Ισως φανεί άτοπο ή άκαιρο να ασχολείται κάποιος σήμερα με πρόσωπα που δεν διαδραματίζουν πλέον ρόλο στα πολιτικά πράγματα της χώρας, αλλά οι συνεχείς διεθνείς παρεμβάσεις του Γιώργου Παπανδρέου προσφέρουν ένα καλό παράδειγμα της νοοτροπίας που έχει μέχρι και σήμερα η ελληνική πολιτική τάξη και ορισμένοι από τους πλέον αναγνωρίσιμους εκπροσώπους της.
Με άρθρο του στο αμερικανικό δίκτυο CNBC, ο πρώην πρωθυπουργός, κρατώντας τη ρομφαία του αντικαπιταλισμού, ξεσπαθώνει κατά των εισοδηματικών ανισοτήτων, τις οποίες βαφτίζει τον «μεγαλύτερο κίνδυνο για την παγκόσμια οικονομία». Το ύφος, η φρασεολογία και η κριτική στη σημερινή οικονομική πραγματικότητα παραπέμπουν (όσους δεν γνωρίζουν περί τίνος πρόκειται) στην παλιά (αριστερή) σοσιαλδημοκρατία. «Στην Ελλάδα 505 άνθρωποι, ή το 0,05% του πληθυσμού, κατέχουν συνολική περιουσία αξίας ίσης με το ένα τρίτο του ΑΕΠ, ενώ περισσότερο από το ένα τρίτο των Ελλήνων απειλείται από τη φτώχεια ή τον κοινωνικό αποκλεισμό» αναφέρει ο κ. Παπανδρέου, κρούοντας τον κώδωνα του κινδύνου για την κοινωνική συνοχή. Στη συνέχεια επιτίθεται στον καπιταλισμό, ο οποίος, εκτός των οικονομικών στρεβλώσεων, βάσει των οποίων, όπως λέει, «ιδιωτικοποιούνται τα κέρδη και κοινωνικοποιούνται οι ζημιές», «διαφθείρει και τους δημοκρατικούς μας θεσμούς». Διαπιστώνει, μάλιστα, ότι «αυτή η κατάσταση είναι ηθικά, οικονομικά και πολιτικά μη βιώσιμη και απαιτεί θεμελιακές αλλαγές στο πώς μετράμε την οικονομική πρόοδο και στο πώς ορίζουμε την «ανάκαμψη»».
Οσο για την υπέρβαση της πολιτικής αλλοτρίωσης, ο πρώην πρωθυπουργός προτείνει μέτρα όπως τα δημοψηφίσματα, οι επιτροπές πολιτών, η αποκεντρωμένη εξουσία και η ηλεκτρονική δημοκρατία, στοιχεία τα οποία πρέπει να συνοδευτούν από μέτρα όπως η προοδευτική φορολογία, οι ανθρώπινοι μισθοί και ο φόρος επί των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών. Επικαλείται, τέλος, μέχρι και τον Πάπα Φραγκίσκο και την έκκλησή του να υπηρετεί ο πλούτος την ανθρωπότητα και όχι το αντίθετο.
Σε ιδεολογικό επίπεδο ο κ. Παπανδρέου εξακολουθεί να κινείται στη γραμμή ενός εκλεκτικισμού που αγγίζει τα όρια της ασυναρτησίας, αφού χρησιμοποιεί με επιλεκτικό τρόπο στοιχεία από διαφορετικές θεωρίες, πολιτικές παραδόσεις και κοινωνικές πρακτικές, όλα τους κακοχωνεμένα και προσαρμοσμένα σ’ ένα μεταμοντέρνο πλαίσιο. Η τακτική αυτή θα έμενε απλά γραφική, εάν ο ίδιος δεν είχε διαδραματίσει τόσο καταλυτικό ρόλο στο καθοδικό σπιράλ στο οποίο έβαλαν τη χώρα μας το κόμμα του και η Ν.Δ. για πολλά χρόνια. Πολιτικά και ηθικά, όμως, αποτελεί υπόδειγμα προκλητικότητας, στον βαθμό που ένας κλασικός εκπρόσωπος της οικογενειοκρατίας και της ευνοιοκρατίας, φαινομένων που σημάδεψαν την παρακμή της πολιτικής ζωής, εμφανίζεται ως τιμητής της διαφθοράς και των ανισοτήτων σαν να απευθύνεται σε κατοίκους της χώρας των Λωτοφάγων. Και μάλιστα τη στιγμή που η διακρίβωση των ακριβών συνθηκών υπό τις οποίες η Ελλάδα μπήκε στην επιτήρηση του ΔΝΤ παραμένει ένα ανοιχτό ζήτημα προς διερεύνηση, ίσως από κάποια ανεξάρτητη διεθνή επιτροπή προσωπικοτήτων, η οποία θα ελέγξει, φυσικά, και το ποιοι επωφελήθηκαν από τους συγκεκριμένους χειρισμούς. Οι διαλέξεις, οι συνεντεύξεις, η αρθρογραφία και οι αναλύσεις του πρώην πρωθυπουργού με το αζημίωτο είναι ακόμη μια ύβρις και ταυτόχρονα μια απόδειξη της έλλειψης στοιχειώδους κοινωνικής συνείδησης. Αιδώς!
Πηγή: Τάσος Τσακίρογλου - Εφημερίδα των Συντακτών
Με άρθρο του στο αμερικανικό δίκτυο CNBC, ο πρώην πρωθυπουργός, κρατώντας τη ρομφαία του αντικαπιταλισμού, ξεσπαθώνει κατά των εισοδηματικών ανισοτήτων, τις οποίες βαφτίζει τον «μεγαλύτερο κίνδυνο για την παγκόσμια οικονομία». Το ύφος, η φρασεολογία και η κριτική στη σημερινή οικονομική πραγματικότητα παραπέμπουν (όσους δεν γνωρίζουν περί τίνος πρόκειται) στην παλιά (αριστερή) σοσιαλδημοκρατία. «Στην Ελλάδα 505 άνθρωποι, ή το 0,05% του πληθυσμού, κατέχουν συνολική περιουσία αξίας ίσης με το ένα τρίτο του ΑΕΠ, ενώ περισσότερο από το ένα τρίτο των Ελλήνων απειλείται από τη φτώχεια ή τον κοινωνικό αποκλεισμό» αναφέρει ο κ. Παπανδρέου, κρούοντας τον κώδωνα του κινδύνου για την κοινωνική συνοχή. Στη συνέχεια επιτίθεται στον καπιταλισμό, ο οποίος, εκτός των οικονομικών στρεβλώσεων, βάσει των οποίων, όπως λέει, «ιδιωτικοποιούνται τα κέρδη και κοινωνικοποιούνται οι ζημιές», «διαφθείρει και τους δημοκρατικούς μας θεσμούς». Διαπιστώνει, μάλιστα, ότι «αυτή η κατάσταση είναι ηθικά, οικονομικά και πολιτικά μη βιώσιμη και απαιτεί θεμελιακές αλλαγές στο πώς μετράμε την οικονομική πρόοδο και στο πώς ορίζουμε την «ανάκαμψη»».
Οσο για την υπέρβαση της πολιτικής αλλοτρίωσης, ο πρώην πρωθυπουργός προτείνει μέτρα όπως τα δημοψηφίσματα, οι επιτροπές πολιτών, η αποκεντρωμένη εξουσία και η ηλεκτρονική δημοκρατία, στοιχεία τα οποία πρέπει να συνοδευτούν από μέτρα όπως η προοδευτική φορολογία, οι ανθρώπινοι μισθοί και ο φόρος επί των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών. Επικαλείται, τέλος, μέχρι και τον Πάπα Φραγκίσκο και την έκκλησή του να υπηρετεί ο πλούτος την ανθρωπότητα και όχι το αντίθετο.
Σε ιδεολογικό επίπεδο ο κ. Παπανδρέου εξακολουθεί να κινείται στη γραμμή ενός εκλεκτικισμού που αγγίζει τα όρια της ασυναρτησίας, αφού χρησιμοποιεί με επιλεκτικό τρόπο στοιχεία από διαφορετικές θεωρίες, πολιτικές παραδόσεις και κοινωνικές πρακτικές, όλα τους κακοχωνεμένα και προσαρμοσμένα σ’ ένα μεταμοντέρνο πλαίσιο. Η τακτική αυτή θα έμενε απλά γραφική, εάν ο ίδιος δεν είχε διαδραματίσει τόσο καταλυτικό ρόλο στο καθοδικό σπιράλ στο οποίο έβαλαν τη χώρα μας το κόμμα του και η Ν.Δ. για πολλά χρόνια. Πολιτικά και ηθικά, όμως, αποτελεί υπόδειγμα προκλητικότητας, στον βαθμό που ένας κλασικός εκπρόσωπος της οικογενειοκρατίας και της ευνοιοκρατίας, φαινομένων που σημάδεψαν την παρακμή της πολιτικής ζωής, εμφανίζεται ως τιμητής της διαφθοράς και των ανισοτήτων σαν να απευθύνεται σε κατοίκους της χώρας των Λωτοφάγων. Και μάλιστα τη στιγμή που η διακρίβωση των ακριβών συνθηκών υπό τις οποίες η Ελλάδα μπήκε στην επιτήρηση του ΔΝΤ παραμένει ένα ανοιχτό ζήτημα προς διερεύνηση, ίσως από κάποια ανεξάρτητη διεθνή επιτροπή προσωπικοτήτων, η οποία θα ελέγξει, φυσικά, και το ποιοι επωφελήθηκαν από τους συγκεκριμένους χειρισμούς. Οι διαλέξεις, οι συνεντεύξεις, η αρθρογραφία και οι αναλύσεις του πρώην πρωθυπουργού με το αζημίωτο είναι ακόμη μια ύβρις και ταυτόχρονα μια απόδειξη της έλλειψης στοιχειώδους κοινωνικής συνείδησης. Αιδώς!
Πηγή: Τάσος Τσακίρογλου - Εφημερίδα των Συντακτών
Δημοσίευση σχολίου