Του Γ.Γ.
Αναμενόμενο ήταν ότι η αδίσταχτη τρικομματική χούντα θα προφυλάκιζε τους αγωνιστές της Ιερισσού που τα ξημερώματα της Τετάρτης έστειλε τους κατασταλτικούς μηχανισμούς να τους απαγάγουν από τα σπίτια τους για να στείλει ένα τρομοκρατικό μήνυμα σε όλους τους αγωνιζόμενους κατοίκους της Χαλκιδικής που παλεύουν να αποτρέψουν το οικολογικό και κοινωνικό έγκλημα που επιδιώκουν οι χρυσοθήρες στην περιοχή τους.
Η δικτατορία των μονοπωλίων που βιώνουμε έχει την αυταπάτη ότι με το κλομπ του μπάτσου και την τήβεννο του δικαστή θα μπορέσει να καταστείλει τον ηρωικό αγώνα των πολιτών και να υποτάξει το αγωνιστικό τους φρόνημα επιστρατεύοντας αυτή την φορά κατασκευασμένες κατηγορίες εναντίον τους.
Πιθανόν κάποιοι που διάβασαν την ανάρτησή μας που τιτλοφορούσαμε «Ανατριχιαστικό, προκλητικό, κατασκευασμένο εξ’ ολοκλήρου κατηγορητήριο στους αγωνιστές κατοίκους της Ιερισσού. Τους παρουσιάζουν ως επίδοξους κατά συρροήν δολοφόνους!!!!» να θεώρησαν ότι το κατηγορητήριο συντάχτηκε από κάποιοι διεστραμμένο εγκέφαλο. Κάνουν μεγάλο λάθος. Ολη αυτή η μεθόδευση δεν δείχνει τίποτε άλλο παρά το απέραντο ταξικό μίσος που έχει η εξουσιαστική κάστα των δικαστών απέναντι σε κάθε τμήμα της κοινωνίας που αμφισβητεί δυναμικά τις επιλογές της καθεστηκυίας τάξης.
Είναι τεράστιο λάθος να εστιαστεί η υπεράσπιση των αγωνιστών φυλακισμένων στα «δικονομικά έκτροπα» που υπήρξαν, ή στην αφέλεια (;) κάποιων νομικών συμπαραστατών τους ότι «οι κατηγορούμενοι προφυλακίστηκαν για πράξεις για τις οποίες από πουθενά δεν προκύπτει η ενοχή τους», καλλιεργώντας έτσι τις αυταπάτες ότι δεν μπορεί να σταθούν οι κατηγορίες που τους αποδίδονται στην ακροαματική διαδικασία του δικαστηρίου.
Ναι, είναι σημαντική η μάχη που πρέπει να δοθεί στις δικαστικές αίθουσες. Το θέμα στην βάση του όμως δεν είναι ποινικό αλλά απόλυτα πολιτικό. Και έτσι πρέπει να αντιμετωπιστεί.
Φυσικά ο Β. Καπερνάρος –στα λεγόμενα του οποίου αναφερόμαστε- είναι ένας αστός νομικός και επόμενο είναι να λέει τις παρλαπίπες του ζητώντας «ορθή» απονομή της δικαιοσύνης.
Θα ήταν παράλογο να περιμέναμε από ένα βουλευτή του Καμένου να μας πει ότι σε μια καπιταλιστική χώρα, όπου κυριαρχούν τα μεγάλα οικονομικά συμφέροντα όλες οι κρατικές λειτουργίες και συνεπώς και η δικαιοσύνη κινούνται σε ταξική κατεύθυνση. Ότι δηλαδή και η αστική δικαιοσύνη, υπηρετεί, στα πλαίσια του κράτους, το ταξικό εκμεταλλευτικό σύστημα.
Μας είπε και άλλα «ανέκδοτα» ο Β. Καπερνάρος σχολιάζοντας την απόφαση για την προφυλάκιση των δυο αγωνιστών: «Η δικαστική εξουσία υποχώρησε στην εκτελεστική εξουσία», «η δικαστική εξουσία υπέστη ήττα απ’ την εκτελεστική εξουσία» … Επανέλαβε δηλαδή αυτό το παραμύθι περί «διάκρισης νομοθετικής, εκτελεστικής και δικαστικής εξουσίας». Η πραγματικότητα είναι ότι όλες αυτές οι εξουσίες είναι όργανα επιβολής του αστικού κράτους, είναι αλληλένδετα δεμένες μεταξύ τους και θανάσιμοι εχθροί της εργατικής τάξης και όλων των εκμεταλλευόμενων λαϊκών στρωμάτων.
Δεν είναι ανιστόρητος ο Β. Καπερνάρος. Σίγουρα θα γνωρίζει ότι διαχρονικά η εξουσιαστική κάστα των δικαστών προσέφερε τις υπηρεσίες της στο αστικό κράτος και αποτέλεσε βασικό πυλώνα για να εδραιωθεί το αστικό καθεστώς, κάθε μορφής. Από τα έκτακτα στρατοδικεία του εμφυλίου μέχρι την εφτάχρονη δικτατορία των συνταγματαρχών.
Αλλά γιατί να πάμε τόσο μακριά; Σε διπλανά έδρανα στο κοινοβούλιο τους δεν κάθονται ο Καρπερνάρος και ο Χ. Αθανασίου, ο Αρεοπαγίτης που είναι εδώ και αρκετά χρόνια είναι Πρόεδρος της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων και τον οποίον η Ν.Δ διόρισε βουλευτή τοποθετώντας τον επικεφαλή στο ψηφοδέλτιο Επικρατείας; Υπάρχει δηλαδή περίπτωση ο Αθανασίου να πάρει τηλέφωνο κάποιον δικαστή να του ζητήσει να λάβει οποιαδήποτε απόφαση και αυτός να το αρνηθεί;
Και για να επανέλθουμε από κει που ξεκινήσαμε. Ναι να δοθεί η μάχη και μέσα στις δικαστικές αίθουσες. Δεν πρέπει όμως να ξεχνάμε ότι εκεί είναι σαν να περιμένουμε τα αποτελέσματα ενός ποδοσφαιρικού αγώνα με στημένη εξέδρα και πληρωμένο διαιτητή.
Το ουσιαστικό είναι να πραγματοποιήσουμε τα λεγόμενα του προφυλακισμένου αγωνιστή που είπε ότι αν ο Δένδιας έχει την αίσθηση ότι είναι Καίσαρας όλη η Ελλάδα πρέπει να γίνει ένα γαλατικό χωριό.
Θα γράψω τώρα μια βιωματική ιστοριούλα που δεν πρόκειται να την ξεχάσω ποτέ.
Ηταν καλοκαίρι πριν από πολλά χρόνια. Στα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης. Κνίτης τότε εγώ και πάω με μια παρέα από συντρόφια σε ένα λαϊκό πανηγύρι απ’ αυτά που συνηθίζονται να γίνονται στα χωριά του νησιού μου.
Ξέρετε τώρα. Ντόπιοι μουσικάντηδες σε υπαίθριο χώρο να επιδίδονται σε πανηγυριτζίδικους χαβάδες, το οινόπνευμα να ρέει άφθονο, κλίμα ευθυμίας στην παρέα μου.
Κάποια στιγμή πήραμε σειρά για να ρίξουμε τις στροφές μας στην πίστα. Εριχνες «χαρτούρα» στην ορχήστρα, έδινες παραγγελιά στους οργανοπαίχτες και χόρευες το τραγούδι που γούσταρες. Εισαγωγή, λοιπόν, με την «Δραμπετώνα» για να ακολουθήσει το «ζεϊμπέκικο της Ευδοκίας»…
Την ώρα που χόρευα, λοιπόν, ερχόταν συνέχεια το γκαρσόνι με «κεράσματα» και μου υποδείκνυε έναν άγνωστο σε μένα για να «χαιρετήσω». Ηταν ένας καλοστεκούμενος ηλικιωμένος, γραβαντωμένος τύπος. Δεν έδωσα ιδιαίτερη σημασία, μέχρι που ξανακαθίσαμε στο τραπέζι μετά τον χορό.
Τότε βλέπω τον τύπο που σας έλεγα να έρχεται στην παρέα μας και να απευθύνεται σε μένα
- «Του Κώστα του Γ…. γιος δεν είσαι;», μου λέει
- «Ναι», του απαντάω
- «Πρέπει να είσαι πολύ περήφανος για τον πατέρα σου. Είναι μεγάλο παλικάρι»
- «Τον γνωρίζεις»;
- «Ναι, ήμουνα τότε δικαστής του, δύσκολες εποχές…»
Ηταν το οινόπνευμα στο οποίο κολυμπούσε η γκλάβα μου; Ηταν ότι κολακεύτηκα γ’ αυτά που άκουσα για τον γέρο μου; Δεν ξέρω. Το αποτέλεσμα ήταν να μην δώσω καμιά βαρύτητα στα λεγόμενα του και να γυρίσω στον φραμπαλά που είχα με την παρέα μου ενώ ο τύπος απομακρύνθηκε από το τραπέζι μας.
Γυρνάω σπίτι και πέφτω για τούφες. Όταν ξυπνάω βλέπω τον πατέρα μου να πίνει καφέ.
Καλημέρα, του λέω, Καλώς τον μ’ απαντάει και κάθομαι δίπλα του.
- Που να στα λέω πατέρα. Χτες άκουσα τα καλύτερα λόγια για σένα
- Από ποιον;
- Να, είχα πάει στο πανηγύρι και με πλησίασε ο δικαστής που σε δίκασε και μου είπε ότι είσαι μεγάλο παλικάρι.
- Και συ τι του απάντησες;
- Τίποτα … μου είπε ότι τότε ήταν δύσκολες εποχές, μας κέρασε και απομακρύνθηκε απ’ το τραπέζι μας.
Αλλάζει χρώμα ο γέρος μου, σβήνει νευρικά το τσιγάρο του, σηκώνετε όρθιος κοιτώντας με στα μάτια: «Για ποιον ήταν δύσκολες εποχές; Για μένα που με δίκασε τρεις φορές σε θάνατο, στέλνοντας με 7,5 χρόνια σε φυλακές και ξερονήσια ή γ’ αυτόν»; μου λέει, κοφτά, και μ’ εγκαταλείπει.
Ενιωσα την γη να φεύγει κάτω απ’ τα πόδια μου. Θα ‘θελα ν’ ανοίξει να με καταπιεί. Ηταν το μεγαλύτερο μάθημα που πήρα για το τι σημαίνει ταξικός πόλεμος, για το τι σημαίνει "τάξη εναντίον τάξης", για τον ρόλο που διαδραματίζουν οι κρατικοί μηχανισμοί και τα πρόσωπα που τους στελεχώνουν.
Αναμενόμενο ήταν ότι η αδίσταχτη τρικομματική χούντα θα προφυλάκιζε τους αγωνιστές της Ιερισσού που τα ξημερώματα της Τετάρτης έστειλε τους κατασταλτικούς μηχανισμούς να τους απαγάγουν από τα σπίτια τους για να στείλει ένα τρομοκρατικό μήνυμα σε όλους τους αγωνιζόμενους κατοίκους της Χαλκιδικής που παλεύουν να αποτρέψουν το οικολογικό και κοινωνικό έγκλημα που επιδιώκουν οι χρυσοθήρες στην περιοχή τους.
Η δικτατορία των μονοπωλίων που βιώνουμε έχει την αυταπάτη ότι με το κλομπ του μπάτσου και την τήβεννο του δικαστή θα μπορέσει να καταστείλει τον ηρωικό αγώνα των πολιτών και να υποτάξει το αγωνιστικό τους φρόνημα επιστρατεύοντας αυτή την φορά κατασκευασμένες κατηγορίες εναντίον τους.
Πιθανόν κάποιοι που διάβασαν την ανάρτησή μας που τιτλοφορούσαμε «Ανατριχιαστικό, προκλητικό, κατασκευασμένο εξ’ ολοκλήρου κατηγορητήριο στους αγωνιστές κατοίκους της Ιερισσού. Τους παρουσιάζουν ως επίδοξους κατά συρροήν δολοφόνους!!!!» να θεώρησαν ότι το κατηγορητήριο συντάχτηκε από κάποιοι διεστραμμένο εγκέφαλο. Κάνουν μεγάλο λάθος. Ολη αυτή η μεθόδευση δεν δείχνει τίποτε άλλο παρά το απέραντο ταξικό μίσος που έχει η εξουσιαστική κάστα των δικαστών απέναντι σε κάθε τμήμα της κοινωνίας που αμφισβητεί δυναμικά τις επιλογές της καθεστηκυίας τάξης.
Είναι τεράστιο λάθος να εστιαστεί η υπεράσπιση των αγωνιστών φυλακισμένων στα «δικονομικά έκτροπα» που υπήρξαν, ή στην αφέλεια (;) κάποιων νομικών συμπαραστατών τους ότι «οι κατηγορούμενοι προφυλακίστηκαν για πράξεις για τις οποίες από πουθενά δεν προκύπτει η ενοχή τους», καλλιεργώντας έτσι τις αυταπάτες ότι δεν μπορεί να σταθούν οι κατηγορίες που τους αποδίδονται στην ακροαματική διαδικασία του δικαστηρίου.
Ναι, είναι σημαντική η μάχη που πρέπει να δοθεί στις δικαστικές αίθουσες. Το θέμα στην βάση του όμως δεν είναι ποινικό αλλά απόλυτα πολιτικό. Και έτσι πρέπει να αντιμετωπιστεί.
Φυσικά ο Β. Καπερνάρος –στα λεγόμενα του οποίου αναφερόμαστε- είναι ένας αστός νομικός και επόμενο είναι να λέει τις παρλαπίπες του ζητώντας «ορθή» απονομή της δικαιοσύνης.
Θα ήταν παράλογο να περιμέναμε από ένα βουλευτή του Καμένου να μας πει ότι σε μια καπιταλιστική χώρα, όπου κυριαρχούν τα μεγάλα οικονομικά συμφέροντα όλες οι κρατικές λειτουργίες και συνεπώς και η δικαιοσύνη κινούνται σε ταξική κατεύθυνση. Ότι δηλαδή και η αστική δικαιοσύνη, υπηρετεί, στα πλαίσια του κράτους, το ταξικό εκμεταλλευτικό σύστημα.
Μας είπε και άλλα «ανέκδοτα» ο Β. Καπερνάρος σχολιάζοντας την απόφαση για την προφυλάκιση των δυο αγωνιστών: «Η δικαστική εξουσία υποχώρησε στην εκτελεστική εξουσία», «η δικαστική εξουσία υπέστη ήττα απ’ την εκτελεστική εξουσία» … Επανέλαβε δηλαδή αυτό το παραμύθι περί «διάκρισης νομοθετικής, εκτελεστικής και δικαστικής εξουσίας». Η πραγματικότητα είναι ότι όλες αυτές οι εξουσίες είναι όργανα επιβολής του αστικού κράτους, είναι αλληλένδετα δεμένες μεταξύ τους και θανάσιμοι εχθροί της εργατικής τάξης και όλων των εκμεταλλευόμενων λαϊκών στρωμάτων.
Δεν είναι ανιστόρητος ο Β. Καπερνάρος. Σίγουρα θα γνωρίζει ότι διαχρονικά η εξουσιαστική κάστα των δικαστών προσέφερε τις υπηρεσίες της στο αστικό κράτος και αποτέλεσε βασικό πυλώνα για να εδραιωθεί το αστικό καθεστώς, κάθε μορφής. Από τα έκτακτα στρατοδικεία του εμφυλίου μέχρι την εφτάχρονη δικτατορία των συνταγματαρχών.
Αλλά γιατί να πάμε τόσο μακριά; Σε διπλανά έδρανα στο κοινοβούλιο τους δεν κάθονται ο Καρπερνάρος και ο Χ. Αθανασίου, ο Αρεοπαγίτης που είναι εδώ και αρκετά χρόνια είναι Πρόεδρος της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων και τον οποίον η Ν.Δ διόρισε βουλευτή τοποθετώντας τον επικεφαλή στο ψηφοδέλτιο Επικρατείας; Υπάρχει δηλαδή περίπτωση ο Αθανασίου να πάρει τηλέφωνο κάποιον δικαστή να του ζητήσει να λάβει οποιαδήποτε απόφαση και αυτός να το αρνηθεί;
Και για να επανέλθουμε από κει που ξεκινήσαμε. Ναι να δοθεί η μάχη και μέσα στις δικαστικές αίθουσες. Δεν πρέπει όμως να ξεχνάμε ότι εκεί είναι σαν να περιμένουμε τα αποτελέσματα ενός ποδοσφαιρικού αγώνα με στημένη εξέδρα και πληρωμένο διαιτητή.
Το ουσιαστικό είναι να πραγματοποιήσουμε τα λεγόμενα του προφυλακισμένου αγωνιστή που είπε ότι αν ο Δένδιας έχει την αίσθηση ότι είναι Καίσαρας όλη η Ελλάδα πρέπει να γίνει ένα γαλατικό χωριό.
Θα γράψω τώρα μια βιωματική ιστοριούλα που δεν πρόκειται να την ξεχάσω ποτέ.
Ηταν καλοκαίρι πριν από πολλά χρόνια. Στα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης. Κνίτης τότε εγώ και πάω με μια παρέα από συντρόφια σε ένα λαϊκό πανηγύρι απ’ αυτά που συνηθίζονται να γίνονται στα χωριά του νησιού μου.
Ξέρετε τώρα. Ντόπιοι μουσικάντηδες σε υπαίθριο χώρο να επιδίδονται σε πανηγυριτζίδικους χαβάδες, το οινόπνευμα να ρέει άφθονο, κλίμα ευθυμίας στην παρέα μου.
Κάποια στιγμή πήραμε σειρά για να ρίξουμε τις στροφές μας στην πίστα. Εριχνες «χαρτούρα» στην ορχήστρα, έδινες παραγγελιά στους οργανοπαίχτες και χόρευες το τραγούδι που γούσταρες. Εισαγωγή, λοιπόν, με την «Δραμπετώνα» για να ακολουθήσει το «ζεϊμπέκικο της Ευδοκίας»…
Την ώρα που χόρευα, λοιπόν, ερχόταν συνέχεια το γκαρσόνι με «κεράσματα» και μου υποδείκνυε έναν άγνωστο σε μένα για να «χαιρετήσω». Ηταν ένας καλοστεκούμενος ηλικιωμένος, γραβαντωμένος τύπος. Δεν έδωσα ιδιαίτερη σημασία, μέχρι που ξανακαθίσαμε στο τραπέζι μετά τον χορό.
Τότε βλέπω τον τύπο που σας έλεγα να έρχεται στην παρέα μας και να απευθύνεται σε μένα
- «Του Κώστα του Γ…. γιος δεν είσαι;», μου λέει
- «Ναι», του απαντάω
- «Πρέπει να είσαι πολύ περήφανος για τον πατέρα σου. Είναι μεγάλο παλικάρι»
- «Τον γνωρίζεις»;
- «Ναι, ήμουνα τότε δικαστής του, δύσκολες εποχές…»
Ηταν το οινόπνευμα στο οποίο κολυμπούσε η γκλάβα μου; Ηταν ότι κολακεύτηκα γ’ αυτά που άκουσα για τον γέρο μου; Δεν ξέρω. Το αποτέλεσμα ήταν να μην δώσω καμιά βαρύτητα στα λεγόμενα του και να γυρίσω στον φραμπαλά που είχα με την παρέα μου ενώ ο τύπος απομακρύνθηκε από το τραπέζι μας.
Γυρνάω σπίτι και πέφτω για τούφες. Όταν ξυπνάω βλέπω τον πατέρα μου να πίνει καφέ.
Καλημέρα, του λέω, Καλώς τον μ’ απαντάει και κάθομαι δίπλα του.
- Που να στα λέω πατέρα. Χτες άκουσα τα καλύτερα λόγια για σένα
- Από ποιον;
- Να, είχα πάει στο πανηγύρι και με πλησίασε ο δικαστής που σε δίκασε και μου είπε ότι είσαι μεγάλο παλικάρι.
- Και συ τι του απάντησες;
- Τίποτα … μου είπε ότι τότε ήταν δύσκολες εποχές, μας κέρασε και απομακρύνθηκε απ’ το τραπέζι μας.
Αλλάζει χρώμα ο γέρος μου, σβήνει νευρικά το τσιγάρο του, σηκώνετε όρθιος κοιτώντας με στα μάτια: «Για ποιον ήταν δύσκολες εποχές; Για μένα που με δίκασε τρεις φορές σε θάνατο, στέλνοντας με 7,5 χρόνια σε φυλακές και ξερονήσια ή γ’ αυτόν»; μου λέει, κοφτά, και μ’ εγκαταλείπει.
Ενιωσα την γη να φεύγει κάτω απ’ τα πόδια μου. Θα ‘θελα ν’ ανοίξει να με καταπιεί. Ηταν το μεγαλύτερο μάθημα που πήρα για το τι σημαίνει ταξικός πόλεμος, για το τι σημαίνει "τάξη εναντίον τάξης", για τον ρόλο που διαδραματίζουν οι κρατικοί μηχανισμοί και τα πρόσωπα που τους στελεχώνουν.
Δημοσίευση σχολίου