Τελικά τι είναι αυτό που γίνεται στη Λιβύη; Μπορούμε να μιλάμε για μια γνήσια λαϊκή εξέγερση, όπως έγινε σε άλλες χώρες της περιοχής (Τυνησία, Αίγυπτος), έστω κι αν κι εκεί δεν κατόρθωσε να ξεπεράσει τα όρια της εκδίωξης των δικτατόρων που διοικούσαν για δεκαετίες και να θέσει το ζήτημα της εξουσίας στα χέρια των εξεγερμένων; Είναι δάκτυλος της… Αλ Κάιντα, όπως υποστηρίζει ο Καντάφι; Ή μήπως κάποια «συνωμοσία» για μια καθεστωτική αλλαγή; Οσο κι αν ακούγεται παράξενο, όλα τα παραπάνω εμπεριέχουν στοιχεία αλήθειας, χωρίς όμως καμία από τις παραπάνω ερμηνείες να μπορεί να την αποδώσει στο ακέραιο.
Το ξέσπασμα της εξέγερσης
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι διαδηλώσεις που ξεκίνησαν στα μέσα του περασμένου Φλεβάρη ήταν από τα κάτω, αποτελώντας συνέχεια του «αραβικού ντόμινο» που ξέσπασε μετά τις εξεγέρσεις σε Τυνησία και Αίγυπτο. Διαδηλωτές επιτίθονταν σε αστυνομικά τμήματα, πυρπολούσαν κυβερνητικά κτίρια, όχι μόνο στη Βεγγάζη αλλά και σε μια σειρά πόλεις, όπως η Ζιντάν στα νοτιοδυτικά, η Ντάρνα στις βόρειες ακτές, η Μισουράτα επίσης στα δυτικά κ.ά. ενώ οι όποιες προσπάθειες για συγκρότηση διαδηλώσεων στην πρωτεύουσα Τρίπολη αντιμετωπίστηκαν με ιδιαίτερη βιαιότητα από το στρατό και την αστυνομία και κατατροπώθηκαν εν τη γενέσει τους. Η «διεθνής κοινότητα» παρακολουθούσε απαθής την ανελέητη καταστολή των διαδηλωτών, περιμένοντας είτε την πτώση του Καντάφι και το πέρασμα της εξουσίας σε άλλα καθεστωτικά χέρια, όπως έγινε στην Τυνησία και την Αίγυπτο, είτε τη νίκη του.
Και στις δύο περιπτώσεις τα ιμπεριαλιστικά συμφέροντα δεν αναμενόταν να διαταραχθούν, αφού ο Καντάφι είχε γίνει δικός τους εδώ και χρόνια (από το 2003 είχαν αρθεί οι κυρώσεις από τον ΟΗΕ, αφού ο Καντάφι είχε αποκηρύξει την «τρομοκρατία»), ενώ το πέρασμα της εξουσίας στα χέρια του στρατού, που ίσως ήταν και η πιο ρεαλιστική λύση, δεν υπήρχε περίπτωση να εγκυμονεί κινδύνους. Η εξέγερση όμως κλιμακώθηκε και η Βεγγάζη (η δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της χώρας) έπεσε στα χέρια των εξεγερμένων, οι οποίοι φαίνονταν αντίθετοι σε μια ξένη επέμβαση. Μάλιστα, κάποιοι από αυτούς, από τις πρώτες κιόλας μέρες είχαν αναρτήσει ένα τεράστιο πανό σε κτίριο της Βεγγάζης με τα λόγια: «Οχι ξένη επέμβαση – Ο λιβυκός λαός μπορεί να τα καταφέρει μόνος του».
Οι αποστάτες του Καντάφι
Ταυτόχρονα, σαν έτοιμα από καιρό, μια σειρά στελέχη του καθεστώτος αποκήρυξαν τον Καντάφι, με πρώτους μια ντουζίνα διπλωμάτες στο εξωτερικό, καθώς και δύο κυβερνητικά στελέχη: τον πρώην υπουργό Εσωτερικών και επικεφαλής των ειδικών δυνάμεων του Καντάφι, Αμπντέλ Φατάχ Γιουνές Αλ Αμπιντί και τον πρώην υπουργό Δικαιοσύνης Μουσταφά Αμπντούλ Τζαλίλ, ο οποίος από την πρώτη στιγμή τέθηκε επικεφαλής του «Προσωρινού Εθνικού Μεταβατικού Συμβουλίου». Πέρα όμως από αυτά τα δύο πρωτοκλασάτα στελέχη, μια σειρά άλλα ακολούθησαν πολύ σύντομα την ίδια πορεία. Οπως στο Τομπρούκ, όπου ο στρατιωτικός διοικητής των ενόπλων δυνάμεων της περιοχής υποστράτηγος Σουλεϊμάν Μαχμούντ απεκάλεσε «τύραννο» τον Καντάφι, δηλώνοντας ότι περνάει πλέον με το μέρος των διαδηλωτών, λίγες μόλις μέρες μετά την έναρξη των διαδηλώσεων.
Η Λιβύη διχοτομείται και η κατάσταση δείχνει να ξεφεύγει από κάθε έλεγχο. Μετά από αρκετές παλινωδίες, ένα μήνα μετά την έναρξη των διαδηλώσεων στη χώρα, ΗΠΑ και ΕΕ, με πρώτη και καλύτερη την Γαλλία (που ήταν η πρώτη που πούλησε όπλα στον Καντάφι μετά την άρση του εμπάργκο από την ΕΕ), αποφασίζουν ν’ αναλάβουν δράση. Η Ρωσία, που απειλεί με βέτο, δεν πραγματοποιεί τις απειλές της και απέχει (μαζί με την Γερμανία) από την ψήφιση του γνωστού ψηφίσματος 1973 στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, που άνοιξε το δρόμο για τις αεροπορικές επιθέσεις.
Και φτάνουμε στο σήμερα, που οι «εξεγερμένοι» φαίνονται ν’ απο- κτούν εξουσία, στο πρόσωπο όμως κάποιων ανθρώπων που ουδεμία σχέση έχουν με τα λαϊκά στρώματα που διαδήλωναν στους δρόμους των λιβυκών πόλεων.
Γιάπηδες και τσιράκια
Παρά το γεγονός ότι όλοι οι αναλυτές και δημοσιογράφοι χαρακτηρίζουν τους εξεγερμένους σαν μια «άμορφη μάζα», χωρίς καμία ομοιομορφία, κανείς δεν αναρωτήθηκε πώς συγκροτήθηκε τόσο γρήγορα το «Προσωρινό Εθνικό Μεταβατικό Συμβούλιο» από 31 μέλη, διεκδικώντας την «ηγεσία» της εξέγερσης.
Το Συμβούλιο κάνει την πρώτη του συνεδρίαση στις 5 Μάρτη, περίπου δυο βδομάδες μετά το ξέσπασμα των διαδηλώσεων. Στην ιδρυτική του διακήρυξη (μπορεί κανείς να τη βρει εύκολα στο διαδίκτυο http://ntclibya.org/english/founding-statement-of-the-interim-transitional-national-council/) το Συμβούλιο ζητά επίσημα «διεθνή προστασία»:
«Επίσης, ζητούμε από τη διεθνή κοινότητα να εκπληρώσει την υποχρέωσή της να προστατεύσει το λιβυκό λαό από παραπέρα γενοκτονία και εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας, χωρίς οποιαδήποτε άμεση στρατιωτική ανάμιξη επί του λιβυκού εδάφους».
Το Συμβούλιο αναγνωρίζεται πέντε μέρες μετά από τη Γαλλία ως ο «μόνος νόμιμος εκπρόσωπος του λιβυκού λαού» και μετά από λίγο καιρό και από το Κατάρ (το οποίο αναλαμβάνει το ρόλο της «προώθησης» των πωλήσεων του λιβυκού πετρελαίου), ενώ τις τελευταίες μέρες το αναγνώρισε και η Ιταλία.
Οι υπόλοιποι ιμπεριαλιστές είναι επιφυλακτικοί απέναντί του, όμως στην διεθνή σύνοδο που έγινε στο Λονδίνο την προηγούμενη Τρίτη (29/3) αποφάσισαν όχι να το αναγνωρίσουν ως τον «μόνο νόμιμο εκπρόσωπο του λιβυκού λαού», όπως η Γαλλία, αλλά να το εντάξουν στην «πολιτική διαδικασία», όπως την αντιλαμβάνονται αυτοί. Ετσι, στις δηλώσεις που έκανε ο βρετανός υπουργός Εξωτερικών, Ουίλιαμ Χαγκ αναφέρεται: «Οι συμμετέχοντες αναγνώρισαν την ανάγκη για όλους τους Λίβυους, συμπεριλαμβανομένου του Προσωρινού Μεταβατικού Εθνικού Συμβουλίου, φυλετικών ηγετών και άλλων, να βρε- θούν μαζί για να ξεκινήσει μια αποκλειστικά πολιτική διαδικασία, σύμφωνα με τα σχετικά ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, μέσα από την οποία θα μπορέσουν να επιλέξουν το δικό τους μέλλον» (http://www.fco.gov.uk/en/news/latest-news/?view=News&id= 574646182).
Λίγες μέρες πριν (22/3), είχε συσταθεί και η πρώτη «κυβέρνηση» με «πρωθυπουργό» τον 59χρονο Μαχμούντ Τζιμπρίλ, πρώην καθηγητή στο πανεπιστήμιο του Πίτσμπουργκ, ο οποίος είχε διατελέσει επικεφαλής προγραμμάτων «διοίκησης και κυβερνητικής διαχείρισης» πολλών ηγετών αραβικών κρατών, όπως η Αίγυπτος, η Σαουδική Αραβία, η Λιβύη, τα ΗΑΕ, το Κουβέιτ, η Ιορδανία, το Μπαχρέιν, το Μαρόκο και η Τυνησία, και μη αραβικών, όπως η Τουρκία και η Βρετανία (σύμφωνα με το σύντομο βιογραφικό του που φιγουράρει στην ιστοσελίδα του «Προσωρινού Μεταβατικού Εθνικού Συμβουλίου», http://ntclibya.org/english/council-members/). Σύμφωνα με το περιοδικό Spiegel (σε εκτενές άρθρο με τίτλο «Χάος και αβεβαιότητα στην επαναστατική ηγεσία της Λιβύης», που δημοσιεύτηκε το περασμένο Σάββατο, 30/3), οι περισσότεροι από τους λιποτάκτες του παλιού καθεστώτος, που πήγαν με την «επανάσταση», «ήταν υπουργοί, πρεσβευτές, στρατιωτικοί διοικητές ή επιχειρηματίες, πολλοί από τους οποίους είχαν δεσμούς με έναν από τους γιούς του Καντάφι, τον Σαΐφ Αλ Ισλάμ. Ολοι είχαν καλές ζωές κάτω από το καθεστώς Καντάφι και τώρα θέλουν να σώσουν ό,τι έχει απομείνει».
Ενας απ’ αυτούς είναι ο 44χρονος πρώην υπουργός Οικονομικών και μετέπειτα πρεσβευτής της Λιβύης στην Ινδία, ο Αλί Αλ Εσαουΐ, που διορίστηκε υπουργός Εξωτερικών στη νέα «επαναστατική κυβέρνηση», ίσως λόγω των πολύ καλών επαφών του με την Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας (όπως επισημαίνει το Spiegel). Ο Εσαουΐ είναι ένας από τους τρεις «ηγέτες» του μεταβατικού Συμβουλίου, το βιογραφικό των οποίων παρουσιάζεται στην ιστοσελίδα του. Από εκεί μαθαίνουμε ότι, εκτός από τις κυβερνητικές θέσεις που κατείχε, ήταν και Γενικός Διευ-θυντής του «προγράμματος επέκτασης ιδιοκτησίας» (ιδιωτικοποιήσεων δηλαδή) από το 2005. Ο δε «υπουργός» Οικονομικών της κυβέρνησης των αντικαθεστωτικών, Αλί Ταρκουνί, με ντοκτορά στα Οικονομικά από το πανεπιστήμιο του Μίτσιγκαν και παντρεμένος με μία δικηγόρο από το γραφείο του αμερικάνου υπουργού Δικαιοσύνης, ήταν λέκτορας στο Πανεπιστήμιο της Ουάσινγκτον, γι’ αυτό και «καταλαβαίνει τη δυτική νοοτροπία», όπως επεσήμανε ο εκπρόσωπος των αντικαθεστωτικών στο Ρόιτερς.
Μεταξύ αυτών που μυρίστηκαν «ψητό» και επέστρεψαν στη Λιβύη ήταν και ο Χαλίφα Χίφτερ, ο πάλαι ποτέ ανώτατος στρατιωτικός διοικητής των δυνάμεων του Καντάφι, όταν πολεμούσε στο Τσαντ στα τέλη της δεκαετίας του ’80. Ο Χίφτερ ήρθε σε σύγκρουση με τον Καντάφι και την κοπάνησε από τη Λιβύη στις αρχές της δεκαετίας του ’90, για τις ΗΠΑ, όπου έκτοτε ζούσε στα προάστια της Ουάσινγκτον. Ο Χίφτερ διορίστηκε στην ηγεσία του στρατού των «επαναστατών», υπό τις διαταγές όμως του Γιουνές (εδώ φαίνεται να υπήρξε και μια κόντρα μεταξύ τους, ως προς το ποιος θα έχει την εξουσία, όμως αυτό είναι το λιγότερο που πρέπει να μας απασχολήσει).
Αυτό που είναι σημαντικό και φαίνεται ξεκάθαρα από τα παραπάνω, είναι ότι το «Προσωρινό Μεταβατικό Εθνικό Συμβούλιο» και όλοι αυτοί που φέρονται σαν «ηγέτες των ανταρτών» δεν είναι παρά πουλημένα τομάρια που το μόνο που τα ενδιαφέρει είναι να γλύψουν το κοκαλάκι της εξουσίας υπό τη σκέπη κάποιων ισχυρών προστατών. Γι’ αυτό και δίνουν γην και ύδωρ στους σταυροφόρους της «αντιτρομοκρατίας», πράγμα που φαίνεται ανάγλυφα από τη δήλωση που εξέδωσαν την προηγούμενη βδομάδα (30/3) στη Βεγγάζη.
Στο επόμενο: Δήλωση υποταγής στους υπερπόντιους προστάτες. Ο ρόλος των μυστικών υπηρεσιών (CIA κ.ά.) και ο φόβος της Αλ Κάιντα.
Πηγή: Εφημερίδα "Κόντρα"
Το ξέσπασμα της εξέγερσης
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι διαδηλώσεις που ξεκίνησαν στα μέσα του περασμένου Φλεβάρη ήταν από τα κάτω, αποτελώντας συνέχεια του «αραβικού ντόμινο» που ξέσπασε μετά τις εξεγέρσεις σε Τυνησία και Αίγυπτο. Διαδηλωτές επιτίθονταν σε αστυνομικά τμήματα, πυρπολούσαν κυβερνητικά κτίρια, όχι μόνο στη Βεγγάζη αλλά και σε μια σειρά πόλεις, όπως η Ζιντάν στα νοτιοδυτικά, η Ντάρνα στις βόρειες ακτές, η Μισουράτα επίσης στα δυτικά κ.ά. ενώ οι όποιες προσπάθειες για συγκρότηση διαδηλώσεων στην πρωτεύουσα Τρίπολη αντιμετωπίστηκαν με ιδιαίτερη βιαιότητα από το στρατό και την αστυνομία και κατατροπώθηκαν εν τη γενέσει τους. Η «διεθνής κοινότητα» παρακολουθούσε απαθής την ανελέητη καταστολή των διαδηλωτών, περιμένοντας είτε την πτώση του Καντάφι και το πέρασμα της εξουσίας σε άλλα καθεστωτικά χέρια, όπως έγινε στην Τυνησία και την Αίγυπτο, είτε τη νίκη του.
Και στις δύο περιπτώσεις τα ιμπεριαλιστικά συμφέροντα δεν αναμενόταν να διαταραχθούν, αφού ο Καντάφι είχε γίνει δικός τους εδώ και χρόνια (από το 2003 είχαν αρθεί οι κυρώσεις από τον ΟΗΕ, αφού ο Καντάφι είχε αποκηρύξει την «τρομοκρατία»), ενώ το πέρασμα της εξουσίας στα χέρια του στρατού, που ίσως ήταν και η πιο ρεαλιστική λύση, δεν υπήρχε περίπτωση να εγκυμονεί κινδύνους. Η εξέγερση όμως κλιμακώθηκε και η Βεγγάζη (η δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της χώρας) έπεσε στα χέρια των εξεγερμένων, οι οποίοι φαίνονταν αντίθετοι σε μια ξένη επέμβαση. Μάλιστα, κάποιοι από αυτούς, από τις πρώτες κιόλας μέρες είχαν αναρτήσει ένα τεράστιο πανό σε κτίριο της Βεγγάζης με τα λόγια: «Οχι ξένη επέμβαση – Ο λιβυκός λαός μπορεί να τα καταφέρει μόνος του».
Οι αποστάτες του Καντάφι
Ταυτόχρονα, σαν έτοιμα από καιρό, μια σειρά στελέχη του καθεστώτος αποκήρυξαν τον Καντάφι, με πρώτους μια ντουζίνα διπλωμάτες στο εξωτερικό, καθώς και δύο κυβερνητικά στελέχη: τον πρώην υπουργό Εσωτερικών και επικεφαλής των ειδικών δυνάμεων του Καντάφι, Αμπντέλ Φατάχ Γιουνές Αλ Αμπιντί και τον πρώην υπουργό Δικαιοσύνης Μουσταφά Αμπντούλ Τζαλίλ, ο οποίος από την πρώτη στιγμή τέθηκε επικεφαλής του «Προσωρινού Εθνικού Μεταβατικού Συμβουλίου». Πέρα όμως από αυτά τα δύο πρωτοκλασάτα στελέχη, μια σειρά άλλα ακολούθησαν πολύ σύντομα την ίδια πορεία. Οπως στο Τομπρούκ, όπου ο στρατιωτικός διοικητής των ενόπλων δυνάμεων της περιοχής υποστράτηγος Σουλεϊμάν Μαχμούντ απεκάλεσε «τύραννο» τον Καντάφι, δηλώνοντας ότι περνάει πλέον με το μέρος των διαδηλωτών, λίγες μόλις μέρες μετά την έναρξη των διαδηλώσεων.
Η Λιβύη διχοτομείται και η κατάσταση δείχνει να ξεφεύγει από κάθε έλεγχο. Μετά από αρκετές παλινωδίες, ένα μήνα μετά την έναρξη των διαδηλώσεων στη χώρα, ΗΠΑ και ΕΕ, με πρώτη και καλύτερη την Γαλλία (που ήταν η πρώτη που πούλησε όπλα στον Καντάφι μετά την άρση του εμπάργκο από την ΕΕ), αποφασίζουν ν’ αναλάβουν δράση. Η Ρωσία, που απειλεί με βέτο, δεν πραγματοποιεί τις απειλές της και απέχει (μαζί με την Γερμανία) από την ψήφιση του γνωστού ψηφίσματος 1973 στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, που άνοιξε το δρόμο για τις αεροπορικές επιθέσεις.
Και φτάνουμε στο σήμερα, που οι «εξεγερμένοι» φαίνονται ν’ απο- κτούν εξουσία, στο πρόσωπο όμως κάποιων ανθρώπων που ουδεμία σχέση έχουν με τα λαϊκά στρώματα που διαδήλωναν στους δρόμους των λιβυκών πόλεων.
Γιάπηδες και τσιράκια
Παρά το γεγονός ότι όλοι οι αναλυτές και δημοσιογράφοι χαρακτηρίζουν τους εξεγερμένους σαν μια «άμορφη μάζα», χωρίς καμία ομοιομορφία, κανείς δεν αναρωτήθηκε πώς συγκροτήθηκε τόσο γρήγορα το «Προσωρινό Εθνικό Μεταβατικό Συμβούλιο» από 31 μέλη, διεκδικώντας την «ηγεσία» της εξέγερσης.
Το Συμβούλιο κάνει την πρώτη του συνεδρίαση στις 5 Μάρτη, περίπου δυο βδομάδες μετά το ξέσπασμα των διαδηλώσεων. Στην ιδρυτική του διακήρυξη (μπορεί κανείς να τη βρει εύκολα στο διαδίκτυο http://ntclibya.org/english/founding-statement-of-the-interim-transitional-national-council/) το Συμβούλιο ζητά επίσημα «διεθνή προστασία»:
«Επίσης, ζητούμε από τη διεθνή κοινότητα να εκπληρώσει την υποχρέωσή της να προστατεύσει το λιβυκό λαό από παραπέρα γενοκτονία και εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας, χωρίς οποιαδήποτε άμεση στρατιωτική ανάμιξη επί του λιβυκού εδάφους».
Το Συμβούλιο αναγνωρίζεται πέντε μέρες μετά από τη Γαλλία ως ο «μόνος νόμιμος εκπρόσωπος του λιβυκού λαού» και μετά από λίγο καιρό και από το Κατάρ (το οποίο αναλαμβάνει το ρόλο της «προώθησης» των πωλήσεων του λιβυκού πετρελαίου), ενώ τις τελευταίες μέρες το αναγνώρισε και η Ιταλία.
Οι υπόλοιποι ιμπεριαλιστές είναι επιφυλακτικοί απέναντί του, όμως στην διεθνή σύνοδο που έγινε στο Λονδίνο την προηγούμενη Τρίτη (29/3) αποφάσισαν όχι να το αναγνωρίσουν ως τον «μόνο νόμιμο εκπρόσωπο του λιβυκού λαού», όπως η Γαλλία, αλλά να το εντάξουν στην «πολιτική διαδικασία», όπως την αντιλαμβάνονται αυτοί. Ετσι, στις δηλώσεις που έκανε ο βρετανός υπουργός Εξωτερικών, Ουίλιαμ Χαγκ αναφέρεται: «Οι συμμετέχοντες αναγνώρισαν την ανάγκη για όλους τους Λίβυους, συμπεριλαμβανομένου του Προσωρινού Μεταβατικού Εθνικού Συμβουλίου, φυλετικών ηγετών και άλλων, να βρε- θούν μαζί για να ξεκινήσει μια αποκλειστικά πολιτική διαδικασία, σύμφωνα με τα σχετικά ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, μέσα από την οποία θα μπορέσουν να επιλέξουν το δικό τους μέλλον» (http://www.fco.gov.uk/en/news/latest-news/?view=News&id= 574646182).
Λίγες μέρες πριν (22/3), είχε συσταθεί και η πρώτη «κυβέρνηση» με «πρωθυπουργό» τον 59χρονο Μαχμούντ Τζιμπρίλ, πρώην καθηγητή στο πανεπιστήμιο του Πίτσμπουργκ, ο οποίος είχε διατελέσει επικεφαλής προγραμμάτων «διοίκησης και κυβερνητικής διαχείρισης» πολλών ηγετών αραβικών κρατών, όπως η Αίγυπτος, η Σαουδική Αραβία, η Λιβύη, τα ΗΑΕ, το Κουβέιτ, η Ιορδανία, το Μπαχρέιν, το Μαρόκο και η Τυνησία, και μη αραβικών, όπως η Τουρκία και η Βρετανία (σύμφωνα με το σύντομο βιογραφικό του που φιγουράρει στην ιστοσελίδα του «Προσωρινού Μεταβατικού Εθνικού Συμβουλίου», http://ntclibya.org/english/council-members/). Σύμφωνα με το περιοδικό Spiegel (σε εκτενές άρθρο με τίτλο «Χάος και αβεβαιότητα στην επαναστατική ηγεσία της Λιβύης», που δημοσιεύτηκε το περασμένο Σάββατο, 30/3), οι περισσότεροι από τους λιποτάκτες του παλιού καθεστώτος, που πήγαν με την «επανάσταση», «ήταν υπουργοί, πρεσβευτές, στρατιωτικοί διοικητές ή επιχειρηματίες, πολλοί από τους οποίους είχαν δεσμούς με έναν από τους γιούς του Καντάφι, τον Σαΐφ Αλ Ισλάμ. Ολοι είχαν καλές ζωές κάτω από το καθεστώς Καντάφι και τώρα θέλουν να σώσουν ό,τι έχει απομείνει».
Ενας απ’ αυτούς είναι ο 44χρονος πρώην υπουργός Οικονομικών και μετέπειτα πρεσβευτής της Λιβύης στην Ινδία, ο Αλί Αλ Εσαουΐ, που διορίστηκε υπουργός Εξωτερικών στη νέα «επαναστατική κυβέρνηση», ίσως λόγω των πολύ καλών επαφών του με την Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας (όπως επισημαίνει το Spiegel). Ο Εσαουΐ είναι ένας από τους τρεις «ηγέτες» του μεταβατικού Συμβουλίου, το βιογραφικό των οποίων παρουσιάζεται στην ιστοσελίδα του. Από εκεί μαθαίνουμε ότι, εκτός από τις κυβερνητικές θέσεις που κατείχε, ήταν και Γενικός Διευ-θυντής του «προγράμματος επέκτασης ιδιοκτησίας» (ιδιωτικοποιήσεων δηλαδή) από το 2005. Ο δε «υπουργός» Οικονομικών της κυβέρνησης των αντικαθεστωτικών, Αλί Ταρκουνί, με ντοκτορά στα Οικονομικά από το πανεπιστήμιο του Μίτσιγκαν και παντρεμένος με μία δικηγόρο από το γραφείο του αμερικάνου υπουργού Δικαιοσύνης, ήταν λέκτορας στο Πανεπιστήμιο της Ουάσινγκτον, γι’ αυτό και «καταλαβαίνει τη δυτική νοοτροπία», όπως επεσήμανε ο εκπρόσωπος των αντικαθεστωτικών στο Ρόιτερς.
Μεταξύ αυτών που μυρίστηκαν «ψητό» και επέστρεψαν στη Λιβύη ήταν και ο Χαλίφα Χίφτερ, ο πάλαι ποτέ ανώτατος στρατιωτικός διοικητής των δυνάμεων του Καντάφι, όταν πολεμούσε στο Τσαντ στα τέλη της δεκαετίας του ’80. Ο Χίφτερ ήρθε σε σύγκρουση με τον Καντάφι και την κοπάνησε από τη Λιβύη στις αρχές της δεκαετίας του ’90, για τις ΗΠΑ, όπου έκτοτε ζούσε στα προάστια της Ουάσινγκτον. Ο Χίφτερ διορίστηκε στην ηγεσία του στρατού των «επαναστατών», υπό τις διαταγές όμως του Γιουνές (εδώ φαίνεται να υπήρξε και μια κόντρα μεταξύ τους, ως προς το ποιος θα έχει την εξουσία, όμως αυτό είναι το λιγότερο που πρέπει να μας απασχολήσει).
Αυτό που είναι σημαντικό και φαίνεται ξεκάθαρα από τα παραπάνω, είναι ότι το «Προσωρινό Μεταβατικό Εθνικό Συμβούλιο» και όλοι αυτοί που φέρονται σαν «ηγέτες των ανταρτών» δεν είναι παρά πουλημένα τομάρια που το μόνο που τα ενδιαφέρει είναι να γλύψουν το κοκαλάκι της εξουσίας υπό τη σκέπη κάποιων ισχυρών προστατών. Γι’ αυτό και δίνουν γην και ύδωρ στους σταυροφόρους της «αντιτρομοκρατίας», πράγμα που φαίνεται ανάγλυφα από τη δήλωση που εξέδωσαν την προηγούμενη βδομάδα (30/3) στη Βεγγάζη.
Στο επόμενο: Δήλωση υποταγής στους υπερπόντιους προστάτες. Ο ρόλος των μυστικών υπηρεσιών (CIA κ.ά.) και ο φόβος της Αλ Κάιντα.
Πηγή: Εφημερίδα "Κόντρα"
+ σχόλια + 1 σχόλια
Ο Καντάφι δεν έγινε ποτέ φίλος των δυτικών. Απλά ήταν ανεκτός. Αυτό φάνηκε με τη στάση της Γαλλίας που αμέσως αναγνώρισε τους αντικαθεστωτικούς. Από την άλλη, οι δυτικοί ξέρουν πολύ καλά πώς να εκμεταλλεύονται κάποια λαϊκή δυσαρέσκεια προκειμένου να επεκτείνουν τα κέρδη των εθνικών αστικών ελίτ.
Δημοσίευση σχολίου