Home » , , » Ας μιλήσουμε για τις οργανώσεις ένοπλης μειοψηφικής βίας Μέρος 3 - "Απαλλοτριώσεις"

Ας μιλήσουμε για τις οργανώσεις ένοπλης μειοψηφικής βίας Μέρος 3 - "Απαλλοτριώσεις"

Από giorgis , Σάββατο 27 Μαΐου 2017 | 6:03 π.μ.

Από το βιβλίο «Με τη μάχη στο αίμα τους, λαϊκή βία στην προεπαναστατική Ρωσία (1905-1917)» (Οι υπογραμμίσεις δικές μας. Το παρακάτω είναι απόσπασμα του κεφαλαίου)

Απαλλοτριώσεις  

Παράλληλα με τις εκτελέσεις, πολλοί σοσιαλδημοκράτες συμμετείχαν στις απαλλοτριώσεις κρατικών και ιδιωτικών κεφαλαίων. Η αντιφατικό­τητα που επιδείχθηκε από πολλούς σοσιαλδημοκράτες ηγέτες έναντι των εκτελέσεων (με το να τις αρνούνται στη θεωρία και να τις προω­θούν στην πράξη), ίσχυσε και στην περίπτωση των απαλλοτριώσεων.

Στο συνέδριο του 1906 στη Στοκχόλμη, οι σύνεδροι απέρριψαν «…την απαλλοτρίωση χρημάτων από ιδιωτικές τράπεζες και κάθε μορφή κατα­ναγκαστικής συνεισφοράς για επαναστατικούς σκοπούς». Ταυτόχρονα όμως, οι σοσιαλδημοκράτες μαχητές καλούνταν να απαλλοτριώσουν όπλα και εκρηκτικά, καθώς και κρατικά κεφάλαια, πάντα όμως υπό την εντολή των τοπικών κομματικών οργάνων και την προϋπόθεση απόλυτου οικονομικού ελέγχου.
Τυπική έγκριση ωστόσο ουδέποτε ανακοινώθηκε ανοιχτά και ο μόνος ηγέτης που απερίφραστα χαρακτήρισε τη ληστεία ως αποδεκτό μέσο επαναστατικού αγώνα, ήταν ο Λένιν. Αν και άλλοι εκπρόσωποι τάσεων του κόμματος κατέφυγαν στις απαλλοτριώσεις χωρίς επίσημη έγκριση της ηγεσίας, οι μπολσεβίκοι ήταν η μόνη φράξια που επιδόθηκε συστη­ματικά και προγραμματισμένα σε ενέργειες αυτοχρηματοδότησης.

Ήδη από τον Οκτώβρη του 1905, ο Λένιν διακήρυξε την αναγκαιότητα απαλλοτρίωσης πόρων και προσωπικά ασχολήθηκε με αυτό το θέμα. Μαζί με δύο από τους στενότερους συνεργάτες του εκείνης της περιόδου, τον Κρασίν και τον Μπογκντάνοφ (Μαλινόφσκι), οργάνωσε μια ομάδα μέσα στην κεντρική επιτροπή, που έγινε γνωστή ως ΜΠΟΛΣΕΒΙΚΙΚΟ ΚΕΝΤΡΟ, με πρωταρχικό στόχο τη συγκέντρωση χρημάτων. Η ύπαρξη αυτού του Κέντρου κρατήθηκε μυστική από το υπόλοιπο κόμμα. 
Αυτό το «γραφείο των 3» διηύθυνε τις επιχειρήσεις απαλλοτρι­ώσεων που πραγματοποιούσαν άτομα «…από την "απαίδευτη", αλλά γεμάτη ζήλο επαναστατική νεολαία, που είναι έτοιμη για όλα». Λόγω της τοπικής ιδιαιτερότητας, ο Καύκασος αποδείχθηκε ο πλέον κατάλληλος για τέτοιες ενέργειες.

Το Μπολσεβίκικο Κέντρο δεχόταν από τον Καύκασο μια σταθερή ροή απεγνωσμένα αναγκαίων κεφαλαίων, χάρη σ’ έναν από τους πιο πιστούς οπαδούς του Λένιν, τον Σεμέν Τερ Πετροσιάν, γνωστό ως Κάμο. Ξεκινώντας από το 1906 και με την υποστήριξη του Κρασίν (ο οποί­ος παρείχε γενική επίβλεψη και βόμβες που κατασκευάζονταν στο εργαστήριο του στην Πετρούπολη), ο Κάμο πραγματοποίησε μια σειρά απαλλοτριώσεων στο Μπακού, στο Κουτάις και την Τιφλίδα. Η πρώτη ληστεία της ομάδας έγινε στην Τιφλίδα το Φλεβάρη.
Το Μάρτη, η ομάδα του Κάμο επιτέθηκε σε τραπεζική χρηματαποστολή σε έναν πολυσύ­χναστο δρόμο του Κουτάις, σκοτώνοντας τον οδηγό και τραυματίζο­ντας τον ταμία. Το Νοέμβριο λήστεψαν μια ταχυδρομική αμαξοστοιχία στο Τσιατούρι. Η πλέον «διάσημη» ληστεία όμως έγινε στην Τιφλίδα, τον Ιούνη του 1907. Σε κεντρική πλατεία της γεωργιανής πρωτεύουσας, οι μπολσεβίκοι έριξαν βόμβες σε δύο οχήματα χρηματαποστολών της Κρατικής Τράπεζας. Αφήνοντας πίσω τους δεκάδες νεκρούς και τραυματίες, ο Κάμο και οι σύντροφοι του διέφυγαν πυροβολώντας και με λεία 250.000 ρουβλιών που αποδόθηκαν στο Μπολσεβίκικο Κέντρο. Η ομάδα είχε επίσης επιδοθεί σε εκβιασμούς βιομηχάνων, αποστέλλοντας τους ειδικά τυπωμένα έντυπα που καθόριζαν το ποσό που όφειλαν να συνεισφέρουν στην μπολσεβίκικη επιτροπή του Μπακού.

Αν και ο Κάμο ήταν η «καρδιά» της ομάδας μάχης του Καυκάσου, ο Στάλιν ήταν ο πραγματικός αρχηγός. Τίποτα δε γινόταν χωρίς τη γνώση και την έγκριση του. Λόγω του θορύβου που προκάλεσε η ληστεία της Τιφλίδας -και της ανάμειξης του Στάλιν σε αυτή-, αποφασίστηκε η διαγραφή του από το κόμμα, μετά από απόφαση του Περιφερειακού Συνεδρίου Υπερ-Καυκασίας των Σοσιαλδημοκρατικών Οργανώσεων. Η απόφαση ανακλήθηκε μετά από έντονες πιέσεις προς την κεντρική επιτροπή, από κομματικούς ηγέτες που βρίσκονταν στο εξωτερικό. Ο Κάμο ήταν πάντα ο
σύνδεσμος μεταξύ ηγεσίας και των μαχητών, που αν και παρέμεναν μέλη του κόμματος, αναγνωριζόμενοι από τους συντρόφους τους ως τέτοιοι, αναγκάστηκαν τυπικά να παραιτηθούν από τις τοπικές τους οργανώσεις, ώστε να μην εκθέτουν το κόμμα με τις -εκτός επίσημης γραμμής- πρακτικές τους. Αυτό οφειλόταν σε προσωπική παρέμβαση του Λένιν προς τον Στάλιν, καθώς θεωρούσε πως αν κάτι πήγαινε στραβά «…οι μενσεβίκοι θα μας «φάνε»».

Αυτοί οι μαχητές -περιλαμβανομένου και του Κάμο-, ελάχιστη γνώση είχαν της σοσιαλιστικής θεωρίας και ελάχιστο ενδιαφέρον παρουσία­ζαν για τις προγραμματικές διαφωνίες μέσα στο κόμμα. Κάποτε, όταν ο Κάμο παρευρέθηκε σε μια συνεδρίαση για το αγροτικό ζήτημα όπου υπήρχε όξυνση μεταξύ μπολσεβίκων και μενσεβίκων, είπε με ηρεμία σε παριστάμενο μπολσεβίκο φίλο του: «…τι κάθεσαι και διαφωνείς μαζί του; Άσε με να του κόψω το λαιμό!». Ταυτόχρονα με την αδιαφορία για θεωρητικά ζητήματα, ο Κάμο και οι σύντροφοι του κυριολεκτικά λάτρευαν τον Λένιν, που τον θεωρούσαν ενσάρκωση του κόμματος. Φημίζονταν για την επαναστατική τους εντιμότητα και παρά τα τεράστια ποσά που περνούσαν από τα χέρια τους, ζούσαν με μισό ρούβλι την ημέρα.

Ο Κάμο θα συλληφθεί στη Γερμανία στις αρχές του 1908, μετά από πληροφορίες που παρείχε ένας πράκτορας της Οχράνα. Είχε πάει στην Ευρώπη με σκοπό να «σπρώξει» μια παρτίδα χαρτονομισμάτων των 500 ρουβλίων, που προέρχονταν από τη ληστεία της Τιφλίδας και ήταν πολύ δύσκολο να διατεθούν στην ίδια τη Ρωσία. Πριν τη σύλληψη του είχε «στα σκαριά» μια τεράστια ληστεία ενός κρατικού θησαυρο­φυλακίου, όπου φυλάσσονταν 15.000.000 σε χαρτονομίσματα και χρυ­σό. Είχαν υπολογίσει ότι θα μπορούσαν να μεταφέρουν μόνο μέχρι και 4.000.000 και σκόπευαν να ανατινάξουν τα υπόλοιπα.

Η ομάδα του Κάμο δεν ήταν η μόνη που πραγματοποιούσε απαλλο­τριώσεις για λογαριασμό του Μπολσεβίκικου Κέντρου. Ο Μπογκντά­νοφ είχε πραγματοποιήσει επαφές με αρκετά μάχιμα αποσπάσματα στα Ουράλια, όπου και πραγματοποιήθηκε συνάντηση μαχητών στην πόλη Ούφα, το Φλεβάρη του 1906, για να προγραμματιστούν μελλο­ντικές απαλλοτριώσεις. Αν και εκτός γραμμής, αυτή η απόφαση επικυ­ρώθηκε από την περιφερειακή μπολσεβίκικη επιτροπή των Ουραλίων.

Πραγματοποιήθηκαν συνολικά πάνω από εκατό απαλλοτριώσεις, υπό την καθοδήγηση του Ιβάν
Καντόντσεφ και των αδερφών του, Εράζμ και Μιχαήλ. Σύμφωνα με ένα σύντροφο του τελευταίου, «…ο Μιχαήλ θεωρούσε τον εαυτό του μαρξιστή. Στις προτιμήσεις του όμως σε ζητήματα τακτικής παρέμενε ριζοσπάστης εσέρος των παλιών ηρωικών εποχών, ένας μαξιμαλιστής, ακόμα και αναρχικός, σίγουρα όμως δεν έμοιαζε με σοσιαλδημοκράτη».

Λεία τους ήταν όπλα, εκρηκτικά, τυπογραφικό υλικό, αλλά και ολόκληρες τυπογραφικές μηχανές. Επίσης απαλλοτρίωσαν κρατικά και ιδιωτικά κεφάλαια, επιτιθέμενοι κυρίως σε ταχυδρομεία και λογιστήρια εργοστασίων. Σημαντικά οφέλη αποκόμισαν και από ληστείες ταχυδρο­μικών αμαξοστοιχιών, όπως αυτές που διέπραξαν τον Αύγουστο και το Σεπτέμβριο του 1906, σε δύο σταθμούς της σιδηροδρομικής γραμμής Σαμάρα-Ζλάτουστ.
Η πλέον «διαβόητη» ληστεία τους όμως, έγινε τον Αύγουστο του 1909, όταν επιτέθηκαν σε τρένο στο σταθμό του Μιάς.
Εκτέλεσαν τους εφτά φύλακες και αστυνομικούς και από το χρηματοκι­βώτιο του τρένου αφαίρεσαν 60.000 ρούβλια και 24 κιλά χρυσού. Στον ίδιο ακριβώς σταθμό είχαν απαλλοτριώσει 86.000 ρούβλια το 1908.

ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΕΔΩ
Μοιράσου το :

Δημοσίευση σχολίου

 
Copyright © ΒΑΘΥ ΚΟΚΚΙΝΟ
Powered by Blogger