Πηγή: "ΚΟΝΤΡΑ"
«Εχουμε πετύχει τώρα έναν έντιμο συμβιβασμό που διασφαλίζει και τα εθνικά μας συμφέροντα και τη σταθερότητα στην ευρύτερη περιοχή». Στη φράση αυτή του Δραγασάκη μπορεί να βρει κανείς συμπυκνωμένη την ουσία της αστικής πολιτικής για την καρικατούρα του «Μακεδονικού», που εδώ και τρεις δεκαετίες ποτίζει με εθνικιστικό δηλητήριο τον ελληνικό λαό.
Ποια είναι τα «εθνικά μας συμφέροντα»; Να αρνούμαστε σε ένα βαλκανικό έθνος την ίδια την εθνική του υπόσταση, τη γλώσσα του, το δικαίωμά του να υπάρχει όπως υπάρχει εδώ και αιώνες; Είτε υπέρ είτε κατά της Συμφωνίας των Πρεσπών, όλος ο αστικός κόσμος στην Ελλάδα συμφωνεί επ' αυτού. Συμφωνεί στην εξαφάνιση ενός έθνους, το οποίο αποκαλούν περιφρονητικά «οι σκοπιανοί».
Αυτός ο μαύρος εθνικισμός θα εξακολουθήσει να δηλητηριάζει τη συνείδηση του ελληνικού λαού, ανεξάρτητα από την κύρωση της Συμφωνίας των Πρεσπών. Οπως τη δηλητηριάζει τόσα χρόνια τώρα, σε πείσμα του διεθνούς αστισμού που ονόμαζε τη γειτονική χώρα με το παλιό συνταγματικό της όνομα: Μακεδονία (σκέτο).
Γιατί η αλήθεια για τους Σλαβομακεδόνες, η ιστορική αλήθεια, δεν είναι ζήτημα μιας ιμπεριαλιστικής συμφωνίας. Πρέπει να ειπωθεί και να γίνει κτήμα του ελληνικού λαού. Πράγμα που συναντά τεράστιες δυσκολίες απ' όλες τις πλευρές του αστισμού, γιατί ο αστισμός έχει συμφέρον από την εθνικιστική τύφλωση του λαού. Η εθνικιστική τύφλωση μετατρέπει το λαό σε άθυρμα της αστικής πολιτικής.
Και τι να πούμε για τη «σταθερότητα στην περιοχή», που τάχα φέρνουν οι Πρέσπες. Μια ιμπεριαλιστική συμφωνία δεν μπορεί ποτέ να φέρει τη σταθερότητα. Εκτός από τη σταθερότητα των ιμπεριαλιστικών συμφερόντων. Στο αμερικάνικο έγγραφο που αποκάλυψε πρόσφατα η ιστοσελίδα imerodromos.gr, αναφέρεται ως στόχος της αμερικάνικης Αποστολής «η Ελλάδα να ενισχύσει τον περιφερειακό της ρόλο ως σταθερής δημοκρατίας σε μια πολύπλοκη γειτονιά, μέσω και της πλήρους υλοποίησης της συμφωνίας για το όνομα της ΠΓΔΜ και της συνεχιζόμενης στήριξης για την ένταξη των Δυτικών Βαλκανίων στην ΕΕ και το ΝΑΤΟ». Αυτός ο στόχος πάει πακέτο με το στόχο «η Ελλάδα να ενισχύσει την ικανότητα να στηρίζει τις στρατιωτικές και αντιτρομοκρατικές επιχειρήσεις των ΗΠΑ στην Ανατολική Μεσόγειο» και αποτελούν τμήματα του βασικού σκοπού της Αποστολής: «Ενθάρρυνση της ενεργούς συμμετοχής της Ελλάδος στην ενίσχυση της περιφερειακής και παγκόσμιας ασφάλειας, προκειμένου να διαφυλαχθεί η πατρίδα μας και τα συμφέροντά της». Οι ΗΠΑ είναι «η πατρίδα μας».
Ο Δραγασάκης μίλησε μόνο για «σταθερότητα στην περιοχή». Υπήρξαν κι άλλοι, όπως η εισηγήτρια του ΣΥΡΙΖΑ Αναγνωστοπούλου, που με θράσος χιλίων χιμπατζήδων χαρακτήρισαν τη Συμφωνία… αντιιμπεριαλιστική!
Η επιχειρηματολογία των (υποκριτικά) αντίθετων στη Συμφωνία υπήρξε η επιτομή του πιο επιθετικού εθνικισμού: «η γλώσσα» και «η εθνικότητα». Απέναντι στην οποία ορθώθηκε η άμυνα του Τσίπρα πάνω στην ίδια εθνικιστική βάση: «δεν τους δώσαμε εθνικότητα, αλλά υπηκοότητα», η δε γλώσσα «έχει αναγνωριστεί από το 1977 από τον ΟΗΕ». Οι… αντιιμπεριαλιστές (άντε, κοσμοπολίτες) του ΣΥΡΙΖΑ δε θέλουν να κόψουν κανένα δεσμό με τον ελληνικό εθνικισμό. Αρκεί και μόνο αυτή η στάση τους για να πείσει κάθε ειλικρινή διεθνιστή και αντιιμπεριαλιστή για το ότι η Συμφωνία των Πρεσπών δεν πρόκειται να λύσει κανένα πρόβλημα, εκτός από την ένταξη της Βόρειας Μακεδονίας στο ΝΑΤΟ (άμεσα) και στην ΕΕ (μελλοντικά), που αποτελεί διακαή πόθο των ιμπεριαλιστών, αλλά και της αστικής κλίκας που κυβερνά σήμερα στα Σκόπια. Το εθνικιστικό δηλητήριο θα χωρίζει τους δυο λαούς. Γιατί ο μεν λαός της Βόρειας Μακεδονίας θα εξακολουθήσει να χρησιμοποιεί το εθνικό του όνομα και την εθνική του γλώσσα, όπως και μέχρι τώρα, όμως στην Ελλάδα αυτό θα θεωρείται «προσβολή της ιστορίας, της κουλτούρας και της παράδοσής μας». Και η εθνικιστική διαίρεση θα διαιωνίζεται.
Και πώς να μη συμβεί αυτό, όταν ο μεν ΣΥΡΙΖΑ έχει κάνει πίσω ακόμα και από τις παλιές κοσμοπολίτικες απόψεις του, ο δε Περισσός συμπλέει με τον επίσημο εθνικισμό; Δεν αναφερόμαστε στη στάση του έναντι της Συμφωνίας των Πρεσπών, αλλά στις θέσεις με τις οποίες επενδύει την αρνητική του θέση. Τελευταία, ύστερα προφανώς από αντιδράσεις που υπήρξαν στο εσωτερικό του (υπάρχουν και άνθρωποι που ξέρουν Ιστορία, που έχουν διαβάσει τις θέσεις του παλιού επαναστατικού ΚΚΕ), έκανε μια προσπάθεια να θολώσει τα νερά, ρίχνοντας το βάρος κυρίως στον ιμπεριαλιστικό χαρακτήρα της Συμφωνίας των Πρεσπών. Την ίδια στιγμή, όμως, επιμένει στα περί «αλυτρωτισμού» και τα στελέχη του εξηγούν ότι θα συμφωνούσαν σε ένα σύνθετο όνομα με γεωγραφικό προσδιορισμό (επομένως το Βόρεια Μακεδονία τους καλύπτει), αλλά χωρίς αναγνώριση μακεδονικής εθνότητας και μακεδονικής γλώσσας. Αυτά είναι τα απαράδεκτα γι' αυτούς στοιχεία «αλυτρωτισμού».
Δεν έχει καμιά σημασία τι λέει κάποιος για τη Συμφωνία των Πρεσπών. Σημασία έχει αν αναγνωρίζει τα στοιχειώδη εθνικά δικαιώματα του γειτονικού λαού. Αν μιλά για τους Σλαβομακεδόνες της Ελλάδας και τον ανελέητο διωγμό που έχουν δεχτεί επί έναν αιώνα από το ελληνικό κράτος. Αν μένει συνεπής στις διεθνιστικές θέσεις του επαναστατικού ΚΚΕ, που είχε καταφέρει να συσπειρώσει τη συντριπτική πλειοψηφία των Σλαβομακεδόνων της Ελλάδας, και στο πρώτο και στο δεύτερο αντάρτικο.
Δεν μπορεί να τιμάς τη Μίρκα Γκίνοβα, την κομμουνίστρια σλαβομακεδόνισσα δασκάλα, την πρώτη γυναίκα που εκτέλεσαν τα εκτελεστικά αποσπάσματα του μοναρχοφασισμού και την ίδια στιγμή να λες με απύθμενο θράσος ότι είναι… μύθος η ύπαρξη μακεδονικού έθνους και μακεδονικής γλώσσας.
Και τώρα τι κάνουμε; Αυτό που κάναμε και μέχρι τώρα. Συνεχίζουμε τον αγώνα με όπλο την ιστορική αλήθεια. Ο εθνικισμός δεν πολεμιέται με συνθήματα, όσο μαχητικά κι αν είναι. Μπορεί να καταπολεμηθεί μόνο όταν ο λαός γίνει κάτοχος της ιστορικής αλήθειας. Κι αυτό το καθήκον είναι δικό μας, των πραγματικών διεθνιστών. Τη φιλία και την αδερφοσύνη με το γειτονικό λαό θα την οικοδομήσουμε σε ταξική βάση, με πλήρη σεβασμό στα εθνικά του δικαιώματα.
«Εχουμε πετύχει τώρα έναν έντιμο συμβιβασμό που διασφαλίζει και τα εθνικά μας συμφέροντα και τη σταθερότητα στην ευρύτερη περιοχή». Στη φράση αυτή του Δραγασάκη μπορεί να βρει κανείς συμπυκνωμένη την ουσία της αστικής πολιτικής για την καρικατούρα του «Μακεδονικού», που εδώ και τρεις δεκαετίες ποτίζει με εθνικιστικό δηλητήριο τον ελληνικό λαό.
Ποια είναι τα «εθνικά μας συμφέροντα»; Να αρνούμαστε σε ένα βαλκανικό έθνος την ίδια την εθνική του υπόσταση, τη γλώσσα του, το δικαίωμά του να υπάρχει όπως υπάρχει εδώ και αιώνες; Είτε υπέρ είτε κατά της Συμφωνίας των Πρεσπών, όλος ο αστικός κόσμος στην Ελλάδα συμφωνεί επ' αυτού. Συμφωνεί στην εξαφάνιση ενός έθνους, το οποίο αποκαλούν περιφρονητικά «οι σκοπιανοί».
Αυτός ο μαύρος εθνικισμός θα εξακολουθήσει να δηλητηριάζει τη συνείδηση του ελληνικού λαού, ανεξάρτητα από την κύρωση της Συμφωνίας των Πρεσπών. Οπως τη δηλητηριάζει τόσα χρόνια τώρα, σε πείσμα του διεθνούς αστισμού που ονόμαζε τη γειτονική χώρα με το παλιό συνταγματικό της όνομα: Μακεδονία (σκέτο).
Γιατί η αλήθεια για τους Σλαβομακεδόνες, η ιστορική αλήθεια, δεν είναι ζήτημα μιας ιμπεριαλιστικής συμφωνίας. Πρέπει να ειπωθεί και να γίνει κτήμα του ελληνικού λαού. Πράγμα που συναντά τεράστιες δυσκολίες απ' όλες τις πλευρές του αστισμού, γιατί ο αστισμός έχει συμφέρον από την εθνικιστική τύφλωση του λαού. Η εθνικιστική τύφλωση μετατρέπει το λαό σε άθυρμα της αστικής πολιτικής.
Και τι να πούμε για τη «σταθερότητα στην περιοχή», που τάχα φέρνουν οι Πρέσπες. Μια ιμπεριαλιστική συμφωνία δεν μπορεί ποτέ να φέρει τη σταθερότητα. Εκτός από τη σταθερότητα των ιμπεριαλιστικών συμφερόντων. Στο αμερικάνικο έγγραφο που αποκάλυψε πρόσφατα η ιστοσελίδα imerodromos.gr, αναφέρεται ως στόχος της αμερικάνικης Αποστολής «η Ελλάδα να ενισχύσει τον περιφερειακό της ρόλο ως σταθερής δημοκρατίας σε μια πολύπλοκη γειτονιά, μέσω και της πλήρους υλοποίησης της συμφωνίας για το όνομα της ΠΓΔΜ και της συνεχιζόμενης στήριξης για την ένταξη των Δυτικών Βαλκανίων στην ΕΕ και το ΝΑΤΟ». Αυτός ο στόχος πάει πακέτο με το στόχο «η Ελλάδα να ενισχύσει την ικανότητα να στηρίζει τις στρατιωτικές και αντιτρομοκρατικές επιχειρήσεις των ΗΠΑ στην Ανατολική Μεσόγειο» και αποτελούν τμήματα του βασικού σκοπού της Αποστολής: «Ενθάρρυνση της ενεργούς συμμετοχής της Ελλάδος στην ενίσχυση της περιφερειακής και παγκόσμιας ασφάλειας, προκειμένου να διαφυλαχθεί η πατρίδα μας και τα συμφέροντά της». Οι ΗΠΑ είναι «η πατρίδα μας».
Ο Δραγασάκης μίλησε μόνο για «σταθερότητα στην περιοχή». Υπήρξαν κι άλλοι, όπως η εισηγήτρια του ΣΥΡΙΖΑ Αναγνωστοπούλου, που με θράσος χιλίων χιμπατζήδων χαρακτήρισαν τη Συμφωνία… αντιιμπεριαλιστική!
Η επιχειρηματολογία των (υποκριτικά) αντίθετων στη Συμφωνία υπήρξε η επιτομή του πιο επιθετικού εθνικισμού: «η γλώσσα» και «η εθνικότητα». Απέναντι στην οποία ορθώθηκε η άμυνα του Τσίπρα πάνω στην ίδια εθνικιστική βάση: «δεν τους δώσαμε εθνικότητα, αλλά υπηκοότητα», η δε γλώσσα «έχει αναγνωριστεί από το 1977 από τον ΟΗΕ». Οι… αντιιμπεριαλιστές (άντε, κοσμοπολίτες) του ΣΥΡΙΖΑ δε θέλουν να κόψουν κανένα δεσμό με τον ελληνικό εθνικισμό. Αρκεί και μόνο αυτή η στάση τους για να πείσει κάθε ειλικρινή διεθνιστή και αντιιμπεριαλιστή για το ότι η Συμφωνία των Πρεσπών δεν πρόκειται να λύσει κανένα πρόβλημα, εκτός από την ένταξη της Βόρειας Μακεδονίας στο ΝΑΤΟ (άμεσα) και στην ΕΕ (μελλοντικά), που αποτελεί διακαή πόθο των ιμπεριαλιστών, αλλά και της αστικής κλίκας που κυβερνά σήμερα στα Σκόπια. Το εθνικιστικό δηλητήριο θα χωρίζει τους δυο λαούς. Γιατί ο μεν λαός της Βόρειας Μακεδονίας θα εξακολουθήσει να χρησιμοποιεί το εθνικό του όνομα και την εθνική του γλώσσα, όπως και μέχρι τώρα, όμως στην Ελλάδα αυτό θα θεωρείται «προσβολή της ιστορίας, της κουλτούρας και της παράδοσής μας». Και η εθνικιστική διαίρεση θα διαιωνίζεται.
Και πώς να μη συμβεί αυτό, όταν ο μεν ΣΥΡΙΖΑ έχει κάνει πίσω ακόμα και από τις παλιές κοσμοπολίτικες απόψεις του, ο δε Περισσός συμπλέει με τον επίσημο εθνικισμό; Δεν αναφερόμαστε στη στάση του έναντι της Συμφωνίας των Πρεσπών, αλλά στις θέσεις με τις οποίες επενδύει την αρνητική του θέση. Τελευταία, ύστερα προφανώς από αντιδράσεις που υπήρξαν στο εσωτερικό του (υπάρχουν και άνθρωποι που ξέρουν Ιστορία, που έχουν διαβάσει τις θέσεις του παλιού επαναστατικού ΚΚΕ), έκανε μια προσπάθεια να θολώσει τα νερά, ρίχνοντας το βάρος κυρίως στον ιμπεριαλιστικό χαρακτήρα της Συμφωνίας των Πρεσπών. Την ίδια στιγμή, όμως, επιμένει στα περί «αλυτρωτισμού» και τα στελέχη του εξηγούν ότι θα συμφωνούσαν σε ένα σύνθετο όνομα με γεωγραφικό προσδιορισμό (επομένως το Βόρεια Μακεδονία τους καλύπτει), αλλά χωρίς αναγνώριση μακεδονικής εθνότητας και μακεδονικής γλώσσας. Αυτά είναι τα απαράδεκτα γι' αυτούς στοιχεία «αλυτρωτισμού».
Δεν έχει καμιά σημασία τι λέει κάποιος για τη Συμφωνία των Πρεσπών. Σημασία έχει αν αναγνωρίζει τα στοιχειώδη εθνικά δικαιώματα του γειτονικού λαού. Αν μιλά για τους Σλαβομακεδόνες της Ελλάδας και τον ανελέητο διωγμό που έχουν δεχτεί επί έναν αιώνα από το ελληνικό κράτος. Αν μένει συνεπής στις διεθνιστικές θέσεις του επαναστατικού ΚΚΕ, που είχε καταφέρει να συσπειρώσει τη συντριπτική πλειοψηφία των Σλαβομακεδόνων της Ελλάδας, και στο πρώτο και στο δεύτερο αντάρτικο.
Δεν μπορεί να τιμάς τη Μίρκα Γκίνοβα, την κομμουνίστρια σλαβομακεδόνισσα δασκάλα, την πρώτη γυναίκα που εκτέλεσαν τα εκτελεστικά αποσπάσματα του μοναρχοφασισμού και την ίδια στιγμή να λες με απύθμενο θράσος ότι είναι… μύθος η ύπαρξη μακεδονικού έθνους και μακεδονικής γλώσσας.
Και τώρα τι κάνουμε; Αυτό που κάναμε και μέχρι τώρα. Συνεχίζουμε τον αγώνα με όπλο την ιστορική αλήθεια. Ο εθνικισμός δεν πολεμιέται με συνθήματα, όσο μαχητικά κι αν είναι. Μπορεί να καταπολεμηθεί μόνο όταν ο λαός γίνει κάτοχος της ιστορικής αλήθειας. Κι αυτό το καθήκον είναι δικό μας, των πραγματικών διεθνιστών. Τη φιλία και την αδερφοσύνη με το γειτονικό λαό θα την οικοδομήσουμε σε ταξική βάση, με πλήρη σεβασμό στα εθνικά του δικαιώματα.
Δημοσίευση σχολίου