Συνήθως μετά από μεγάλες συγκρούσεις το κέντρο της αντιπαράθεσης εστιάζεται στην κουκούλα, τους μπαχαλάκηδες, τους προβοκάτορες και όλα τα συναφή. Βοηθούν επαρκώς σ’ αυτό και τα κανάλια που τους καταγγέλλουν σε όλους τους τόνους, που εγκωμιάζουν την υπεύθυνη στάση των φιλειρηνικών διαδηλωτών. Είναι τα ίδια κανάλια - πλην ελάχιστων μικρών – που είναι οι πιο μαχητικοί προπαγανδιστές των μνημονίων, της καταστολής, της αποσιώπησης μαχητικών κινητοποιήσεων, της λοιδορίας απέναντι σε ότι καταγγέλλει το κεφάλαιο, κλπ., κλπ..
Εδώ χρειάζεται προσοχή. Όσοι κάνουν πολύ εύκολα ταυτίσεις, πχ. των διαδηλωτών που συγκεντρώνονται στο Μουσείο στις εργατικές απεργίες με την ΠΑΣΚΕ ή δικαιολογούν οποιαδήποτε πολιτική επιλογή έχουν κάνει με την συνεχή διαπόμπευση των άλλων επιλογών (ηλίθιοι, αυτιστικοί κλπ., κλπ.) μάλλον ανήκουν στην προ μνημονίου εποχή. Την εποχή του μεγάλου κομμουνιστικού κινήματος, ή άλλων μεγάλων κινημάτων, τα οποία έφτασαν να γευτούν – να γευτούμε – άλλη μια ηχηρή γροθιά από το σύστημα.
Αφού τελείωσε αυτή η εποχή, ας τελειώνουμε με τις μεγάλες αρρώστιες της. Τη δαιμωνοποίηση του πολιτικού αντίπαλου, την πρακτορολογία, την λογική του πας μη δικός μας βάρβαρος, την πεποίθηση ότι εμείς, εμείς, είμαστε οι μόνοι συνεπείς. Ας δεχτούμε την πραγματικότητα, για το πραγματικό εύρος και την δυνατότητα των οργανώσεων ή των συλλογικοτήτων που ανήκουμε, ας μη παραμυθιαζόμαστε κλείνοντας τα μάτια στην πραγματικότητα, ας μη συνεχίζουμε να νιώθουμε και εντάξει και μεγάλοι επαναστάτες, ενώ το έδαφος φεύγει κάτω από τα πόδια μας. Γιατί όταν λέμε ότι το εργατικό κίνημα ηττάται, ηττόμαστε και ‘μείς, που είμαστε μέρος του. Πολύ δε περισσότερο όσοι αυτοπροσδιορίζονται ως πρωτοπορία του. Βεβαίως κάθε ήττα μπορεί να εμπεριέχει τα σπέρματα της νίκης, στην επόμενη μάχη. Με την προϋπόθεση ότι θα βγουν σωστά συμπεράσματα από την ήττα και θα «μεταλαμπαδευτούν» στους εργαζόμενους. Δεν μπορεί συνεχώς να νικάμε, όπως υποστήριζαν αρκετοί, όλα αυτά τα χρόνια και ξαφνικά να βρισκόμαστε σε τέτοιον συντελεστή. Ας ξανακοιτάξουμε λοιπόν ορισμένα πράγματα, αν θέλουμε κάποτε να νικήσουμε.
Μας είναι αδιάφορη η ταύτιση της πρακτορολογίας των καναλιών με αυτά που λέει μεγάλο κομμάτι της αριστεράς; Αν είναι αδιάφορη και εντελώς συμπωματική, τότε συνεχίστε ακάθεκτοι. Αν δεν είναι αδιάφορη, τότε το πρώτο που έχετε να πείτε – όσοι πρακτορολογείτε - είναι ότι και ‘μείς είμαστε με τις συγκρούσεις και τις άλλες σκληρές μορφές πάλης, δεν είμαστε με τον πετροπόλεμο, δεν είμαστε με την Marfin – λες και κανένας δηλώνει ότι είναι – εμείς θα τις εφαρμόσουμε στο μέλλον, δεν τις εφαρμόσαμε μέχρι τώρα για συγκεκριμένους λόγους. Δεν τα λέτε όμως έτσι ή τα λέτε μεταξύ σας. Στα μέλη σας και στις οργανώσεις σας. Στις ταβέρνες και στα καφενεία. Στα φεστιβάλ και στις επαναστατικές εκδρομές. Εκεί, που…«λέμε και κάνα αντάρτικο για να θυμηθούμε τα παλιά». Στις επίσημες ανακοινώσεις μετά την δικαιότατη σφοδρή καταγγελία του κράτους, αρχίζουν οι τοποθετήσεις για το ειρηνικό κίνημα που τελικά θα καταστείλει τους καταστολείς. Μάλλον θα τους αποκοιμίσει και θα εισέλθει θριαμβευτής στη Βουλή. Τότε οι αρχηγοί του θα καθίσουν στα έδρανα των προδοτών και θα οδηγήσουν το λαό στην γη της επαγγελίας.
Όνειρα προ μνημονίου νυκτός. Γιατί στο επίκεντρο όλης της πολιτικής και ιδεολογικής αντιπαλότητας, βρίσκεται η βία και οι μορφές της. Η βία που πρέπει να εξασκήσει ο καταπιεσμένος πάνω στον καταπιεστή για να τον γονατίσει. Δεν είναι ο πετροπόλεμος σου λένε η κατάλληλη μορφή. Είμαι ο πρώτος που συμφωνώ. Ποιες είναι οι άλλες πραγματικά επαναστατικές μορφές πάλης που προωθούν οι μη πετροβολούσες επαναστατικές δυνάμεις και πότε θα το δούμε αυτό; Γιατί χτες εκείνο που είδαμε είναι να πάμε σαν ξυπόλητοι στα αγκάθια στον Ευαγγελισμό. Εκεί που και μας τσακίσανε σε 3 λεπτά. Δεν είχαμε κόσμο βέβαια. Αλλά δεν είχαμε καμιά άλλη προετοιμασία, έστω ψυχολογική. Μετά στο Σύνταγμα όταν γινόταν κόλαση τι κάνανε πολλές από τις δυνάμεις που ήταν συγκροτημένες; Ας μη το πούμε εμείς, ας το πει ο καθένας, αν έκανε το καλύτερο δυνατό.
Εμείς ξέρουμε δυο πράγματα. Πρώτον, ότι στην μάχη μπήκε ένα μεγάλο κομμάτι κόσμου και επί ώρες πάλευε με τα ΜΑΤ. Πέταγε και πέτρες καμιά φορά, όσο και υποτιμητικό να ακούγεται σε ορισμένους αυτό. Έστηνε και οδοφράγματα. Φώναζε και συνθήματα. Έβριζε συνεχώς τα κτηνώδη φασιστόμουτρα, τους Ματατζήδες, τρελαίνονταν με την καταστολή. Δεύτερον, πολύς κόσμος – αυτός που λέμε …απλοί εργαζόμενοι (εμείς μάλλον είμαστε σύνθετοι εργαζόμενοι) – έλεγε μέσα σε Παναγίες και άλλα γαλλικά, ότι είναι έγκλημα που κατεβαίνουμε «άοπλοι» με μια απλή μάσκα – παράνομη και αυτή – και ότι την επόμενη φορά θα δούνε. Πολύς κόσμος πέρασε πάνω από την πρακτορολογία και την χαφιεδολογία των ημερών και δήλωνε αποφασισμένος για άλλα πράγματα. Θα τα κάνει; Αν θεωρήσουμε ότι είναι πολύ δυνατή η εκτίμηση που κάνουμε όλοι ότι θα μεγαλώνει η οργή, τότε να είμαστε προετοιμασμένοι για άλλες καταστάσεις. Υπήρχε και άλλος κόσμος, που ήρθε ειρηνικά, που παρακολουθούσε, που έψαχνε να βρει περίεργους τύπους, που ήρθε με το ποδήλατό του. Ίσως να ήταν και το μεγαλύτερο κομμάτι της συγκέντρωσης. Αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι είχε δίκιο που ήρθε έτσι.
Πολύ περισσότερο η «διαπαιδαγώγηση» ενός κόσμου σε αυξημένες απαιτήσεις δρόμου δεν γίνεται με ειρηνικές εξαγγελίες. Και ακόμη πολύ περισσότερο είναι να λάθος να φορτώνουμε στον κόσμο τις δικές μας αναστολές. Δεν γίνεται να λες στον κόσμο ότι πάμε πάντα ειρηνικά και ξαφνικά μια ωραία νύχτα, να του πεις όχι απλά πάρε πέτρα – που είναι πολύ εξευτελιστικό – αλλά πάρε κουμπούρι. Αυτά τα πράγματα πέρα ότι δεν έχουν καμιά σχέση με την διαλεκτική, είναι και αστεία. Είναι δυνατόν για άλλα να καλείς τον κόσμο και άλλα να νομίσεις ότι θα κάνει; Βεβαίως δεν το κάνουν όλοι αυτό. Δεν θέλουμε να αδικήσουμε τους γνήσιους ειρηνιστές. Γιατί όντως υπάρχουν και ειλικρινείς φιλειρηνιστές. Όπως πολλοί από τους αγανακτισμένους της πλατείας Συντάγματος. Αυτοί τουλάχιστον είναι καθαροί. Ειρήνη σου λέει μέχρι τέλους. Με την ειρήνη θα τους λυγίσουμε. Με την ειρήνη και ίσως με την κάλπη. Η κοινωνική αλλαγή θα ξεπροβάλλει μέσα από την κάλπη του αστικού κράτους, όπως η Αθηνά από το κεφάλι του Δία. Αμ δε. Αν δεν έγινε αυτό ποτέ στην ιστορία, αν είναι εντελώς ανιστόρητο στην πριν του μνημόνιου εποχή, στην εποχή πριν τη βαθιά και παγκόσμια καπιταλιστική κρίση, τώρα είναι ένα εκατομμύριο φορές πιο αυταπάτη. Και με τις αυταπάτες, με τις βεβαιότητές που είχαμε μέχρι τώρα, θα πάψουμε έτσι και αλλιώς να ζούμε.
Β.
Χρωστάμε μια γνώμη στους φίλους ή συναγωνιστές που φέρνουν σε μια μορφή αντιπαράθεσης την παρέμβαση στους χώρους δουλειάς, με τις κεντρικές συγκεντρώσεις. Λόγο υποχρεώσεων θα την γράψουμε σε λίγες μέρες.
Εδώ χρειάζεται προσοχή. Όσοι κάνουν πολύ εύκολα ταυτίσεις, πχ. των διαδηλωτών που συγκεντρώνονται στο Μουσείο στις εργατικές απεργίες με την ΠΑΣΚΕ ή δικαιολογούν οποιαδήποτε πολιτική επιλογή έχουν κάνει με την συνεχή διαπόμπευση των άλλων επιλογών (ηλίθιοι, αυτιστικοί κλπ., κλπ.) μάλλον ανήκουν στην προ μνημονίου εποχή. Την εποχή του μεγάλου κομμουνιστικού κινήματος, ή άλλων μεγάλων κινημάτων, τα οποία έφτασαν να γευτούν – να γευτούμε – άλλη μια ηχηρή γροθιά από το σύστημα.
Αφού τελείωσε αυτή η εποχή, ας τελειώνουμε με τις μεγάλες αρρώστιες της. Τη δαιμωνοποίηση του πολιτικού αντίπαλου, την πρακτορολογία, την λογική του πας μη δικός μας βάρβαρος, την πεποίθηση ότι εμείς, εμείς, είμαστε οι μόνοι συνεπείς. Ας δεχτούμε την πραγματικότητα, για το πραγματικό εύρος και την δυνατότητα των οργανώσεων ή των συλλογικοτήτων που ανήκουμε, ας μη παραμυθιαζόμαστε κλείνοντας τα μάτια στην πραγματικότητα, ας μη συνεχίζουμε να νιώθουμε και εντάξει και μεγάλοι επαναστάτες, ενώ το έδαφος φεύγει κάτω από τα πόδια μας. Γιατί όταν λέμε ότι το εργατικό κίνημα ηττάται, ηττόμαστε και ‘μείς, που είμαστε μέρος του. Πολύ δε περισσότερο όσοι αυτοπροσδιορίζονται ως πρωτοπορία του. Βεβαίως κάθε ήττα μπορεί να εμπεριέχει τα σπέρματα της νίκης, στην επόμενη μάχη. Με την προϋπόθεση ότι θα βγουν σωστά συμπεράσματα από την ήττα και θα «μεταλαμπαδευτούν» στους εργαζόμενους. Δεν μπορεί συνεχώς να νικάμε, όπως υποστήριζαν αρκετοί, όλα αυτά τα χρόνια και ξαφνικά να βρισκόμαστε σε τέτοιον συντελεστή. Ας ξανακοιτάξουμε λοιπόν ορισμένα πράγματα, αν θέλουμε κάποτε να νικήσουμε.
Μας είναι αδιάφορη η ταύτιση της πρακτορολογίας των καναλιών με αυτά που λέει μεγάλο κομμάτι της αριστεράς; Αν είναι αδιάφορη και εντελώς συμπωματική, τότε συνεχίστε ακάθεκτοι. Αν δεν είναι αδιάφορη, τότε το πρώτο που έχετε να πείτε – όσοι πρακτορολογείτε - είναι ότι και ‘μείς είμαστε με τις συγκρούσεις και τις άλλες σκληρές μορφές πάλης, δεν είμαστε με τον πετροπόλεμο, δεν είμαστε με την Marfin – λες και κανένας δηλώνει ότι είναι – εμείς θα τις εφαρμόσουμε στο μέλλον, δεν τις εφαρμόσαμε μέχρι τώρα για συγκεκριμένους λόγους. Δεν τα λέτε όμως έτσι ή τα λέτε μεταξύ σας. Στα μέλη σας και στις οργανώσεις σας. Στις ταβέρνες και στα καφενεία. Στα φεστιβάλ και στις επαναστατικές εκδρομές. Εκεί, που…«λέμε και κάνα αντάρτικο για να θυμηθούμε τα παλιά». Στις επίσημες ανακοινώσεις μετά την δικαιότατη σφοδρή καταγγελία του κράτους, αρχίζουν οι τοποθετήσεις για το ειρηνικό κίνημα που τελικά θα καταστείλει τους καταστολείς. Μάλλον θα τους αποκοιμίσει και θα εισέλθει θριαμβευτής στη Βουλή. Τότε οι αρχηγοί του θα καθίσουν στα έδρανα των προδοτών και θα οδηγήσουν το λαό στην γη της επαγγελίας.
Όνειρα προ μνημονίου νυκτός. Γιατί στο επίκεντρο όλης της πολιτικής και ιδεολογικής αντιπαλότητας, βρίσκεται η βία και οι μορφές της. Η βία που πρέπει να εξασκήσει ο καταπιεσμένος πάνω στον καταπιεστή για να τον γονατίσει. Δεν είναι ο πετροπόλεμος σου λένε η κατάλληλη μορφή. Είμαι ο πρώτος που συμφωνώ. Ποιες είναι οι άλλες πραγματικά επαναστατικές μορφές πάλης που προωθούν οι μη πετροβολούσες επαναστατικές δυνάμεις και πότε θα το δούμε αυτό; Γιατί χτες εκείνο που είδαμε είναι να πάμε σαν ξυπόλητοι στα αγκάθια στον Ευαγγελισμό. Εκεί που και μας τσακίσανε σε 3 λεπτά. Δεν είχαμε κόσμο βέβαια. Αλλά δεν είχαμε καμιά άλλη προετοιμασία, έστω ψυχολογική. Μετά στο Σύνταγμα όταν γινόταν κόλαση τι κάνανε πολλές από τις δυνάμεις που ήταν συγκροτημένες; Ας μη το πούμε εμείς, ας το πει ο καθένας, αν έκανε το καλύτερο δυνατό.
Εμείς ξέρουμε δυο πράγματα. Πρώτον, ότι στην μάχη μπήκε ένα μεγάλο κομμάτι κόσμου και επί ώρες πάλευε με τα ΜΑΤ. Πέταγε και πέτρες καμιά φορά, όσο και υποτιμητικό να ακούγεται σε ορισμένους αυτό. Έστηνε και οδοφράγματα. Φώναζε και συνθήματα. Έβριζε συνεχώς τα κτηνώδη φασιστόμουτρα, τους Ματατζήδες, τρελαίνονταν με την καταστολή. Δεύτερον, πολύς κόσμος – αυτός που λέμε …απλοί εργαζόμενοι (εμείς μάλλον είμαστε σύνθετοι εργαζόμενοι) – έλεγε μέσα σε Παναγίες και άλλα γαλλικά, ότι είναι έγκλημα που κατεβαίνουμε «άοπλοι» με μια απλή μάσκα – παράνομη και αυτή – και ότι την επόμενη φορά θα δούνε. Πολύς κόσμος πέρασε πάνω από την πρακτορολογία και την χαφιεδολογία των ημερών και δήλωνε αποφασισμένος για άλλα πράγματα. Θα τα κάνει; Αν θεωρήσουμε ότι είναι πολύ δυνατή η εκτίμηση που κάνουμε όλοι ότι θα μεγαλώνει η οργή, τότε να είμαστε προετοιμασμένοι για άλλες καταστάσεις. Υπήρχε και άλλος κόσμος, που ήρθε ειρηνικά, που παρακολουθούσε, που έψαχνε να βρει περίεργους τύπους, που ήρθε με το ποδήλατό του. Ίσως να ήταν και το μεγαλύτερο κομμάτι της συγκέντρωσης. Αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι είχε δίκιο που ήρθε έτσι.
Πολύ περισσότερο η «διαπαιδαγώγηση» ενός κόσμου σε αυξημένες απαιτήσεις δρόμου δεν γίνεται με ειρηνικές εξαγγελίες. Και ακόμη πολύ περισσότερο είναι να λάθος να φορτώνουμε στον κόσμο τις δικές μας αναστολές. Δεν γίνεται να λες στον κόσμο ότι πάμε πάντα ειρηνικά και ξαφνικά μια ωραία νύχτα, να του πεις όχι απλά πάρε πέτρα – που είναι πολύ εξευτελιστικό – αλλά πάρε κουμπούρι. Αυτά τα πράγματα πέρα ότι δεν έχουν καμιά σχέση με την διαλεκτική, είναι και αστεία. Είναι δυνατόν για άλλα να καλείς τον κόσμο και άλλα να νομίσεις ότι θα κάνει; Βεβαίως δεν το κάνουν όλοι αυτό. Δεν θέλουμε να αδικήσουμε τους γνήσιους ειρηνιστές. Γιατί όντως υπάρχουν και ειλικρινείς φιλειρηνιστές. Όπως πολλοί από τους αγανακτισμένους της πλατείας Συντάγματος. Αυτοί τουλάχιστον είναι καθαροί. Ειρήνη σου λέει μέχρι τέλους. Με την ειρήνη θα τους λυγίσουμε. Με την ειρήνη και ίσως με την κάλπη. Η κοινωνική αλλαγή θα ξεπροβάλλει μέσα από την κάλπη του αστικού κράτους, όπως η Αθηνά από το κεφάλι του Δία. Αμ δε. Αν δεν έγινε αυτό ποτέ στην ιστορία, αν είναι εντελώς ανιστόρητο στην πριν του μνημόνιου εποχή, στην εποχή πριν τη βαθιά και παγκόσμια καπιταλιστική κρίση, τώρα είναι ένα εκατομμύριο φορές πιο αυταπάτη. Και με τις αυταπάτες, με τις βεβαιότητές που είχαμε μέχρι τώρα, θα πάψουμε έτσι και αλλιώς να ζούμε.
Β.
Χρωστάμε μια γνώμη στους φίλους ή συναγωνιστές που φέρνουν σε μια μορφή αντιπαράθεσης την παρέμβαση στους χώρους δουλειάς, με τις κεντρικές συγκεντρώσεις. Λόγο υποχρεώσεων θα την γράψουμε σε λίγες μέρες.
+ σχόλια + 1 σχόλια
Το επίπεδο της πολιτικης αναλυσης είναι νηπιακό. Φανερές οι αρνητικότατες επιρροές από την τυχοδιωκτική και πρακτόρικη δράση των αναρχικών. Αν είναι δυνατόν να υπάρχει σήμερα άνθρωπος (που να δηλώνει μάλιστα και κομμουνιστής!!!)που να αμφισβητεί ότι τα μπάχαλα κατα τη διάρκεια των διαδηλώσεων 28-29/6 οργανώθηκαν από την ασφάλεια κ αλλους παρακρατικούς μηχανισμούς (τη στιγμή που έχει βγει στο internet άφθονο φωτογραφικό υλικό με τους ¨επαναστάτες" ασφαλίτες). Αδιανόητο να μην βγαινει το οφθαλμοφανές συμπέρασμα ότι από τις "συγκρούσεις" σας με την αστυνομία ωφελείται ΜΟΝΟ η κυβέρνηση και κανένας άλλος. Μιλάμε για συγκρούσεις που ενώ δεν έχουν ΚΑΜΙΑ πιθανότητα επιτυχίας (υποχώρηση των ΜΑΤ π.χ.), καθώς τον τόπο και τον χρόνο τον διαλέγει η αστυνομία (που εκτος των άλλων αν σας διαφεύγει, διαθέτει συντριπτική υπεροχή σε οπλισμό), παρόλα αυτά γίνονται αφορμη να ξυλοκοπηθούν ανηλεώς και να ψεκαστούν χιλιάδες εργαζομένων. Για να το κλείνω, αφήστε αυτές τις ΑΝΟΗΣΙΕΣ και μάθετε επιτέλους πως η σύγκρουση με τις μονάδες καταστολής έχει νόημα μόνο αν την επιλέγει το μαζικό κίνημα, την διεξάγει οργανωμένα και ωφελείται απ αυτήν την σύγκρουση (π.χ. λιμάνι, υπουργειο Εργασίας με αλύπητο ξύλο στα ΜΑΤ από οικοδόμους, κατάληψη υπουργείου οικονομικών από το ΠΑΜΕ στις 15/6)
Δημοσίευση σχολίου