Γράφει ο Γρηγόρης Σουλτάνης
Η ταύτιση της προεκλογικής σύγκρουσης μεταξύ ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ, με τη μεταπολεμική εμφύλια σύρραξη, από ηγετικά στελέχη της ΝΔ, μπορεί να ερμηνευθεί από δύο οπτικές γωνίες- που η μια δεν αποκλείει την άλλη. Η πρώτη έχει να κάνει με την αδυναμία της ΝΔ να προκαλέσει την συσπείρωση των οπαδών της, ενώ η δεύτερη, με τους ταξικούς συσχετισμούς που έχουν διαμορφωθεί στην ελληνική κοινωνία μετά την υπαγωγή της χώρας υπό καθεστώς μνημονίου.
Η αδυναμία της όποιας κινητοποίησης οπαδών και η βέβαιη πρωτιά του ΣΥΡΙΖΑ, εξαναγκάζει τη ΝΔ στην δαιμονοποίηση του αντίπαλου με βάση το παραδοσιακό δεξιό σχήμα: δεξιός ίσον πατριώτης, αριστερός ίσον άπατρις. Με βάση αυτή την εξίσωση επιβάλλεται ένας γενικός δεξιός/ακροδεξιός συναγερμός ως τείχος αποτροπής του επί τας πύλας κόκκινου στρατού, που θα μετατρέψει τη χώρα σε σοβιέτ!
Χαρακτηριστικές είναι οι δηλώσεις Βορίδη, ο οποίος ούτε λίγο ούτε πολύ, ανέφερε : « Ό,τι υπερασπίστηκαν οι παππούδες μας γενναία με τα όπλα θα το υπερασπιστούμε εμείς με την ψήφο μας.(.)… Η δικιά μας η γενιά δεν θα παραδώσει τη χώρα στην Αριστερά, ό,τι και αν χρειαστεί να κάνουμε".
Το ίδιο άλλωστε είχε δηλώσει και ο πρόεδρος της ΝΔ με ποιο εύσημο τρόπο: «Είμαι εδώ για να μην επιτρέψουμε σε κανένα να θέσει σε κίνδυνο ή σε αμφισβήτηση τη θέση της Ελλάδας στην Ευρώπη»-εννοώντας φυσικά την αριστερά, ενώ στη συνάντηση που είχε με τους δημάρχους ανατολικής αττικής, φέρεται να δήλωσε: «Αυτές οι εκλογές είναι οι πιο κρίσιμες των τελευταίων δεκαετιών, δεν θα γίνει εδώ σοβιέτ, δεν θα γίνει κομμουνισμός».
Η ρητορική αυτή-πέραν του ότι είναι παρωχημένη- είναι καταδικασμένη σε αποτυχία, και γίνεται μπούμερανγκ για τους εμπνευστές της, για ένα και κύριο λόγο: ότι δεν υφίσταται κανένας κίνδυνος ανατροπής του πολιτεύματος, από την αριστερά σήμερα- και πολύ περισσότερο από το ΣΥΡΙΖΑ που στην κεντρική του γραμμή, εντάσσεται στην ευρωπαϊκή αριστερά και που επί της ουσίας εκπροσωπεί μια σοσιαλδημοκρατία με μεγαλύτερη δόση σοσιαλισμού.
Είναι βέβαιο ότι το μεγαλύτερο μέρος των μικρομεσαίων επιχειρηματιών θα πριμοδοτούσε τον ΣΥΡΙΖΑ, λόγω του κεϋνσιανού μοντέλου ανάπτυξης που ευαγγελίζεται, με βάση την τόνωση της ζήτησης. Ο ΣΥΡΙΖΑ όχι μόνο είναι ένα συστημικό κόμμα, αλλά επιπλέον, υπερασπίζεται την παγκοσμιοποίηση-με ένα διαφορετικό βέβαια περιεχόμενο από τους νεοφιλελεύθερους, όπως επιπρόσθετα και το φιλελεύθερο πολίτευμα-από τη σκοπιά της δημοκρατικής παράδοσης –έτσι ώστε, μάλλον αποτελεί πιο φερέγγυο εγγυητή του πολιτεύματος, από τη ΝΔ που επέδειξε αρκούντως αντιδημοκρατικά και αντιφιλελεύθερα δείγματα γραφής.
Η αδυναμία μιας προεκλογικής καμπάνιας με θετικό μήνυμα είναι ένα σοβαρό μειονέκτημα για τη ΝΔ. Άλλωστε, ποιο θετικό μήνυμα θα μπορούσε να επινοήσει ένα κόμμα που έθεσε τη χώρα βαθύτερα στη νεκροφόρα του μνημονίου και επέβαλλε την εθνική κατάθλιψη; Η υπόσχεση του τέλους των μνημονίων δεν αποτελεί θετικό μήνυμα αλλά υπόμνηση του ζόφου.
Η εμφυλιοπολεμική ρητορική, με τις σαφείς αναφορές στον ελληνικό εμφύλιο, έχει και μια δεύτερη ανάγνωση, που σχετίζεται με τις κοινωνικοοικονομικές διεργασίες της εποχής του μνημονίου, οι οποίες επέτρεψαν την ανάδυση δομικών κοινωνικών χαρακτηριστικών της ελληνικής κοινωνίας και που με τη σειρά τους επικαιροποιούν την ιστορική μνήμη.
Η εξέταση των μνημονιακών πολιτικών ως προς τα γεγονότα που τις παρήγαγαν και τα αποτελέσματα που επέφεραν, ξεκινά από τη διαπίστωση ότι δύο κόμματα εξουσίας, σε συνεργασία με τη γερμανική ελίτ και με ευκαιρία την οικονομική κρίση, αποφασίζουν να χρησιμοποιήσουν την νόμιμη κρατική βία, για να επιβάλλουν-χωρίς καμιά συναίνεση- ένα νέο οικονομικό μοντέλο, όπως ισχυρίζονται.
Τα αποτελέσματα της κρατικής θεσμικής βίας-που με κοινωνικούς όρους αποτελεί μια οργανωμένη ληστεία- είναι η υποβάθμιση της ζωής των πολιτών, η ακραία φτώχεια και η δυστυχία· μια πανθομολογούμενη ανθρωπιστική και κοινωνική κρίση που χαρακτηρίζει εμπόλεμες ζώνες.
Ποιος ωφελείται όμως από αυτά τα μέτρα; Πρώτον οι δανειστές, δηλαδή το χρηματοπιστωτικό σύστημα· δεύτερον οι «επενδυτές» που αγοράζουν μισοτιμής κρατικές κερδοφόρες επιχειρήσεις· και τρίτον οι επιχειρηματίες που αυξάνουν τα κέρδη τους σε μια πάμφθηνη αγορά εργασίας μέσα στην ΕΕ.
Ποιοί χάνουν; Πρώτα οι εργαζόμενοι που καλούνται να επιβιώσουν χωρίς δικαιώματα και με ψίχουλα, στην ανεργία ή να εγκαταλείψουν τη χώρα· και δεύτερον η μεγάλη μάζα των μικρομεσαίων, που λόγω της απώλειας της εργασίας και της υπερφορολόγησης, χάνει σταδιακά και την όποια ιδιοκτησία κατείχε.
Αν τα γεγονότα είναι ευδιάκριτα, η ερμηνεία τους χρωματίζεται από τις ιδεολογικές θέσεις ή και από την απουσία ιδεολογικής θέσης. Σε γενικές γραμμές, έχουν διαμορφωθεί τρείς κυρίαρχοι τρόποι ερμηνείας:
Πρώτη είναι η ερμηνεία των πρωτεργατών-ΠΑΣΟΚ και ΝΔ-που ισχυρίζεται ότι οι καταστροφικές μνημονιακές πολιτικές αποτελούν μονόδρομο και αδήριτη αναγκαιότητα μαθηματικών οικονομικών νόμων και χρηματοπιστωτικών συμφωνιών που πρέπει να τηρηθούν, ώστε η χώρα να παραμείνει στο σκληρό πυρήνα της ΕΕ.
Δεύτερη είναι η εθνική/πατριωτική ερμηνεία, που υπερτονίζει την αναγκαιότητα υπεράσπισης της πατρίδας και του λαού, ερμηνεύοντας την κατάσταση με εθνικούς όρους: κατοχή, δοσιλογισμό κτλ., με κύριο εκπρόσωπο τους ΑΝΕΛ.
Τρίτη είναι η ταξική ερμηνεία, που καθώς επικεντρώνεται στη ταξική πάλη, ερμηνεύει τα γεγονότα ως μια ταξική επίθεση των ανώτερων αστικών στρωμάτων ενάντια στα δικαιώματα των λαϊκών εργαζόμενων στρωμάτων, με εκπρόσωπο το ΣΥΡΙΖΑ.
Εκτός από τις κυρίαρχες ερμηνείες υπάρχουν και οι παραλλαγές τους, όπως η εθνικιστική-κυρίως από τη ΧΡΥΣΗ ΑΥΓΗ-, η αντικαπιταλιστική-που εναντιώνεται επιπλέον στην ΕΕ και την παγκοσμιοποίηση, με χαρακτηριστική περίπτωση το ΚΚΕ- και οι νεοφιλελεύθερες διαχειριστικές ερμηνείες που εκπροσωπούνται από κόμματα όπως το ΠΟΤΑΜΙ, ΚΙΔΗΣΟ κτλ.
Οι ιδεολογικές ερμηνείες παρουσιάζουν ενδιαφέρον από την άποψη των κοινωνικών συσχετισμών: μια ιδεολογική ερμηνεία γίνεται αποτελεσματική-κυρίαρχη-όταν ανταποκρίνεται σε μεγάλο βαθμό στα γεγονότα, εκφράζει τα συμφέροντα των υπό εκπροσώπηση ομάδων και γίνεται το κατάλληλο εργαλείο για τη συγκρότηση ενός πόλου εξουσίας.
Από αυτή την άποψη, η πρώτη, η επίσημη ερμηνεία, παρά το γεγονός ότι διαθέτει ένα τεράστιο οπλοστάσιο επιρροής και κύρους, από θέση ισχύος, εμφανίζει υστέρηση στον ιδεολογικό πόλεμο, ως αποτέλεσμα της αναντιστοιχίας με τα ίδια τα γεγονότα.
Η δεύτερη θέση διαθέτει κάποια σχετική ισχύ, αφού είναι ικανή να προκαλέσει κινητοποίηση και συσπείρωση ομάδων με συγκεκριμένο κοινωνικό κεφάλαιο, που εντούτοις, τείνει να αφομοιωθεί από τον πόλο εξουσίας της τρίτης θέσης.
Η τρίτη θέση έχει καταστεί κυρίαρχη, καθώς, με την ανταπόκρισή της στα γεγονότα αποτελεί ένα εργαλείο ερμηνείας της πραγματικότητας, άμυνας και αντεπίθεσης στον επίσημο κυρίαρχο μέχρι πρότινος λόγο.
Η καπιταλιστική αναδιάρθρωση την οποία αιφνίδια αποφάσισε η ελίτ της χώρας- με τη συνέργεια των ευρωπαίων κεφαλαιοκρατών-, χωρίς ίχνος συναίνεσης και με βίαιο τρόπο, είχε ως αποτέλεσμα την αποδιάρθρωση του κοινωνικού ιστού, την αδρανοποίηση ενός μεγάλου μέρους των λαϊκών στρωμάτων, την κινητοποίηση ενός αντίστοιχου τμήματος και υπήρξε η αφορμή ώστε να ξεπεραστεί η απολιτική κατάσταση που είχε επιφέρει η ύστερη νεοφιλελεύθερη μεταπολίτευση.
Στην Ελλάδα του μνημονίου έχουν συντελεστεί καταλυτικές μεταβολές των ταξικών συσχετισμών: συγκέντρωση μεγαλύτερου πλούτου στους πλούσιους, έξαρση της φτώχειας για τους φτωχότερους, εξαναγκασμός εργαζομένων στην ανεργία, υποβάθμιση της μικροαστικής τάξης και διάλυση της μεσαίας, ενώ ο κίνδυνος ενός συλλογικού καταποντισμού είναι παρών, με αποτέλεσμα, το μεγαλύτερο μέρος από τα κοινωνικά στρώματα που έπαθαν καθίζηση να αναζητήσει ιδεολογική στέγη και ερμηνευτικό λόγο, πέραν του επίσημου, που εκ των πραγμάτων πρόσφερε ο ΣΥΡΙΖΑ.
Οι δηλώσεις Βορίδη-όπως οι ανάλογες του Α. Σαμαρά-φαινομενικά αποτελούν υπερβάλλουσα πολεμική στα πλαίσια της προεκλογικής αντιπαράθεσης.
Εντούτοις, η ποιότητα αυτού του πολιτικού λόγου είναι παρούσα από την αρχή της διακυβέρνησης της ΝΔ και ως επί τω πλείστων διαχέεται από τον προπαγανδιστικό μηχανισμό που έχει το όνομα «ομάδα αλήθειας», (προφανώς κατά τα πρότυπα της «Ωκεανίας» του Όργουελ, όπου το «Υπουργείο Προπαγάνδας» ευφημίζεται ως «Υπουργείο Αλήθειας»).
Δεδομένου ότι η ΝΔ ανέλαβε να φέρει εις πέρας πολιτικά, την καπιταλιστική αναδιάρθρωση της χώρας, χρησιμοποιώντας το κρατικό μονοπώλιο, εξαπέλυσε μια εκ των ων ουκ άνευ συμβολική βία για να πετύχει την ιδεολογική κυριαρχία και την νομιμοποίηση της θεσμικής βίας, αφενός, με μηχανισμούς προπαγάνδας-που παρουσιάζουν το μαύρο άσπρο- και αφετέρου, με την απαξίωση εκείνων που εναντιώνονται στο εγχείρημα που ανέλαβε.
Ο εμφυλιοπολεμικός λόγος εκπορεύεται από την νεοφιλελευθεροποίηση αυτού του κόμματος· την μετατροπή του στη λεγόμενη Νέα Δεξιά, που ιδεολογικά συνθέτει τη φιλελεύθερη με τη συντηρητική ιδεολογία.
Στη παρούσα ιστορική στιγμή διακυβεύεται η πορεία της χώρας, με μια κοινωνία αποδεκατισμένη και μια άρχουσα τάξη αποφασισμένη να έχει την πλήρη κυριαρχία του κράτους και της κοινωνίας, και να επιβάλλει την κυρίαρχη ερμηνεία της κοινωνικής πραγματικότητας, προκειμένου να επιτύχει την απορρύθμιση και επαναρρύθμιση-κατά το δοκούν-του συστήματος, η παρούσα αναμέτρηση εκλαμβάνει ένα περιεχόμενο που ξεφεύγει από το ερμηνευτικό πλαίσιο του συνήθους φιλελεύθερου πολιτικού παιχνιδιού της εναλλαγής στην εξουσία: αναπόφευκτα αποκτά το χαρακτήρα μιας πραγματικής και ταυτόχρονα συμβολικής ταξικής σύγκρουσης.
Αν ο «κυρίαρχος λαός»-που δεν έχει κανένα θεσμικό δικαίωμα πολιτικής παρέμβασης εκτός από την εκλογή κυβέρνησης-υποστηρίξει τα αντιμνημονιακά κόμματα, αυτό θα σημάνει την ήττα της άρχουσας τάξης, ανεξάρτητα από την όποια πολιτική έκβαση. Η νίκη των λαϊκών δυνάμεων θα σηματοδοτήσει την ιδεολογική ήττα της νεοφιλελεύθερης δεξιάς και την απαξίωση της νεοφιλελεύθερης προπαγάνδας, με την οποία συμπλέκεται το σύνολο σχεδόν των Μέσων, γεγονός που θα επιφέρει την αποκάλυψη των λεκτικών μηχανισμών διαστροφής της πραγματικότητας και την απώλεια της συμβολικής κυριαρχία του νεοφιλελεύθερου λόγου.
Ανεξάρτητα από το τι θα συμβεί σε επίπεδο γεγονότων, ξεκινά μια περίοδος ηγεμονίας του λόγου της αριστεράς, αλλά και εν μέρει της πατριωτικής δεξιάς. Επιπλέον, η συμβολική απήχηση αυτής της ήττας θα είναι καταλυτική για τις διεκδικήσεις των ποικίλλων λαϊκών κινημάτων, τουλάχιστον του ευρωπαϊκού νότου.
Πολύ σωστά λοιπόν, ο Βορίδης, εκπροσωπώντας την ηγετική ομάδα της ΝΔ, αλλά και της άρχουσας τάξης, δηλώνει ότι: "Το νόημα της αντιπαράθεσης την επόμενη Κυριακή, το νόημα των εκλογών – δεν θέλω να ξεγελιέστε -, δεν διαλέγετε ούτε ένα κόμμα, ούτε διαλέγετε ένα οικονομικό πρόγραμμα. Η επόμενη Κυριακή είναι μια τεράστια ιδεολογική σύγκρουση. Είναι η σύγκρουση ανάμεσα σε δύο κόσμους….».
Η σύγκρουση αυτή, αν και ταξική, δεν έχει ουδεμία σχέση με τον εμφύλιο, τα σοβιέτ ή τη βόρεια Κορέα- παρά το γεγονός ότι για τους ακροδεξιούς κύκλους συντελείται η κατάληψη της χώρας από το κόκκινο στρατό ή τους κόκκινους Χμερ.
Πάραυτα, θα είναι η πρώτη φορά που η άρχουσα τάξη στην Ελλάδα θα έχει υποστεί πολιτική ήττα από τις λαϊκές δυνάμεις που εκπροσωπούνται κυρίως από ένα αριστερό κόμμα, αλλά και από πατριωτικές δυνάμεις που θέτουν σε αμφισβήτηση την παραδοσιακή ταύτιση πατρίδας και δεξιάς.
Βεβαίως η άρχουσα τάξη που έχει εθιστεί στη νομή και την κληρονομικά κατοχή του κράτους, είναι βέβαιο ότι αναβιώνει με τη φαντασία της τον ελληνικό εμφύλιο, τον ΕΛΑΣ, τα σοβιέτ, και βεβαίως τα γκουλάγκ.
Η ταύτιση της προεκλογικής σύγκρουσης μεταξύ ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ, με τη μεταπολεμική εμφύλια σύρραξη, από ηγετικά στελέχη της ΝΔ, μπορεί να ερμηνευθεί από δύο οπτικές γωνίες- που η μια δεν αποκλείει την άλλη. Η πρώτη έχει να κάνει με την αδυναμία της ΝΔ να προκαλέσει την συσπείρωση των οπαδών της, ενώ η δεύτερη, με τους ταξικούς συσχετισμούς που έχουν διαμορφωθεί στην ελληνική κοινωνία μετά την υπαγωγή της χώρας υπό καθεστώς μνημονίου.
Η προεκλογική ρητορική της ΝΔ
Η αδυναμία της όποιας κινητοποίησης οπαδών και η βέβαιη πρωτιά του ΣΥΡΙΖΑ, εξαναγκάζει τη ΝΔ στην δαιμονοποίηση του αντίπαλου με βάση το παραδοσιακό δεξιό σχήμα: δεξιός ίσον πατριώτης, αριστερός ίσον άπατρις. Με βάση αυτή την εξίσωση επιβάλλεται ένας γενικός δεξιός/ακροδεξιός συναγερμός ως τείχος αποτροπής του επί τας πύλας κόκκινου στρατού, που θα μετατρέψει τη χώρα σε σοβιέτ!
Χαρακτηριστικές είναι οι δηλώσεις Βορίδη, ο οποίος ούτε λίγο ούτε πολύ, ανέφερε : « Ό,τι υπερασπίστηκαν οι παππούδες μας γενναία με τα όπλα θα το υπερασπιστούμε εμείς με την ψήφο μας.(.)… Η δικιά μας η γενιά δεν θα παραδώσει τη χώρα στην Αριστερά, ό,τι και αν χρειαστεί να κάνουμε".
Το ίδιο άλλωστε είχε δηλώσει και ο πρόεδρος της ΝΔ με ποιο εύσημο τρόπο: «Είμαι εδώ για να μην επιτρέψουμε σε κανένα να θέσει σε κίνδυνο ή σε αμφισβήτηση τη θέση της Ελλάδας στην Ευρώπη»-εννοώντας φυσικά την αριστερά, ενώ στη συνάντηση που είχε με τους δημάρχους ανατολικής αττικής, φέρεται να δήλωσε: «Αυτές οι εκλογές είναι οι πιο κρίσιμες των τελευταίων δεκαετιών, δεν θα γίνει εδώ σοβιέτ, δεν θα γίνει κομμουνισμός».
Η ρητορική αυτή-πέραν του ότι είναι παρωχημένη- είναι καταδικασμένη σε αποτυχία, και γίνεται μπούμερανγκ για τους εμπνευστές της, για ένα και κύριο λόγο: ότι δεν υφίσταται κανένας κίνδυνος ανατροπής του πολιτεύματος, από την αριστερά σήμερα- και πολύ περισσότερο από το ΣΥΡΙΖΑ που στην κεντρική του γραμμή, εντάσσεται στην ευρωπαϊκή αριστερά και που επί της ουσίας εκπροσωπεί μια σοσιαλδημοκρατία με μεγαλύτερη δόση σοσιαλισμού.
Είναι βέβαιο ότι το μεγαλύτερο μέρος των μικρομεσαίων επιχειρηματιών θα πριμοδοτούσε τον ΣΥΡΙΖΑ, λόγω του κεϋνσιανού μοντέλου ανάπτυξης που ευαγγελίζεται, με βάση την τόνωση της ζήτησης. Ο ΣΥΡΙΖΑ όχι μόνο είναι ένα συστημικό κόμμα, αλλά επιπλέον, υπερασπίζεται την παγκοσμιοποίηση-με ένα διαφορετικό βέβαια περιεχόμενο από τους νεοφιλελεύθερους, όπως επιπρόσθετα και το φιλελεύθερο πολίτευμα-από τη σκοπιά της δημοκρατικής παράδοσης –έτσι ώστε, μάλλον αποτελεί πιο φερέγγυο εγγυητή του πολιτεύματος, από τη ΝΔ που επέδειξε αρκούντως αντιδημοκρατικά και αντιφιλελεύθερα δείγματα γραφής.
Η αδυναμία μιας προεκλογικής καμπάνιας με θετικό μήνυμα είναι ένα σοβαρό μειονέκτημα για τη ΝΔ. Άλλωστε, ποιο θετικό μήνυμα θα μπορούσε να επινοήσει ένα κόμμα που έθεσε τη χώρα βαθύτερα στη νεκροφόρα του μνημονίου και επέβαλλε την εθνική κατάθλιψη; Η υπόσχεση του τέλους των μνημονίων δεν αποτελεί θετικό μήνυμα αλλά υπόμνηση του ζόφου.
Ιδεολογικές ερμηνείες των μνημονιακών πολιτικών
Η εμφυλιοπολεμική ρητορική, με τις σαφείς αναφορές στον ελληνικό εμφύλιο, έχει και μια δεύτερη ανάγνωση, που σχετίζεται με τις κοινωνικοοικονομικές διεργασίες της εποχής του μνημονίου, οι οποίες επέτρεψαν την ανάδυση δομικών κοινωνικών χαρακτηριστικών της ελληνικής κοινωνίας και που με τη σειρά τους επικαιροποιούν την ιστορική μνήμη.
Η εξέταση των μνημονιακών πολιτικών ως προς τα γεγονότα που τις παρήγαγαν και τα αποτελέσματα που επέφεραν, ξεκινά από τη διαπίστωση ότι δύο κόμματα εξουσίας, σε συνεργασία με τη γερμανική ελίτ και με ευκαιρία την οικονομική κρίση, αποφασίζουν να χρησιμοποιήσουν την νόμιμη κρατική βία, για να επιβάλλουν-χωρίς καμιά συναίνεση- ένα νέο οικονομικό μοντέλο, όπως ισχυρίζονται.
Τα αποτελέσματα της κρατικής θεσμικής βίας-που με κοινωνικούς όρους αποτελεί μια οργανωμένη ληστεία- είναι η υποβάθμιση της ζωής των πολιτών, η ακραία φτώχεια και η δυστυχία· μια πανθομολογούμενη ανθρωπιστική και κοινωνική κρίση που χαρακτηρίζει εμπόλεμες ζώνες.
Ποιος ωφελείται όμως από αυτά τα μέτρα; Πρώτον οι δανειστές, δηλαδή το χρηματοπιστωτικό σύστημα· δεύτερον οι «επενδυτές» που αγοράζουν μισοτιμής κρατικές κερδοφόρες επιχειρήσεις· και τρίτον οι επιχειρηματίες που αυξάνουν τα κέρδη τους σε μια πάμφθηνη αγορά εργασίας μέσα στην ΕΕ.
Ποιοί χάνουν; Πρώτα οι εργαζόμενοι που καλούνται να επιβιώσουν χωρίς δικαιώματα και με ψίχουλα, στην ανεργία ή να εγκαταλείψουν τη χώρα· και δεύτερον η μεγάλη μάζα των μικρομεσαίων, που λόγω της απώλειας της εργασίας και της υπερφορολόγησης, χάνει σταδιακά και την όποια ιδιοκτησία κατείχε.
Αν τα γεγονότα είναι ευδιάκριτα, η ερμηνεία τους χρωματίζεται από τις ιδεολογικές θέσεις ή και από την απουσία ιδεολογικής θέσης. Σε γενικές γραμμές, έχουν διαμορφωθεί τρείς κυρίαρχοι τρόποι ερμηνείας:
Πρώτη είναι η ερμηνεία των πρωτεργατών-ΠΑΣΟΚ και ΝΔ-που ισχυρίζεται ότι οι καταστροφικές μνημονιακές πολιτικές αποτελούν μονόδρομο και αδήριτη αναγκαιότητα μαθηματικών οικονομικών νόμων και χρηματοπιστωτικών συμφωνιών που πρέπει να τηρηθούν, ώστε η χώρα να παραμείνει στο σκληρό πυρήνα της ΕΕ.
Δεύτερη είναι η εθνική/πατριωτική ερμηνεία, που υπερτονίζει την αναγκαιότητα υπεράσπισης της πατρίδας και του λαού, ερμηνεύοντας την κατάσταση με εθνικούς όρους: κατοχή, δοσιλογισμό κτλ., με κύριο εκπρόσωπο τους ΑΝΕΛ.
Τρίτη είναι η ταξική ερμηνεία, που καθώς επικεντρώνεται στη ταξική πάλη, ερμηνεύει τα γεγονότα ως μια ταξική επίθεση των ανώτερων αστικών στρωμάτων ενάντια στα δικαιώματα των λαϊκών εργαζόμενων στρωμάτων, με εκπρόσωπο το ΣΥΡΙΖΑ.
Εκτός από τις κυρίαρχες ερμηνείες υπάρχουν και οι παραλλαγές τους, όπως η εθνικιστική-κυρίως από τη ΧΡΥΣΗ ΑΥΓΗ-, η αντικαπιταλιστική-που εναντιώνεται επιπλέον στην ΕΕ και την παγκοσμιοποίηση, με χαρακτηριστική περίπτωση το ΚΚΕ- και οι νεοφιλελεύθερες διαχειριστικές ερμηνείες που εκπροσωπούνται από κόμματα όπως το ΠΟΤΑΜΙ, ΚΙΔΗΣΟ κτλ.
Οι ιδεολογικές ερμηνείες παρουσιάζουν ενδιαφέρον από την άποψη των κοινωνικών συσχετισμών: μια ιδεολογική ερμηνεία γίνεται αποτελεσματική-κυρίαρχη-όταν ανταποκρίνεται σε μεγάλο βαθμό στα γεγονότα, εκφράζει τα συμφέροντα των υπό εκπροσώπηση ομάδων και γίνεται το κατάλληλο εργαλείο για τη συγκρότηση ενός πόλου εξουσίας.
Από αυτή την άποψη, η πρώτη, η επίσημη ερμηνεία, παρά το γεγονός ότι διαθέτει ένα τεράστιο οπλοστάσιο επιρροής και κύρους, από θέση ισχύος, εμφανίζει υστέρηση στον ιδεολογικό πόλεμο, ως αποτέλεσμα της αναντιστοιχίας με τα ίδια τα γεγονότα.
Η δεύτερη θέση διαθέτει κάποια σχετική ισχύ, αφού είναι ικανή να προκαλέσει κινητοποίηση και συσπείρωση ομάδων με συγκεκριμένο κοινωνικό κεφάλαιο, που εντούτοις, τείνει να αφομοιωθεί από τον πόλο εξουσίας της τρίτης θέσης.
Η τρίτη θέση έχει καταστεί κυρίαρχη, καθώς, με την ανταπόκρισή της στα γεγονότα αποτελεί ένα εργαλείο ερμηνείας της πραγματικότητας, άμυνας και αντεπίθεσης στον επίσημο κυρίαρχο μέχρι πρότινος λόγο.
Η καπιταλιστική αναδιάρθρωση την οποία αιφνίδια αποφάσισε η ελίτ της χώρας- με τη συνέργεια των ευρωπαίων κεφαλαιοκρατών-, χωρίς ίχνος συναίνεσης και με βίαιο τρόπο, είχε ως αποτέλεσμα την αποδιάρθρωση του κοινωνικού ιστού, την αδρανοποίηση ενός μεγάλου μέρους των λαϊκών στρωμάτων, την κινητοποίηση ενός αντίστοιχου τμήματος και υπήρξε η αφορμή ώστε να ξεπεραστεί η απολιτική κατάσταση που είχε επιφέρει η ύστερη νεοφιλελεύθερη μεταπολίτευση.
Στην Ελλάδα του μνημονίου έχουν συντελεστεί καταλυτικές μεταβολές των ταξικών συσχετισμών: συγκέντρωση μεγαλύτερου πλούτου στους πλούσιους, έξαρση της φτώχειας για τους φτωχότερους, εξαναγκασμός εργαζομένων στην ανεργία, υποβάθμιση της μικροαστικής τάξης και διάλυση της μεσαίας, ενώ ο κίνδυνος ενός συλλογικού καταποντισμού είναι παρών, με αποτέλεσμα, το μεγαλύτερο μέρος από τα κοινωνικά στρώματα που έπαθαν καθίζηση να αναζητήσει ιδεολογική στέγη και ερμηνευτικό λόγο, πέραν του επίσημου, που εκ των πραγμάτων πρόσφερε ο ΣΥΡΙΖΑ.
Συμβολική κυριαρχία και επιστροφή του εμφύλιου
Οι δηλώσεις Βορίδη-όπως οι ανάλογες του Α. Σαμαρά-φαινομενικά αποτελούν υπερβάλλουσα πολεμική στα πλαίσια της προεκλογικής αντιπαράθεσης.
Εντούτοις, η ποιότητα αυτού του πολιτικού λόγου είναι παρούσα από την αρχή της διακυβέρνησης της ΝΔ και ως επί τω πλείστων διαχέεται από τον προπαγανδιστικό μηχανισμό που έχει το όνομα «ομάδα αλήθειας», (προφανώς κατά τα πρότυπα της «Ωκεανίας» του Όργουελ, όπου το «Υπουργείο Προπαγάνδας» ευφημίζεται ως «Υπουργείο Αλήθειας»).
Δεδομένου ότι η ΝΔ ανέλαβε να φέρει εις πέρας πολιτικά, την καπιταλιστική αναδιάρθρωση της χώρας, χρησιμοποιώντας το κρατικό μονοπώλιο, εξαπέλυσε μια εκ των ων ουκ άνευ συμβολική βία για να πετύχει την ιδεολογική κυριαρχία και την νομιμοποίηση της θεσμικής βίας, αφενός, με μηχανισμούς προπαγάνδας-που παρουσιάζουν το μαύρο άσπρο- και αφετέρου, με την απαξίωση εκείνων που εναντιώνονται στο εγχείρημα που ανέλαβε.
Ο εμφυλιοπολεμικός λόγος εκπορεύεται από την νεοφιλελευθεροποίηση αυτού του κόμματος· την μετατροπή του στη λεγόμενη Νέα Δεξιά, που ιδεολογικά συνθέτει τη φιλελεύθερη με τη συντηρητική ιδεολογία.
Στη παρούσα ιστορική στιγμή διακυβεύεται η πορεία της χώρας, με μια κοινωνία αποδεκατισμένη και μια άρχουσα τάξη αποφασισμένη να έχει την πλήρη κυριαρχία του κράτους και της κοινωνίας, και να επιβάλλει την κυρίαρχη ερμηνεία της κοινωνικής πραγματικότητας, προκειμένου να επιτύχει την απορρύθμιση και επαναρρύθμιση-κατά το δοκούν-του συστήματος, η παρούσα αναμέτρηση εκλαμβάνει ένα περιεχόμενο που ξεφεύγει από το ερμηνευτικό πλαίσιο του συνήθους φιλελεύθερου πολιτικού παιχνιδιού της εναλλαγής στην εξουσία: αναπόφευκτα αποκτά το χαρακτήρα μιας πραγματικής και ταυτόχρονα συμβολικής ταξικής σύγκρουσης.
Αν ο «κυρίαρχος λαός»-που δεν έχει κανένα θεσμικό δικαίωμα πολιτικής παρέμβασης εκτός από την εκλογή κυβέρνησης-υποστηρίξει τα αντιμνημονιακά κόμματα, αυτό θα σημάνει την ήττα της άρχουσας τάξης, ανεξάρτητα από την όποια πολιτική έκβαση. Η νίκη των λαϊκών δυνάμεων θα σηματοδοτήσει την ιδεολογική ήττα της νεοφιλελεύθερης δεξιάς και την απαξίωση της νεοφιλελεύθερης προπαγάνδας, με την οποία συμπλέκεται το σύνολο σχεδόν των Μέσων, γεγονός που θα επιφέρει την αποκάλυψη των λεκτικών μηχανισμών διαστροφής της πραγματικότητας και την απώλεια της συμβολικής κυριαρχία του νεοφιλελεύθερου λόγου.
Ανεξάρτητα από το τι θα συμβεί σε επίπεδο γεγονότων, ξεκινά μια περίοδος ηγεμονίας του λόγου της αριστεράς, αλλά και εν μέρει της πατριωτικής δεξιάς. Επιπλέον, η συμβολική απήχηση αυτής της ήττας θα είναι καταλυτική για τις διεκδικήσεις των ποικίλλων λαϊκών κινημάτων, τουλάχιστον του ευρωπαϊκού νότου.
Πολύ σωστά λοιπόν, ο Βορίδης, εκπροσωπώντας την ηγετική ομάδα της ΝΔ, αλλά και της άρχουσας τάξης, δηλώνει ότι: "Το νόημα της αντιπαράθεσης την επόμενη Κυριακή, το νόημα των εκλογών – δεν θέλω να ξεγελιέστε -, δεν διαλέγετε ούτε ένα κόμμα, ούτε διαλέγετε ένα οικονομικό πρόγραμμα. Η επόμενη Κυριακή είναι μια τεράστια ιδεολογική σύγκρουση. Είναι η σύγκρουση ανάμεσα σε δύο κόσμους….».
Η σύγκρουση αυτή, αν και ταξική, δεν έχει ουδεμία σχέση με τον εμφύλιο, τα σοβιέτ ή τη βόρεια Κορέα- παρά το γεγονός ότι για τους ακροδεξιούς κύκλους συντελείται η κατάληψη της χώρας από το κόκκινο στρατό ή τους κόκκινους Χμερ.
Πάραυτα, θα είναι η πρώτη φορά που η άρχουσα τάξη στην Ελλάδα θα έχει υποστεί πολιτική ήττα από τις λαϊκές δυνάμεις που εκπροσωπούνται κυρίως από ένα αριστερό κόμμα, αλλά και από πατριωτικές δυνάμεις που θέτουν σε αμφισβήτηση την παραδοσιακή ταύτιση πατρίδας και δεξιάς.
Βεβαίως η άρχουσα τάξη που έχει εθιστεί στη νομή και την κληρονομικά κατοχή του κράτους, είναι βέβαιο ότι αναβιώνει με τη φαντασία της τον ελληνικό εμφύλιο, τον ΕΛΑΣ, τα σοβιέτ, και βεβαίως τα γκουλάγκ.
Δημοσίευση σχολίου