Ολο το καλοκαίρι του 1944 όλες οι εργατογειτονιές της Αθήνας και του Πειραιά μάτωσαν από τις επιδρομές, τα «μπλόκα» των δυνάμεων κατοχής και των ντόπιων ένοπλων δοσίλογων.
Ηταν σαν σήμερα 6 Ιούλη του 1944 που ήρθε η σειρά του λαού του Περιστερίου να νιώσει την βαναυσότητα των Γερμανών ναζί, αλλά πάνω απ' όλα την θηριωδία των ταγματασφαλιτών που στην κυριολεξία οργίασαν σε βάρος του άμαχου λαού.
Από τα ξημερώματα, ορδές Γερμανών και ταγματασφαλιτών -υπολογίζεται πάνω από 4.000- περικυκλώνουν το Περιστέρι. Ο διαβόητος "συνταγματάρχης" Ι. Πλυτζανόπουλος, αρχηγός των Ταγμάτων Ασφαλείας, καθώς και ο "στρατηγός" Αλέξανδρος Λάμπου, αρχηγός της Ειδικής Ασφάλειας, η "αφρόκρεμα" δηλαδή του ένοπλου δοσιλογισμού "συντόνιζαν" το φρικιαστικό όργιο που ακολούθησε.
Με στόχο να εντοπίσουν και εξαρθρώσουν όλους τους ΕΛΑΣίτες που μένουν στο Περιστέρι διατάζουν να συγκεντρωθούν όλοι οι άντρες από 14 μέχρι 70 ετών στο Λόφο Αξιωματικών. Αναβρασμός επικρατεί σε όλη την πόλη. Κάποιοι αγωνιστές καταφέρνουν με την βοήθεια της οργάνωσης του ΕΑΜ να κρυφτούν στο Λιγνιτωρυχείο του Αη Βασίλη, αλλά ήταν μόνο μερικές δεκάδες. Ολοι οι υπόλοιποι, περίπου 5.000 άντρες, βρέθηκαν να είναι συγκεντρωμένοι και περικυκλωμένοι από Γερμανούς και ταγματασφαλίτες στον λόφο του Περιστερίου.
Εκατοντάδες γυναίκες, θέλησαν να πλησιάσουν για να πληροφορηθούν την τύχη των δικό τους ανθρώπων. Οι άντρες των Ταγμάτων Ασφαλείας δεν δίστασαν να τις πυροβολήσουν φωνάζοντας: «πουτάνες Βουλγάρες θα τούς εκτελέσουμε όλους, κανείς δεν θα φύγει κανείς ζωντανός από δω».
Οι κουκουλοφόροι καταδότες άρχισαν να υποδεικνύουν, στους ταγματασφαλίτες, τα μέλη της Αντίστασης.
Ανάμεσα στους καταδότες βρισκόταν και μια νεαρή εργάτρια που αρχικά είχε συμμετοχή στην Αντίσταση, αλλά μην αντέχοντας τα βασανιστήρια που είχε υποστεί στην Ειδική Ασφάλεια βρέθηκε στην υπηρεσία των δυνάμεων κατοχής. Γνώριζε δηλαδή πρόσωπα και πράγματα.
Αρκετοί από τους συλληφθέντες οδηγήθηκαν στο αστυνομικό τμήμα του Περιστεριού και έπεσαν στα χέρια ενός καθάρματος, του αστυνόμου Γερόσταθου ο οποίο πρωταγωνιστούσε στα βασανιστήρια σε βάρος στελεχών της Αντίστασης.
Υπάρχουν αρκετές μαρτυρίες γι' αυτό το κτήνος -όπως του Ευγένιου Παπαχριστόπουλου- για τα απάνθρωπα βασανιστήρια που έκανε στους αγωνιστές ζητώντας τους να του πουν "που υπάρχουν κρυμμένα όπλα" και να κατονομάσουν ΕΛΑΣίτες.
Τη μέρα του Μπλόκου στο Περιστέρι, συνελήφθησαν 180 αγωνιστές. Αλλους τους έστειλαν στο Γουδή, και άλλους απευθείας στο Χαϊδάρι.
Αρκετοί απ' αυτούς βασανίστηκαν και ορισμένοι δολοφονήθηκαν.
Από τους 124 αγωνιστές που έστειλαν για καταναγκαστικά έργα στη Γερμανία, επέστρεψαν στην Ελλάδα μόλις 19, το 1945
Να πώς περιγράφει τη μέρα εκείνη ο Νίκος Σφακιανάκης, λοχαγός του ΕΛΑΣ στις Δυτικές Συνοικίες, στο βιβλίο του «Το Περιστέρι στην Αντίσταση 1941 - 1944» (αποσπάσματα από κείμενο του "Ριζοσπάστη":
Ηταν σαν σήμερα 6 Ιούλη του 1944 που ήρθε η σειρά του λαού του Περιστερίου να νιώσει την βαναυσότητα των Γερμανών ναζί, αλλά πάνω απ' όλα την θηριωδία των ταγματασφαλιτών που στην κυριολεξία οργίασαν σε βάρος του άμαχου λαού.
Από τα ξημερώματα, ορδές Γερμανών και ταγματασφαλιτών -υπολογίζεται πάνω από 4.000- περικυκλώνουν το Περιστέρι. Ο διαβόητος "συνταγματάρχης" Ι. Πλυτζανόπουλος, αρχηγός των Ταγμάτων Ασφαλείας, καθώς και ο "στρατηγός" Αλέξανδρος Λάμπου, αρχηγός της Ειδικής Ασφάλειας, η "αφρόκρεμα" δηλαδή του ένοπλου δοσιλογισμού "συντόνιζαν" το φρικιαστικό όργιο που ακολούθησε.
Με στόχο να εντοπίσουν και εξαρθρώσουν όλους τους ΕΛΑΣίτες που μένουν στο Περιστέρι διατάζουν να συγκεντρωθούν όλοι οι άντρες από 14 μέχρι 70 ετών στο Λόφο Αξιωματικών. Αναβρασμός επικρατεί σε όλη την πόλη. Κάποιοι αγωνιστές καταφέρνουν με την βοήθεια της οργάνωσης του ΕΑΜ να κρυφτούν στο Λιγνιτωρυχείο του Αη Βασίλη, αλλά ήταν μόνο μερικές δεκάδες. Ολοι οι υπόλοιποι, περίπου 5.000 άντρες, βρέθηκαν να είναι συγκεντρωμένοι και περικυκλωμένοι από Γερμανούς και ταγματασφαλίτες στον λόφο του Περιστερίου.
Εκατοντάδες γυναίκες, θέλησαν να πλησιάσουν για να πληροφορηθούν την τύχη των δικό τους ανθρώπων. Οι άντρες των Ταγμάτων Ασφαλείας δεν δίστασαν να τις πυροβολήσουν φωνάζοντας: «πουτάνες Βουλγάρες θα τούς εκτελέσουμε όλους, κανείς δεν θα φύγει κανείς ζωντανός από δω».
Οι κουκουλοφόροι καταδότες άρχισαν να υποδεικνύουν, στους ταγματασφαλίτες, τα μέλη της Αντίστασης.
Ανάμεσα στους καταδότες βρισκόταν και μια νεαρή εργάτρια που αρχικά είχε συμμετοχή στην Αντίσταση, αλλά μην αντέχοντας τα βασανιστήρια που είχε υποστεί στην Ειδική Ασφάλεια βρέθηκε στην υπηρεσία των δυνάμεων κατοχής. Γνώριζε δηλαδή πρόσωπα και πράγματα.
Αρκετοί από τους συλληφθέντες οδηγήθηκαν στο αστυνομικό τμήμα του Περιστεριού και έπεσαν στα χέρια ενός καθάρματος, του αστυνόμου Γερόσταθου ο οποίο πρωταγωνιστούσε στα βασανιστήρια σε βάρος στελεχών της Αντίστασης.
Υπάρχουν αρκετές μαρτυρίες γι' αυτό το κτήνος -όπως του Ευγένιου Παπαχριστόπουλου- για τα απάνθρωπα βασανιστήρια που έκανε στους αγωνιστές ζητώντας τους να του πουν "που υπάρχουν κρυμμένα όπλα" και να κατονομάσουν ΕΛΑΣίτες.
Τη μέρα του Μπλόκου στο Περιστέρι, συνελήφθησαν 180 αγωνιστές. Αλλους τους έστειλαν στο Γουδή, και άλλους απευθείας στο Χαϊδάρι.
Αρκετοί απ' αυτούς βασανίστηκαν και ορισμένοι δολοφονήθηκαν.
Από τους 124 αγωνιστές που έστειλαν για καταναγκαστικά έργα στη Γερμανία, επέστρεψαν στην Ελλάδα μόλις 19, το 1945
Να πώς περιγράφει τη μέρα εκείνη ο Νίκος Σφακιανάκης, λοχαγός του ΕΛΑΣ στις Δυτικές Συνοικίες, στο βιβλίο του «Το Περιστέρι στην Αντίσταση 1941 - 1944» (αποσπάσματα από κείμενο του "Ριζοσπάστη":
«Το ξύπνημα ο Περιστεριώτικος λαός (...) το δεχτήκανε απ' το χωνί των τσολιάδων. Ηταν μια φωνή που έμοιαζε πεινασμένου λύκου. Τι έλεγε; (...)
"Περιστεριώτες. Αυτή τη στιγμή είστε κυκλωμένοι. Οι γερμανικές αρχές έχουν πληροφορίες ότι στο Περιστέρι κρύβονται ένοπλες δυνάμεις καθώς και όπλα. Χωρίς καμιά αντίσταση να συγκεντρωθείτε από 14 μέχρι 70 στο Λόφο Αξιωματικών, διότι σε μια ώρα θα κάνουμε έλεγχο σε όλα τα σπίτια. Οποιος τολμήσει να διαφύγει ή να κρυφτεί, θα τουφεκίζεται επί τόπου". (...)
Στο λόφο, εκείνη τη μέρα, οι συγκεντρωμένοι φτάσαν τις 5.000 ψυχές, που με κρατημένη την αναπνοή τους, περίμεναν τα λεπρά χέρια των μασκοφόρων Ατζίπαπα, Στριφτού και Αθανασίας, σε ποια στήθια θ' ακούμπαγαν. Κι ακούμπησαν πάνω σε 150 στήθια αγωνιστών που δεν έκλαψαν ούτε άρχισαν να τρέμουν σα φύλλο καλαμιάς στις ρεματιές. Δεν γνώριζαν άλλους από το πλήθος κι έλεγαν στους Γερμανούς πως λείπει στο σύνολό του ο οπλισμένος ΕΛΑΣ. Η απάντηση ήταν: Κοιτάχτε καλύτερα (...)».
Θρυλική μορφή που συμπυκνώνει αυτά τα στοιχεία, του αλύγιστου κομμουνιστή, είναι αυτή της Περιστεριώτισσας Αννας Παρλιάρου. 16 χρόνων, στέλεχος της ΕΠΟΝ και έπειτα του ΚΚΕ, συνελήφθη το Μάη του 1944, πηγαίνοντας σε σύσκεψη και οδηγήθηκε στου Γουδή.
Γνώρισε φριχτά βασανιστήρια και κακοποιημένη, σχεδόν ανάπηρη, αφού οι ταγματασφαλίτες της έκαψαν και της ακρωτηρίασαν το ένα της στήθος, υποβασταζόμενη, την έφεραν στο Μπλόκο του Περιστερίου, στις 6 Ιούλη του '44.
Σκοπός τους ήταν να την κάνουν να καταδώσει συναγωνιστές της...
Ο Ν. Σφακιανάκης αναφέρει στο βιβλίο του τη σκηνή: «Το χέρι της δε σηκώθηκε ν' ακουμπήσει σε κανένα στήθος από τις πέντε χιλιάδες που ήταν εκεί. (...) Το στόμα της μίλησε αφού πρώτα η αράγιστη ματιά της αγκάλιασε με ζεστασιά όλους τους συντοπίτες της με δυο λέξεις: "Κουράγιο αδέρφια!"».
Η απολογία της Αννας Παρλιάρου στο δικαστήριο, που οδηγήθηκε μετά το Δεκέμβρη του '44 και τη Συμφωνία της Βάρκιζας, διδάσκει για τον ηρωισμό και το μεγαλείο των κομμουνιστών, λαϊκών αγωνιστών.
«Είναι πρώτη φορά που πατώ το πόδι μου σε δικαστήριο και μάλιστα τόσο μεγάλο. Ενα πράγμα μου προξενεί κατάπληξη. Οτι σήμερα στην πατρίδα μας επικρατεί μεγάλη σαπίλα. Εκείνοι που πάλεψαν πραγματικά για τη λευτεριά της απ' τον φοβερό ξένο κατακτητή, σέρνονται και σαπίζουν στις φυλακές. Ενώ εκείνοι που προδίνανε και σκότωναν το λαό μας με τουφέκια και αυτόματα γερμανικά, οι δοσίλογοι και οι εγκληματίες πολέμου, είναι τα χαϊδεμένα παιδιά του σημερινού κράτους και χρησιμοποιούνται σαν όργανα και κατήγοροι των λαϊκών αγωνιστών.
Ανήκω, κύριοι ένορκοι, στην παράταξη εκείνη που όσοι βρίσκονται στις γραμμές της, μόνο την αλήθεια ξέρουν να λένε. Είμαι ΕΠΟΝίτισσα από την άνοιξη του 1943 και το θεωρώ ντροπή γιατί δεν μπήκα νωρίτερα. Δουλεύοντας σε ΕΠΟΝίτικη δουλειά στο Περιστέρι, δεν άργησα να γίνω μέλος του τιμημένου ΚΚΕ. Εδωσα ό,τι μπορούσα για τη Λευτεριά της Πατρίδας μου. Και αυτό είναι το "έγκλημά" μου. Γι' αυτό το "μεγάλο έγκλημα" ο άνθρωπος για τον οποίο με κατηγορείτε σήμερα ότι σκότωσα μαζί με τους συγκατηγορούμενούς μου, με παρέδωσε στους Γερμανούς.
Στο Γουδή που με κλείσανε οι "πατριώτες" εκείνοι που σήμερα ασφαλώς υπηρετούν στον "εθνικό" στρατό, πέρασα απ' τη χειρότερη δοκιμασία. Οι απαίσιοι αυτοί δήμιοι βασάνισαν το σώμα μου, μα ποτέ δεν μπόρεσαν να βεβηλώσουν την ψυχή μου. Με κατηγορούν για ηθικό αυτουργό για λιντσάρισμα του Γεροστάθου (σ.σ. αστυνομικός διοικητής στο Περιστέρι επί Κατοχής, που παρέδωσε στου Γουδή την Α. Παρλιάρου).
Ηθικός αυτουργός είναι ο ίδιος ο Γεροστάθος, που με την προδοτική του στάση προκάλεσε την αγανάκτηση του λαού».
"Περιστεριώτες. Αυτή τη στιγμή είστε κυκλωμένοι. Οι γερμανικές αρχές έχουν πληροφορίες ότι στο Περιστέρι κρύβονται ένοπλες δυνάμεις καθώς και όπλα. Χωρίς καμιά αντίσταση να συγκεντρωθείτε από 14 μέχρι 70 στο Λόφο Αξιωματικών, διότι σε μια ώρα θα κάνουμε έλεγχο σε όλα τα σπίτια. Οποιος τολμήσει να διαφύγει ή να κρυφτεί, θα τουφεκίζεται επί τόπου". (...)
Στο λόφο, εκείνη τη μέρα, οι συγκεντρωμένοι φτάσαν τις 5.000 ψυχές, που με κρατημένη την αναπνοή τους, περίμεναν τα λεπρά χέρια των μασκοφόρων Ατζίπαπα, Στριφτού και Αθανασίας, σε ποια στήθια θ' ακούμπαγαν. Κι ακούμπησαν πάνω σε 150 στήθια αγωνιστών που δεν έκλαψαν ούτε άρχισαν να τρέμουν σα φύλλο καλαμιάς στις ρεματιές. Δεν γνώριζαν άλλους από το πλήθος κι έλεγαν στους Γερμανούς πως λείπει στο σύνολό του ο οπλισμένος ΕΛΑΣ. Η απάντηση ήταν: Κοιτάχτε καλύτερα (...)».
«Κουράγιο αδέρφια!»
Θρυλική μορφή που συμπυκνώνει αυτά τα στοιχεία, του αλύγιστου κομμουνιστή, είναι αυτή της Περιστεριώτισσας Αννας Παρλιάρου. 16 χρόνων, στέλεχος της ΕΠΟΝ και έπειτα του ΚΚΕ, συνελήφθη το Μάη του 1944, πηγαίνοντας σε σύσκεψη και οδηγήθηκε στου Γουδή.
Γνώρισε φριχτά βασανιστήρια και κακοποιημένη, σχεδόν ανάπηρη, αφού οι ταγματασφαλίτες της έκαψαν και της ακρωτηρίασαν το ένα της στήθος, υποβασταζόμενη, την έφεραν στο Μπλόκο του Περιστερίου, στις 6 Ιούλη του '44.
Σκοπός τους ήταν να την κάνουν να καταδώσει συναγωνιστές της...
Ο Ν. Σφακιανάκης αναφέρει στο βιβλίο του τη σκηνή: «Το χέρι της δε σηκώθηκε ν' ακουμπήσει σε κανένα στήθος από τις πέντε χιλιάδες που ήταν εκεί. (...) Το στόμα της μίλησε αφού πρώτα η αράγιστη ματιά της αγκάλιασε με ζεστασιά όλους τους συντοπίτες της με δυο λέξεις: "Κουράγιο αδέρφια!"».
Η απολογία της Αννας Παρλιάρου στο δικαστήριο, που οδηγήθηκε μετά το Δεκέμβρη του '44 και τη Συμφωνία της Βάρκιζας, διδάσκει για τον ηρωισμό και το μεγαλείο των κομμουνιστών, λαϊκών αγωνιστών.
«Είναι πρώτη φορά που πατώ το πόδι μου σε δικαστήριο και μάλιστα τόσο μεγάλο. Ενα πράγμα μου προξενεί κατάπληξη. Οτι σήμερα στην πατρίδα μας επικρατεί μεγάλη σαπίλα. Εκείνοι που πάλεψαν πραγματικά για τη λευτεριά της απ' τον φοβερό ξένο κατακτητή, σέρνονται και σαπίζουν στις φυλακές. Ενώ εκείνοι που προδίνανε και σκότωναν το λαό μας με τουφέκια και αυτόματα γερμανικά, οι δοσίλογοι και οι εγκληματίες πολέμου, είναι τα χαϊδεμένα παιδιά του σημερινού κράτους και χρησιμοποιούνται σαν όργανα και κατήγοροι των λαϊκών αγωνιστών.
Ανήκω, κύριοι ένορκοι, στην παράταξη εκείνη που όσοι βρίσκονται στις γραμμές της, μόνο την αλήθεια ξέρουν να λένε. Είμαι ΕΠΟΝίτισσα από την άνοιξη του 1943 και το θεωρώ ντροπή γιατί δεν μπήκα νωρίτερα. Δουλεύοντας σε ΕΠΟΝίτικη δουλειά στο Περιστέρι, δεν άργησα να γίνω μέλος του τιμημένου ΚΚΕ. Εδωσα ό,τι μπορούσα για τη Λευτεριά της Πατρίδας μου. Και αυτό είναι το "έγκλημά" μου. Γι' αυτό το "μεγάλο έγκλημα" ο άνθρωπος για τον οποίο με κατηγορείτε σήμερα ότι σκότωσα μαζί με τους συγκατηγορούμενούς μου, με παρέδωσε στους Γερμανούς.
Στο Γουδή που με κλείσανε οι "πατριώτες" εκείνοι που σήμερα ασφαλώς υπηρετούν στον "εθνικό" στρατό, πέρασα απ' τη χειρότερη δοκιμασία. Οι απαίσιοι αυτοί δήμιοι βασάνισαν το σώμα μου, μα ποτέ δεν μπόρεσαν να βεβηλώσουν την ψυχή μου. Με κατηγορούν για ηθικό αυτουργό για λιντσάρισμα του Γεροστάθου (σ.σ. αστυνομικός διοικητής στο Περιστέρι επί Κατοχής, που παρέδωσε στου Γουδή την Α. Παρλιάρου).
Ηθικός αυτουργός είναι ο ίδιος ο Γεροστάθος, που με την προδοτική του στάση προκάλεσε την αγανάκτηση του λαού».
Δημοσίευση σχολίου