Με αφορμή το καλό ένθετο που υπάρχει στην εφημερίδα των Συντακτών και αναφέρεται στην ίδρυση και την αντιδικτατορική δράση της οργάνωσης «Ρήγας Φεραίος» -κάποια στιγμή αν δεν υπάρξουν στην ιστοσελίδα της εφημερίδας θα σκανάρουμε εμείς κάποια ενδιαφέροντα αποσπάσματα- κάναμε μια σχετική αναφορά στην σημερινή έκτακτη πολιτική μας εκπομπή στον διαδικτυακό ρ/σ μας.
Μαζί με τον Ηρακλή ξεδιπλώσαμε τις αναμνήσεις μας για τα άτομα και την δράση αυτής της οργάνωσης. Δεν περιοριστήκαμε στο «χαλαρό» δηλαδή στις διαφορές που είχαν στην εμφάνιση και στον τρόπο συμπεριφοράς Ρηγίτισσες και Κνίτισσες στα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης.
Ούτε εστιαστήκαμε στο γεγονός ότι και την σημερινή κυβέρνηση την στελεχώνουν άτομα όπως ο Νίκος Φίλης, ο Νίκος Βούτσης και ο Πάνος Σκουρλέτης τα οποία υπήρξαν ηγετικά στελέχη του Ρήγα Φεραίου.
Περισσότερο αναφέραμε στο πώς «εξαργύρωσαν» μια σειρά άτομα τις αγωνιστικές τους περγαμηνές σ’ αυτή την οργάνωση και σήμερα «μεσουρανούν» στο αστικό σκηνικό.
Αρχισα λοιπόν να κάνω ένα σχετικό κείμενο για τους παλιούς Ρηγάδες. Να γράψω για αγωνιστές ενάντια στην Απριλιανή χούντα σαν τον Ξενοφώντα Γιαταγάνα που σήμερα έφτασε να κάνει καριέρα στη νομική υπηρεσία της Κομισιόν και το γραφείο του Ζακ Σαντέρ, προσφέροντας επίσης την αρθρογραφία του στον ΔΟΛ.
Για τον Χρύσανθο Λαζαρίδη στέλεχος του παράνομου Ρήγα Φεραίου ενός ατόμου που βρέθηκε να είναι στην συντονιστική επιτροπή της εξέγερσης του Πολυτεχνείου του '73 και να συλληθεί αργότερα αργότερα από την χουντική ασφάλεια. Η πορεία του σαν σύμβουλος του Α. Σαμαρά είναι γνωστή. «Απέκτησε το σύνδρομο του εξωμότη, θυμίζει τις αλήστου μνήμης εποχές που, όσοι υπέγραφαν δήλωση μετάνοιας, καλούνταν από τους βασανιστές τους να δείρουν τους συγκρατούμενους φίλους τους», αντιγράφουμε από δημοσίευμα που αναφέρεται στην πολιτική διαδρομή του Χ. Λαζαρίδη.
Για τον δικηγόρο Χρήστο Λάζο που φυλακίστηκε και βασανίστηκε στο ΕΑΤ-ΕΣΑ για να καταντήσει κολλητός του Λαλιώτη και να αναλάβει κυβερνητική θέση.
Για την Αντιγόνη Φ. την κοπελιά που έφτιαξε τον Ρήγα Φεραίο στην Λέσβο και σήμερα σταδιοδρομεί στα γραφεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Εγκατέλειψα την προσπάθεια μου να συνεχίσω το κείμενο μου, όταν στο διαδίκτυο συνάντησα ένα άρθρο του Παναγιώτη Σωτήρη –έχει δημοσιευτεί στο περιοδικό Unfollow- που σίγουρα δίνει μια πιο πλήρη εικόνα για την οργάνωση Ρήγας Φεραίος και την πολιτική διαδρομή των μελών του, απ’ ότι θα μπορούσα να δώσω εγώ. Οπότε το παραθέτω:
Ρηγάδες του «Nαι», του «Όχι» και –αρκετά συχνά– της εξουσίας
Η ιστορία του «Ρήγα Φεραίου» ξεκινά τον Δεκέμβρη του 1967 ως Πανελλήνια Αντιδικτατορική Οργάνωση Σπουδαστών Ρήγας Φεραίος, συνδεδεμένη, μετά τη διάσπαση του 1968, με το ΚΚΕ εσωτερικού. Θα έχει σημαντική δράση στο αντιδικτατορικό φοιτητικό κίνημα και στην εξέγερση του Πολυτεχνείου.
Το καλοκαίρι του 1974 θα ονομαστεί Πολιτική Οργάνωση Νέων Ρήγας Φεραίος και το 1976 θα πάρει την ονομασία Ελληνική Κομμουνιστική Νεολαία (ΕΚΟΝ) Ρήγας Φεραίος. Το 1978 θα διασπαστεί και αυτοί που θα αποχωρήσουν θα δημιουργήσουν την ΕΚΟΝ Ρήγας Φεραίος Β΄ Πανελλαδική.
Θα γνωρίσει μια νέα οργανωτική ανάπτυξη στο πρώτο μισό της δεκαετίας του 1980, ενώ στη διάσπαση του ΚΚΕ εσωτερικού, το 1986-87, η πλειοψηφία του Ρήγα θα ταχθεί κατά της μετεξέλιξης που οδήγησε στη δημιουργία της ΕΑΡ, οπότε ο Ρήγας θα γίνει ουσιαστικά νεολαία του ΚΚΕ εσωτερικού / Ανανεωτική Αριστερά. Κάπου εκεί στην πραγματικότητα ολοκληρώνεται και ο κύκλος του μαζικού Ρήγα Φεραίου. Λίγα χρόνια αργότερα, στα τέλη τη δεκαετίας του 1990 όσες και όσοι αναφέρονται ακόμη θα διαμορφώσουν τις/τους Νέες/Νέους της ΑΚΟΑ.
Παρότι δεν ήταν σε κανένα βαθμό το πιο μαζικό ρεύμα της Αριστεράς, καθώς ποτέ δεν έφτασε τη μαζικότητα της μεταπολιτευτικής ΚΝΕ, που υπήρξε μια πραγματική παράλληλη κοινωνία, ούτε την εκρηκτική ευκολία με την οποία το ΠΑΣΟΚ έγινε πολιτική ταυτότητα (και ενίοτε διαβατήριο προς μια καλύτερη σχέση με την εξουσία), υπήρξε, όμως, τηρουμένων των αναλογιών αυτό που αποδείχτηκε περισσότερο επιδραστικό σε σχέση με την οργανωτική του δύναμη. Από τη στελέχωση κρίσιμων τομέων του Δημοσίου, μέχρι τη διαμόρφωση του ακαδημαϊκού χάρτη της χώρας, και από τη στελέχωση της δημοσιογραφίας από τη δεκαετία του 1980 και μετά μέχρι, στην πραγματικότητα, την άρθρωση της «ευρωπαϊκής προοπτικής» ως αναπόδραστου ορίζοντα της ελληνικής πολιτικής ζωής, η συνεισφορά όσων πέρασαν από τον Ρήγα και τις διαδρομές του ήταν παραπάνω από καθοριστική.
Το φαινόμενο παλαιά στελέχη της Αριστεράς και δη της ριζοσπαστικής να στελεχώνουν αργότερα το κράτος και τους ιδεολογικούς μηχανισμούς δεν είναι ελληνική ιδιαιτερότητα. Ανανήψαντες Γάλλοι μαοϊκοί και τροτσκιστές εξακολουθούν να παίζουν ρόλο στη γαλλική πολιτική ζωή (ποιος θυμάται πια ότι ο γνωστός μας Πιέρ Μοσκοβισί ήταν τροτσκιστής μέχρι το 1984;), ο Γιόσκα Φίσερ ξεκίνησε από την παράδοση του Μάη του 1968 και ένα μεγάλο μέρος της ιταλικής πολιτικής ζωής και δημοσιογραφίας έχει προέλευση από την κομμουνιστική Αριστερά.
Όμως, το σημείο-κλειδί ήταν πάντα η εγκατάλειψη αρχών και ιδεολογιών, η πολιτική «απομάγευση» και η στροφή σε έναν ενίοτε κυνικό «ρεαλισμό». Ωστόσο, κατά έναν παράδοξο τρόπο, στην περίπτωση των μελών του Ρήγα Φεραίου δεν έχουμε να κάνουμε με ανανήψαντες, έστω και εάν προφανώς στη μεγάλη πλειοψηφία τους αποκηρύσσουν σήμερα την κομμουνιστική ταυτότητα. Αντίθετα, όποια και εάν είναι η σημερινή κατάληξή τους, πάντοτε αυτή ορίζεται ως ένα νήμα που προέκυψε από την τότε στράτευση στην νεολαία της Ανανεωτικής Αριστεράς.
Ενδεικτική αυτού του φαινομένου δεν είναι μόνο η διεκδίκηση της κληρονομιάς του Ρήγα Φεραίου και κατ’ επέκταση του ΚΚΕ εσωτερικού για την υποστήριξη ενίοτε ανταγωνιστικών θέσεων, είναι και ο τρόπος που αυτό αποτυπώνεται στην ατομική και συλλογική μνήμη. Το πρόσφατο και ιδιαίτερα αξιόλογο βιβλίο της Αγγέλας Καστρινάκη Και βέβαια αλλάζει!, ένα μείγμα προσωπικού χρονικού της στράτευσης της συγγραφέως στον μεταπολιτευτικό Ρήγα Φεραίο με μαρτυρίες συνοδοιπόρων και παλαιών συντρόφων της, αποτυπώνει με τρόπο σχεδόν συγκινητικό το πόσο καταλυτική εμπειρία ήταν αυτή (καθόλου τυχαία ότι γρήγορα υπήρξε δεύτερη έκδοση, ούτε βέβαια ότι, σύμφωνα με πληροφορίες, αναμένεται συνέχεια).
Οι πολλαπλές διαδρομές του Ρήγα Φεραίου
Γιατί, όμως, μπορούν τόσο διαφορετικές διαδρομές να καταλήγουν στην ίδια αφετηρία; Αυτό απαιτεί να δούμε πολύ προσεκτικά τις ίδιες τις πολλές διαδρομές του Ρήγα Φεραίου.
Κληρονόμος του αιτήματος της ανανέωσης του ελληνικού κομμουνιστικού κινήματος και με σημαντική συμμετοχή της πρώτης γενιάς στον αντιδικτατορικό αγώνα, ο μεταπολιτευτικός Ρήγας Φεραίος θα είναι πάντοτε σε μια ιδιότυπη σχέση σύγκρουσης με το ΚΚΕ εσωτερικού, με αποκορύφωμα την κρίση του 1977-78 και τη δημιουργία της ΕΚΟΝ Ρήγας Φεραίος Β΄ Πανελλαδική.
Εξαρχής, το συγκριτικά περισσότερο ανοιχτοκέφαλο σε ζητήματα θεωρίας και πολιτισμού ρεύμα της ελληνικής νεανικής Αριστεράς θα κατοχυρώσει με αυτό τον τρόπο μια θέση στον ανταγωνισμό με την κατεξοχήν σημασιοδότηση της κομμουνιστικής ταυτότητας από την ΚΝΕ και του αιτήματος της αλλαγής από το ΠΑΣΟΚ. Παράλληλα, ο ίδιος ο τρόπος που βίωσε τις αλλεπάλληλες κρίσεις του, ήδη από το 1978, σήμαινε ότι ήδη από τα τέλη της δεκαετίας του 1970, η διάρρηξη της ενεργού πολιτικής στράτευσης τροφοδοτούσε με δυναμικό άλλους χώρους της πολιτικής ζωής: από τη δημοσιογραφία μέχρι τον δημόσιο τομέα και το πανεπιστήμιο, κίνηση που θα επαναληφθεί και αργότερα στη διάσπαση του ενιαίου ΚΚΕ εσωτερικού, που θα είναι και η αρχή του τέλους για τον Ρήγα Φεραίο.
Η άνοδος του ΠΑΣΟΚ στην εξουσία το 1981 και ο ιδιαίτερος ρόλος που αποκτούσαν υπουργεία που είτε είχαν φτιαχτεί λίγα χρόνια πριν (Πολιτισμού, Περιβάλλοντος και Χωροταξίας), είτε φτιάχτηκαν από το ΠΑΣΟΚ, όπως το διαβόητο υφυπουργείο Νέας Γενιάς, με πρώτο επικεφαλής τον Κώστα Λαλιώτη, δημιούργησαν ένα πλήθος κενών θέσεων στο Δημόσιο για νέες/ους επιστήμονες.
Ο ίδιος ο Κώστας Λαλιώτης θα επιδιώξει συνειδητά να προσελκύσει στη στελέχωση του κράτους –και ιδίως της γενικής γραμματείας Νέας Γενιάς– στελέχη που είχαν περάσει από το φοιτητικό κίνημα (συμπεριλαμβανομένης και της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς).
Όλα αυτά σήμαιναν ότι ένα δυναμικό που είχε περάσει από την πολιτικοποίηση της Μεταπολίτευσης –και που σε ορισμένες περιπτώσεις είχε αποστασιοποιηθεί και από την ενεργό κομματική ένταξη– μπορούσε να απασχοληθεί –και να προσφέρει– σε κρίσιμους τομείς όπως ο χωροταξικός σχεδιασμός ή οι μεγάλες αναπλάσεις χώρων πολιτιστικής προστασίας, αλλά –ας μην ξεχνάμε ότι το βοηθούσε και η ιδεολογική του προεργασία– στις νεόκοπες υπηρεσίες που αφορούσαν τη σχέση με την τότε ΕΟΚ, συμπεριλαμβανομένης και της ελληνικής παρουσίας στη γραφειοκρατία των Βρυξελλών.
Αρκεί να αναλογιστούμε διαδρομές στελεχών του Ρήγα, όπως ο Χρήστος Λάζος, που θα βρεθούν από το υφυπουργείο Νέας Γενιάς, στις υπηρεσίες της Κομισιόν και αργότερα στην ηγεσία του ΕΚΕΒΙ, ή ο Ξενοφών Γιαταγάνας, στέλεχος του αντιδικτατορικού Ρήγα, αλλά και μεταφραστής του Αλτουσέρ και του Πουλαντζά ανάμεσα στα άλλα, που θα σταδιοδρομήσει στη νομική υπηρεσία της Κομισιόν φτάνοντας μέχρι και το γραφείο του Ζακ Σαντέρ.
Την ίδια στιγμή το μεγάλο άνοιγμα του Πανεπιστημίου στις δεκαετίες του 1980 και 1990 επίσης άνοιξε μεγάλα περιθώρια για την είσοδο ανθρώπων που είχαν περάσει από τη νεολαία του Ρήγα Φεραίου. Σε επάλληλα κύματα μπόρεσαν να σταδιοδρομήσουν, συμβάλλοντας σε μεγάλο βαθμό και στη διαμόρφωση του σημερινού ακαδημαϊκού χάρτη.
Βέβαια, και εκεί δεν έλειψαν αργότερα οι εκ διαμέτρου τοποθετήσεις. Στις μεγάλες συγκρούσεις του 2006-7 μπορούσε κανείς να δει από τη μια πανεπιστημιακούς προερχόμενους από τις διάφορες διαδρομές του Ρήγα Φεραίου (από τον αείμνηστο Σταύρο Κωνσταντακόπουλο και τον Στ. Σταυρίδη, έως την Τ. Ζορμπαλά, τον Τ. Πολίτη, και την Ξ. Χρυσοχόου) να συγκρούονται με παλαιούς Ρηγάδες που υποστήριξαν τη μεταρρύθμιση Γιαννάκου (από τον Γ. Βούλγαρη έως τον Μ. Ματσαγγάνη). Το φαινόμενο θα επαναληφθεί και αργότερα στη συνεχιζόμενη και σήμερα αντιπαράθεση για τα διαβόητα «Συμβούλια Ιδρύματος».
Ενδιαφέρον έχουν, επίσης, και οι εκ διαμέτρου αντίθετες πλέον τοποθετήσεις σε κρίσιμα θεωρητικά ζητήματα. Για παράδειγμα, εάν κανείς προσέξει την ιδιαίτερα συστηματική προσπάθεια με την οποία ο ιστορικός και δημοσιογράφος Τάσος Κωστόπουλος αποδομεί την απόπειρα ιστορικού αναθεωρητισμού και ιδεολογικού νεοσυντηρητισμού του Νίκου Μαραντζίδη, δύσκολα μπορεί να πιστέψει ότι και οι δύο πέρασαν από την ΕΚΟΝ Ρήγας Φεραίος.
Παράλληλα, ένας άλλος κλάδος όπου θα βρεθεί μεγάλο μέρος των στελεχών του Ρήγα Φεραίου είναι η δημοσιογραφία. Δεν είναι μόνο η ιδιαίτερη παιδεία που είχαν, αλλά και το γεγονός ότι τα έντυπα της Ανανεωτικής Αριστεράς υπήρξαν ιστορικά μεγάλα δημοσιογραφικά σχολεία. Μεγάλο μέρος της ανάπτυξης και εξέλιξης του ελληνικού Τύπου, από τη δεκαετία του 1980 και μετά, στηρίχτηκε σε κόσμο που προερχόταν και από τον Ρήγα Φεραίο. Και εδώ συναντούμε το παράδοξο, η κοινή προέλευση από τις διαδρομές του Ρήγα Φεραίου να ενώνει τις πιο διαφορετικές πρακτικές στο χώρο του Τύπου, δίνοντας κοινή αναφορά στον Γ. Φλώρο ή τον Θ. Τσεκούρα και στον Δ. Ψαρρά, στον Η. Κανέλλη και τον Δ. Τρίμη, στον Αλ. Παπαχελά και τον Ν. Φίλη, στη Β. Γεωργακοπούλου αλλά και τον Στ. Καπάκο, στον Κ. Νικολακάκο, αλλά και την Π. Διαμαντάκου, τον Θ. Γεωργακόπουλο, τον Β. Λυριτζή, τον πρόσφατα χαμένο Ανταίο Χρυσοστομίδη, τον Τ. Σαμαντά, τον Μπ. Παπαπαναγιώτου, τον Κώστα Τσαούση και πολλές και πολλούς άλλους…
Ενδιαφέρον έχουν και εδώ οι μετακινήσεις σε άλλα πεδία. Η Ινώ Αφεντούλη από τον Ρήγα Φεραίο θα βρεθεί στη δημοσιογραφία για να καταλήξει στο… ΝΑΤΟ (στη διεύθυνση Δημόσιας Διπλωματίας), ενώ ή Άννυ Ποδηματά από τον Ρήγα Φεραίο της Φιλοσοφικής Αθηνών θα βρεθεί στο διπλωματικό ρεπορτάζ, στην Ευρωβουλή με το ΠΑΣΟΚ, για να καταλήξει στο Ποτάμι.
Αυτό σήμαινε ότι σε μια κρίσιμη και μεταβατική φάση τόσο για την ελληνική κρατική διοίκηση όσο και για τον εκπαιδευτικό μηχανισμό αλλά και τον Τύπο, κόσμος που είχε περάσει από τον Ρήγα Φεραίο ήταν εκεί για να βάλει πλάτη αλλά και να δώσει στίγμα. Σε αυτό ας προσθέσουμε και την παραδοσιακά καλή σχέση του χώρου της Ανανεωτικής Αριστεράς και με τις τέχνες – παρά βέβαια την ιδιαίτερα ισχυρή επίσης παρουσία και του ΚΚΕ στους ίδιους χώρους.
Σε αυτό βοήθησε και η ίδια η ιστορία της Ανανεωτικής Αριστεράς. Η κρίση του 1977-78, η διαμόρφωση της έννοιας του ανένταχτου αλλά και η δεύτερη κρίση και διάσπαση του 1986-7 (με τη διαδοχική ίδρυση της ΕΑΡ και του ΚΚΕ εσ. ΑΑ) απελευθέρωσαν ένα δυναμικό σε μια περίοδο που ο άλλος μεγάλος φορέας της Αριστεράς, το ΚΚΕ, παρέμενε οργανωτικά πιο συμπαγής. Εκεί οι δύο διασπάσεις του 1989 και του 1991 θα απελευθερώσουν ένα δυναμικό, που, όμως, σε μεγαλύτερο βαθμό από τους Ρηγάδες, θα στραφεί στον ιδιωτικό τομέα, στον κόσμο των επιχειρήσεων και όχι στον ίδιο βαθμό στη στελέχωση των ιδεολογικών μηχανισμών. Όχι βέβαια πως δεν θα υπάρξουν και παλαιά στελέχη του Ρήγα που θα σταδιοδρομήσουν μετά την Αριστερά και στον κόσμο των επιχειρήσεων: η επιστροφή του Στέργιου Πιτσιόρλα στα πράγματα αυτό μας θυμίζει.
Από την αριστερή ανανέωση στον εκσυγχρονιστικό ευρωπαϊσμό
Όμως, αυτές οι αναφορές δεν απαντούν γιατί μπόρεσε να έχει τέτοια διείσδυση ο χώρος των Ρηγάδων. Αυτό πρέπει να αναζητηθεί στα ειδικά χαρακτηριστικά που είχε ο πολιτικός λόγος και η ιδεολογική συγκρότηση του Ρήγα Φεραίου, στις διάφορες –και συχνά αντιθετικές μεταξύ τους– παραλλαγές του. Ο ριζοσπαστισμός ως προς τα επιμέρους κοινωνικά κινήματα (οικολογικό, φεμινιστικό, απελευθέρωσης της ομοφυλόφιλης επιθυμίας), αλλά και τα δημοκρατικά αιτήματα (μέσα το αίτημα του «σοσιαλισμού με δημοκρατία και ελευθερία»), συνδυασμένος με την επιφύλαξη απέναντι σε αυτό που ίσως και λανθασμένα ορίστηκε ως «λαϊκισμός του ΠΑΣΟΚ», επέτρεπε να αρθρώνεται ένα αίτημα θεσμικού εκσυγχρονισμού που μπορούσε να έχει αριστερή ανάγνωση, αλλά στην πραγματικότητα διευκόλυνε και την προσπάθεια του ανερχόμενου νεοφιλελευθερισμού να απεκδυθεί –εν μέρει τουλάχιστον– τον μετεμφυλιακό αντικομμουνισμό.
Την ίδια στιγμή, σε αντίθεση με τον παραδοσιακό αντιιμπεριαλισμό του ΚΚΕ αλλά και του ιστορικού ΠΑΣΟΚ, ο χώρος της Ανανεωτικής Αριστεράς ήταν εξαρχής με τον «ευρωπαϊκό δρόμο». Σε μια χώρα όπου το ιδεολογικό βάρος των συμβολισμών της Μεταπολίτευσης παρέμεινε μεγάλο, ενώ ο εγχώριος νεοφιλελευθερισμός στη «μακρά πορεία του μέσα στους θεσμούς» κατεξοχήν πήρε τη μορφή του ευρωπαϊστικού καταναγκασμού, οι προερχόμενοι από τον Ρήγα Φεραίο δημοσιολόγοι, στελέχη, διανοούμενοι ήταν οι κατάλληλοι άνθρωποι στην κατάλληλη θέση: μπορούσαν να δώσουν προοδευτική και κοινωνική χροιά στην επιχείρηση πλήρους προσαρμογής στις ευρωπαϊκές νόρμες.
Κατεξοχήν στιγμή αυτής της ηγεμονικής εκδίκησης της Ανανεωτικής Αριστεράς θα είναι η δημιουργία του Συνασπισμού το 1989. Παρά τη συντριπτική οργανωτική υπεροχή του ΚΚΕ, στην πραγματικότητα θα είναι ο ευρωπαϊστικός μεταρρυθμισμός της ΕΑΡ που θα βάλει τελικά το καθοριστικό ιδεολογικό στίγμα, σε μια ιδεολογική σύνθεση που στην πραγματικότητα θα παραμείνει ο στρατηγικός πυρήνας και του ΣΥΝ και του μετέπειτα ΣΥΡΙΖΑ, εάν φυσικά παρακάμψουμε την «κινηματίστικη» ρητορική που, άλλωστε, πλέον στην εποχή του τρίτου μνημονίου φαντάζει μακρινή ανάμνηση.
Όμως, η ηγεμονική απήχηση αυτής της σύνθεσης δεν θα περιοριστεί στο χώρο της Αριστεράς. Στην πραγματικότητα, σε μεγάλο βαθμό η ιδεολογία του εκσυγχρονισμού, όπως αρθρώθηκε στη δεκαετία του 1990, αξιοποίησε πλευρές του λόγου που προερχόταν από παραδόσεις της Ανανεωτικής Αριστεράς, αλλά και στελέχη με τέτοια προέλευση. Πολλοί από τους πανεπιστημιακούς, τα στελέχη της διοίκησης, αλλά και τους δημοσιογράφους που θα κάνουν πολιτικό αφήγημα (αλλά και νομοσχέδια, και προγράμματα και… ΚΠΣ) τον κατά Κώστα Σημίτη εκσυγχρονισμό θα προέρχονται από την ανανεωτική πτέρυγα της Αριστεράς. Ας μην ξεχνάμε ότι πολύ πριν τη ΔΗΜΑΡ, η ΑΕΚΑ είχε ήδη δείξει το δρόμο της διαμόρφωσης ενός επιθετικού αιτήματος καπιταλιστικού εκσυγχρονισμού που να αρθρώνεται από το εσωτερικό της Ανανεωτικής Αριστεράς.
Αρκεί να σκεφτούμε ότι, πέραν της ηγετικής φυσιογνωμίας του Νίκου Μπίστη, σε ένα σταθμό της διαδρομής που τον πήγε, από την ΚΝΕ, στο ΚΚΕ εσωτερικού, στο Συνασπισμό και τελικά, μέσω ακριβώς της ΑΕΚΑ, στο ΠΑΣΟΚ, θα είναι η ΑΕΚΑ η πρώτη εκδοχή μετάβασης από την αριστερή ανανέωση στην Κεντροαριστερά. Ενδιαφέρον πάντως έχει για τους κύκλους που κάνουν οι πολιτικές διαδρομές ότι στελέχη τότε της ΑΕΚΑ, προερχόμενα από τον Ρήγα Φεραίο, όπως ο Τάκης Κατσαρός και ο Δημήτρης Γιατζόγλου σήμερα ξαναβρίσκονται στον ΣΥΡΙΖΑ.
Η διαδικασία που θα ολοκληρωθεί με τη μνημονιακή συμπόρευση της ΔΗΜΑΡ και μεγάλου μέρους του ρεύματος του «αριστερού εκσυγχρονισμού» και σήμερα στην τυπική και επίσημη ένταξη στελεχών προερχόμενων από την Ανανεωτική Αριστερά όχι μόνο στα εγχειρήματα της Κεντροαριστεράς, αλλά και στο κατεξοχήν κόμμα του «Ακραίου Κέντρου», δηλαδή το Ποτάμι (ας μην ξεχνάμε ότι και ο Γρηγόρης Ψαριανός, πριν αναδυθεί σε πρωταθλητή της αυτογελοιοποίησης, από τον Ρήγα Φεραίο πέρασε, όπως και αρκετά από τα μέλη των οργάνων του Ποταμιού).
Οι αντιφάσεις που εξαρχής διαπερνούν την ιδεολογική σύνθεση της ανανεωτικής κομμουνιστικής Αριστεράς εξηγούν πώς παλιά στελέχη του Ρήγα αποτέλεσαν τη ραχοκοκαλιά της ΔΗΜΑΡ (από τον Δ. Χατζησωκράτη έως τον Θ. Μαργαρίτη), αλλά και της περισσότερο κινηματικής πλευράς του ΣΥΡΙΖΑ (ας θυμηθούμε τον Π. Λάμπρου). Ακόμη και η ιδιαίτερη παράδοση της Β΄ Πανελλαδικής θα οδηγήσει σε αντιφατικές απολήξεις: σήμερα ο Γ. Μηλιός είναι από τους σκληρούς επικριτές του ΣΥΡΙΖΑ, ενώ ο Χ. Βερναρδάκης συμμετέχει στο Υπουργικό Συμβούλιο.
Πάντως εντυπωσιακά παραδείγματα μεγάλης ιδεολογικής μεταστροφής είχαν προϋπάρξει: το παράδειγμα του εντυπωσιακού τόξου της διαδρομής του Χρύσανθου Λαζαρίδη από τον αντιδικτατορικό Αγώνα, την ηγεσία του Ρήγα, τη Β΄ Πανελλαδική, στις διαδρομές της σύγχρονης εθνικοφροσύνης και την επεξεργασία της ακροδεξιάς ατζέντας του Σαμαρά πάντα θα ξεχωρίζει.
Αλλά και άλλα πολιτικά στελέχη του Ρήγα Φεραίου περνώντας από την ακαδημία στην πολιτική θα μετατοπιστούν και πολιτικά. Πρόσφατο παράδειγμα ο Ηλίας Μόσιαλος, στέλεχος του Ρήγα Φεραίου τη δεκαετία του 1980, αργότερα βουλευτής με το ΠΑΣΟΚ και υπουργός Επικρατείας στην κυβέρνηση Παπανδρέου το 2011, ή ο πανεπιστημιακός Κώστας Χλωμούδης που ήταν πρόσφατα υποψήφιος βουλευτής με τη Δημοκρατική Συμπαράταξη στη Χίο.
Σε όλα αυτά ας προσθέσουμε και ένα στοιχείο ακόμη. Παρότι σε επίπεδο διακηρύξεων πολύ πιο δημοκρατική, η Ανανεωτική Αριστερά στην πράξη δεν απέφυγε την παθολογία των «διαδρόμων». Εάν η ιστορική εμπειρία του ΚΚΕ έτεινε περισσότερο προς την καθαγίαση της γραφειοκρατίας και της ιεραρχίας, αλλά και προς μια εμπιστοσύνη και σεμνότητα ότι το «κόμμα πάντα ξέρει καλύτερα», η εμπειρία της Ανανεωτικής Αριστεράς, χωρίς να υποτιμάμε την ανιδιοτέλεια πολλών ανθρώπων, είχε πολύ πιο έντονο το στοιχείο της εσωκομματικής ίντριγκας και του πολέμου των «διαδρόμων». Όπως βέβαια και της προσωπικής προβολής, μια που ήταν το βασίλειο των προσωπικοτήτων. Αυτή, όμως, είναι μια χρήσιμη δεξιότητα όταν μιλάμε για την πρόσβαση σε χώρους εξουσίας.
Βέβαια, όταν τα πράγματα έγιναν πραγματικά κρίσιμα, δηλαδή όταν μπήκαμε στον τρέχοντα κύκλο κοινωνικής, οικονομικής και πολιτικής κρίσης, τότε ο «αριστερής κοπής» εκσυγχρονισμός δεν δίστασε να διαλέξει το στρατόπεδο του «νόμου και της τάξης». Τόσο σε σχέση με τον Δεκέμβρη του 2008 όσο και αργότερα στις αντιμνημονιακές κινητοποιήσεις δεν θα είναι λίγοι οι διανοούμενοι ή οι δημοσιολογούντες από την πάλαι ποτέ παράδοση της Ανανεωτικής Αριστεράς που θα μιλήσουν ανοιχτά για επικίνδυνη κουλτούρα κινηματικής ανομίας και θα συνταχτούν με τις νεοφιλελεύθερες απόψεις πριν γίνουν και απολογητές των μνημονιακών πολιτικών. Από τον Γ. Βούλγαρη μέχρι τον Η. Κανέλλη και τον Δ. Γουσέτη, πλήθος θα είναι οι τοποθετήσεις που θα ανησυχούν για την έκρηξη της «βίας».
Πού είναι τώρα οι Ρηγάδες κι οι Ρηγίτισσες;
Μήπως το πέρασμα του χρόνου, η μετάβαση σε μια νεότερη γενιά πολιτικών στελεχών, από ηλικίες που δεν πρόλαβαν τον Ρήγα Φεραίο, σε συνδυασμό με την απαξίωση όσων ταυτίστηκαν με τις παραλλαγές του ακραίου μνημονιακού κέντρου, σημαίνει ότι ο κύκλος ενός μικρού σχετικά ρεύματος της Αριστεράς, που ωστόσο διαμόρφωσε σημαντικές πλευρές του πολιτικού και ιδεολογικού τοπίου, κλείνει;
Πάντως, η ειρωνεία της ιστορίας φέρνει σήμερα στελέχη του Ρήγα Φεραίου, που στη διάσπαση του 1987 αρνήθηκαν την αποκομμουνιστικοποίηση, όπως ο Ν. Βούτσης, ο Ν. Φίλης και ο Π. Σκουρλέτης, να πρέπει να υπερασπιστούν, σε συνεργασία με στελέχη της άλλης πλευράς στη διάσπαση του 1986-87, όπως ο Δ. Παπαδημούλης, τις μνημονιακές πολιτικές και μεθοδεύσεις απέναντι σε κριτικές από τα αριστερά, την ίδια ώρα που στελέχη του Ρήγα Φεραίου που σήμερα εκπροσωπούν τις απόψεις του ακραίου κέντρου, προερχόμενα επίσης από την Ανανεωτική Αριστερά, να δηλώνουν σε διάφορους τόνους τη θλίψη τους επειδή η χώρα δεν είναι τόσο νεοφιλελεύθερη όσο θα ήθελαν. Οι διαδρομές της Ανανεωτικής Αριστεράς εξακολουθούν να σφραγίζουν –και να ταλανίζουν– τη χώρα.
ΥΓ. (και disclaimer): όπως συμβαίνει πάντα με τις διαδρομές της Αριστεράς, οι βόλτες στους διαδρόμους της εξουσίας κάποιων –και σίγουρα όχι όλων– επωνύμων ας μην επισκιάσουν την προσφορά και την ανιδιοτέλεια του πλήθος των ανθρώπων, ανώνυμων και επώνυμων, που πέρασαν από τον Ρήγα Φεραίο, έμαθαν εκεί συντροφικότητα και αγωνιστικότητα για να συνεχίσουν με σεμνότητα και αξιοπρέπεια τη ζωή τους.
Δημοσίευση σχολίου