Πηγή: Πέτρος Παπακωνσταντίνου - "Επίκαιρα"
Με διαφορά μόλις είκοσι τεσσάρων ωρών ανακοινώθηκαντα αποτελέσματα των προεδρικών εκλογών σε δύο από τις σημαντικότερες χώρες του αραβικού κόσμου, για τις οποίες ο Χένρι Κίσινγκερ είχε κάποτε πει: «Χωρίς την Αίγυτπο δεν γίνεται πόλεμος στη Μέση Ανατολή και χωρίς τη Συρία δεν γίνεται ειρήνη».
Εδώ, βέβαια, δεν είχαμε exit polls και ουδείς ξενύχτησε αγωνιώντας για τα αποτελέσματα, που ήταν, σε αδρές γραμμές, γνωστά τοις πάσι εκ των προτέρων: ο Μπασάρ αλ Άσαντ επανεξελέγη Πρόεδρος της Συρίας, αποσπώντας το 88,7% των ψήφων, ποσοστό όχι και τόσο υψηλό για τα δεδομένα των αραβικών κρατών και, πάντως, υποδεέστερο εκείνου που έλαβε ο στρατάρχης Αμπντελφατάχ αλ Σίσι στη χώρα του Νείλου: 96,91 % και... τύφλα να 'χει ο Τσαουσέσκου!
Οι συνθήκες διεξαγωγής των εκλογών και στις δύο χώρες καθιστούν αστειότητα οποιαδήποτε σκέψη για υποτυπωδώς έστω αντιπροσωπευτική διαδικασία. Στην Αίγυπτο, μετά την πραξικοπηματική ανατροπή του μοναδικού δημοκρατικά εκλεγμένου Προέδρου στην ιστορία της, του μετριοπαθούς ισλαμιστή Μοχάμεντ Μόρσι, πριν από ένα χρόνο, ο στρατός επέβαλε ένα καθεστώς πολύ περισσότερο απολυταρχικό και αιμοσταγές από εκείνο του Χόσνι Μουμπάρακ. Περίπου 1.400 αντιφρονούντες, κυρίως ισλαμιστές, σκοτώθηκαν στους δρόμους του Καΐρου και άλλων πόλεων, 15.000 φυλακίστηκαν και εκατοντάδες έχουν ήδη καταδικαστεί σε θάνατο από έκτακτα στρατοδικεία.
Ο Μουμπάρακ εννοούσε να κρατά υπό έλεγχο τους Αδελφούς Μουσουλμάνους και τα άλλα ρεύματα της αντιπολίτευσης, τα οποία διατηρούσαν κάποια περιθώρια νόμιμης δράσης, ενώ ο Σίσι έχει βαλθεί να τους συντρίψει εξάπαντος.
Στη Συρία, πάλι, οι εκλογές ήταν τόσο αξιόπιστες όσο οποιαδήποτε προσφυγή σε κάλπες υπό συνθήκες εμφυλίου πολέμου - δηλαδή... με το πιστόλι στον κρόταφο των ψηφοφόρων! Οι κάλπες δεν άνοιξαν σε μεγάλο μέρος της επικράτειας της χώρας, η οποία συνεχίζει να ελέγχεται από τους αντάρτες.
Είναι αλήθεια ότι το καθεστώς Άσαντ ελέγχει τις πιο πυκνοκατοικημένες περιοχές και τα περισσότερα αστικά κέντρα, γεγονός που δίνει κάποια αληθοφάνεια στις επίσημες ανακοινώσεις, σύμφωνα με τις οποίες ψήφισαν 11,6 εκατομμύρια σε σύνολο 15,8 εκατομμυρίων ψηφοφόρων. Μπορεί, ωστόσο, βάσιμα να υποθέσει κανείς ότι πολλοί από αυτούς προσήλθαν στις κάλπες όχι από αγάπη για το καθεστώς αλλά από φόβο για τις επιπτώσεις της αποχής.
Το τέλος της «αραβικής άνοιξης»
Σε κάθε περίπτωση, οι παράλληλες εκλογές στις δύο χώρες αποτέλεσαν επίδειξη δύναμης των παλαιών απολυταρχικών καθεστώτων που είχαν κλονιστεί συθέμελα από την «αραβική άνοιξη» του 2011, για να αποδειχτεί στη συνέχεια ότι δεν είχαν εξαντλήσει ακόμη και τις επτά ζωές τους.
Ο ιστορικός κύκλος που άνοιξε με την ανατροπή των καθεστώτων Μπεν Αλι στην Τυνησία και Μουμπάρακ στην Αίγυπτο φαίνεται να κλείνει κάπου εδώ, προδίδοντας τις ελπίδες που είχε γεννήσει.
Με εξαίρεση την Τυνησία, όπου η πορεία του εκδημοκρατισμού, παρά τα εμπόδια και τις εντάσεις, συνεχίζεται με ισχυρή παρουσία των λαϊκών κινημάτων, οι χώρες του αραβικού κόσμου βρίσκονται στην ίδια ή και σε χειρότερη κατάσταση από εκείνη που βρίσκονταν το 2011: διαιώνιση του απολυταρχικού καθεστώτος Μπουτεφλίκα στην Αλγερία, σφαγή του δημοκρατικού σιιτικού κινήματος στο Μπαχρέιν, ακινησία στη Σαουδική Αραβία και την Ιορδανία, μετατροπή της Λιβύης σε χαοτική Σομαλία στην καρδιά της Μεσογείου μετά την επέμβαση του NATO.
«Είναι μπάσταρδος, αλλά είναι δικός μας μπάσταρδος»!
Όσο για τις μεγάλες δυνάμεις της Δύσης, η αντίδρασή τους στις εξελίξεις της προηγούμενης εβδομάδας ξεπέρασαν κάθε ρεκόρ κυνισμού και διπροσωπίας. Οι Ηνωμένες Πολιτείες συνεχάρησαν το δικτάτορα Σίσι για την εκλογή του και εμφανίστηκαν πρόθυμες να συνεργαστούν μαζί του «για να προωθήσουμε τη στρατηγική συνεργασία μας και τα κοινά συμφέροντα Αμερικής και Αιγύπτου».
Τι κι αν το στρατιωτικό καθεστώς της Αιγύπτου παρέτεινε την ψηφοφορία από μία μέρα, όπως αρχικά προβλεπόταν, σε... τρεις, καθώς η εντυπωσιακή «εκλογική απεργία» των ψηφοφόρων μετέτρεψε σε φιάσκο τον υποτιθέμενο θρίαμβο του νέου «Φαραώ»; Τι κι αν, ακόμη κι έτσι, το ποσοστό των ψηφοφόρων που μπήκαν στον κόπο να προσέλθουν στις κάλπες, σύμφωνα με τους ισχυρισμούς του καθεστώτος, έφτασε μόλις το 47%;
Τι κι αν το όργιο καταστολής και τις εκλογές-παρωδία κατήγγειλαν όχι μόνο οι φυλακισμένοι ηγέτες των Αδελφών Μουσουλμάνων, αλλά και η μεγάλη πλειονότητα των φιλελεύθερων και αριστερών πολιτικών και οι ακτιβιστές του νεανικού κινήματος της 6ης Απριλίου, το οποίο είχε παίξει πρωταγωνιστικό ρόλο στις συγκλονιστικές διαδηλώσεις της πλατείας Ταχρίρ που οδήγησαν στην ανατροπή του Μουμπάρακ;
Οι Αμερικανοί γνωρίζουν καλά πως ο Σίσι «είναι μπάσταρδος, αλλά είναι δικός μας μπά-σταρδος», όπως φέρεται να έχει πει ο Χάρι Τρούμαν για τον αιμοσταγή δικτάτορα της Νικαράγουα Αναστάσιο Σομόζα. Αντίθετα, βγήκαν στα κεραμίδια να καταγγείλουν τις «εκλογές-φάρσα» του «δικτάτορα» και «χασάπη» Άσαντ, ο οποίος έχει το μειονέκτημα ότι δεν είναι «δικός τους», αλλά υποστηρίζεται από τη Μόσχα και την Τεχεράνη, τα γεωστρατηγικά συμφέροντα των οποίων συγκρούονται με εκείνα της Ουάσιγκτον.
Με αυτά τα δεδομένα, οι ηφαιστειακές ανατροπές της «αραβικής άνοιξης» μοιάζει να δίνουν τη θέση τους σε μια επανασταθεροποίηση των σφαιρών επιρροής κατά την τελευταία φάση του Ψυχρού Πολέμου μετά τη συνθήκη του Καμπ Ντέιβιντ: στην Αίγυπτο, οι στρατιωτικοί που εκπαιδεύτηκαν και σιτίζονται από τις ΗΠΑ είναι και πάλι στο τιμόνι, τερματίζοντας τα «επικίνδυνα» ανοίγματα των Αδελφών Μουσουλμάνων προς την παλαιστινιακή Χαμάς και προς το Ιράν.
Στη Συρία, ο Ασαντ δείχνει να κερδίζει τον εμφύλιο, έχοντας εκκαθαρίσει τις περιοχές της Δαμασκού, της Λατάκειας και της Χομς, τα στρατηγικά υψώματα Καλαμούν και το μεγαλύτερο μέρος του Χαλεπίου, χάρη και στη συνδρομή της φιλοϊρανικής Χεζμπολάχ, των όπλων και των μυστικών υπηρεσιών της Ρωσίας. Επιπλέον, εκμεταλλεύεται το γεγονός ότι η ισχυρή επιρροή ακραίων ισλαμικών οργανώσεων -όπως το «Ισλαμικό Κράτος του Ιράκ και του Λεβάντε» και το «Μέτωπο αλ Νούσρα» στις γραμμές των ανταρτών- αφενός μεν οδηγεί μεγάλες μερίδες του πληθυσμού στην αγκαλιά του, αφετέρου δε κάνει τις ΗΠΑ να διστάζουν να δώσουν όπλα στην αντιπολίτευση, καθώς έχουν βάσιμους λόγους να φοβούνται ότι κατ' αυτό τον τρόπο θα φτιάξουν, ως άλλοι Φράνκενσταϊν, τις Αλ Κάιντα του μέλλοντος.
Οικονομικός «πόλεμος»
Η αναστύλωση, ωστόσο, των παλαιών απολυταρχικών καθεστώτων παραμένει εύθραυστη. Μπορεί ο Άσαντ να εκμεταλλεύεται την κόπωση του συριακού πληθυσμού από τρία χρόνια τρομερού εμφυλίου πολέμου και την απογοήτευση πολλών από τους τζιχαντιστές, γεγονός όμως παραμένει ότι προεδρεύει μιας χώρας που ήδη θρηνεί 160.000 νεκρούς, με το 40% του εδάφους της να μην ελέγχεται από τη Δαμασκό και το κόστος της οικονομικής της ανασυγκρότησης να αποτιμάται σε 250 δις δολάρια - ποσό αστρονομικό για τα δεδομένα της Συρίας, που, βέβαια, δεν μπορούν να καλύψουν η Ρωσία και το Ιράν, δυο χώρες που πλήττονται αυτή την περίοδο από τις κυρώσεις της Δύσης.
Επιπλέον, ενδεχόμενη προσέγγιση μεταξύ ΗΠΑ και Ιράν -κάτι που φαίνεται πιθανό, αν και όχι δεδομένο, μετά την εκλογή του μετριοπαθούς Προέδρου Ροχανί- είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα συνοδευτεί από εξασθένιση της ιρανικής στήριξης στον Ασαντ, πράγμα εξαιρετικά σημαντικό στο πεδίο της μάχης.
Αβέβαιο διαγράφεται το μέλλον και για την Αίγυπτο. Ο Σίσι γνωρίζει ότι διαθέτει την υποστήριξη όσων συνδέονται με το καθεστώς Μουμπάρακ και την ανοχή το πολύ του μισού πληθυσμού, έχοντας βάλει, ωστόσο, απέναντι του το άλλο μισό. Το μεγάλο πρόβλημα που έχει μπροστά του -εκείνο που στοίχισε την εξουσία και στον Μόρσι- είναι η τραγική κατάσταση της οικονομίας. Τα αποθέματα συναλλάγματος εξανεμίζονται τάχιστα, η ανεργία καλπάζει, τα έσοδα της τουριστικής βιομηχανίας συρρικνώνονται απελπιστικά και η μαύρη τρύπα του χρέους μεγαλώνει.
Το ΔΝΤ απαιτεί, προκειμένου να χορηγήσει βοήθεια, δρακόντεια μέτρα και πρώτα απ' όλα την κατάργηση των επιδοτήσεων σε τρόφιμα και βενζίνη, στοιχείο που θα πλήξει τα πιο φτωχά στρώματα και θα μπορούσε να προκαλέσει νέα κοινωνική έκρηξη.
Μέχρι τώρα οι στρατηγοί οδηγούσαν... από το πίσω κάθισμα και είχαν τη δυνατότητα να θυσιάζουν, ως αποδιοπομπαίους τράγους, τους πρωθυπουργούς και τους υπουργούς για να εκτονώνουν τη λαϊκή οργή. Από τη στιγμή όμως που ο Σίσι έκανε το μεγάλο άλμα και ανέλαβε ο ίδιος τη διαχείριση της χώρας, ο θρόνος του κινδυνεύει να μετατραπεί σε ηλεκτρική καρέκλα. Ίσως και πιο γρήγορα απ' ό,τι φοβούνται οι υποστηρικτές του.
Με διαφορά μόλις είκοσι τεσσάρων ωρών ανακοινώθηκαντα αποτελέσματα των προεδρικών εκλογών σε δύο από τις σημαντικότερες χώρες του αραβικού κόσμου, για τις οποίες ο Χένρι Κίσινγκερ είχε κάποτε πει: «Χωρίς την Αίγυτπο δεν γίνεται πόλεμος στη Μέση Ανατολή και χωρίς τη Συρία δεν γίνεται ειρήνη».
Εδώ, βέβαια, δεν είχαμε exit polls και ουδείς ξενύχτησε αγωνιώντας για τα αποτελέσματα, που ήταν, σε αδρές γραμμές, γνωστά τοις πάσι εκ των προτέρων: ο Μπασάρ αλ Άσαντ επανεξελέγη Πρόεδρος της Συρίας, αποσπώντας το 88,7% των ψήφων, ποσοστό όχι και τόσο υψηλό για τα δεδομένα των αραβικών κρατών και, πάντως, υποδεέστερο εκείνου που έλαβε ο στρατάρχης Αμπντελφατάχ αλ Σίσι στη χώρα του Νείλου: 96,91 % και... τύφλα να 'χει ο Τσαουσέσκου!
Οι συνθήκες διεξαγωγής των εκλογών και στις δύο χώρες καθιστούν αστειότητα οποιαδήποτε σκέψη για υποτυπωδώς έστω αντιπροσωπευτική διαδικασία. Στην Αίγυπτο, μετά την πραξικοπηματική ανατροπή του μοναδικού δημοκρατικά εκλεγμένου Προέδρου στην ιστορία της, του μετριοπαθούς ισλαμιστή Μοχάμεντ Μόρσι, πριν από ένα χρόνο, ο στρατός επέβαλε ένα καθεστώς πολύ περισσότερο απολυταρχικό και αιμοσταγές από εκείνο του Χόσνι Μουμπάρακ. Περίπου 1.400 αντιφρονούντες, κυρίως ισλαμιστές, σκοτώθηκαν στους δρόμους του Καΐρου και άλλων πόλεων, 15.000 φυλακίστηκαν και εκατοντάδες έχουν ήδη καταδικαστεί σε θάνατο από έκτακτα στρατοδικεία.
Ο Μουμπάρακ εννοούσε να κρατά υπό έλεγχο τους Αδελφούς Μουσουλμάνους και τα άλλα ρεύματα της αντιπολίτευσης, τα οποία διατηρούσαν κάποια περιθώρια νόμιμης δράσης, ενώ ο Σίσι έχει βαλθεί να τους συντρίψει εξάπαντος.
Στη Συρία, πάλι, οι εκλογές ήταν τόσο αξιόπιστες όσο οποιαδήποτε προσφυγή σε κάλπες υπό συνθήκες εμφυλίου πολέμου - δηλαδή... με το πιστόλι στον κρόταφο των ψηφοφόρων! Οι κάλπες δεν άνοιξαν σε μεγάλο μέρος της επικράτειας της χώρας, η οποία συνεχίζει να ελέγχεται από τους αντάρτες.
Είναι αλήθεια ότι το καθεστώς Άσαντ ελέγχει τις πιο πυκνοκατοικημένες περιοχές και τα περισσότερα αστικά κέντρα, γεγονός που δίνει κάποια αληθοφάνεια στις επίσημες ανακοινώσεις, σύμφωνα με τις οποίες ψήφισαν 11,6 εκατομμύρια σε σύνολο 15,8 εκατομμυρίων ψηφοφόρων. Μπορεί, ωστόσο, βάσιμα να υποθέσει κανείς ότι πολλοί από αυτούς προσήλθαν στις κάλπες όχι από αγάπη για το καθεστώς αλλά από φόβο για τις επιπτώσεις της αποχής.
Το τέλος της «αραβικής άνοιξης»
Σε κάθε περίπτωση, οι παράλληλες εκλογές στις δύο χώρες αποτέλεσαν επίδειξη δύναμης των παλαιών απολυταρχικών καθεστώτων που είχαν κλονιστεί συθέμελα από την «αραβική άνοιξη» του 2011, για να αποδειχτεί στη συνέχεια ότι δεν είχαν εξαντλήσει ακόμη και τις επτά ζωές τους.
Ο ιστορικός κύκλος που άνοιξε με την ανατροπή των καθεστώτων Μπεν Αλι στην Τυνησία και Μουμπάρακ στην Αίγυπτο φαίνεται να κλείνει κάπου εδώ, προδίδοντας τις ελπίδες που είχε γεννήσει.
Με εξαίρεση την Τυνησία, όπου η πορεία του εκδημοκρατισμού, παρά τα εμπόδια και τις εντάσεις, συνεχίζεται με ισχυρή παρουσία των λαϊκών κινημάτων, οι χώρες του αραβικού κόσμου βρίσκονται στην ίδια ή και σε χειρότερη κατάσταση από εκείνη που βρίσκονταν το 2011: διαιώνιση του απολυταρχικού καθεστώτος Μπουτεφλίκα στην Αλγερία, σφαγή του δημοκρατικού σιιτικού κινήματος στο Μπαχρέιν, ακινησία στη Σαουδική Αραβία και την Ιορδανία, μετατροπή της Λιβύης σε χαοτική Σομαλία στην καρδιά της Μεσογείου μετά την επέμβαση του NATO.
«Είναι μπάσταρδος, αλλά είναι δικός μας μπάσταρδος»!
Όσο για τις μεγάλες δυνάμεις της Δύσης, η αντίδρασή τους στις εξελίξεις της προηγούμενης εβδομάδας ξεπέρασαν κάθε ρεκόρ κυνισμού και διπροσωπίας. Οι Ηνωμένες Πολιτείες συνεχάρησαν το δικτάτορα Σίσι για την εκλογή του και εμφανίστηκαν πρόθυμες να συνεργαστούν μαζί του «για να προωθήσουμε τη στρατηγική συνεργασία μας και τα κοινά συμφέροντα Αμερικής και Αιγύπτου».
Τι κι αν το στρατιωτικό καθεστώς της Αιγύπτου παρέτεινε την ψηφοφορία από μία μέρα, όπως αρχικά προβλεπόταν, σε... τρεις, καθώς η εντυπωσιακή «εκλογική απεργία» των ψηφοφόρων μετέτρεψε σε φιάσκο τον υποτιθέμενο θρίαμβο του νέου «Φαραώ»; Τι κι αν, ακόμη κι έτσι, το ποσοστό των ψηφοφόρων που μπήκαν στον κόπο να προσέλθουν στις κάλπες, σύμφωνα με τους ισχυρισμούς του καθεστώτος, έφτασε μόλις το 47%;
Τι κι αν το όργιο καταστολής και τις εκλογές-παρωδία κατήγγειλαν όχι μόνο οι φυλακισμένοι ηγέτες των Αδελφών Μουσουλμάνων, αλλά και η μεγάλη πλειονότητα των φιλελεύθερων και αριστερών πολιτικών και οι ακτιβιστές του νεανικού κινήματος της 6ης Απριλίου, το οποίο είχε παίξει πρωταγωνιστικό ρόλο στις συγκλονιστικές διαδηλώσεις της πλατείας Ταχρίρ που οδήγησαν στην ανατροπή του Μουμπάρακ;
Οι Αμερικανοί γνωρίζουν καλά πως ο Σίσι «είναι μπάσταρδος, αλλά είναι δικός μας μπά-σταρδος», όπως φέρεται να έχει πει ο Χάρι Τρούμαν για τον αιμοσταγή δικτάτορα της Νικαράγουα Αναστάσιο Σομόζα. Αντίθετα, βγήκαν στα κεραμίδια να καταγγείλουν τις «εκλογές-φάρσα» του «δικτάτορα» και «χασάπη» Άσαντ, ο οποίος έχει το μειονέκτημα ότι δεν είναι «δικός τους», αλλά υποστηρίζεται από τη Μόσχα και την Τεχεράνη, τα γεωστρατηγικά συμφέροντα των οποίων συγκρούονται με εκείνα της Ουάσιγκτον.
Με αυτά τα δεδομένα, οι ηφαιστειακές ανατροπές της «αραβικής άνοιξης» μοιάζει να δίνουν τη θέση τους σε μια επανασταθεροποίηση των σφαιρών επιρροής κατά την τελευταία φάση του Ψυχρού Πολέμου μετά τη συνθήκη του Καμπ Ντέιβιντ: στην Αίγυπτο, οι στρατιωτικοί που εκπαιδεύτηκαν και σιτίζονται από τις ΗΠΑ είναι και πάλι στο τιμόνι, τερματίζοντας τα «επικίνδυνα» ανοίγματα των Αδελφών Μουσουλμάνων προς την παλαιστινιακή Χαμάς και προς το Ιράν.
Στη Συρία, ο Ασαντ δείχνει να κερδίζει τον εμφύλιο, έχοντας εκκαθαρίσει τις περιοχές της Δαμασκού, της Λατάκειας και της Χομς, τα στρατηγικά υψώματα Καλαμούν και το μεγαλύτερο μέρος του Χαλεπίου, χάρη και στη συνδρομή της φιλοϊρανικής Χεζμπολάχ, των όπλων και των μυστικών υπηρεσιών της Ρωσίας. Επιπλέον, εκμεταλλεύεται το γεγονός ότι η ισχυρή επιρροή ακραίων ισλαμικών οργανώσεων -όπως το «Ισλαμικό Κράτος του Ιράκ και του Λεβάντε» και το «Μέτωπο αλ Νούσρα» στις γραμμές των ανταρτών- αφενός μεν οδηγεί μεγάλες μερίδες του πληθυσμού στην αγκαλιά του, αφετέρου δε κάνει τις ΗΠΑ να διστάζουν να δώσουν όπλα στην αντιπολίτευση, καθώς έχουν βάσιμους λόγους να φοβούνται ότι κατ' αυτό τον τρόπο θα φτιάξουν, ως άλλοι Φράνκενσταϊν, τις Αλ Κάιντα του μέλλοντος.
Οικονομικός «πόλεμος»
Η αναστύλωση, ωστόσο, των παλαιών απολυταρχικών καθεστώτων παραμένει εύθραυστη. Μπορεί ο Άσαντ να εκμεταλλεύεται την κόπωση του συριακού πληθυσμού από τρία χρόνια τρομερού εμφυλίου πολέμου και την απογοήτευση πολλών από τους τζιχαντιστές, γεγονός όμως παραμένει ότι προεδρεύει μιας χώρας που ήδη θρηνεί 160.000 νεκρούς, με το 40% του εδάφους της να μην ελέγχεται από τη Δαμασκό και το κόστος της οικονομικής της ανασυγκρότησης να αποτιμάται σε 250 δις δολάρια - ποσό αστρονομικό για τα δεδομένα της Συρίας, που, βέβαια, δεν μπορούν να καλύψουν η Ρωσία και το Ιράν, δυο χώρες που πλήττονται αυτή την περίοδο από τις κυρώσεις της Δύσης.
Επιπλέον, ενδεχόμενη προσέγγιση μεταξύ ΗΠΑ και Ιράν -κάτι που φαίνεται πιθανό, αν και όχι δεδομένο, μετά την εκλογή του μετριοπαθούς Προέδρου Ροχανί- είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα συνοδευτεί από εξασθένιση της ιρανικής στήριξης στον Ασαντ, πράγμα εξαιρετικά σημαντικό στο πεδίο της μάχης.
Αβέβαιο διαγράφεται το μέλλον και για την Αίγυπτο. Ο Σίσι γνωρίζει ότι διαθέτει την υποστήριξη όσων συνδέονται με το καθεστώς Μουμπάρακ και την ανοχή το πολύ του μισού πληθυσμού, έχοντας βάλει, ωστόσο, απέναντι του το άλλο μισό. Το μεγάλο πρόβλημα που έχει μπροστά του -εκείνο που στοίχισε την εξουσία και στον Μόρσι- είναι η τραγική κατάσταση της οικονομίας. Τα αποθέματα συναλλάγματος εξανεμίζονται τάχιστα, η ανεργία καλπάζει, τα έσοδα της τουριστικής βιομηχανίας συρρικνώνονται απελπιστικά και η μαύρη τρύπα του χρέους μεγαλώνει.
Το ΔΝΤ απαιτεί, προκειμένου να χορηγήσει βοήθεια, δρακόντεια μέτρα και πρώτα απ' όλα την κατάργηση των επιδοτήσεων σε τρόφιμα και βενζίνη, στοιχείο που θα πλήξει τα πιο φτωχά στρώματα και θα μπορούσε να προκαλέσει νέα κοινωνική έκρηξη.
Μέχρι τώρα οι στρατηγοί οδηγούσαν... από το πίσω κάθισμα και είχαν τη δυνατότητα να θυσιάζουν, ως αποδιοπομπαίους τράγους, τους πρωθυπουργούς και τους υπουργούς για να εκτονώνουν τη λαϊκή οργή. Από τη στιγμή όμως που ο Σίσι έκανε το μεγάλο άλμα και ανέλαβε ο ίδιος τη διαχείριση της χώρας, ο θρόνος του κινδυνεύει να μετατραπεί σε ηλεκτρική καρέκλα. Ίσως και πιο γρήγορα απ' ό,τι φοβούνται οι υποστηρικτές του.
Δημοσίευση σχολίου