«Πιο κοντά από ποτέ στην ειρήνη, στην ασφάλεια και στην ευμάρεια βρίσκονται Ισραηλινοί και Παλαιστίνιοι» δήλωσε ολοκληρώνοντας άλλη μια επίσκεψη στο Ισραήλ και στα Παλαιστινιακά εδάφη ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών. Αυτή τη φορά, όμως, ο «τόνος» αισιοδοξίας που αποπειράθηκε λακωνικά να δώσει στις ισραηλινο-παλαιστινιακές διαπραγματεύσεις που διεξάγονται από το καλοκαίρι υπό ασφυκτικές αμερικανικές πιέσεις και καθεστώς απόλυτης μυστικότητας, δεν φάνηκε να πείθει κανένα, ούτε τους συνομιλητές του.
Σύμφωνα με τις υπάρχουσες πληροφορίες, ο Κέρι στις τρεις συναντήσεις που είχε με τον Ισραηλινό πρωθυπουργό Μπέντζαμιν Νετανιάχου και τη μία με τον Παλαιστίνιο πρόεδρο Μαχμούντ Αμπάς παρουσίασε μια «δέσμη προτάσεων» σχετικά με τον υπερσκελισμό των ζητημάτων ασφαλείας που το Ισραήλ θέτει σταθερά, τα οποία στην ουσία υποσκάπτουν κάθε προοπτική επίτευξης προόδου στις συνομιλίες. Η κυριαρχία των ζητημάτων «ασφαλείας» ενισχύθηκε ως εντύπωση και από την παρουσία, δίπλα στον Κέρι, του συμβούλου ασφαλείας του, απόστρατου στρατηγού Τζον Αλεν, ο οποίος συμμετείχε στις επαφές, κυρίως με τον Νετανιάχου. Αλλά και από το γεγονός ότι για πρώτη φορά, ο Αμπάς δε συνόδευσε τον Κέρι έξω από το προεδρικό μέγαρο στη Ραμάλα, επιλογή που εκλήφθηκε ως έκφραση έντονης δυσφορίας από την παλαιστινιακή πλευρά.
Το τι περιέχεται στη «δέσμη προτάσεων» που κόμισε ο Κέρι δεν έγινε γνωστό. Η ισραηλινή πλευρά, όμως, έχει ξεκαθαρίσει ότι, ακόμη και αν ξεπεραστεί με κάποιο μαγικό τρόπο το κομβικό ζήτημα των εποικισμών που θέτουν οι Παλαιστίνιοι (εποικισμοί που κατακερματίζουν την παλαιστινιακή γη απομακρύνοντας ούτως ή άλλως το ενδεχόμενο ανεξάρτητου βιώσιμου κράτους), επιθυμεί να διατηρήσει τον έλεγχο των συνόρων και το νέο παλαιστινιακό κράτος να είναι αποστρατιωτικοποιημένο. Ελεγχος των συνόρων σημαίνει, με απλά λόγια, ότι το όποιο κράτος θα παραμένει εξαρτώμενο ως προς την επικοινωνία του σε όλα τα επίπεδα (διπλωματικό, οικονομικό κ.ά.) με τον έξω κόσμο από το Ισραήλ. Επίσης, το Ισραήλ απαιτεί οι Παλαιστίνιοι να το αναγνωρίσουν ως «εβραϊκό κράτος», διατύπωση που αυτομάτως υποσκάπτει το δικαίωμα επιστροφής των Παλαιστινίων προσφύγων. Η παλαιστινιακή πλευρά έχει αποκλείσει κατηγορηματικά και τα δύο αυτά ενδεχόμενα.
Επικρίσεις και πιέσεις
Υπό αυτό το πρίσμα και με δεδομένο το «πάγωμα» των ισραηλινο-παλαιστινιακών διαπραγματεύσεων τις τελευταίες εβδομάδες εξαιτίας της συνέχισης του εποικισμού, η προοπτική κατάρρευσης των συνομιλιών ή μιας άκαρπης λήξης τους μετά το πέρας του εννιαμήνου που έχει τεθεί ως χρονοδιάγραμμα (περίπου τον Απρίλη), γίνεται ολοένα πιο πιθανή. Στον ισραηλινό Τύπο έχουν, ήδη, κάνει την εμφάνισή τους επικριτικές, για τους χειρισμούς Νετανιάχου, απόψεις, οι οποίες δεν αμφισβητούν την κατοχική λογική των ισραηλινών κυβερνήσεων αλλά επισημαίνουν τις συνέπειες της αποτυχίας μιας ακόμη διαπραγμάτευσης με δεδομένες τις αλλαγές που προδιαγράφονται σε επίπεδο συμμαχιών και ισορροπιών στην ευρύτερη περιοχή, στη βάση των, εν εξελίξει, ενδο-ιμπεριαλιστικών διαγκωνισμών.
Μεταξύ των επικριτών, ξεχώρισε την περασμένη εβδομάδα, η παρέμβαση του πρώην επικεφαλής των μυστικών υπηρεσιών εσωτερικών, «Σιν Μπετ», Γιουβάλ Ντίσκιν, που κατηγόρησε τον Νετανιάχου ότι υποτιμά τον κίνδυνο από μια διαπραγματευτική αποτυχία με τους Παλαιστινίους, υποστηρίζοντας ότι είναι μεγαλύτερος από το ιρανικό πυρηνικό πρόγραμμα. Ο Ντίσκιν εκτίμησε ότι αν δεν υιοθετηθεί λύση δύο κρατών άμεσα, σε λίγα χρόνια θα είναι ανέφικτη εξαιτίας της καλπάζουσας πληθυσμιακής αύξησης των Παλαιστινίων που θα υπερσκελίσουν τους Ισραηλινούς.
Ενδεικτικό, επίσης, είναι το κεντρικό άρθρο της εφημερίδας «Χααρέτζ», που καλεί την αμερικανική διπλωματία να θέσει επί τάπητος συγκεκριμένη πρόταση για τα σύνορα και να πιέσει τον Νετανιάχου, σημειώνοντας ότι αν δεν γίνει αυτό ο Ισραηλινός πρωθυπουργός μπορεί να «προσποιείται ότι διαπραγματεύεται χωρίς να το πράττει» επί τουλάχιστον μία δεκαετία με απρόβλεπτες συνέπειες για ολόκληρη την περιοχή. Εντείνεται επίσης η συζήτηση σε διπλωματικούς ιμπεριαλιστικούς κύκλους περί αναγκαιότητας εκπόνησης, το γρηγορότερο δυνατό, ενός «σχεδίου Β» από πλευράς Ουάσιγκτον που αν δεν προτείνει «προσωρινή επιφανειακή λύση» για να διασωθούν τα προσχήματα, τουλάχιστον θα παρατείνει τη διαπραγμάτευση.
Οποιο «κλίμα» και αν καλλιεργείται, πάντως, το βέβαιο είναι ότι, όπως και όλες τις προηγούμενες φορές, οι «διαπραγματεύσεις» που διεξάγονται είναι, ηλίου φαεινότερο, ότι δε σχετίζονται με καμία πρόθεση δικαίωσης των αγώνων και των δίκαιων αιτημάτων του παλαιστινιακού λαού. Ως τμήμα γενικότερων ιμπεριαλιστικών σχεδιασμών και ανταγωνισμών, το Παλαιστινιακό χρησιμοποιείται, εδώ και χρόνια, κατά το δοκούν από τους «διαμεσολαβητές» ως μοχλός προώθησης αλλότριων συμφερόντων. Μοναδικός πραγματικός τρόπος επίλυσής του παραμένει η ίδρυση ανεξάρτητου, ενιαίου εδαφικά, βιώσιμου παλαιστινιακού κράτους, στα σύνορα του '67, με πρωτεύουσα την ανατολική Ιερουσαλήμ, δηλαδή η αναγνώριση της ισραηλινής κατοχής σε όλες τις εκφάνσεις της και ο πλήρης τερματισμός της.
Ελένη ΜΑΥΡΟΥΛΗ - "Ριζοσπάστης"
Σύμφωνα με τις υπάρχουσες πληροφορίες, ο Κέρι στις τρεις συναντήσεις που είχε με τον Ισραηλινό πρωθυπουργό Μπέντζαμιν Νετανιάχου και τη μία με τον Παλαιστίνιο πρόεδρο Μαχμούντ Αμπάς παρουσίασε μια «δέσμη προτάσεων» σχετικά με τον υπερσκελισμό των ζητημάτων ασφαλείας που το Ισραήλ θέτει σταθερά, τα οποία στην ουσία υποσκάπτουν κάθε προοπτική επίτευξης προόδου στις συνομιλίες. Η κυριαρχία των ζητημάτων «ασφαλείας» ενισχύθηκε ως εντύπωση και από την παρουσία, δίπλα στον Κέρι, του συμβούλου ασφαλείας του, απόστρατου στρατηγού Τζον Αλεν, ο οποίος συμμετείχε στις επαφές, κυρίως με τον Νετανιάχου. Αλλά και από το γεγονός ότι για πρώτη φορά, ο Αμπάς δε συνόδευσε τον Κέρι έξω από το προεδρικό μέγαρο στη Ραμάλα, επιλογή που εκλήφθηκε ως έκφραση έντονης δυσφορίας από την παλαιστινιακή πλευρά.
Το τι περιέχεται στη «δέσμη προτάσεων» που κόμισε ο Κέρι δεν έγινε γνωστό. Η ισραηλινή πλευρά, όμως, έχει ξεκαθαρίσει ότι, ακόμη και αν ξεπεραστεί με κάποιο μαγικό τρόπο το κομβικό ζήτημα των εποικισμών που θέτουν οι Παλαιστίνιοι (εποικισμοί που κατακερματίζουν την παλαιστινιακή γη απομακρύνοντας ούτως ή άλλως το ενδεχόμενο ανεξάρτητου βιώσιμου κράτους), επιθυμεί να διατηρήσει τον έλεγχο των συνόρων και το νέο παλαιστινιακό κράτος να είναι αποστρατιωτικοποιημένο. Ελεγχος των συνόρων σημαίνει, με απλά λόγια, ότι το όποιο κράτος θα παραμένει εξαρτώμενο ως προς την επικοινωνία του σε όλα τα επίπεδα (διπλωματικό, οικονομικό κ.ά.) με τον έξω κόσμο από το Ισραήλ. Επίσης, το Ισραήλ απαιτεί οι Παλαιστίνιοι να το αναγνωρίσουν ως «εβραϊκό κράτος», διατύπωση που αυτομάτως υποσκάπτει το δικαίωμα επιστροφής των Παλαιστινίων προσφύγων. Η παλαιστινιακή πλευρά έχει αποκλείσει κατηγορηματικά και τα δύο αυτά ενδεχόμενα.
Επικρίσεις και πιέσεις
Υπό αυτό το πρίσμα και με δεδομένο το «πάγωμα» των ισραηλινο-παλαιστινιακών διαπραγματεύσεων τις τελευταίες εβδομάδες εξαιτίας της συνέχισης του εποικισμού, η προοπτική κατάρρευσης των συνομιλιών ή μιας άκαρπης λήξης τους μετά το πέρας του εννιαμήνου που έχει τεθεί ως χρονοδιάγραμμα (περίπου τον Απρίλη), γίνεται ολοένα πιο πιθανή. Στον ισραηλινό Τύπο έχουν, ήδη, κάνει την εμφάνισή τους επικριτικές, για τους χειρισμούς Νετανιάχου, απόψεις, οι οποίες δεν αμφισβητούν την κατοχική λογική των ισραηλινών κυβερνήσεων αλλά επισημαίνουν τις συνέπειες της αποτυχίας μιας ακόμη διαπραγμάτευσης με δεδομένες τις αλλαγές που προδιαγράφονται σε επίπεδο συμμαχιών και ισορροπιών στην ευρύτερη περιοχή, στη βάση των, εν εξελίξει, ενδο-ιμπεριαλιστικών διαγκωνισμών.
Μεταξύ των επικριτών, ξεχώρισε την περασμένη εβδομάδα, η παρέμβαση του πρώην επικεφαλής των μυστικών υπηρεσιών εσωτερικών, «Σιν Μπετ», Γιουβάλ Ντίσκιν, που κατηγόρησε τον Νετανιάχου ότι υποτιμά τον κίνδυνο από μια διαπραγματευτική αποτυχία με τους Παλαιστινίους, υποστηρίζοντας ότι είναι μεγαλύτερος από το ιρανικό πυρηνικό πρόγραμμα. Ο Ντίσκιν εκτίμησε ότι αν δεν υιοθετηθεί λύση δύο κρατών άμεσα, σε λίγα χρόνια θα είναι ανέφικτη εξαιτίας της καλπάζουσας πληθυσμιακής αύξησης των Παλαιστινίων που θα υπερσκελίσουν τους Ισραηλινούς.
Ενδεικτικό, επίσης, είναι το κεντρικό άρθρο της εφημερίδας «Χααρέτζ», που καλεί την αμερικανική διπλωματία να θέσει επί τάπητος συγκεκριμένη πρόταση για τα σύνορα και να πιέσει τον Νετανιάχου, σημειώνοντας ότι αν δεν γίνει αυτό ο Ισραηλινός πρωθυπουργός μπορεί να «προσποιείται ότι διαπραγματεύεται χωρίς να το πράττει» επί τουλάχιστον μία δεκαετία με απρόβλεπτες συνέπειες για ολόκληρη την περιοχή. Εντείνεται επίσης η συζήτηση σε διπλωματικούς ιμπεριαλιστικούς κύκλους περί αναγκαιότητας εκπόνησης, το γρηγορότερο δυνατό, ενός «σχεδίου Β» από πλευράς Ουάσιγκτον που αν δεν προτείνει «προσωρινή επιφανειακή λύση» για να διασωθούν τα προσχήματα, τουλάχιστον θα παρατείνει τη διαπραγμάτευση.
Οποιο «κλίμα» και αν καλλιεργείται, πάντως, το βέβαιο είναι ότι, όπως και όλες τις προηγούμενες φορές, οι «διαπραγματεύσεις» που διεξάγονται είναι, ηλίου φαεινότερο, ότι δε σχετίζονται με καμία πρόθεση δικαίωσης των αγώνων και των δίκαιων αιτημάτων του παλαιστινιακού λαού. Ως τμήμα γενικότερων ιμπεριαλιστικών σχεδιασμών και ανταγωνισμών, το Παλαιστινιακό χρησιμοποιείται, εδώ και χρόνια, κατά το δοκούν από τους «διαμεσολαβητές» ως μοχλός προώθησης αλλότριων συμφερόντων. Μοναδικός πραγματικός τρόπος επίλυσής του παραμένει η ίδρυση ανεξάρτητου, ενιαίου εδαφικά, βιώσιμου παλαιστινιακού κράτους, στα σύνορα του '67, με πρωτεύουσα την ανατολική Ιερουσαλήμ, δηλαδή η αναγνώριση της ισραηλινής κατοχής σε όλες τις εκφάνσεις της και ο πλήρης τερματισμός της.
Ελένη ΜΑΥΡΟΥΛΗ - "Ριζοσπάστης"
Δημοσίευση σχολίου