ιδιωτικού κεφαλαίου, η οποία θα εξασφαλίζε νέες θέσεις εργασίας;
Η ίδια η μπίζνα της Ολυμπιάδας είναι εξαιρετικά μονόπλευρη. Από αυτή θησαύρισαν μια χούφτα μεγαλοεργολάβοι, που έκαναν τα έργα, μερικές επιχειρήσεις στον τομέα των νέων τεχνολογιών, που δούλεψαν ως υπεργολάβοι των ξένων, και φυσικά η φαμίλια Αγγελόπουλου, που είχε τη γενική επιστασία και τα "κονέ" με τη ΔΟΕ.
Οι προσδοκίες άλλων καπιταλιστικών κλάδων για μια γενναία αρπαχτή διαψεύστηκαν παταγωδώς. Και ο τουρισμός και η μεταποίηση που σχετίζεται με αυτόν δέχτηκαν μεγάλα πλήγματα.
Δεν πρέπει να ξεχνάμε, όμως, και τον υπόλοιπο απολογισμό: τους νεκρούς και τους σακατεμένους των ολυμπιακών έργων (για τους οποίους δεν χώρεσε ούτε μια τιμητική αναφορά, ούτε ένας χριστιανικός "λόγος παρηγορίας" προς τους συγγενείς τους, σε όλες τις επίσημες φιέστες που έγιναν), το σάρωμα των εργασιακών δικαιωμάτων, τον τερατώδη μηχανισμό παρακολούθησης και φακελώματος που στήθηκε, το πνίξιμο της Αττικής στο μπετόν, το ολυμπιακό πράσινο που υπήρξε μόνο στις μακέτες του φακέλου διεκδίκησης των Αγώνων κ.λπ. κ.λπ.
Δημοσίευση σχολίου