Home » , » Τι να κάνουμε; (μέρος ΙΙΙ).

Τι να κάνουμε; (μέρος ΙΙΙ).

Από ΒΑΘΥ ΚΟΚΚΙΝΟ , Κυριακή 13 Μαΐου 2012 | 4:46 μ.μ.

Του Σ.Μ

Όσο κι αν θέλουμε να παρακάμψουμε τα γεγονότα, αυτά θα έρχονται πάντα να μας διαψεύδουν με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο. Η αιτία αυτού του αποτελέσματος είναι η επιπόλαια, επιφανειακή και δογματική ανάλυση της πραγματικότητας.
Η θεωρία (αριστοτελικός όρος) είναι το εργαλείο για να ερμηνεύσουμε την πραγματικότητα. Από την ορθή εκτίμηση της αντίληψης που θα κατασκευάσουμε για τον αντικειμενικό κόσμο και εφόσον δεν περιπέσουμε σε λογικά ατοπήματα, θα κριθεί το αν η π ρ ά ξ η στην οποία θα προχωρήσουμε θα ανταποκρίνεται σ' αυτό που είχαμε μπροστά μας και προσπαθήσαμε να ερμηνεύσουμε. Προφανώς, οι προκείμενες προτάσεις, σ' ένα συλλογισμό, διαφέρουν από άτομο σε άτομο με αποτέλεσμα να οδηγούμαστε σε διαφορετικά συμπεράσματα τα οποία διαστρεβλώνουν την πραγματικότητα και απωθούν την πράξη, ακόμη περισσότερο, από την πλήρη συναρμογή της μ' αυτό που περιμένει να παρέμβουμε δυναμικά.

Απλοί κανόνες τυπικής λογικής που έγιναν αποδεκτοί από τη μαρξιστική διαλεκτική.

Οι προϊδεάσεις, η μονομέρεια στο πρώτο σκέλος του συλλογισμού (μείζονα πρόταση), η επιλογή εσφαλμένου κανόνα (είτε διότι είναι αναληθής είτε διότι είναι αυθαίρετος και δεν επιβεβαιώνεται από τα γεγονότα) σ' αυτό το πρώτο σκέλος, η λανθασμένη υπαγωγή δεδομένων γεγονότων σ' αυτόν (ελάσσονα πρόταση) ή η αυθαίρετη επιλογή γεγονότων για την υπαγωγή τους στον κανόνα, δεν μπορεί παρά να παραγάγει εσφαλμένο συμπέρασμα.
Η μαρξιστική διαλεκτική δεν στέκεται, βέβαια, μονομερώς στην (οποιανδήποτε) λογική για να ερμηνεύσει την πραγματικότητα, θεωρώντας (πάλι ή “θεωρία”) ότι ο λογικός αφιονισμός της φιλοσοφίας δεν μπορεί από μόνος του να δώσει λύσεις. Πιο απλά, αν υπολογίσουμε και τη μεγάλη γλωσσολογική και αναλυτική στροφή στη σύγχρονη φιλοσοφία, η λογική θα μας οδηγούσε σε αέναες προσπάθειες να αντιληφθούμε και ερμηνεύσουμε την πραγματικότητα – πάντα υποκειμενικά, δεδομένης της παρέμβασης του υποκειμένου που ερμηνεύει στην όλη διαδικασία – ενώ η ιστορία θα σφάδαζε κάτω απ' την αμείλικτη πραγματικότητα. Γι' αυτό ο Μαρξ διατύπωσε την περίφημη θέση στην κριτική του στον Φόυερμπαχ, ότι δεν φτάνει να προσπαθήσουμε να ερμηνεύσουμε τον κόσμο αλλά πρέπει να τον αλλάξουμε.

Η μαρξιστική διαλεκτική εξακολουθεί και παραμένει κορυφαίο εργαλείο για τη δράση (πράξη), όχι επειδή τη διατύπωσε ο Μαρξ αλλά επειδή στηρίζεται στην πραγματικότητα, είναι ρεαλιστική και αναλύει, με συγκλονιστική ακρίβεια, την ύπαρξη των δεδομένων αποφεύγοντας τον σκόπελο των ατέρμονων συζητήσεων για την ύπαρξη ή μη του όντως όντος. Η μεταφυσική εξορίζεται από την πολιτική σκέψη που απεγκλωβίζεται από την παγίδα εκατονταετιών και στρέφεται στην “ουσία” (και εδώ Αριστοτέλης) των πραγμάτων. Δεν μας ενδιαφέρει η υποστασιοποίηση του Πνεύματος αλλά στεκόμαστε στην υπόσταση αυτού που έχουμε, ολοζώντανα, μπροστά μας, του Άνθρωπου. Ο διαφωτιστικός Μαρξ ξεκινά από τον απλούστατο λογικό συνειρμό του ότι ο Άνθρωπος είναι μια υπόσταση που θα ανακαλύψει και θα φτάσει το “τέλος” της μόνο με την πλήρη απελευθέρωσή του. Τα δεσμά που χάλκευσαν αιώνες εκμετάλλευσης πρέπει να γκρεμιστούν αφήνοντας τη θέση τους σε μια ελεύθερη κοινωνία συνεργαζόμενων ανθρώπινων υπάρξεων – πολιτών.

Ας προσγειωθούμε λοιπόν στην ελληνική πραγματικότητα. Δύο σημαντικότατα ερωτήματα τίθενται πλέον στην ελληνική αριστερά. Θα προσπαθήσουμε να τα προσεγγίσουμε με όσο το δυνατόν περισσότερη συνέπεια και αποστασιοποίηση από προσωπικές προϊδεάσεις.
Το πρώτο είναι το ζήτημα της ιστορικής πραγματικότητας όπως παρουσιάζεται μπροστά μας και ποια θα πρέπει να είναι η παρέμβασή μας έτσι ώστε να μη θρηνήσουμε ξανά λάθος επιλογές. Ας δούμε λίγο αναλυτικά την ελληνική πραγματικότητα μέσα από τις πολιτικές συνιστώσες της.

Μετά τα αποτελέσματα των εκλογών έχουμε μια δυναμική που παρουσιάζεται για πρώτη φορά στον ελληνικό χώρο. Τα παραδοσιακά κόμματα εμφανίζονται να έχουν δεχτεί ένα ισχυρότατο πλήγμα από το οποίο φαίνεται δύσκολο να μπορέσουν να ανακάμψουν. Η ιδιαιτερότητα αυτού του γεγονότος δεν είναι ότι δύο παραδοσιακά κόμματα τείνουν να εξαφανιστούν από το πολιτικό προσκήνιο [δεδομένης της ιστορικής αναγκαιότητας αλλά και ενδεχομενικότητας που καθιστά κάτι τέτοιο ισχυρά πιθανό για όλες τις κομματικές συσσωματώσεις] αλλά το ότι ο χώρος που αφήνουν τείνει να διασπαρεί σε πολλές επιμέρους πολιτικές επιλογές. Σίγουρα, το πολιτικό κριτήριο είναι η κατάσταση στην οποία περιήλθε η Ελλάδα με τη μνημονιακή πολιτική που οδήγησε, κυρίως, στην απομυθοποίηση αλλά και απονομιμοποίηση των σχηματισμών που υποστήριξαν αυτή την πολιτική. Το ερώτημα που τίθεται είναι εάν και κατά πόσο όλοι αυτοί οι νέοι σχηματισμοί επιδιώκουν ή τείνουν στην πλήρη μεταστροφή της ελληνικής κοινωνίας σε έναν άλλο οικονομικό σχεδιασμό και σε μια άλλη πολιτική κατεύθυνση.

Η απάντηση είναι δύσκολη αλλά όχι αδύνατη. Εάν χρησιμοποιήσουμε τη μαρξιστική αναλυτική σκέψη, το πρώτο που θα πρέπει να κάνουμε είναι να ερμηνεύσουμε σωστά τις τοπικές αλλά και διεθνείς συγκυρίες, την ελληνική πραγματικότητα και τη μοναδικότητα της ελληνικής κοινωνίας. Όπως έχουμε αναλύσει και σε προηγούμενες αναφορές μας, η ελληνική ιδιαιτερότητα στηρίζεται στην παρασιτική ανάπτυξη του ελληνικού καπιταλισμού, στη δημιουργία μιας ισχυρότατης μικροαστικής τάξης (όσο μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε αυτόν τον όρο για τους μικροαστούς) και τη σύνθλιψη των δύο – εξ ορισμού – επαναστατικών ομαδοποιήσεων που είναι η εργατική [βιομηχανική] και αγροτική τάξη.
Οι στατιστικές μελέτες του 2010 ενισχύουν το επιχείρημά μας. Με λίγα λόγια, αν μπορούσαμε να χρησιμοποιήσουμε μια πρόταση του Μαρξ από το Μανιφέστο, προσαρμόζοντάς τη στην ελληνική πραγματικότητα είναι η εξής: “ ένα φάντασμα πλανιέται πάνω από την Ελλάδα, το φάντασμα του μικροαστού”! Ξέρω ότι είναι σκληρό και δύσκολο να το παραδεχτούμε αλλά αν κάτσουμε να βάλουμε κάτω όλα τα δεδομένα και προσδιορίσουμε τη μικροαστική ιδιοκτησία με ορισμένα, ελάχιστα, κριτήρια (μικροκαταθέσεις, μικροϊδιοκτησία, πλήρης ή μερική απασχόληση στον τριτογενή τομέα της οικονομίας, εκτρωματική διόγκωση του δημόσιου τομέα παροχής υπηρεσιών κ.α.), νομίζουμε, ότι η Ελλάδα πληρεί όλες τις παραπάνω προδιαγραφές για να ενταχθεί στη δεδομένη ανάλυση.

Σ' αυτή τη συγκυρία, νομίζουμε, ότι η ανάλυση που πλησιάζει περισσότερο στην πραγματικότητα (επιφυλάσσουμε και για τον εαυτό μας το κριτήριο του ότι η γνώση είναι περιορισμένη – δεν διεκδικούμε το αλάνθαστο) είναι το ότι η ψήφος δεν ήταν (μόνο) ψήφος διαμαρτυρίας αλλά ήταν, κυρίως, ψήφος-κραυγή για τη σωτηρία της μικροϊδιοκτησίας που θα εξαφανιστεί με ασύλληπτα γοργούς ρυθμούς στον βωμό μιας [ευρωπαϊκά] συγκεντρωμένης οικονομίας. Υπάρχουν, βέβαια, και οι ψήφοι που αντιπροσωπεύουν την επαναστατική αριστερή πρόταση αλλά αν σταθείτε προσεκτικά στο αποτέλεσμα θα δείτε ότι η έκφραση αυτή τείνει να φτάσει στα όριά της και να γίνει, πλέον, ανελαστική. Και αυτό, βέβαια, το αποτέλεσμα, ερμηνεύεται με την παραπάνω ανάλυση. Εάν προσθέσουμε και το ότι η φτωχοποίηση (όχι προλεταριοποίηση) και ο φόβος του μικροαστού γι' αυτή τον σπρώχνει προς μια κατεύθυνση “συντήρησης” των κεκτημένων – πάση θυσία – και επιλογής ανορθολογικών λύσεων, θα βρεθούμε μπροστά σε μια εκρηκτική κατάσταση που δεν μπορούμε να την ερμηνεύσουμε απλοϊκά και , κυρίως, δεν μπορούμε να την παρακάμψουμε.

Και τώρα ερχόμαστε στο δεύτερο ερώτημα. Αν εξαιρέσουμε την αυθεντική σοσιαλδημοκρατία, που δεν εκφράζεται πλέον από το Πα.σο.κ αλλά από τη Δημ.αρ. και την ξεκάθαρη επιλογή της να στηρίξει αυτό το σύστημα [ίσως και σε αντίθεση με την προσωπική επιλογή πολλών ψηφοφόρων της], θα πρέπει να αφήσουμε τον Συ.ριζ.α να μετακυλήσει σε θέσεις καθαρά σοσιαλδημοκρατικές όταν στο εσωτερικό του υπάρχουν συνιστώσες που, κερδίζοντας τη μάχη απέναντι στη δεξιά ομάδα του κόμματός τους, δυνητικά είναι σε θέση να παρασύρουν τον αγανακτισμένο μικροαστό σε επιλογές που – ναι μεν - δεν θα ανατρέπουν ριζικά το συστημικό περιβάλλον αλλά θα βάζουν τις βάσεις για μια παραπέρα δημοκρατική και σοσιαλιστική προοπτική της ελληνικής κοινωνίας [και, ίσως, και της ευρωπαϊκής]; Εδώ τίθεται το μεγάλο, πλέον, ερώτημα του τι να κάνουμε. Νομίζουμε ότι η παγκόσμια ιστορία και οι επιλογές των θεωρητικών αλλά και των ηγετικών φυσιογνωμιών του κινήματος (αν και δεν πιστεύουμε στην ιδιαιτερότητα του ηγέτη) έχουν δώσει πολλές απαντήσεις στο παραπάνω ερώτημα.

Επειδή η κοινοβουλευτική ή εξωκοινοβουλευτική αριστερά θέτει θέμα άρνησης των συμμαχιών ας θυμηθούμε ορισμένα παραδείγματα. Η μαρξιστική Αη Διεθνής συμπεριελάμβανε την αναρχική ομάδα, η συνεργασία αυτή κατά καιρούς επαναλήφθηκε με κορύφωση τον ισπανικό εμφύλιο όπου το Λαϊκό Μέτωπο συμπεριέλαβε και τους σοσιαλιστές. Στα σοβιέτ 1905 – 1917, οι μπολσεβίκοι συνεργάστηκαν, κατά περιόδους, και με τους οπαδούς της Δούμας και με τους μενσεβίκους. Στη Γερμανία του μεσοπόλεμου η αντιπαράθεση SPD και KPD ανέβασε τον Χίτλερ στην εξουσία (εδώ, βέβαια, έχουμε το προηγούμενο μιας ηττημένης επανάστασης και την εθνικιστική στροφή των σοσιαλιστών αλλά και τις ιδιαιτερότητες μιας τρομαχτικής οικονομικής κρίσης που σάρωνε τη Γερμανία), στην κινέζικη επανάσταση προηγήθηκε η συνεργασία Τσανγκάι-σεκ και Μάο με καθαρά εθνικοαπελευθερωτικό πρόγραμμα σε σημείο, μάλιστα, που το ΚΚ να βρεθεί αντιμέτωπο με τις σφαγές των οπαδών του όταν η σταλινική ηγεσία της ΣΕ επέμενε σ' αυτή τη συνεργασία. Στο Βιετνάμ, τα προοδευτικότερα στοιχεία των εθνικιστών επάνδρωσαν τις τάξεις των επαναστατών, στην Ελλάδα το ίδιο, στην Γαλλία, το ΚΚ στήριξε την ανάδειξη του Μιτεράν στην προεδρία και όλες τις επόμενες επιλογές του έχοντας φροντίσει να ποδηγετήσει την αυθόρμητη εξέγερση του Μάη. Στην Ινδία, το ΚΚ συνεργάζεται κατά περιόδους με το κόμμα του κογκρέσσου και για να ολοκληρώσουμε, στη Χιλή, το ΚΚ συνεργαζόμενο με την αριστερή σοσιαλδημοκρατία του Αλλιέντε έσπρωξε σε πραγματικά επαναστατικές αλλαγές τη χώρα του που ανάγκασαν το διεθνή ιμπεριαλισμό να παρέμβει βάναυσα, αιματοκυλώντας αυτή την ηρωική χώρα.

Τώρα γιατί αναφερόμαστε σε όλα αυτά. Πιστεύουμε ακράδαντα ότι η εξορισμού απόρριψη οποιασδήποτε συμμαχίας ή συνεργασίας με την αριστερή – πλέον – τάση που έχει επικρατήσει στον Συ.ριζ.α [παρ' όλες τις παλινωδίες και εσφαλμένες τοποθετήσεις που, άλλωστε, ακόμη δεν έχουν αποκρυσταλλωθεί] θα είναι ιστορικό λάθος για όλη την αριστερά που θα βρεθεί μπροστά σε δύο συντριπτικά πλήγματα την επόμενη των επαναληπτικών (αν γίνουν) εκλογών. Και εδώ θα πρέπει να σταθούν όλες οι ηγεσίες (τι τραγικός όρος) των αριστερών σχηματισμών, κοινοβουλευτικών ή εξωκοινοβουλευτικών. Πρώτον, η κυρίαρχη συνιστώσα στον Συ.ριζ.α πέφτοντας στην παγίδα του κοινοβουλευτισμού και με μια ανεπαρκή αριστερή αντιπολίτευση θα κάνει διαρκώς υποχωρήσεις προσβλέποντας σε ένα μεγαλύτερο ποσοστό ψήφων. Η κατάσταση που θα προκύψει θα φέρει στην εξουσία ένα Πα.σο.κ στη θέση του Πα.σο.κ και όχι έναν αριστερό συνασπισμό εξουσίας (Χιλή). Από τι δική μας στάση θα εξαρτηθεί η πορεία αυτής της χώρας.

Δεύτερον, θα συρρικνωθεί απελπιστικά η κοινοβουλευτική παρέμβαση των αριστερών αντισυστημικών δυνάμεων ξαναγυρίζοντας τη χώρα στην περίοδο του 1989. Είναι διαφορετικό να εκλέξεις, δεν ξέρω πόσους, βουλευτές και να παρέμβεις στην πολιτική ζωή της χώρας και μέσα από τα κανάλια της πληροφόρησης που ελέγχουν απόλυτα και είναι διαφορετικό να μη γνωρίζει ο λαός αν όχι την ύπαρξή σου, τουλάχιστον τις θέσεις σου. Η απογοήτευση και η στεγανοποίηση των κομμάτων μπορεί να εξασφαλίσει την – παροδική – επιβίωσή τους αλλά, παράλληλα, θα φροντίσει και για την επιστροφή τους με τη μορφή της φάρσας στην πολιτική ζωή του τόπου.

Οι συνεργασίες είναι επιτακτικά επιβεβλημένες στην πολιτική ζωή του τόπου μας. Ποτέ άλλοτε όσο τώρα. Όσοι στέκονται στην εξαφάνιση Κ.Κ. λόγω συνεργασιών εθελοτυφλούν μπροστά στο πραγματικό μήνυμα της ιστορίας. Οι Γάλλοι εξαφανίστηκαν αφού πρώτα είχαν λάβει τα – ιστορικά υψηλά – ποσοστά τους. Όχι γιατί συνεργάστηκαν αλλά γιατί ενσωματώθηκαν στη σοσιαλδημοκρατία, οι παρεμβάσεις τους στην κοινωνική ζωή δεν έγιναν ποτέ. Από την άλλη, το Ι.Κ.Κ. έλαβε τα – ιστορικά υψηλά – ποσοστά του όταν διαχειρίστηκε διαφορετικά το ζήτημα του ευρωκομμουνισμού απέναντι σε μια σταλινική γραφειοκρατία που παρήκμαζε.

Εν τέλει, επειδή σας κουράσαμε. Κάθε ιστορική συγκυρία έχει τις ιδιαιτερότητές της. Οπωσδήποτε δεν πέφτουμε στην παγίδα της κοινοβουλευτικής πάλης, στηρίζουμε τις μαρξιστικές και λενινιστικές απόψεις γι αυτή. Όμως, δεν είμαστε αποκομμένοι από την πραγματικότητα. Αναλύουμε, ερμηνεύουμε και “πράττουμε” αδογμάτιστα και επαναστατικά. Δεν μπορεί ένα ΚΚ να εκφράζει την άποψη ότι θα συμμαχήσω και με τον διάβολο (ΝΔ) προκειμένου να ρίξω το Πα.σο.κ από την εξουσία και να μη συμμαχεί με ένα κόμμα της αριστερής σοσιαλδημοκρατίας (ή όπως αλλιώς θέλετε να το πείτε) όταν, μάλιστα, ορισμένες θέσεις του υπερφαλαγγίζουν από τα αριστερά τις δικές σου (εθνικισμός, μετανάστες, αναρχικό κίνημα, κ.α.).

Συναγωνιστές όλης της αριστεράς, εδώ καταθέτουμε τις σκέψεις μας, τις ψυχές μας τις καταθέτουμε στους δρόμους. Κανείς δεν μπορεί και δεν πρέπει να χειραγωγήσει τις ψυχές μας. Το ταξικό ένστικτο δεν είναι αποκλειστικότητα κανενός. Εμπρός, λοιπόν, είναι η στιγμή να κάνουμε το άλμα στον ουρανό, για μια κόκκινη ανατολή όχι για μια χρυσή αυγή.

----

σημ. : ουδέποτε ψήφισα Συνασπισμό ή Συ.ριζ.α.



Τι να κάνουμε -Μέρος 1ο

Τι να κάνουμε - Μέρος 2.
Μοιράσου το :

+ σχόλια + 1 σχόλια

Ανώνυμος
1 Ιουλίου 2012 στις 10:37 π.μ.

1. Πρώτα να ξεκαθαρίσουμε τι σημαίνει σήμερα μια κόκκινη ανατολή.
2. Είχα πάντα μιαν απορία. Μιλώντας για Μάρξ-Λένιν μιλούμε για ευαγγέλιο της αριστεράς; Δηλαδή εμείς (κάποιοι από εμάς) δεν έχουν τη δυνατότητα να επικεντρωθούν σε νέους, μη ήδη προκαθορισμένους από τα ευαγγέλια στόχους;
3. Οι σημερινοί πληροφορικάριοι, εκατομμύρια τον αριθμό, σκληρά εργαζόμενοι, σε ποια τάξη ανήκουν; Δηλ. έξω από εργάτες και αγρότες οι λοιποί πρέπει να μετοικήσομε εις κύριον ή όπου δει (μικροαστοί όντες);
Φίλε, ή αν δεν το θέλεις συνομιλητή, ΒΑΘΥ, είναι η ώρα να ανοίξουμε νέους δρόμους. Έχομε τα εργαλεία, έχομε τη σκέψη. Αυτό που δεν έχομε είναι η ενότητα και ο αμοιβαίος σεβασμός. Η δόμηση του νέου, βασίζεται στην αντίθεση. Η αντίθεση βασίζεται στη διαφορετικότητα (σκέψης, μέσων, συνθηκών).
Η λύση θα έλθει όχι από τις σωστές απαντήσεις, αλλά από τα σωστά ερωτήματα.
ΚΡΗΣ
σημ.: Γιατί θα πρέπει να έχομε καθορισμένο τον χώρο στον οποίο ανήκομε; Δεν έχει ο πολίτης την δυνατότητα να αναγνωρίσει το λάθος του και να αλλάξει στάση και πορεία; Κι αν αυτό το αποδεχόμαστε για τους αντιπάλους μας, γιατί δεν πρέπει αυτό να ισχύει για μας;

Δημοσίευση σχολίου

 
Copyright © ΒΑΘΥ ΚΟΚΚΙΝΟ
Powered by Blogger