Home » » Μια υποκειμενική αντίληψη περί καύλας και για την βλακώδη αυτή μέρα.

Μια υποκειμενική αντίληψη περί καύλας και για την βλακώδη αυτή μέρα.

Από ΒΑΘΥ ΚΟΚΚΙΝΟ , Πέμπτη 14 Φεβρουαρίου 2019 | 9:19 μ.μ.

Της Π. Μ 

Η καύλα ως φαινόμενο και πολύ περισσότερο ως ζωική αίσθηση και ανάγκη δεν μπορεί να καταγραφεί, ούτε να μιλήσεις ή να γράψεις για αυτήν με τον τρόπο που θα το έκανες για οτιδήποτε άλλο. Για αυτό και τα λόγια μου θα είναι μάλλον ασυνάρτητα και επιπλέον ατελή, όπως νομίζω ότι είναι κι εκείνη: ασυνάρτητη, δύσκολα προσδιορίσιμη, πανταχού παρούσα, με μοναδικό προσδιορισμένο στόχο την ίδια της την ύπαρξη.
Κι αυτό είναι ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά της καύλας, το ότι είναι δηλαδή άτοπη, άχρονη, άρα διιστορική κι επιπλέον αυθύπαρκτη και ατελής.

Η καύλα δεν γουστάρει τον καθωσπρεπισμό, αδιαφορεί για τα "πρέπει", ακόμα και αν πρόκειται για δικά της, τα οποία όποτε υπάρχουν και βγαίνουν στην επιφάνεια, τα αποδομεί η ίδια και τα οικοδομεί ξανά με διαφορετικά υλικά αναλόγως των συνθηκών και των διαθέσεων της.Η καύλα δεν θεσμοθετείται μα ούτε και θεσμοθετεί.

Η καύλα δεν είναι ευγενική.Βγάζει τη γλώσσα της στους εσωτερικούς και εξωτερικούς πουριτανισμούς, γιατί ο,τιδήποτε καθαρό, της είναι ξένο.
Όλοι την έχουμε μέσα μας αλλά πολλές φορές την αποκρύπτουμε, την τσαλαπατάμε, την αρνούμαστε.

Η καύλα χρησιμοποιεί "βρώμικη" γλώσσα. Δεν χρειάζεται τον έρωτα, γουστάρει όμως το γαμήσι, άλλες φορές βίαιο και καταιγιστικό, κάποιες άλλες "ευαίσθητο" και "ερωτικό".Η καύλα δεν γουστάρει τα φτιασιδώματα και τα "καθαρά" σώματα.
Θα τα δεχθεί κι αυτά, αλλά μόνο αν έχουν ως στόχο εκείνη, αν υπηρετούν τους σκοπούς της.Στα "ακάθαρτα" σώματα βρίσκει συνήθως τη δύναμή της.

Σε αυτά που είναι αγνά, που δεν ρωτούν, δεν προσπαθούν να ανιχνεύσουν κίνητρα, δεν υπολογίζουν, δεν φοράνε αρώματα και ωραία ρούχα, σε αυτά η καύλα θερίζει τους καρπούς που έχει σπείρει.
Σε αυτά τα σώματα, που όλες οι ανθρώπινες οσμές βρίσκουν καταφύγιο πάνω τους, γιατί μέσα στις μυρωδιές ζει: λουλούδια, ουσίες, αλκοόλ, σώματα, αιδοία σε όλα τα σχήματα και τους ιριδισμούς, αιδοία που φαίνονται σαν έτοιμα να μιλήσουν, να πουν την ιστορία τους, και ρώγες που ξεπετάγονται επαναστατημένες και ροδοκόκκινες μέσα από πέη που εξεγείρονται χωρίς προφανείς αιτίες, παρά μόνο παρακινούμενα από την καύλα.Όλα τα σώματα κινητοποιούνται στο κάλεσμα της, όλες οι αισθήσεις, καταγεγραμμένες και μή, ακούνε τους γρυλισμούς της και επανατοποθετούνται στο κάδρο των ηδονών της.

Η καύλα αγαπάει την ασυναρτησία και το δήθεν μιας στιγμιαίας ειλικρίνειας, της ειλικρίνειας που η ίδια παράγει και καταστρέφει μετά από μερικές ριπές συμβατικού χρόνου. Κατασκευάζει τη δική της ειλικρίνεια και προσβλέπει στα ψέματα της κάθε στιγμής που εκείνη κυριαρχεί.
Δεν ακούει τη φωνή μας, αν δεν είναι βραχνή και στομωμένη, υγρή, αν δεν μπορεί να υποσχεθεί ότι θα τη χτίσει από την αρχή, ξανά και ξανά, ηδονή την ηδονή.
Δεν πάλλεται σαν χορδή φασαριόζικης κιθάρας, αν δεν ακούσει τον ρυθμό που κάθε φορά την εμπνέει, να σπάει το φράγμα του ήχου.

Η καύλα δεν έχει "σε θέλω, αλλά λίγο αργότερα", "δεν έχω αποφασίσει", "μα πρέπει πρώτα να κάνω ένα μπάνιο", "έχω δουλειά, λίγο αργότερα.".Αν και οι περισσότεροι για διάφορους λόγους λειτουργούμε έτσι.
Το μοναδικό απόφθεγμα που αποδέχεται είναι "Πάμε, τώρα, κι ό,τι γίνει".
Η καύλα δεν έχει ηλικία, δεν είναι ετερόφωτα. Είναι η μόνη αυτόνομη.
Καυλώνει και καυλώνεται, είναι σημαίνον και σημαινόμενο, ποίημα και τραγούδι, ήλιος, ζεστό και ιδρωμένο σώμα, πολιτικολογεί, οργανώνει, διαλύει, αποσπά, ενώνει.

Την καύλα πρέπει να τη δείχνεις, όχι να την αφήνεις να διασπάται και να μαραίνεται μέσα στην καθημερινή αχλή. Αυτο κάνουμε όμως.
Δεν την οριοθετείς, γιατί δεν μπορείς, το κάνει μόνη της: σε κρεβάτια, πατώματα, στα μπαρ, σε αυλές και πλατείες, κρυφές γωνίες δρόμων, μέσα κι έξω από το αλκοόλ, μέσα από τις κραυγές και την οίηση των καυλωμένων ακολούθων της.

Καπνίζει, πίνει, βωμολοχεί, τσακώνεται, ακροβολίζεται, σπάει ό,τι βρει μπροστά της, είναι όμως σίγουρη για αυτήν, δεν πιθανολογεί, δεν ετεροπροσδιορίζεται, δεν εξημερώνεται.Μπορεί να μετατραπεί σε λέξεις, νότες, ιδέες, αγώνες αλλά δεν αλλάζει στην ουσία της, μόνο που απλώνεται παντού.

Κοιτάει σώματα, μυαλά, αντιδρά και επιτίθεται, σαλιώνει, ματώνει, φτύνει, χαϊδεύει πρόσωπα και καυλώνει με τον εαυτό της στον ίδιο βαθμό που καυλώνει τους άλλους.
Όποιος νομίζει ότι την κυβερνά από αυτήν κυβερνάται.
Θέλει να μας ακούει, αλλά έχει αυτιά μόνο για θυμικούς γρυλισμούς και περιπαθείς θορύβους. Μάτια θωπευτικά, χέρια ίσια, ολόισια, και πόδια γήινα.

Στέκεται στον κόσμο της ηδονής μόνη και αγέρωχη, έτοιμη να δοθεί σε όλους τους καυλωμένους και να διδάξει εκείνους, τους αγνώμονες, τους ανέραστους της ζωής.
Δεν έχει την ίδια ονομασία και ιδιότητες για όλους: Καύλα, ηδονή, libido, βλέμμα, κοίταγμα, πρώτα υγρά, φιλί, γλείψιμο, είναι μερικά από αυτά που της αποδίδουμε, μα υπάρχουν πολλά περισσότερα να της αποδώσει κάποιος.

Αποζητά τους μεγάλους δρόμους μόνο όταν έχει περάσει τα αληθινά σοκάκια, εκείνα τα σκοτεινά που στέκονται σαν να περπατούν μόνα τους.
Στέκεται μπροστά στους ψεύτικους δρόμους, βγάζει τα περιττά στολίδια τους και απογυμνώνεται μπροστά τους μόνο όταν έρθει η ώρα.
Μέχρι τότε φοράει οποιοδήποτε ρούχο της δοθεί.Δέχεται να τη γδύσουν όλοι, αλλιώς φοράει μάσκες και κοσμήματα, αγνώριστη γίνεται και πέφτει στον γκρεμό της συνήθειας, της αποστείρωσης και του μαρασμού.
Δε ζητάει χαρτιά πολιτικών φρονημάτων, ηλικίες και ταυτότητες.

Η καύλα δεν ληξιαρχεί ούτε ληξιαρχείται.
Δεν θέλει καυλιάρηδες, δεν τους χρειάζεται.
Αναζητά ορκισμένους καυλωμένους.
Βλαστημά γη και ουρανό, θεούς, δαίμονες κι όσους δεν είναι γήινοι και αέρινοι.
Η καύλα είναι άχρονη.
Σε όλες τις εποχές, ήταν και θα είναι στο προσκήνιο.
Εκεί που οι εραστές συναντιούνταν, φιλούσαν τα χείλη και τα σώματα των συντρόφων τους, έπιναν τα υγρά τους, όπως το σώμα και το αίμα όλων των ανύπαρκτων θεών, εκεί που θυσίαζαν την προσωπική τους σιγουριά στο βωμό εκείνης, της υλικής θεότητας.

Η καύλα μπορεί να συνοδεύεται από έρωτα, μπορεί όμως κι όχι.
Είπαμε: είναι αυθύπαρκτη κι όχι ετεροπροσδιοριζόμενη.
Ο έρωτας δεν την αφορά αλλά μπορεί και να συνευρεθούν σε μία αλληλεπίδραση χώρου, χρόνου και διαθέσεων.
Αν δεν συναντηθούν, η καύλα δεν χάνει τη δύναμή της, απλώς την εμπλουτίζει, αν τυχόν βρεθεί στο δρόμο της εκείνος.
Αν ο έρωτας όμως δεν έχει καύλα, τότε δεν μπορεί να έχει υπόσταση.
Ο έρωτας χωρίς την πυροδότηση της καύλας φυτοζωεί και τελικά πεθαίνει.
Όμως αυτή δεν είναι θεά όπως εκείνος, ούτε έχει σχέση με κανέναν θεό.
Γιατί όλοι οι θεοί την κατηγόρησαν για τις ιδιότητές της και κολάζουν τους πιστούς τους αν είναι ακόλουθοί της.

Για αυτήν δεν υπάρχει κανείς θεός που να μην έχει κατασκευαστεί από τον άνθρωπο και την επιθυμία του (σχεδόν καύλα) για αιώνια ασφάλεια και σιγουριά.
Μόνη της κατασκευάζεται, καταστρέφεται και αναπλάθεται η καύλα.

Είναι εκεί, που τα βλέμματα διαχέονται μέσα στις χρονικές εποχές, βρίσκεται στα εργαστήρια των επιστημόνων, στους στίχους και στις λέξεις που μας καυλώνουν είτε τις καταλαβαίνουμε είτε όχι, στις μουσικές των ανθρώπων, σε νότες και παρτιτούρες, επάνω σε πατώματα που ανθρώπινα πόδια χορεύουν, στο πρώτο κλάμα του ανθρώπου όταν βγαίνει από τη μήτρα της μάνας του και στην ακούσια επαφή με τη ζωοδότρα θηλή, στην πρώτη ανακάλυψη του βρέφους, που όταν αρχίζει να μπουσουλάει, ανακαλύπτει την αξία της κίνησης και θέλει αενάως να κινείται, να εξελίσσεται, σχεδόν να πετάει.

Η καύλα υπάρχει και δρα ακόμα κι όταν δεν το καταλαβαίνουμε, όταν νομίζουμε ότι όλα είναι ποδηγετούμενα από κάποιον μεταφυσικό ή ανθρώπινο ηγέτη.
Τότε εμφανίζεται και μας συνεπαίρνει, μας τραβά από το χέρι και μας ρίχνει στο πεδίο της μάχης της: όποιος μπορεί να βγει κερδισμένος θα το κάνει, αλλά δε θα πεθάνει και κανείς μαχόμενος, γιατί όλοι έχουν δικαίωμα στην καύλα.
Από αυτήν ερχόμαστε και σε αυτήν θα πάμε, αφού κανείς δεν πέθανε ποτέ από αυτήν.
Από την ένταση που η ίδια η καύλα δημιουργεί, ναι, πεθαίνεις.
Από την ίδια την καύλα όμως δεν μπορείς να πεθάνεις, γιατί η καύλα είναι πηγή ζωής κι όχι αγγελιαφόρος θανάτου.

Μπορεί να τραυματιστείς, να πληγωθείς, να αποκτήσεις μώλωπες και εκχυμώσεις, αλλά όλα αυτά τα ξεχνάς μπροστά στη δύναμη της ηδονής της και την αγνότητα των προθέσεων της.
Η καύλα νιώθει, αισθάνεται, καθορίζει και υπερίπταται όλων των αποχρώσεων της επιθυμίας μας, είναι η ίδια η επιθυμία στο έπακρο των ηδονών, η ηδονή των ηδονών, η ηδονή που κανείς δεν θα καταφέρει ποτέ να περιγράψει με σαφήνεια.

Κάποιοι την πλησιάζουν περισσότερο ενώ άλλοι μαθαίνουν μόνο να τη διαχειρίζονται.
Όσο όμως και αν νομίζεις ότι την ξέρεις, πάντα θα υπάρχει κάτι, κάτι θα γίνει, θα ειπωθεί, κάτι υλικό θα αισθητικοποιηθεί σε όρους φαντασίας, και τότε αντιλαμβάνεσαι πόσο μικρός είσαι μπροστά της.
Οι ουσίες που εκκρίνει δεν είναι μόνο σωματικές, ή μάλλον είναι καταρχήν σωματικές, αλλά μετατρέπονται σε προσωπικές, κοινωνικές ενίοτε και συγκρουσιακές είτε στο ατομικό είτε στο συλλογικό επίπεδο.
Δεν ενδιαφέρεται να εξηγήσει, μόνο να ρίξει λάδι στη φωτιά θέλει.
Δεν είναι εκείνη που δεν καταλαβαίνει, εμείς είμαστε αυτοί, που νομίζουμε ότι την γνωρίζουμε κι ότι την αντιλαμβανόμαστε.

Γιατί η καύλα είναι σαφής, αλλά μόνο για όσους θέλουν να την καταλάβουν.
Δικούς της όρους διαθέτει, δικά της όρια βάζει κι ενώνει όλες τις συνοριακές γραμμές του ασυνειδήτου κάτω από το ένα και μοναδικό της σύνορο, την ηδονή.
Για αυτούς τους λόγους (κι όχι μόνο για αυτούς), η καύλα δεν συγχωρεί ούτε επικροτεί τους υπολογισμούς, παρά μόνο αν είναι λογισμοί πάθους, μη κανονικότητας, λογισμοί που εύκολα μπορούν να μετατραπούν σε φαντασία και να πυροδοτήσουν την ίδια της την ουσία.

Η καύλα μας είναι εγωτική, αλλά μόνο μέχρι να συναντήσει την καύλα του άλλου, που θέτει νέα όρια, απροσάρμοστα, φανταστικά και ξαναφτιάχνεται εξαρχής με υλικά, φαινομενικά προσωρινής καύλας, τόσο προσωρινής, όσο χρονικά χαώδης και απροσμέτρητος φαίνεται να στέκεται ο ανθρώπινος χρόνος.
Εγωιστικά και ηδυπαθή μα συνεργατικά και συνολικά.

Η καύλα αγαπάει το όλον όσο και τα μέρη, για αυτό και δεν γεωμετράται, δεν αναμένεται, δεν υπόσχεται, δεν μπορεί κανείς να βρει το κέντρο βάρους της.
Η καύλα βουτάει στο μυαλό και υποκλέπτει τους νευρώνες του, φαντάζεται, τους καταλαμβάνει και μέσα από τις ζωές μας ανανεώνεται, απομεταφυσικοποιεί τον κόσμο και τα νοήματα του, ποτέ δεν μετενσαρκώνεται πριν ενσαρκωθεί.

Ενσαρκώνεται με την πλήρη σωματική επαφή, εκεί που δεν υπάρχουν "πρέπει" και "μη" στέκεται στο βασίλειό της και μετενσαρκώνεται σε οτιδήποτε μπορεί να της δώσει τροφή, μπορεί να τη ζήσει, μπορεί να την θρέψει.

Φεύγει από ένα σώμα και μπαίνει στις στροφές ενός δίσκου, στις λέξεις ενός βιβλίου, στις ακμάζουσες ακτίνες του ήλιου, που σκαρφαλώνει την αυγή στον ουρανό, στο πρώτο τρέκλισμα μιας ουζοποσίας, στη γλώσσα που θα γλείψει κάποια χείλη και θα χωθεί μέσα στο στόμα σαν σταυροφόρος κατακτητής, που ψάχνει την καύλα μέσα στην καύλα για να μεταδώσει το μήνυμά της σε ολόκληρο τον κόσμο

Η καύλα επαναστατεί ενάντια στην καθαρότητα, δεν αποδέχεται οποιαδήποτε ηθική, δεν έχει ανάγκη να ανακαλύψει κάποια νεφελώδη θεώρηση του κόσμου, γιατί η ίδια είναι η ουσία του σύμπαντος.
Η καύλα δεν είναι μόνο σεξουαλική, είναι η συνολική πηγή ισχύος των καλύτερων προσπαθειών, είναι η πηγή των ουτοπιών σε κάθε τόπο και χρόνο.
Η καύλα είναι η ουτοπία των ουτοπιών.
Η καύλα της αλλαγής μας στρέφει στην ουτοπία.
Δεν υπάρχει ουτοπία χωρίς καύλα, δεν υπάρχει καύλα που δεν κοιτάει προς την ουτοπία.
Η ουτοπία είναι καύλα κι η καύλα είναι ουτοπία.

Η καύλα είναι η πηγή της ζωής, της τέχνης, των επιστημών, των αγχωδών αγωνιών του κάθε ανθρώπου χωριστά μα και των κοινωνιών του συνολικά για ένα καλύτερο ξύπνημα, για το ίδιο το ξύπνημα.

Η καύλα είναι το ξύπνημα εν μέσω ύπνου για ένα δυνατό ποτό κι ένα τσιγάρο, ένας ανατριχιαστικός στίχος, μια άγρια μουσική, είναι το αναπάντεχο σεξ, μια μαζική συνεύρεση όλων εκείνων των διαθέσεων που καταστρέφουν την ξενέρωτη πραγματικότητα.
Είμαστε υλικά πεπερασμένοι κι εκείνη υλικά αθάνατη.
Η ουσία της δεν περιμένει κάποιον άλλον κόσμο μη πεπερασμένο για να σωθεί, γιατί η σωτηρία της ενυπάρχει στις πράξεις εκείνων που την υπηρετούν.

Για την καύλα, η σύνεση μεταφράζεται σε ερωτικό ξέσπασμα, οι κοινωνικοί κανόνες σε διαπροσωπικά θέλω, η ακινησία σε συνεχή κίνηση της ορμής, οι θρησκευτικές τιμωρίες σε ηδονικούς κολασμούς, το αίμα σε φουσκωμένες από την επιθυμία φλέβες
οι διαφυλικές ρώγες κι οι θηλές γίνονται υποκείμενα και αντικείμενα ηδονής, τα πέη, τα αιδοία, οι γλουτοί, οποιοδήποτε φανερό και κεκρυμμένο μέρος του σώματος αρχίζει να παίρνει μέρος σε ένα παιχνίδι εντυπώσεων, εικόνων και οραμάτων έκστασης.
Κάτω από την επιρροή της όλα τα μέλη του σώματος αποκτούν τη δυναμική μιας μικρής ηδονικής βόμβας.

Η καύλα θέλει πλήρη ελευθερία, απελευθερώνει, αλλά και υποτάσσει στους κανόνες ελευθερίας της.
Τα όρια της είναι εναλλασσόμενα σαν το ηλεκτρικό ρεύμα που μας διαπερνά όταν αντιλαμβανόμαστε την παρουσία της και από εκείνη τη στιγμή αισθανόμαστε την ύπαρξη της.
Η καύλα μας συνεπαίρνει και διαλέγεται με εμάς.

Είναι διαλεκτική όσο εκείνη θέλει, αφήνει τα σημάδια της παντού, αλλά δεν συντίθεται από τις αντιθέσεις που η διαλεκτική της φιλοσοφίας μας διδάσκει.
Η διαλεκτική της καύλας έχει δικούς της κανόνες, οι αντιθέσεις και οι συνθέσεις της εξαρτώνται από πολύπλευρα σχήματα, μεγέθη, μυρωδιές, είδη και θέσεις.

Κι έτσι, όσο την πλησιάζεις εκείνη ξεφεύγει, όταν νομίζεις πως την έμαθες, εκείνη γνωρίζει ότι δεν ξέρεις τίποτα για αυτήν και γελάει δυνατά μπροστά στα μούτρα σου, κοροϊδεύοντας την αστική σιγουριά σου και την ίδια σου την ύπαρξη, που εκείνη δημιούργησε.
Ξέρει τα υπαρκτικά νοήματα και δεν τα αποκαλύπτει.

Η καύλα πυροδοτείται από μια διαλεκτική σχέση με το περιβάλλον, αφού η φαντασία της υπόκειται σε εξωτερικές επιρροές, όμως διαθέτει και ένα μεγάλο κομμάτι φαντασιώσεων μοναδικό, δικό της, αυτοτροφοδοτούμενο, άκρως προσωπικό.

Δεν είναι ουρανοκατέβατη, θεϊκή ή μεταφυσική, δεν είναι ιδεαλιστική.
Είναι υλική όσο η σάρκα, τα κόκκαλα και το μυαλό μας, είναι ρευστή όσο οι εκκρίσεις των εγκεφαλικών νευρώνων και των σεξουαλικών μας οργάνων την ώρα που υποτάσσονται αυτόβουλα σε εκείνη, για να την υπηρετήσουν και ταυτόχρονα να υπηρετηθούν από εκείνη.

Η καύλα είναι χειροπιαστή όσο οι λέξεις πάνω στο χαρτί και τα νοήματα που ακουμπούν στο μυαλό μας, όσο ένα ποίημα που μοιάζει να έχει γραφτεί για εμάς, ένα μουσικό μέτρο που η ένταση του χτυπάει το στήθος δυνατά και μας καθηλώνει, όσο ένα πύρινο ηλιοβασίλεμα, που βρίσκει τις κρυφές του δυνάμεις στις τελευταίες του φωτεινές αναλαμπές, όσο τα ρούχα που φοράμε μόνο και μόνο για να τα βγάλουμε και να βρεθούμε γυμνοί ο ένας μπροστά στον άλλον.
Η καύλα δεν σχετίζεται με πολιτικά προγράμματα και σχέδια, γραμμές και στόχους.

Οι πολιτικές θεωρίες και η φιλοσοφία στο σύνολό της, οι ιδεολογίες και τα παρακλάδια της, μπροστά της, χάνουν την ισχύ τους, καταθέτουν στα πόδια της σχέδια, θεωρίες, ιδέες, οικονομικούς ή άλλους προγραμματισμούς και στροβιλίζονται στον πυρήνα της, από τον οποίον και γνωρίζουν ότι προέρχονται.

Γελάει με ολόκληρη την ανθρώπινη φιλοσοφία, που ακόμα δεν έχει αντιληφθεί ότι χωρίς αυτήν δεν υπάρχει κανένα νόημα στη ζωή, αυτή είναι η ουσία της, αυτή την κινεί και την περιστρέφει μέσα στους ιστορικούς χρόνους από την αρχή μέχρι και σήμερα, αυτή είναι η κινητήριος δύναμη πίσω από όλα.
Η καύλα είναι ένα παιχνίδι της φαντασίας με την πραγματικότητα, η συνεύρεσή τους και το σταμάτημα του καθιερωμένου χρόνου, το κομμάτιασμά του σε αντιχρόνους αιώνιους μα και στατικούς.

Η καύλα είναι αντισυμβατική ακόμα και με τον εαυτό της.
Φτιάχνει κανόνες μόνο και μόνο για να τους γκρεμίσει.
Δημιουργεί αίσθημα ασφάλειας μόνο και μόνο για να μας εκπλήξει καταστρέφοντας το.
Αν πιστεύεις κάπου μα δεν έχεις καύλα για αυτό, τότε τα πάντα καταρρίπτονται στο κενό.
Η σεξουαλική καύλα είναι άφυλη και μη ταξική.

Κάθε τέτοια στιγμή είναι μια αναλαμπή της ουτοπίας απεικονισμένη στα σώματα, που εμπλέκονται μεταξύ τους, γιατί μέσα από αυτήν την πολυμορφία εκείνη ζει και αναπνέει, δίνοντας και η ίδια ανάσα στη διαφορετικότητα της και σε κάθε άλλη διαφορετικότητα που τη συναντά.
Η καύλα δεν είναι της λογικής "ό,τι προαιρείσθε".
Η καύλα αρπάζει και γεύεται, δαγκώνει, "μπουκώνεται" και εκρήγνυται κατά το δοκούν.
Η καύλα δεν εξουσιάζει αλλά κυριαρχεί.
Η καύλα είναι καρφωμένη στην πραγματικότητα μα ταυτόχρονα ζει στην ουτοπία.
Είναι η μεγάλη Ουτοπία.
Προσπαθούμε να ανανεώσουμε την καύλα της εφηβείας μας ενώ εκείνη εξελίσσεται και ετοιμάζεται για κάθε πιθανή αλλαγή.

Έχει μέσα της το σπέρμα της παιδικότητας, τότε που δε μας πείραζε να κάνουμε άλματα θανάτου γιατί δε φοβόμασταν, τότε που όλα ήταν καινούργια.
Όσο ο φόβος εμφιλοχωρεί, η καύλα υποχωρεί, κρύβεται, αποκοιμιέται, πεθαίνει.

Αν είναι να ακολουθήσουμε το δρόμο της καύλας, ας το κάνουμε γρήγορα και σε όλα όσα αφορούν στη ζωή μας και για όσο αντέξουμε. Από την θεωρία στην πράξη όμως..
Μοιράσου το :

Δημοσίευση σχολίου

 
Copyright © ΒΑΘΥ ΚΟΚΚΙΝΟ
Powered by Blogger