Η Πορεία Αριστερή για τις εκλογές στα ΠΥΣΔΕ
Οκτώβρης 2016
Ας ξεκινήσουμε με μια ιστορική παραδοχή: Οι θεσμοί συνδιοίκησης-συνδιαχείρισης απετέλεσαν μια τακτική επιλογή της εκάστοτε κυρίαρχης τάξης με στόχο τον αποδυνάμωση των διεκδικήσεων και τον «αφοπλισμό» του εργατικού-λαϊκού κινήματος. Η συμμετοχή στα κρατικά όργανα ήρθε ως «παραχώρηση» με στόχο την αποδυνάμωση των κινημάτων και των εξεγέρσεων.
Στην Ελλάδα στήθηκαν τέτοιοι μηχανισμοί στα Πανεπιστήμια, στο δημόσιο και με τη συμμετοχή της ΓΣΕΕ στους δήθεν «κοινωνικούς» διαλόγους από τη δεκαετία του ’80. Εκεί μάθαμε άλλωστε ότι εργάτες και κεφαλαιοκράτες είναι «κοινωνικοί εταίροι», όχι ανταγωνιστές δηλαδή, αλλά συνεργάτες στη «κοινή εθνική υπόθεση».
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο άνθισε το παιχνίδι των μικρών ή μεγαλύτερων εξυπηρετήσεων, εκβιασμών και συναλλαγών. Για ένα μεγάλο κομμάτι των εργαζομένων η συσπείρωση στο σωματείο αντικαταστάθηκε με την απεύθυνση στον αιρετό, με συνέπεια την απαξίωση της συλλογικής πάλης και της πραγματικού ρόλου του συνδικαλισμού.
Σήμερα το ίδιο σύστημα που απολύει εκπαιδευτικούς, που κηρύσσει τις απεργίες παράνομες και επιστρατεύει, που αυξάνει το ωράριο και την εργασιακή ανασφάλεια, που σπέρνει το φόβο με το νέο πειθαρχικό δίκαιο, μας δίνει 1 μέρα άδεια για να ψηφίσουμε τους αιρετούς αντιπροσώπους μας στα υπηρεσιακά συμβούλια. Ας αναλογιστούμε γιατί!
Στη θεωρία οι αιρετοί αντιπρόσωποι στα υπηρεσιακά συμβούλια (ΠΥΣΔΕ, ΑΠΥΣΔΕ, ΚΥΣΔΕ κλπ) ελέγχουν τις αποφάσεις της διοίκησης και αγωνίζονται ενάντια στις αυθαιρεσίες και τις αδικίες. Στην πράξη όμως κάθε συνάδελφος που νιώθει ότι αδικείται απευθύνεται στους αιρετούς καταφεύγοντας στη λογική της ανάθεσης και της ατομικής λύσης, αντί να επιδιώκει τη συλλογική δράση. Καλλιεργείται η πλάνη της «σωτήριας προσωπικής παρέμβασης» του αιρετού ή, ακόμα χειρότερα, της προσωπικής «χάρης» και της εξατομικευμένης λύσης σε θέματα που είναι κοινά εργασιακά προβλήματα και πρέπει να τίθενται ανοιχτά και δημόσια και να αντιμετωπίζονται συλλογικά και δημοκρατικά. Ο μόνος ουσιαστικός έλεγχος της διοίκησης για το σύνολο των αντιλαϊκών μέτρων είναι αυτός που ασκείται συλλογικά από τα σωματεία μέσω των Γενικών Συνελεύσεων, είναι αυτός που το λαϊκό κίνημα κατοχύρωσε με τη συλλογική δημοκρατία της βάσης.
Συνοψίζοντας, δεν ξεχνάμε ότι τα υπηρεσιακά συμβούλια είναι όργανα της διοίκησης (και ως εκ τούτου θεματοφύλακες της νομιμότητας) σε μια εποχή που το άδικο είναι νόμος. Η λιγότερο ή περισσότερο αγωνιστική συμμετοχή σε αυτά (ακόμα και των αιρετών που διώκονται πειθαρχικά γι’ αυτήν) σημαίνει αποδοχή και νομιμοποίηση ενός καθ’ όλα άδικου πλαισίου. Κι ας μη γελιόμαστε, κάθε δήθεν διευκόλυνση ή δικαίωση του ενός γίνεται εις βάρος κάποιου άλλου μέσα σ’ ένα τόσο ασφυκτικά αντιδραστικό, καταπιεστικό και απάνθρωπο εργασιακό πλαίσιο.
Ζούμε σε μια εποχή που είναι απόλυτη ανάγκη να γίνουν βήματα χειραφέτησης από τον κρατικό και υποταγμένο συνδικαλισμό. Ο ρόλος του συνδικαλισμού δεν μπορεί να είναι συμπληρωματικός στις λειτουργίες της διοίκησης, στη λήψη-εφαρμογή αντιλαϊκών αποφάσεων και στη διαχείριση του τρόπου εφαρμογής τους. Ο ρόλος του συνδικαλισμού είναι από τη φύση του διεκδικητικός και όχι διαχειριστικός. Κύριο ζητούμενο είναι η πολιτική και οργανωτική συγκρότηση στα συλλογικά όργανα, τα σωματεία, γιατί ο αγώνας δεν δίνεται μέσα σε γραφεία και γύρω από τραπέζια διαπραγματεύσεων αλλά στις συλλογικές διεκδικήσεις, στις Γενικές Συνελεύσεις, στο δρόμο.
Δεν έχουμε καμιά αυταπάτη για τη δυνατότητα κατοχύρωσης των δικαιωμάτων μας στα διοικητικά όργανα. Πιστεύουμε ότι μόνο η ενωτική, συλλογική δράση μπορεί να τα περιφρουρήσει.
Απέχουμε από τις εκλογές αιρετών για τα υπηρεσιακά συμβούλια (ΠΥΣΔΕ, ΑΠΥΣΔΕ, ΚΥΣΔΕ κλπ), τις οποίες προκηρύσσει το κράτος, γιατί θεωρούμε ότι εντείνουν τον αποπροσανατολισμό του κινήματος και οδηγούν στην αποδυνάμωσή του.
ΥΓ Το κείμενο αυτό ουσιαστικά αποτελεί επικαιροποήση του αντίστοιχου περσινού κειμένου. Λίγα άλλαξαν από τότε. Βιώνουμε καθαρά πλέον τις αυταπάτες που άφησε η άνοδος του ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία.
Οκτώβρης 2016
Ας ξεκινήσουμε με μια ιστορική παραδοχή: Οι θεσμοί συνδιοίκησης-συνδιαχείρισης απετέλεσαν μια τακτική επιλογή της εκάστοτε κυρίαρχης τάξης με στόχο τον αποδυνάμωση των διεκδικήσεων και τον «αφοπλισμό» του εργατικού-λαϊκού κινήματος. Η συμμετοχή στα κρατικά όργανα ήρθε ως «παραχώρηση» με στόχο την αποδυνάμωση των κινημάτων και των εξεγέρσεων.
Στην Ελλάδα στήθηκαν τέτοιοι μηχανισμοί στα Πανεπιστήμια, στο δημόσιο και με τη συμμετοχή της ΓΣΕΕ στους δήθεν «κοινωνικούς» διαλόγους από τη δεκαετία του ’80. Εκεί μάθαμε άλλωστε ότι εργάτες και κεφαλαιοκράτες είναι «κοινωνικοί εταίροι», όχι ανταγωνιστές δηλαδή, αλλά συνεργάτες στη «κοινή εθνική υπόθεση».
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο άνθισε το παιχνίδι των μικρών ή μεγαλύτερων εξυπηρετήσεων, εκβιασμών και συναλλαγών. Για ένα μεγάλο κομμάτι των εργαζομένων η συσπείρωση στο σωματείο αντικαταστάθηκε με την απεύθυνση στον αιρετό, με συνέπεια την απαξίωση της συλλογικής πάλης και της πραγματικού ρόλου του συνδικαλισμού.
Σήμερα το ίδιο σύστημα που απολύει εκπαιδευτικούς, που κηρύσσει τις απεργίες παράνομες και επιστρατεύει, που αυξάνει το ωράριο και την εργασιακή ανασφάλεια, που σπέρνει το φόβο με το νέο πειθαρχικό δίκαιο, μας δίνει 1 μέρα άδεια για να ψηφίσουμε τους αιρετούς αντιπροσώπους μας στα υπηρεσιακά συμβούλια. Ας αναλογιστούμε γιατί!
Στη θεωρία οι αιρετοί αντιπρόσωποι στα υπηρεσιακά συμβούλια (ΠΥΣΔΕ, ΑΠΥΣΔΕ, ΚΥΣΔΕ κλπ) ελέγχουν τις αποφάσεις της διοίκησης και αγωνίζονται ενάντια στις αυθαιρεσίες και τις αδικίες. Στην πράξη όμως κάθε συνάδελφος που νιώθει ότι αδικείται απευθύνεται στους αιρετούς καταφεύγοντας στη λογική της ανάθεσης και της ατομικής λύσης, αντί να επιδιώκει τη συλλογική δράση. Καλλιεργείται η πλάνη της «σωτήριας προσωπικής παρέμβασης» του αιρετού ή, ακόμα χειρότερα, της προσωπικής «χάρης» και της εξατομικευμένης λύσης σε θέματα που είναι κοινά εργασιακά προβλήματα και πρέπει να τίθενται ανοιχτά και δημόσια και να αντιμετωπίζονται συλλογικά και δημοκρατικά. Ο μόνος ουσιαστικός έλεγχος της διοίκησης για το σύνολο των αντιλαϊκών μέτρων είναι αυτός που ασκείται συλλογικά από τα σωματεία μέσω των Γενικών Συνελεύσεων, είναι αυτός που το λαϊκό κίνημα κατοχύρωσε με τη συλλογική δημοκρατία της βάσης.
Συνοψίζοντας, δεν ξεχνάμε ότι τα υπηρεσιακά συμβούλια είναι όργανα της διοίκησης (και ως εκ τούτου θεματοφύλακες της νομιμότητας) σε μια εποχή που το άδικο είναι νόμος. Η λιγότερο ή περισσότερο αγωνιστική συμμετοχή σε αυτά (ακόμα και των αιρετών που διώκονται πειθαρχικά γι’ αυτήν) σημαίνει αποδοχή και νομιμοποίηση ενός καθ’ όλα άδικου πλαισίου. Κι ας μη γελιόμαστε, κάθε δήθεν διευκόλυνση ή δικαίωση του ενός γίνεται εις βάρος κάποιου άλλου μέσα σ’ ένα τόσο ασφυκτικά αντιδραστικό, καταπιεστικό και απάνθρωπο εργασιακό πλαίσιο.
Ζούμε σε μια εποχή που είναι απόλυτη ανάγκη να γίνουν βήματα χειραφέτησης από τον κρατικό και υποταγμένο συνδικαλισμό. Ο ρόλος του συνδικαλισμού δεν μπορεί να είναι συμπληρωματικός στις λειτουργίες της διοίκησης, στη λήψη-εφαρμογή αντιλαϊκών αποφάσεων και στη διαχείριση του τρόπου εφαρμογής τους. Ο ρόλος του συνδικαλισμού είναι από τη φύση του διεκδικητικός και όχι διαχειριστικός. Κύριο ζητούμενο είναι η πολιτική και οργανωτική συγκρότηση στα συλλογικά όργανα, τα σωματεία, γιατί ο αγώνας δεν δίνεται μέσα σε γραφεία και γύρω από τραπέζια διαπραγματεύσεων αλλά στις συλλογικές διεκδικήσεις, στις Γενικές Συνελεύσεις, στο δρόμο.
Δεν έχουμε καμιά αυταπάτη για τη δυνατότητα κατοχύρωσης των δικαιωμάτων μας στα διοικητικά όργανα. Πιστεύουμε ότι μόνο η ενωτική, συλλογική δράση μπορεί να τα περιφρουρήσει.
Απέχουμε από τις εκλογές αιρετών για τα υπηρεσιακά συμβούλια (ΠΥΣΔΕ, ΑΠΥΣΔΕ, ΚΥΣΔΕ κλπ), τις οποίες προκηρύσσει το κράτος, γιατί θεωρούμε ότι εντείνουν τον αποπροσανατολισμό του κινήματος και οδηγούν στην αποδυνάμωσή του.
ΥΓ Το κείμενο αυτό ουσιαστικά αποτελεί επικαιροποήση του αντίστοιχου περσινού κειμένου. Λίγα άλλαξαν από τότε. Βιώνουμε καθαρά πλέον τις αυταπάτες που άφησε η άνοδος του ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία.
ΠΟΡΕΙΑ ΑΡΙΣΤΕΡΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΩΝ
Δημοσίευση σχολίου