Οταν ο νεοναζιστικός συμμοριτισμός ξάπλωσε τον πρώτο νεκρό Ελληνα (οι μετανάστες, νεκροί ή τραυματίες, δεν μετρούσαν, όπως δεν μετρούσαν και οι έλληνες τραυματίες), η αστική πολιτική αντιλήφθηκε ότι έπρεπε να δράσει αστραπιαία. Επρεπε να βάλει αυτή στην ατζέντα της έναν κάλπικο αντιφασισμό, για να μη γνωρίσει άνθιση ο αντικαπιταλιστικός αντιφασισμός. Και το έκανε.
Λίγες ώρες αφότου ο Παύλος Φύσσας άφησε την τελευταία του πνοή σ’ ένα πεζοδρόμιο της Αμφιάλης, εξαπολύθηκε η «αντιφασιστική» εκστρατεία, στην οποία πήραν μέρος οι αστικές πολιτικές δυνάμεις, οι κατασταλτικοί μηχανισμοί του κράτους και τα ΜΜΕ. Δεν άφησαν ούτε εκατοστό χώρου ακάλυπτο, ενώ ενσωμάτωσαν πανεύκολα το ρηχό αντιφασισμό της καθεστωτικής Αριστεράς. Ο άλλος, ο γνήσιος, ο αντικαπιταλιστικός αντιφασισμός, δεν ήταν τόσο δυνατός, δε διέθετε μηχανισμούς προπαγάνδας, ούτε την απαιτούμενη μαζικότητα για να διασπάσει αυτό το μέτωπο.
Ακολούθησαν οι διώξεις ηγετικών στελεχών της νεοναζιστικής συμμορίας, που οδήγησαν στη φυλακή ολόκληρο σχεδόν τον ηγετικό πυρήνα. Διώξεις που υπηρετούν το στόχο της μείωσης της εκλογικής της επιρροής, η οποία πλήττει πρωτίστως τη ΝΔ και δευτερευόντως το ΠΑΣΟΚ. Τα αποκαλυπτήρια του Μπαλτάκου, του πιο στενού συνεργάτη του Σαμαρά, που προσπαθούσε να ρίξει γέφυρες με στελέχη του νεοναζισμού, σε μια κατεύθυνση δημιουργίας της «σοβαρής Χρυσής Αυγής», δείχνουν καθαρά ότι αν δεν υπήρχαν οι πολιτικοί υπολογισμοί του Σαμαρά, για τη δολοφονία του Π. Φύσσα θα συλλαμβανόταν μόνο ο Ρουπακιάς, άντε και κάποιοι της Νίκαιας, και η δολοφονία θα παρουσιαζόταν ως μια κοινή ποινική υπόθεση.
Σε κάθε περίπτωση, οι αστικές δυνάμεις δεν έχουν στόχο να ανακόψουν το φασιστικό φαινόμενο και την εξάπλωσή του στην κοινωνία, γιατί ο φασισμός αποτελεί ένα πολυεργαλείο του συστήματος.
Μέγας στόχος τους είναι, επίσης, να ισχυροποιήσουν την αστική δημοκρατία, εξισώνοντας τις λαϊκές αντιστάσεις (όποιας μορφής και όποιας έντασης) με τη νεοναζιστική βία και εμπεδώνοντας την υποταγή στην αστική νομιμότητα, πέραν της οποίας υπάρχει η «ανομία που οδηγεί στη βία, η οποία δεν έχει χρώμα».
Αυτό το στόχο υπηρετεί η θεωρία «των δύο άκρων».
Τα νεοναζιστικά τάγματα εφόδου είναι η ακραία έκφραση του κοινωνικού εκφασισμού. Μπράβοι της νύχτας, λουμπεναριό, λοβοτομημένα ανθρωποειδή, σχημάτισαν ένα στρατό που θεωρούσε πως έχει φτάσει η ώρα του για κυριαρχία στις γειτονιές. Οι «από πάνω» τους ντοπάριζαν και τους έκλειναν το μάτι: εσείς τη δουλειά σας κι εμείς θα βγαίνουμε να καταδικάσουμε τη βία! Γι’ αυτό και δε δίστασαν να επιτεθούν σε μέλη ενός κοινοβουλευτικού κόμματος (νεκρός θα μπορούσε να υπάρξει και από την επίθεση κατά μελών του ΠΑΜΕ στο Πέραμα), μολονότι πολλοί απ’ αυτούς ήταν γνωστοί στην περιοχή, γι’ αυτό και δε δίστασαν να σκοτώσουν με τρεις μαχαιριές στην καρδιά τον Παύλο Φύσσα, μπροστά στα αδιάφορα μάτια των αστυνομικών που ήταν παρόντες!
Δε δίστασαν να ξυλοφορτώσουν ακόμη και τους άλλους ακροδεξιούς στο Μελιγαλά, στην εκλογική περιφέρεια του Σαμαρά, πετώντας το γάντι στην παραδοσιακή Δεξιά. Είχαν, λοιπόν, έναν παραπάνω λόγο να τους «μαζέψουν». Οχι να τους εξαφανίσουν, αλλά να τους κάνουν και πάλι ελεγχόμενους από τους μηχανισμούς καταστολής. Πάνω απ’ όλα είχαν σοβαρό λόγο να χτυπήσουν την εκλογική δυνατότητα των νεοναζί, σε μια προσπάθεια να μεταγγίσουν τη φασιστική ψήφο προς την παραδοσιακή Δεξιά.
Για να λέμε τα πράγματα με τ’ όνομά τους, τα νεοναζιστικά τάγματα εφόδου δε θα μπορούσαν να φτάσουν σε τέτοιο σημείο δολοφονικής αποθράσυνσης, παρά την υποστήριξή τους από τους μηχανισμούς καταστολής, αν μισό εκατομμύριο πολίτες δεν ψήφιζαν τους νεοναζί στις εκλογές. Αυτή η κοινωνική στήριξη είναι αποτέλεσμα από τη μια της κρίσης και της εξαθλίωσης και από την άλλη του κάλπικου αντιφασισμού των κυρίαρχων αστικών πολιτικών δυνάμεων. Ποιοι παριστάνουν τους αντιφασίστες; Αυτοί που έχουν αλυσοδέσει τον ελληνικό λαό στο ζυγό της βαρβαρότητας, αυτοί που μακελεύουν με τους πραιτοριανούς του κράτους κάθε διαδήλωση.
Με ή χωρίς μια εκλογικά δυνατή Χρυσή Αυγή, ο κοινωνικός εκφασισμός είναι το μεγάλο πρόβλημα. Αντιφασιστική συμμαχία με το αστικό στρατόπεδο δεν μπορεί να υπάρξει. Αυτό θα ήταν βούτυρο στο ψωμί των νεοναζί. Θα έστελνε τα πιο καθυστερημένα κοινωνικά στρώματα κατευθείαν στην αγκαλιά τους. Ούτε μπορούμε να κάνουμε εκκλήσεις στο κράτος να αντιμετωπίσει τα τάγματα εφόδου, με βάση το νομικό οπλοστάσιο της αστικής δημοκρατίας. Ο καπιταλισμός γεννά το φασισμό, ο καπιταλισμός χρησιμοποιεί το φασισμό ως ανάχωμα στο επαναστατικό εργατικό κίνημα, η αστική δημοκρατία δεν είναι θωρακισμένη έναντι του φασισμού αλλά έναντι της επανάστασης.
Ο αντιφασιστικός αγώνας πρέπει να γίνει αναπόσπαστο κομμάτι των ταξικών και λαϊκών αγώνων. Να δεθούν σ’ ένα αξεδιάλυτο όλον. Η πλειοψηφία του λαού αισθάνεται οργή και αηδία για αυτά τα ανθρωποειδή που νοσταλγούν την πιο βάρβαρη περίοδο του 20ού αιώνα. Η οργή και η αηδία, όμως, πρέπει να γίνουν υλική δύναμη που θα καθαρίσει τις γειτονιές από τη ναζιστική βρόμα.
Υ.Γ. Κείμενο που γράφτηκε στην Εφημερίδα "ΚΟΝΤΡΑ" το 2014 με αφορμή την δολοφονία του αντιφασίστα Π. Φύσσα, το 2014. (Η μόνη αλλαγή που κάναμε ήταν στον τίτλο. Τον ένα χρόνο απ΄την δολοφονία του Π.Φ το κάναμε 4 χρόνια). Το κείμενο πάντως παραμένει απόλυτα επίκαιρο.
Δημοσίευση σχολίου