Η αρχική δικαιολογία του πρωθυπουργού ότι δεν θα είχε επιτρέψει τη «νόμιμη» παρακολούθηση Ανδρουλάκη αν τη γνώριζε ισοδυναμεί με ομολογία ενοχής.
Από τη μέρα που αποκαλύφθηκε το σκάνδαλο των υποκλοπών, ο προπαγανδιστικός μηχανισμός του Μεγάρου Μαξίμου επαναλαμβάνει με διάφορες διατυπώσεις τον ίδιο επίμονο ισχυρισμό: «Υπήρξε μία νόμιμη επισύνδεση στο τηλέφωνο του κ. Ανδρουλάκη, η οποία πολιτικά ήταν λάθος». Με τα λόγια του ίδιου του κ. Μητσοτάκη, στο μήνυμά του από τα Χανιά στις 8 Αυγούστου, «η Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών υποτίμησε την πολιτική διάσταση της συγκεκριμένης ενέργειας. Ηταν τυπικά επαρκής, όμως πολιτικά μη αποδεκτή». Και για όποιον δεν κατάλαβε, επανέλαβε στη συνέχεια ότι «αυτό που έγινε μπορεί να ήταν σύμφωνο με το γράμμα του νόμου, ήταν όμως λάθος. Δεν το γνώριζα και, προφανώς, δεν θα το επέτρεπα ποτέ!»
Με τις δηλώσεις του αυτές, ο πρωθυπουργός έχει κατορθώσει να θέσει μόνος του τον εαυτό του στο επίκεντρο του σκανδάλου. Εξηγούμαι. Αυτό που λέει και ξαναλέει είναι ότι το «λάθος» προκύπτει από το γεγονός ότι δεν ενημερώθηκε ο ίδιος ώστε να αποτρέψει αυτή την «τυπικά σωστή» αλλά «πολιτικά εσφαλμένη» ενέργεια. Για το «λάθος» αυτό ζητήθηκε η παραίτηση του διοικητή της ΕΥΠ, για το «λάθος» αυτό ανέλαβε την πολιτική ευθύνη ο πιο στενός του συνεργάτης, για το «λάθος» αυτό προστέθηκε ο εισαγγελέας εφετών ως δεύτερη υπογραφή δικαστικού στις αποφάσεις των «επισυνδέσεων». Επομένως, ο πρωθυπουργός καταλογίζει ένα λάθος σε τρεις ανθρώπους, οι οποίοι όχι απλώς σχετίζονται με χιλιάδες παρόμοιες ενέργειες, αλλά είναι οι τρεις που τις συναποφασίζουν.
Ο κ. Κοντολέων ως διοικητής της ΕΥΠ και η κ. Βλάχου ως εποπτεύουσα εισαγγελέας υπέγραψαν μόνο μέσα στο 2021 πάνω από 15.000 παρακολουθήσεις, ενώ ο κ. Δημητριάδης τις αποδέχθηκε ως εποπτεύων εκ μέρους του πρωθυπουργού. Πώς γνωρίζει ο κ. πρωθυπουργός ότι δεν υπήρξε άλλο «λάθος», εφόσον για τις υπόλοιπες 14.999 δεν είχε ενημερωθεί; Ή, μήπως, είχε ενημερωθεί για όλες τις άλλες εκτός από αυτή του προέδρου του ΠΑΣΟΚ;
Αν πίστευε ο ίδιος αυτά που λέει ως δικαιολογίες, το πρώτο που θα έπρεπε να κάνει μόλις έμαθε -όπως μας λέει- την υποκλοπή Ανδρουλάκη θα ήταν να ζητήσει ενημέρωση για όλες αυτές τις περιπτώσεις, ώστε να κρίνει αν υπήρξαν και άλλες «πολιτικά εσφαλμένες» αποφάσεις και να ενημερώσει αυτούς που τις έχουν υποστεί. Ασφαλώς δεν το έκανε. Και έτσι διαβάζουμε στον φιλοκυβερνητικό Τύπο για 7-8 άλλους πολιτικούς για τους οποίους υπάρχουν πληροφορίες ότι κι αυτοί είχαν δεχθεί τις «νόμιμες επισυνδέσεις» της ΕΥΠ. Τις γνωρίζει άραγε αυτές τις περιπτώσεις ο κ. Μητσοτάκης; Τις έχει ελέγξει και τις έχει βρει «πολιτικά σωστές»; Και αν δεν τις έχει ελέγξει όταν έγιναν, πώς είναι σήμερα σίγουρος ότι οι τρεις υπεύθυνοι δεν έκαναν άλλο «λάθος»; Και ακόμα, έχει άραγε αποφασίσει ο πρωθυπουργός ότι από δω και πέρα θα ελέγχει προσωπικά την «πολιτική ορθότητα» των δεκάδων καθημερινών αποφάσεων της ΕΥΠ για υποκλοπές;
Αστεία πράγματα. Με την υποκριτική δικαιολογία ότι «δεν γνώριζε», ο κ. Μητσοτάκης έχει βάλει τη δική του υπογραφή στο σκάνδαλο των υποκλοπών και ομολογεί για ποιο λόγο η πρώτη του προτεραιότητα μόλις εκλέχτηκε πρωθυπουργός ήταν να αναλάβει τον έλεγχο της ΕΥΠ. Για να δικαιωθεί η ρήση του Προκόπη Παυλόπουλου, ο οποίος απέρριψε ως υπουργός Εσωτερικών το 2008 στη Βουλή την πρόταση του ΛΑΟΣ να υπαχθεί η ΕΥΠ στον πρωθυπουργό, λέγοντας ότι «αυτό θα ταίριαζε σε άλλα καθεστώτα, όχι σε δημοκρατικό καθεστώς».
Δημοσίευση σχολίου