
Για την αστική Δικαιοσύνη ο Τσουκάτος είναι απλά ένας ύποπτος που βαδίζει προς την αθώωσή του. Αυτό είναι πλέον ή βέβαιον. Τον αθώωσε το ίδιο το ΠΑΣΟΚ διά των ταμιών του, που πήραν όρκο ότι αυτός ο άνθρωπος αποκλείεται να έβαλε δεκάρα στην τσέπη του απ’ αυτά που κουβαλούσε για το κόμμα, προερχόμενα από χρηματοδότες που μόνο αυτός γνώριζε.
Εμείς δε μπορούμε να υποστηρίξουμε τίποτα διαφορετικό. Δεν έχουμε αποδείξεις, βρε αδερφέ. Είμαστε υποχρεωμένοι να δεχτούμε ότι το ζεύγος Τσουκάτου πλούτισε χάρη στο επιχειρηματικό δαιμόνιο που σε ώριμη ηλικία ανακάλυψε ότι διαθέτει η σύζυγος. Αναρωτιόμαστε, όμως, πώς μεγαλοστελέχη σαν αυτά της Siemens και άλλων μεγάλων καπιταλιστικών ομίλων εμπιστεύονταν τόσα λεφτά σ’ έναν συνοικιακό φαρμακοποιό και μάλιστα συναλλάσσονταν μόνο μαζί του. Ποιος ή ποιοι είναι αυτοί που περιέβαλαν τον Τσουκάτο με τέτοιο κύρος;
Η απάντηση είναι γνωστή. Αν μας απασχολεί κάτι εδώ είναι τα δυσδιάκριτα όρια ανάμεσα στο νόμιμο και το παράνομο. Αυτά τα όρια είναι απολύτως διακριτά όταν αναφερόμαστε σε απλούς λαϊκούς ανθρώπους (ή σε μορφές πολιτικής δράσης), όταν όμως ανεβαίνουμε ψηλά εξαφανίζονται. Νομιμότητα και παρανομία αποτελούν τις δυο όψεις του ίδιου νομίσματος.
Συνηθίζουμε να αποκαλούμε σκάνδαλο κάθε εκτροπή από την τυπική νομιμότητα που αφορά δημόσιους λειτουργούς και κυρίως πολιτικούς. Κάθε εκτροπή που αποκαλύπτεται. Γιατί οι περισσότερες δεν αποκαλύπτονται. Κι όμως, δεν υπάρχει ανάθεση, προμήθεια, συμφωνία που να μην ξεκινά με μια μίζα, ευθέως ανάλογη προς το μέγεθος της δουλειάς που κλείνεται. Δεν υπάρχει πολιτικός στα κόμματα εξουσίας που να μην τον χρηματοδοτούν συγκεκριμένα καπιταλιστικά συμφέροντα. Ακόμα και στις εσχατιές της επικράτειας, κάποιοι βουλευτές που περνούν εντελώς αφανείς, παίρνουν τη «χορηγία» τους από τοπικούς καπιταλιστές. Ανάλογα με το κύρος και τις σχέσεις του κάθε πολιτικού με τα κέντρα λήψης αποφάσεων είναι και η χρηματοδότηση.
Ολ’ αυτά είναι γνωστά, αλλά όταν συζητιούνται δημόσια όλοι καλύπτονται πίσω από το τυπικό: έχεις αποδείξεις; Κι όταν δίνονται αποδείξεις, σπεύδουν όλοι οι μηχανισμοί για το κουκούλωμα. Οι κυβερνήσεις παραγράφουν και η Δικαιοσύνη αναλαμβάνει τα υπόλοιπα. Αν τα πράγματα παραζορίσουν, μπορεί να ταλαιπωρηθεί κάπως κάποιος κρίκος της αλυσίδας. Είναι οι κίνδυνοι ενός χρυσοφόρου επαγγέλματος.
Η εξαφάνιση των ορίων ανάμεσα στη νομιμότητα και την παρανομία στη δράση των κορυφών του συστήματος οικονομικής και πολιτικής εξουσίας δεν είναι ελληνική διαστροφή, αλλά ίδιον του συστήματος παντού.
Πηγή:Π.Γ.- "Κόντρα"
Δημοσίευση σχολίου