Home » , » Η λύση θα είναι επαναστατική ή δε θα υπάρξει

Η λύση θα είναι επαναστατική ή δε θα υπάρξει

Από ΒΑΘΥ ΚΟΚΚΙΝΟ , Τρίτη 14 Ιουλίου 2015 | 9:13 μ.μ.

Πηγή: "ΚΟΝΤΡΑ" 

ΤΑ ΜΝΗΜΟΝΙΑ ΚΑΤΑΡΓΟΥΝΤΑΙ ΜΕ ΤΑΞΙΚΟΥΣ ΑΓΩΝΕΣ ΚΑΙ ΟΧΙ ΜΕ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΕΥΤΙΚΟΥΣ ΠΕΡΙΠΑΤΟΥΣ

To Mνημόνιο-3 είναι γεγονός. Υπογεγραμμένο από την «για πρώτη φορά Αριστερά». Με όρους ίδιους κι απαράλλαχτους με τα προηγούμενα δύο Μνημόνια. Με όρους που μετατρέπουν την Ελλάδα σε αποικία και βαθαίνουν την κινεζοποίηση του ελληνικού λαού, καθώς έρχονται να προστεθούν στις αντεργατικές και αντιλαϊκές ρυθμίσεις των δύο προηγούμενων Μνημονίων.

Η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, με τη σύμφωνη γνώμη των ΝΔ-Ποτάμι-ΠΑΣΟΚ, υπέγραψε στις Βρυξέλλες μια συμφωνία αντεργατική και αντιλαϊκή, η οποία ταυτόχρονα αποτελεί ντροπή για ολόκληρο το αστικό πολιτικό σύστημα, αφού η κυβέρνηση και η βουλή της χώρας αντιμετωπίζονται ως διακοσμητικά όργανα, που δε θα μπορούν να αποφασίσουν και να νομοθετήσουν τίποτα, αν προηγουμένως δεν υπάρχει η σύμφωνη γνώμη της τρόικας. Ο δωσιλογισμός γίνεται πλέον και επίσημα κυρίαρχη ιδεολογία, αγκαλιάζοντας το σύνολο σχεδόν του αστικού πολιτικού συστήματος.

1. Η κυβέρνηση πλέον δε θα μπορεί ούτε σε δημόσια διαβούλευση ούτε στη Βουλή να καταθέσει νομοσχέδιο, αν προηγουμένως δεν το συζητήσει για επαρκή χρόνο με την τρόικα και αν δεν συμφωνεί η τρόικα. Η τρόικα θα εγκατασταθεί μόνιμα στην Αθήνα, θα ελέγχει τα πάντα και θα καθορίζει τα πάντα.

Η κυβέρνηση είναι αναγκασμένη να καταργήσει όλα τα νομοσχέδια που ψήφισε μετά τις 20 Φλεβάρη (εκτός από αυτό για την «αντιμετώπιση της ανθρωπιστικής κρίσης»). Για να μην αναγκαστεί να απολύσει εργαζόμενους που επαναπροσέλαβε, θα πρέπει να συμφωνήσει με την τρόικα «ισοδύναμα μέτρα», τα οποία μπορούμε να φανταστούμε σε ποια κατεύθυνση θα είναι.

2. Η κυβέρνηση είναι αναγκασμένη να ψηφίσει στη Βουλή και την απόφαση της Ευρωσυνόδου και δύο σκληρά αντιλαϊκά πακέτα μέτρων, ως προαπαιτούμενα για να ξεκινήσουν οι διαπραγματεύσεις για το Μνημόνιο-3. Στη συνέχεια θα πρέπει να διαπραγματεύεται συνεχώς με την τρόικα νέους εφαρμοστικούς νόμους του Μνημονίου-3, προκειμένου κάθε φορά να εκταμιεύεται μια δόση, σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα που θα καθοριστεί στο Μνημόνιο.

3. Ο πρώτος εφαρμοστικός νόμος του Μνημονίου-3 (αναφερόμαστε στο προσχέδιο που διέρρευσε) φέρνει νέα εφιαλτικά φορολογικά χαράτσια, με κυριότερο σ’ αυτή τη φάση την αύξηση του ΦΠΑ κατά 10% σε όλα σχεδόν τα ήδη πρώτης ανάγκης. Η «ειδική εισφορά αλληλεγγύης» από έκτακτη γίνεται μόνιμη. Ο ΕΝΦΙΑ, φυσικά, παραμένει και πάει για μονιμοποίηση. Το αφορολόγητο των 12.000 ευρώ θα ακούγεται από τώρα και μετά σαν κακόγουστο ανέκδοτο. Η 13η σύνταξη σε μια μερίδα των χαμηλοσυνταξιούχων το ίδιο. Η επαναφορά του κατώτατου μισθού στα 751 ευρώ και η κατάργηση της διάκρισης σε εργαζόμενους πάνω ή κάτω από τα 25 χρόνια επίσης.

4. Στον πρώτο εφαρμοστικό νόμο του Μνημονίου-3 περιλαμβάνεται επίσης η πρώτη φάση της νέας αντιασφαλιστικής επίθεσης: κατάργηση της πρόωρης συνταξιοδότησης - νέο χαράτσι 2% στις κύριες και 6% στις επικουρικές συντάξεις (στην πραγματικότητα το χαράτσι θα είναι μεγαλύτερο, γιατί δε θα μπει στα καταβαλλόμενα, αλλά στα ποσά συντάξεων που ίσχυαν το 2009) - πλήρη κατώτατη σύνταξη μόνο στα 67 χρόνια - πάγωμα των ασφαλιστικών εισφορών του κράτους στα σημερινά επίπεδα μέχρι το 2021.

Αυτά τα μέτρα είναι η προετοιμασία για τη νέα, σαρωτική αντιασφαλιστική ανατροπή, που θα έρθει τον Οκτώβρη, υπό την επιτροπεία της τρόικας. Και πριν αποφασιστεί αυτό στην Ευρωσύνοδο, όμως, η ίδια η κυβέρνηση είχε προτείνει μια σαρωτική αντιασφαλιστική ανατροπή. Στο κείμενο προτάσεων (11 σελίδες), που με την υπογραφή του Τσίπρα κατατέθηκε στο Eyrogroup στις 22 Ιούνη, αναφερόταν:

«Οι συνταξιοδοτικές μεταρρυθμίσεις του 2010 και του 2012 βελτίωσαν εν μέρει τη σταθερότητα του συνολικού συνταξιοδοτικού συστήματος, το οποίο προηγουμένως ήταν αποσπασματικό και δαπανηρό  και μετέφερε βάρη αστάθειας στις μελλοντικές γενιές. Ομως παραπέρα, απαιτούνται πολύ περισσότερα φιλόδοξα και θαρραλέα βήματα για να συμπληρωθούν αυτές οι μεταρρυθμίσεις και να αντιμετωπιστούν οι στρεβλώσεις του συστήματος, που προκλήθηκαν από μια οικονομική κρίση όπου οι εισφορές μειώθηκαν λόγω της υψηλής ανεργίας, ενώ δημιουργήθηκαν πιέσεις στις δαπάνες καθώς πολλοί πολίτες επέλεξαν να συνταξιοδοτηθούν πρόωρα. Για ν’ αντιμετωπίσουν αυτά τα ζητήματα, οι αρχές δεσμεύονται να προωθήσουν μεταρρυθμίσεις σε δυο φάσεις (…)

Για να συμπληρωθεί το πακέτο, οι αρχές θα περάσουν στη δεύτερη φάση περαιτέρω νομοθετικές μεταρρυθμίσεις με στόχο να εγκαθιδρύσουν τον Οκτώβρη του 2015 έναν στενότερο δεσμό μεταξύ των εισφορών και των παροχών στο πλαίσιο της τριμερούς χρηματοδότησης και της ενοποίησης των ξεχωριστών ταμείων. Στο σχεδιασμό αυτών των μεταρρυθμίσεων, η κυβέρνηση θα εξασφαλίσει ότι το βάρος της προσαρμογής θα είναι δίκαιο ώστε να εξασφαλίσει ότι θα προστατευθούν τα πιο ευπαθή νοικοκυριά, ενώ θα αποφευχθούν αδικαιολόγητα βάρη στις μελλοντικές γενιές και ότι θα υπάρχει ένας καθαρός δεσμός ανάμεσα στις εισφορές και τις απονομές, έτσι που να ενθαρρύνεται η δηλωμένη εργασία και μακρύτεροι εργασιακοί βίοι. Γι’ αυτό το σκοπό, οι αρχές σχεδιάζοντας με βάση μια αναλογιστική μελέτη και σε συνεργασία με την Ομάδα Εργασίας Γήρανσης της ΕΕ, θα νομοθετήσουν: (i) ειδικά σχέδια και παραμετρικές βελτιώσεις για να εγκαθιδρύσουν ένα στενό δεσμό ανάμεσα στις εισφορές και τις παροχές (…) Αυτά θα γίνουν μετά από διαβούλευση με τους κοινωνικούς εταίρους και με πλήρη συμφωνία των θεσμών».

Η κυβέρνηση εξέφραζε την πλήρη συμφωνία της με τους αντιασφαλιστικούς νόμους του 2010 και του 2012 και δεσμευόταν ότι η νέα μεταρρύθμιση που θα επιχειρήσει θα βελτιώνει αυτούς τους νόμους! Δηλαδή, θα συνεχίσει το έργο των Λοβέρδου, Παπακωνσταντίνου, Κουτρουμάνη, Βρούτση.

Η κυβέρνηση αναφερόταν στα προβλήματα που δημιούργησε η κρίση στο ασφαλιστικό σύστημα, πονηρά όμως αναγόρευε σε πρόβλημα την άσκηση του δικαιώματος στην πρόωρη σύνταξη. Το έκανε αυτό για να δημιουργήσει ένα ψευτοεπιχείρημα για την πλήρη κατάργηση της πρόωρης, όπως ήδη γίνεται με τον πρώτο εφαρμοστικό νόμο του Μνημονίου-3. Το πιο προκλητικό, όμως, είναι ότι στα προβλήματα του ασφαλιστικού συστήματος δεν περιλάμβανε την εξαφάνιση των αποθεματικών των Ταμείων με το PSI. Νομιμοποιούσε πλήρως, δηλαδή, αυτή τη νέα ληστεία των αποθεματικών της Ασφάλισης, την οποία μέχρι πρότινος ο ΣΥΡΙΖΑ κατήγγειλε.

Οταν κυβέρνηση και τρόικα συμφωνούν ότι «πρέπει να εγκαθιδρυθεί ένας καθαρός (ή στενός) δεσμός ανάμεσα στις εισφορές και τις παροχές», εννοούν ότι το μοντέλο του ασφαλιστικού συστήματος θα πρέπει να μετατραπεί σε καθαρά κεφαλαιοποιητικό. Αυτό σημαίνει ότι η Κοινωνική Ασφάλιση θα λειτουργεί όπως η «ασφάλιση» στις ιδιωτικές ασφαλιστικές εταιρίες.

Αυτό θα οδηγήσει σε ακόμη μικρότερη σύνταξη απ’ αυτή που προβλέπουν οι νόμοι Λοβέρδου-Παπακωνσταντίνου. Οχι μόνο στις μεσαίες και ψηλότερες συντάξεις, αλλά ακόμη και στην κατώτερη σύνταξη του ΙΚΑ. Είναι γνωστό πως με έναν αυθαίρετο λογιστικό τρόπο χωρίζουν την κατώτατη σύνταξη του ΙΚΑ σε «ανταποδοτικό» και «προνοιακό» μέρος. Με τον «καθαρό δεσμό μεταξύ εισφορών και παροχών», το «προνοιακό» τμήμα της κατώτατης σύνταξης θα καταργηθεί και η συντριπτική πλειοψηφία των εργατών θα περιορίζεται σ’ ένα αισχρό φιλανθρωπικό βοήθημα (στα 360 ευρώ ορίζεται σήμερα, αλλά δεν υπάρχει αμφιβολία ότι θα γίνει πολύ μικρότερο). Ηδη, το πρώτο βήμα γίνεται με τον πρώτο εφαρμοστικό νόμο του Μνημονίου-3, που προβλέπει ότι όποιος συνταξιοδοτείται πριν τα 67 θα παίρνει μόνο το «ανταποδοτικό» μέρος της κατώτερης σύνταξης!

Είναι φανερό ότι η νέα αντιασφαλιστική μεταρρύθμιση θα γίνει με την ίδια φιλοσοφία των μεταρρυθμίσεων του 2010 και του 2012. Επειδή τα Ταμεία είναι κυριολεκτικά άδεια, επειδή ιδιαίτερα το ΙΚΑ δεν έχει έσοδα και δεν έχει αποθεματικά (η χαριστική βολή δόθηκε με το PSI, αφού είχε προηγηθεί ληστεία δεκαετιών) και επειδή πρόσθετοι πόροι απαγορεύεται να βρεθούν από το κράτος, σκοπεύουν να χτυπήσουν άμεσα τις συντάξεις, αλλάζοντας προς το χειρότερο τον τρόπο υπολογισμό των νόμων Λοβέρδου-Παπακωνσταντίνου.

Τέλος, η κυβέρνηση δε δίστασε να διακηρύξει ότι στόχος της είναι οι «μακρύτεροι εργασιακοί βίοι». Δηλαδή, να πάει το όριο ηλικίας πάνω και από τα 67 (αφού πρώτα εξαφανίσουν κάθε υπόλειμμα πρόωρης συνταξιοδότησης).

5. Πριν ακόμη υπογραφεί το νέο Μνημόνιο, η συγκυβέρνηση Τσίπρα-Καμμένου και τα υπόλοιπα αστικά κόμματα που τη στηρίζουν δέχτηκαν να δημιουργήσουν ένα νέο Ταμείο, χειρότερο από το ΤΑΙΠΕΔ, στο οποίο θα μεταφερθούν τα «ασημικά» του ελληνικού κράτους, προκειμένου να ρευστοποιηθούν. Στόχος είναι για όλη την περίοδο αποπληρωμής του νέου δανείου, δηλαδή τουλάχιστον για τα επόμενα 20-30 χρόνια, να εκποιηθεί κρατική περιουσία ύψους 50 δισ. ευρώ. Απ’ αυτά, τα πρώτα 25 δισ. θα πάνε για την αποπληρωμή του δανείου που θα συναφθεί για τη νέα ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών και από το υπόλοιπο ποσό το μισό θα πάει για την αποπληρωμή δανείων και το άλλο μισό για επενδύσεις.

Επειδή τα ακίνητα και οι επιχειρήσεις που έχουν περάσει στο ΤΑΙΠΕΔ δεν συγκεντρώνουν σε καμιά περίπτωση αυτό το ποσό (λόγος γίνεται για 7 δισ. ευρώ μόνο), είναι φανερό ότι στο νέο Ταμείο θα περάσουν οι τραπεζικές μετοχές που έχει στην ιδιοκτησία του το κράτος, καθώς και τα πιθανά μελλοντικά έσοδα από άντληση υδρογονανθράκων, ενώ το ποσό-στόχος των 50 δισ. θα είναι μια συνεχής πηγή πίεσης για παραπέρα ιδιωτικοποιήσεις (π.χ. όχι μόνο ο ΑΔΜΗΕ αλλά και η «μικρή ΔΕΗ»). Και βέβαια, η ύπαρξη αυτού του Ταμείου θα συνοδεύεται από συνεχή ασφυκτική επιτήρηση των ευρωενωσίτικων οργάνων, ακόμη κι αν υποθέσουμε ότι δε θα υπάρξει άλλο Μνημόνιο.

6. Το παραμύθι της μείωσης του χρέους έλαβε τέλος. Το μόνο που κάνει η απόφαση της Ευρωσυνόδου είναι να επαναλάβει την απόφαση του Eurogroup το Νοέμβρη του 2012. Αναφέρει απλά ότι θα ξαναδεί το ζήτημα μιας πιθανής νέας περιόδου χάριτος και επιμήκυνσης των πληρωμών του χρέους (για μείωση επιτοκίων δεν κάνει λόγο), με τον όρο όμως ότι οι ελληνικές κυβερνήσεις θα τηρούν πιστά τις εντολές της τρόικας και θα εφαρμόζουν με συνέπεια τα αντιλαϊκά μέτρα. Γι’ αυτό και η συζήτηση για το χρέος θα αρχίσει μετά την πρώτη αξιολόγηση.

Ονομαστική μείωση του χρέους αποκλείεται ρητά και κατηγορηματικά (με υπογραφή και του Τσίπρα), ενώ η ελληνική κυβέρνηση επαναλαμβάνει τη δέσμευσή της να αποπληρώσει όλους τους δανειστές της πλήρως και έγκαιρα.
Ρυθμίσεις για το χρέος μπορεί να γίνουν, κι αυτό ήταν γνωστό από το 2012. Ποιος είναι ο στόχος αυτών των ρυθμίσεων; Το λέει καθαρά η απόφαση της Ευρωσυνόδου: «Να διασφαλίσουν ότι οι μικτές χρηματοδοτικές ανάγκες θα παραμείνουν σε διαχειρίσιμο επίπεδο». Να εξασφαλίσουν, δηλαδή, ότι ο δανειζόμενος (το ελληνικό κράτος) θα μπορεί να πληρώνει στους δανειστές του τις τοκοχρεολυτικές δόσεις. Γιατί αν δεν μπορεί, τότε θα χρεοκοπήσει και θα πρέπει να τρέχουν για άλλου τύπου συμφωνίες. Πρόκειται για την τακτική που ακολουθούν και οι τράπεζες προς τους πελάτες τους, όταν αυτοί ζορίζονται να αποπληρώσουν τα δάνεια. Μ’ αυτό τον τρόπο, όμως, η θηλιά του χρέους μεταφέρεται και στις επόμενες δεκαετίες, στις επόμενες γενιές και θα εξακολουθήσει να χρησιμοποιείται ως πηγή απομύζησης του πλούτου που παράγει ο ελληνικός λαός και ως εργαλείο για τη διατήρηση και εμβάθυνση της κινεζοποίησης της ελληνικής κοινωνίας.

Προδιαγεγραμμένο αποτέλεσμα

Για εμάς, το αποτέλεσμα της περασμένης Δευτέρας ήταν προδιαγεγραμμένο. Δεν το λέμε τώρα, εκ των υστέρων. Το γράφαμε και το φωνάζαμε πριν τις εκλογές, το επαναλαμβάναμε σταθερά σε όλο το εξάμηνο της κακόγουστης «σκληρής διαπραγμάτευσης». Υποστηρίζαμε πάντοτε ότι το αποτέλεσμα θα είναι το Μνημόνιο-3, ανεξάρτητα από το ακριβές μείγμα των μέτρων που θα περιέχει αρχικά.

Οταν μια πολιτική δύναμη δεσμεύεται εκ των προτέρων ότι θα υπηρετήσει τον ελληνικό καπιταλισμό και τις διεθνείς επιλογές του, κορυφαία από τις οποίες είναι η ένταξη στην ΕΕ και η συμμετοχή στην Ευρωζώνη, θα έπρεπε να θεωρείται δεδομένο ότι στο τέλος θα επικρατήσει η θέληση των ιμπεριαλιστών δανειστών. Γιατί γύρω από ένα ιμπεριαλιστικό τραπέζι δεν μετράει η διαπραγματευτική «μαγκιά», η «λαϊκή εντολή» και άλλα τέτοια εύηχα, αλλά μετράει μόνο η δύναμη του κεφαλαίου που κάθε πλευρά εκπροσωπεί.

Στη διάρκεια ενός εξαμήνου κατέρρευσαν όλα τα ιδεολογήματα με τα οποία ο ΣΥΡΙΖΑ έγινε κυρίαρχος στο αστικό πολιτικό παιχνίδι, κερδοσκοπώντας αισχρά με τους πόθους του ελληνικού λαού, με την κούραση και την απελπισία του, με τις ήττες των αγώνων που έδωσε. Η περιβόητη «συμμαχία του Νότου» κατέληξε σ’ ένα σχήμα με τον Ολάντ να στέλνει τεχνοκράτες να γράψουν ένα προς ένα τα άρθρα του Μνημόνιου-3 και μαζί με τον Ρέντσι να ζητούν από την Μέρκελ «να μην εξευτελίσει άλλο» τον Τσίπρα. Ο Ντράγκι, που υποτίθεται ότι αντιπάλευε τον «μερκελισμό» με το «πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης» (ο Τσίπρας τα έλεγε αυτά), έγινε εκείνος που οδήγησε στο κλείσιμο των ελληνικών τραπεζών.

Επί έξι μήνες, η συγκυβέρνηση Τσίπρα-Καμμένου έκανε τη μια υποχώρηση μετά την άλλη, ενώ οι ιμπεριαλιστές δανειστές δεν κούνησαν ρούπι από τις θέσεις τους. Και γιατί να κουνήσουν, όταν οι τοκοχρεολυτικές δόσεις τους πληρώνονται κανονικά και η ελληνική κυβέρνηση ξύνει τον πάτο του βαρελιού, αρπάζοντας ό,τι αποθεματικό υπήρχε στους φορείς και τις επιχειρήσεις του Δημοσίου για να τους πληρώνει; Ακόμη και ηλίθιος θα καταλάβαινε ότι ο χρόνος δουλεύει υπέρ τους, πόσο μάλλον μια ομάδα έμπειρων ιμπεριαλιστών ηγετών, που είχαν όλα τα «ατού» στα χέρια τους.

Στην πραγματικότητα, όλο αυτό το διάστημα, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν διαπραγματευόταν με τους ιμπεριαλιστές, αλλά με τον ελληνικό λαό. Χρειαζόταν ένα χρόνο για να περάσει τη διολίσθησή του προς τις μνημονιακές θέσεις, δεδομένου ότι η εκλογή του ήταν πολύ πρόσφατη, ενώ είχε και εσωτερικά προβλήματα. Δεν ξέρουμε τι αυταπάτες μπορεί να είχε η ηγετική ομάδα του. Αν δηλαδή πίστευε ότι μπορεί να πείσει τους ιμπεριαλιστές να είναι πιο «ήπιοι» στην πρώτη μνημονιακή φάση του ΣΥΡΙΖΑ, αφήνοντας τα υπόλοιπα για επόμενες φάσεις. Δεν έχει και καμιά σημασία, όμως, να προσπαθήσουμε να μπούμε στο μυαλό του Τσίπρα και των υπόλοιπων της «παιδικής χαράς» του Μαξίμου. Εκείνο που μετράει είναι το αποτέλεσμα.

Αφού εξαπάτησαν με τον πιο αισχρό τρόπο τον ελληνικό λαό προεκλογικά, αφού τον έσυραν ακόμη και σ’ ένα κάλπικο δημοψήφισμα, με σκοπό να ενισχύσουν τη θέση τους στο εσωτερικό πολιτικό παιχνίδι (και όχι τη διαπραγματευτική τους θέση έναντι των ιμπεριαλιστών δανειστών), στο τέλος αναζήτησαν την «εθνική ενότητα» με τις άλλες μνημονιακές αστικές πολιτικές δυνάμεις, ψήφισαν μέσα στην άγρια νύχτα μια προσυμφωνία με τους ιμπεριαλιστές, και σ’ ένα διήμερο υποτάχτηκαν πλήρως στις πιο ωμές απαιτήσεις τους, υπογράφοντας μια ακόμη πιο ταπεινωτική και ληστρική συμφωνία.

Αστική ψευτο-αριστερά

Οι άνθρωποι αυτοί δεν έχουν καμιά σχέση με ό,τι στη συνείδηση του ελληνικού λαού σημαίνει Αριστερά και αριστεροί. Η έννοια της Αριστεράς στη χώρα μας είναι συνυφασμένη με τις επαναστατικές παραδόσεις του κομμουνιστικού κινήματος (πριν το μετατρέψει στο αντίθετό του η ομάδα του Περισσού). Και η έννοια του αριστερού είναι ποτισμένη με το αίμα χιλιάδων γνωστών και αγνώστων κομμουνιστών και εαμιτών, που μαρτύρησαν στις φυλακές και τα ξερονήσια, που αντιμετώπισαν περήφανα τα εκτελεστικά αποσπάσματα, χωρίς ούτε στιγμή να υποστείλουν την κόκκινη σημαία του αγώνα για τα δίκια της εργατικής τάξης και του λαού.

Πρέπει, όμως, να παραδεχτούμε πως ο Τσίπρας και η παρέα του μπορούν και λερώνουν την παράδοση της Αριστεράς, επειδή έχει κυριαρχήσει η αντίληψη της ανάθεσης και του μεσσιανισμού, από τη μια, και του μικρότερου κακού, από την άλλη. Η αντίληψη ότι το ύψιστο πολιτικό καθήκον ενός εργάτη, ενός εργαζόμενου, ενός νέου είναι να ρίχνει ένα ψηφοδέλτιο στην κάλπη, επιλέγοντας μια βουλή και μια κυβέρνηση που θα διαχειριστεί στο όνομά του και για λογαριασμό του τα πάντα. Η αντίληψη ότι οι αντικαπιταλιστικές δυνάμεις πρέπει να σέρνονται πίσω από τις πρωτοβουλίες του «μεγάλου πόλου». Οτι δήθεν υπάρχει κάποια «μεγάλη Αριστερά», μέσα στην οποία ανήκει και ο ΣΥΡΙΖΑ.

Μ’ αυτό τον τρόπο επιτράπηκε σε μια κλίκα σαλταδόρων να καπηλευτεί οράματα και προτάγματα, να εμπορευτεί την ελπίδα και να υφαρπάξει την ψήφο του ελληνικού λαού. Με την ίδια λογική ένας ολόκληρος κόσμος σύρθηκε πίσω από το κάλπικο δημοψήφισμα, με αποτέλεσμα ο Τσίπρας να πάρει το 61,3% του «όχι» και να το μετατρέψει σε ανθοδέσμη στο τραπέζι της Μέρκελ, του Ολάντ, του Ρέντσι και των υπόλοιπων ιμπεριαλιστικών καθαρμάτων, που όλα μαζί έκοψαν και έραψαν το «κοστούμι» του Μνημόνιου-3.

Με τον ίδιο τρόπο ετοιμάζονται τώρα τα νέα αριστερά αναχώματα, από εκείνους που δεν μπορούν να σηκώσουν πολιτικά το νέο Μνημόνιο και ετοιμάζουν μεθοδικά τη σύγκρουση με την ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ και την αυτόνομη κάθοδό τους στον πολιτικό στίβο, για να «μαντρώσουν» τη δυσαρέσκεια και την αγανάκτηση σ’ ένα νέο κοινοβουλευτικό σχήμα. Αν μέχρι τώρα είχαμε την καπηλεία, το εμπόριο ελπίδων και το οργανωμένο ψεύδος από την «παιδική χαρά του ευρώ», πλέον θα έχουμε τα ίδια πράγματα από την «παιδική χαρά της δραχμής».

Στις συνθήκες του καπιταλισμού, το δίλημμα «ευρώ ή δραχμή» είναι ψευτοδίλημμα. Δε βρισκόμαστε στα 1980 για ν’ αγωνιστούμε ενάντια στην ένταξη στην ΕΟΚ. Από τότε πέρασαν 35 χρόνια στη διάρκεια των οποίων ο ελληνικός καπιταλισμός εντάχθηκε πλήρως στον καπιταλιστικό καταμερισμό εργασίας του ευρωπαϊκού ιμπεριαλιστικού συστήματος. Κατέστρεψε την αγροτική παραγωγή, κατέστρεψε κι αυτή την υποτυπώδη βιομηχανία που υπήρχε. Καταχρέωσε τα νοικοκυριά. Εκανε την κεντρική τράπεζα παράρτημα της ΕΚΤ. Μια έξοδος από το ευρώ και εισαγωγή της δραχμής, στις σημερινές συνθήκες, θα ήταν εξίσου καταστροφική με τη μνημονιακή πολιτική της Ευρωζώνης. Ο ελληνικός λαός θα καλούνταν να πληρώσει τις συνέπειες της κρατικής χρεοκοπίας, ενός συνεχώς υποτιμούμενου νομίσματος και μιας διαλυμένης οικονομίας, στην οποία θα κάνουν πλιάτσικο οι καπιταλιστές, ντόπιοι και ξένοι.

Και τι να κάνουμε;

Η διέξοδος από την κινεζοποίηση ή θα είναι επαναστατική ή δε θα υπάρξει. Στο έδαφος του καπιταλισμού δεν υπάρχει σωτηρία για την εργατική τάξη. Μόνο η προλεταριακή επανάσταση, για μια Ελλάδα κομμουνιστική, θα μας απαλλάξει από τη βαρβαρότητα, με την αποδέσμευση απ’ όλους τους ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς (ΕΕ, ΝΑΤΟ, ΔΝΤ), με τη μονομερή διαγραφή όλου του ιμπεριαλιστικού χρέους, με την απαλλοτρίωση των καπιταλιστών, με το πέρασμα όλου του κοινωνικού πλούτου στα χέρια αυτών που τον παράγουν.

Αυτό είναι υπόθεση του μέλλοντος, απαντούν πολλοί (άλλοι καλοπροαίρετα και άλλοι κουτοπόνηρα). Τώρα τι κάνουμε; συμπληρώνουν. Κανένα μέλλον, όμως, δεν πρόκειται να γίνει πράξη, αν δεν το οραματιστείς, δεν το σχεδιάσεις και δεν αγωνιστείς γι’ αυτό. Οι ανάγκες του παρόντος δεν πρέπει να μας μετατρέπουν σε πολιτικά απαθείς, που εναποθέτουν τις ελπίδες τους σε μεσσίες, για να τις δουν να διαψεύδονται όταν οι μεσσίες αναρριχηθούν στην κυβερνητική εξουσία.

Η πείρα της τελευταίας πενταετίας δείχνει πεντακάθαρα πού οδηγούν οι «ρεαλιστικές λύσεις», που αρχίζουν και τελειώνουν στο έδαφος του καπιταλισμού. Πέντε διαδοχικές κυβερνήσεις και συγκυβερνήσεις (Παπανδρέου, Παπαδήμου, Σαμαρά-Βενιζέλου-Κουβέλη, Σαμαρά-Βενιζέλου, Τσίπρα-Καμμένου) δεν έκαναν τίποτ’ άλλο από το να διαχειριστούν τη μνημονιακή πολιτική, την οποία απαιτούν και επιβάλλουν όχι μόνο οι ιμπεριαλιστές δανειστές, αλλά και η ελληνική κεφαλαιοκρατία. Ολες αυτές υπήρξαν κυβερνήσεις που αναδείχτηκαν με την ψήφο του ελληνικού λαού.

Να που οδηγεί ο «ρεαλισμός» και η θεωρία πως «η ψήφος έχει αξία». Καμία αξία δεν έχει η ψήφος. Αποδείχτηκε στις εκλογές του 2009, του 2012, του 2015, αποδείχτηκε και στο πρόσφατο δημοψήφισμα. Γιατί ψήφος σημαίνει ανάθεση. Η ψήφος υποβιβάζει τον πολίτη της αστικής κοινωνίας σε υπήκοο της δυναστείας του κεφαλαίου.

Το να συνειδητοποιήσουμε την απαξία της ψήφου και τον διαχειριστικό χαρακτήρα του αστικού κοινοβουλευτισμού και των κυβερνήσεών του, δεν σημαίνει παραίτηση από τον πολιτικό αγώνα, αλλά αναβίβαση του πολιτικού αγώνα σε ανώτερο επίπεδο. Σημαίνει απόφαση να απεμπλακούμε από τους κάθε είδους νταβατζήδες και να πάρουμε την άσκηση της πολιτικής στα δικά μας χέρια. Να χτίσουμε βήμα-βήμα, μέρα με τη μέρα, έναν πολιτικό φορέα ταξικής πολιτικής, με επαναστατικό πρόγραμμα ανατροπής.

Αυτό το καθήκον όχι μόνο δεν ξεστρατίζει από την οργάνωση των άμεσων διεκδικητικών αγώνων, αλλά αντίθετα τους εφοδιάζει με γνώση, με όραμα, με οργάνωση.

Τα Μνημόνια και οι εφαρμοστικοί τους νόμοι δε θα καταργηθούν με κοινοβουλευτικούς περιπάτους, αλλά με σκληρούς ταξικούς αγώνες. Οχι με αγώνες που θα μετατρέπονται σε καύσιμο για να ενισχύσουν κάποια αστικά κόμματα -παλιά και νέα- τη θέση τους στο κοινοβουλευτικό σύστημα, αλλά με αγώνες που θα βάζουν σα στόχο τους τη νίκη. Ακόμη και όταν αφορούν «μικρά», καθημερινά προβλήματα της εργαζόμενης κοινωνίας και της νεολαίας της. Ακόμη και όταν δεν καταφέρνουν να νικήσουν, οι πραγματικοί ταξικοί αγώνες αφήνουν πίσω τους παρακαταθήκες, εφοδιάζουν τους αγωνιζόμενους με την πείρα που είναι απαραίτητη για να επανέλθουν με περισσότερη γνώση, με καλύτερη οργάνωση, με αυξημένο δυναμισμό.

Αντίθετα, όλοι αυτοί που επαναλαμβάνουν πονηρά το «και τώρα τι κάνουμε;» έχουν στο μυαλό τους μόνο τον κοινοβουλευτικό αγώνα. Φαλκιδεύουν τους εργατικούς και νεολαιίστικους αγώνες χρησιμοποιώντας τους ως δεξαμενή άντλησης ψήφων. Τους υποτάσσουν στην αστική νομιμότητα. Σπέρνουν μόνιμα την ηττοπάθεια, καλλιεργούν τη σύγχυση και τη διάλυση. Οδηγούν μεθοδευμένα στην ήττα. Στους αγώνες που θα έρθουν, το δίλημμα θα τεθεί και πάλι: μάχες οπισθοφυλακών με σίγουρη την τελική ήττα ή αγώνες πραγματικά ταξικοί, έξω από τα όρια της αστικής νομιμότητας, με προοπτική έστω και μικρές νίκες;

Να οργανώσουμε την τάξη μας. Να την οργανώσουμε έτσι που να μπορέσει να ορθώσει πραγματική ταξική αντίσταση στη λαίλαπα της κινεζοποίησης, που συνεχίζεται και βαθαίνει. Να την οργανώσουμε πολιτικά, έτσι που να μπορεί και τους άμεσους αγώνες της να δίνει με τη μέγιστη δυνατή οργάνωση και μαχητικότητα, αλλά και να χαράξει μια ταξικά ανεξάρτητη πολιτική κατεύθυνση, η οποία θα βάλει ως στόχο της την επαναστατική ανατροπή του καπιταλισμού και την οικοδόμηση του κομμουνισμού.

14 Ιούλη 2015

ΚΟΝΤΡΑ
Μοιράσου το :

Δημοσίευση σχολίου

 
Copyright © ΒΑΘΥ ΚΟΚΚΙΝΟ
Powered by Blogger