Από άρθρο του Πέτρου Παπακωνσταντίνου στην "Καθημερινή":
Το σκληρό πρόσωπο του Μπαράκ Ομπάμα
Οσοι είχαν επενδύσει υπερβολικές ελπίδες στην επαγγελία για «Αλλαγή», με άλφα κεφαλαίο, πρέπει να απογοητεύθηκαν από τη νέα «στρατηγική εθνικής ασφαλείας» που ανακοίνωσε ο Μπαράκ Ομπάμα.
Είναι αλήθεια ότι ο διάδοχος του Τζορτζ Μπους ενταφίασε τις ιδεοληπτικές εμμονές των νεοσυντηρητικών για πλανητική μονοκρατορία, αναγνωρίζοντας τα όρια της αμερικανικής ισχύος, η οποία, όπως δήλωσε, δοκιμάζεται από «μια καταστροφική οικονομική κρίση» και από δύο ατελέσφορους πολέμους, σε Ιράκ και Αφγανιστάν. Από αρκετές απόψεις, όμως, το δόγμα Ομπάμα εμφανίζεται όχι ως ρήξη με τη στρατηγική Μπους, αλλά ως συνέχεια αυτής της στρατηγικής με άλλα, περισσότερο ρεαλιστικά μέσα.
Στο εκτενές ντοκουμέντο υπογραμμίζεται η αποφασιστικότητα του Λευκού Οίκου «να διατηρήσει τη στρατιωτική υπεροχή» της Αμερικής. Αν και δεν γίνεται ρητά λόγος για «προληπτικά πλήγματα», η ουσία της θεμελιακής αυτής «καινοτομίας» του επιτελείου Μπους επιβιώνει σε διατυπώσεις όπως: «Ενώ αναγνωρίζουμε ότι η χρήση βίας είναι κάποτε αναγκαία, θα εξαντλούμε, ει δυνατόν, τις άλλες επιλογές προτού καταφύγουμε σε πόλεμο». Ή όπως: «Οι Ηνωμένες Πολιτείες πρέπει να διατηρήσουν το δικαίωμα να δρουν, εν ανάγκη, μονομερώς για να υπερασπιστούν το έθνος και τα συμφέροντά του».
Η σκλήρυνση της πολιτικής Ομπάμα δεν περιορίζεται στο πεδίο των διακηρύξεων, όπως διαμηνύουν οι παράλληλες κρίσεις σε Βόρειο Κορέα και Ιράν – δύο μέλη του κατά Μπους «Αξονα του Κακού». Στην πρώτη περίπτωση, Ουάσιγκτον και Σεούλ υποστηρίζουν ότι ήταν η Πιονγιάνγκ που ήρξατο χειρών αδίκων βυθίζοντας πολεμικό πλοίο της Νoτίου Κορέας – μια εκδοχή την οποία η τελευταία αρνείται, ενώ η Κίνα αρνείται να επιβεβαιώσει. Το βέβαιο είναι ότι, στο πολιτικό πεδίο, το ερμητικά κλειστό καθεστώς της Πιονγιάνγκ βρίσκεται στην άμυνα και οι αντίπαλοί του στην επίθεση. Οι ελλείψεις τροφίμων και η μαύρη αγορά, προβλήματα που θρέφονται από το διεθνές εμπάργκο, ανάγκασαν το καθεστώς να προχωρήσει σε δειλά ανοίγματα προς την οικονομία της αγοράς και το ξένο κεφάλαιο, ενώ δημοσιεύματα του δυτικού Τύπου εμφανίζουν τον αινιγματικό ηγέτη της χώρας Κιμ Γιονγκ Ιλ έτοιμο να αποδεχθεί την παρουσία αμερικανικών στρατευμάτων στον Νότο, ακόμη και στο ενδεχόμενο συμφωνημένης επανένωσης.
Αντιθέτως, ο πρόεδρος της Νοτίου Κορέας Λι Μιουγκ Μπακ δήλωσε ανοιχτά ότι έχει φτάσει η ώρα για αλλαγή καθεστώτος στον Βορρά, εκτίμηση την οποία δείχνουν να συμμερίζονται και αρθρογράφοι έγκυρων αμερικανικών εφημερίδων. Στο μεταξύ, η Ουάσιγκτον εκμεταλλεύεται την κρίση για να φέρει σε δύσκολη θέση την Κίνα, παραδοσιακή σύμμαχο της Βορείου Κορέας, από την κατάρρευση της οποίας έχει πάρα πολλά να χάσει ο αναδυόμενος γίγαντας. Η Wall Street Journal δεν έκρυβε, σε εκτενές ρεπορτάζ της περασμένης Τετάρτης, τα χαιρέκακα συναισθήματά της, σημειώνοντας ότι η κρίση επανέφερε την Ιαπωνία κάτω από τις προστατευτικές φτερούγες του αμερικανικού αετού και ώθησε τον πρωθυπουργό της, Γιούκιο Χατογιάμα, να παρατείνει τη λειτουργία της αμερικανικής στρατιωτικής βάσης στη νήσο Οκινάβα, σε πείσμα των προεκλογικών του δεσμεύσεων περί του αντιθέτου.
Eπιθετικότερη εμφανίζεται η αμερικανική πολιτική έναντι του Ιράν. Αντί να χαιρετίσει, έστω ως πρώτο μερικό βήμα, τη συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα της Τεχεράνης, που έγινε δυνατή χάρη στη μεσολάβηση Ερντογάν και Λούλα, η κυβέρνηση Ομπάμα έσπευσε να πνίξει το μωρό στην κούνια του, επιμένοντας στις κυρώσεις. Ακόμη και ένας προβεβλημένος αρθρογράφος των New York Times όπως ο Ρότζερ Κοέν παραδέχθηκε ότι «οι ΗΠΑ μετακινούν τα γκολπόστ», προσθέτοντας νέους όρους για να τορπιλίσουν τη συμφωνία.
Την ανησυχία για τις εξελίξεις στο ιρανικό ενίσχυσε η αποκάλυψη ότι ο στρατηγός Πετρέους διέταξε τη διεύρυνση των μυστικών επιχειρήσεων του αμερικανικού στρατού σε χώρες της Μέσης Ανατολής. Ειδικά για την περίπτωση του Ιράν, προβλέπονται η κατασκοπεία εν όψει πιθανών στρατιωτικών πληγμάτων και η ενίσχυση αντικαθεστωτικών οργανώσεων. Κάτι τελευταίο, που αδικήθηκε από τα ελληνικά μέσα ενημέρωσης, αφορά την πρόσφατη παραίτηση του Ντένις Μπλερ, ανώτατου διοικητή των 16 αμερικανικών μυστικών υπηρεσιών. Οπως αποκάλυψαν οι New York Times, ένας από τους λόγους που έφεραν τον Μπλερ σε σύγκρουση με τους πολιτικούς του προϊσταμένους ήταν η πρόθεσή του να σταματήσει (φυσικά, σε βάση αμοιβαιότητας) την κατασκοπεία σε βάρος της... Γαλλίας! Το προφανές ηθικό δίδαγμα είναι ότι ο Μπους και ο Ράμσφελντ έφυγαν, αλλά η διαχωριστική γραμμή μεταξύ «νέας» και «παλαιάς» Ευρώπης μάλλον θα αργήσει να σβήσει στη συνείδηση των διαδόχων τους.
Το σκληρό πρόσωπο του Μπαράκ Ομπάμα
Οσοι είχαν επενδύσει υπερβολικές ελπίδες στην επαγγελία για «Αλλαγή», με άλφα κεφαλαίο, πρέπει να απογοητεύθηκαν από τη νέα «στρατηγική εθνικής ασφαλείας» που ανακοίνωσε ο Μπαράκ Ομπάμα.
Είναι αλήθεια ότι ο διάδοχος του Τζορτζ Μπους ενταφίασε τις ιδεοληπτικές εμμονές των νεοσυντηρητικών για πλανητική μονοκρατορία, αναγνωρίζοντας τα όρια της αμερικανικής ισχύος, η οποία, όπως δήλωσε, δοκιμάζεται από «μια καταστροφική οικονομική κρίση» και από δύο ατελέσφορους πολέμους, σε Ιράκ και Αφγανιστάν. Από αρκετές απόψεις, όμως, το δόγμα Ομπάμα εμφανίζεται όχι ως ρήξη με τη στρατηγική Μπους, αλλά ως συνέχεια αυτής της στρατηγικής με άλλα, περισσότερο ρεαλιστικά μέσα.
Στο εκτενές ντοκουμέντο υπογραμμίζεται η αποφασιστικότητα του Λευκού Οίκου «να διατηρήσει τη στρατιωτική υπεροχή» της Αμερικής. Αν και δεν γίνεται ρητά λόγος για «προληπτικά πλήγματα», η ουσία της θεμελιακής αυτής «καινοτομίας» του επιτελείου Μπους επιβιώνει σε διατυπώσεις όπως: «Ενώ αναγνωρίζουμε ότι η χρήση βίας είναι κάποτε αναγκαία, θα εξαντλούμε, ει δυνατόν, τις άλλες επιλογές προτού καταφύγουμε σε πόλεμο». Ή όπως: «Οι Ηνωμένες Πολιτείες πρέπει να διατηρήσουν το δικαίωμα να δρουν, εν ανάγκη, μονομερώς για να υπερασπιστούν το έθνος και τα συμφέροντά του».
Η σκλήρυνση της πολιτικής Ομπάμα δεν περιορίζεται στο πεδίο των διακηρύξεων, όπως διαμηνύουν οι παράλληλες κρίσεις σε Βόρειο Κορέα και Ιράν – δύο μέλη του κατά Μπους «Αξονα του Κακού». Στην πρώτη περίπτωση, Ουάσιγκτον και Σεούλ υποστηρίζουν ότι ήταν η Πιονγιάνγκ που ήρξατο χειρών αδίκων βυθίζοντας πολεμικό πλοίο της Νoτίου Κορέας – μια εκδοχή την οποία η τελευταία αρνείται, ενώ η Κίνα αρνείται να επιβεβαιώσει. Το βέβαιο είναι ότι, στο πολιτικό πεδίο, το ερμητικά κλειστό καθεστώς της Πιονγιάνγκ βρίσκεται στην άμυνα και οι αντίπαλοί του στην επίθεση. Οι ελλείψεις τροφίμων και η μαύρη αγορά, προβλήματα που θρέφονται από το διεθνές εμπάργκο, ανάγκασαν το καθεστώς να προχωρήσει σε δειλά ανοίγματα προς την οικονομία της αγοράς και το ξένο κεφάλαιο, ενώ δημοσιεύματα του δυτικού Τύπου εμφανίζουν τον αινιγματικό ηγέτη της χώρας Κιμ Γιονγκ Ιλ έτοιμο να αποδεχθεί την παρουσία αμερικανικών στρατευμάτων στον Νότο, ακόμη και στο ενδεχόμενο συμφωνημένης επανένωσης.
Αντιθέτως, ο πρόεδρος της Νοτίου Κορέας Λι Μιουγκ Μπακ δήλωσε ανοιχτά ότι έχει φτάσει η ώρα για αλλαγή καθεστώτος στον Βορρά, εκτίμηση την οποία δείχνουν να συμμερίζονται και αρθρογράφοι έγκυρων αμερικανικών εφημερίδων. Στο μεταξύ, η Ουάσιγκτον εκμεταλλεύεται την κρίση για να φέρει σε δύσκολη θέση την Κίνα, παραδοσιακή σύμμαχο της Βορείου Κορέας, από την κατάρρευση της οποίας έχει πάρα πολλά να χάσει ο αναδυόμενος γίγαντας. Η Wall Street Journal δεν έκρυβε, σε εκτενές ρεπορτάζ της περασμένης Τετάρτης, τα χαιρέκακα συναισθήματά της, σημειώνοντας ότι η κρίση επανέφερε την Ιαπωνία κάτω από τις προστατευτικές φτερούγες του αμερικανικού αετού και ώθησε τον πρωθυπουργό της, Γιούκιο Χατογιάμα, να παρατείνει τη λειτουργία της αμερικανικής στρατιωτικής βάσης στη νήσο Οκινάβα, σε πείσμα των προεκλογικών του δεσμεύσεων περί του αντιθέτου.
Eπιθετικότερη εμφανίζεται η αμερικανική πολιτική έναντι του Ιράν. Αντί να χαιρετίσει, έστω ως πρώτο μερικό βήμα, τη συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα της Τεχεράνης, που έγινε δυνατή χάρη στη μεσολάβηση Ερντογάν και Λούλα, η κυβέρνηση Ομπάμα έσπευσε να πνίξει το μωρό στην κούνια του, επιμένοντας στις κυρώσεις. Ακόμη και ένας προβεβλημένος αρθρογράφος των New York Times όπως ο Ρότζερ Κοέν παραδέχθηκε ότι «οι ΗΠΑ μετακινούν τα γκολπόστ», προσθέτοντας νέους όρους για να τορπιλίσουν τη συμφωνία.
Την ανησυχία για τις εξελίξεις στο ιρανικό ενίσχυσε η αποκάλυψη ότι ο στρατηγός Πετρέους διέταξε τη διεύρυνση των μυστικών επιχειρήσεων του αμερικανικού στρατού σε χώρες της Μέσης Ανατολής. Ειδικά για την περίπτωση του Ιράν, προβλέπονται η κατασκοπεία εν όψει πιθανών στρατιωτικών πληγμάτων και η ενίσχυση αντικαθεστωτικών οργανώσεων. Κάτι τελευταίο, που αδικήθηκε από τα ελληνικά μέσα ενημέρωσης, αφορά την πρόσφατη παραίτηση του Ντένις Μπλερ, ανώτατου διοικητή των 16 αμερικανικών μυστικών υπηρεσιών. Οπως αποκάλυψαν οι New York Times, ένας από τους λόγους που έφεραν τον Μπλερ σε σύγκρουση με τους πολιτικούς του προϊσταμένους ήταν η πρόθεσή του να σταματήσει (φυσικά, σε βάση αμοιβαιότητας) την κατασκοπεία σε βάρος της... Γαλλίας! Το προφανές ηθικό δίδαγμα είναι ότι ο Μπους και ο Ράμσφελντ έφυγαν, αλλά η διαχωριστική γραμμή μεταξύ «νέας» και «παλαιάς» Ευρώπης μάλλον θα αργήσει να σβήσει στη συνείδηση των διαδόχων τους.
Δημοσίευση σχολίου