Του Γ.Γ.
Υπάρχουν κάποιοι ιδιαίτεροι τύποι που έχουν επιλέξει ένα τρόπο ζωής εντελώς ξένο, αδιανόητο στην κυριολεξία για όλους εμάς.
Ενας απ’ αυτούς είναι ο σύντροφος και φίλος μου Μπάμπης Κουλίκας ή Κουλίκοφ, όπως τον αποκαλούν αρκετοί γνωστοί του.
Θα μπορούσα να γράφω για ώρες γι’ αυτό το φιλαράκι. Για τις περιπέτειες που είχαμε με τους μπάτσους όταν είμαστε στο ΚΚΕ –ο ίδιος παραμένει ακόμα σαν ψηφοφόρος του- για τις «αγορεύσεις» που έκανε σε δικαστήρια όταν μας έσυραν κατηγορουμένους για αφισοκολλήσεις κ.α …
Θα τα αποφύγω αυτά και θα αναφερθώ επιγραμματικά για την καθημερινότητα του. Παλιός ναυτικός και αφού είχε μια περιπέτεια όσο ταξίδευε, επέστρεψε στο νησί μας –την Λέσβο- και αποτραβήχτηκε από τον υπόλοιπο κόσμο.
Αγόρασε ένα κτήμα κοντά στην θάλασσα, έχτισε εκεί δυο δωμάτια και δημιούργησε τον δικό του «παράδεισο».
Καλλιέργησε τα πάντα, δημιούργησε λίμνη, συγκέντρωσε ότι ζώο μπορείτε να φανταστείτε.
Ελάχιστα τα νταλαβέρια του με τον υπόλοιπο κόσμο, που περιορίζονται στο να πουλάει κάποια ψάρια για να έχει τα τσιγάρα του και βενζίνη για το αγροτικό του αυτοκίνητο.
Πριν χρόνια όταν διηγιόμουνα σε συντρόφους μια συνάντηση που είχα με τον Μπάμπη δεν με πίστευαν. Τους έλεγα, λοιπόν, ότι κάποια στιγμή που έπρεπε να φάμε, ο Μπάμπη έκοψε μερικά φύλλα από ένα δέντρο –ροδακινιά νομίζω ήταν- τα έπλυνε και τα έφαγε, ενώ για μένα και την κοπελιά μου κάνει μια βουτιά στην θάλασσα, έπιανε ψάρια με τα χέρια του, τα πετούσε στην παραλία και σε λίγο μας τα έψησε.
«Κόψε τις μαλακίες», μου λέει κατηγορηματικά ένας σύντροφος που θεωρεί τον εαυτό του μεγάλο ψαροτουφεκά. Δεν υπάρχει περίπτωση να υπάρχει άνθρωπος που να πιάνει ψάρια με τα χέρια του. Και αφού λεκτικά δεν μπορούσα να τον πείσω, κανονίσαμε και πήγαμε παρέα στην Λέσβο. Συναντήσαμε τον Μπάμπη, και όσα του ισχυριζόμουνα τα είδε με τα μάτια του μένοντας άναυδος.
Πέρσι, πάλι, τέτοιο καιρό, βρεθήκαμε με τον Μπάμπη ένα βραδάκι στο ησυχαστήριο του. Στα σεκλέτια του το φιλαράκι. Τι έγινε ρε κολλητέ; Τον ρωτάω.
- Γάμησε τα μου απαντάει. Όλα ανάποδα σήμερα. Και μου λέει τα καθέκαστα
Ο δρόμος έξω από το κτήμα του οδηγεί σε έναν αρχαιολογικό χώρο της Λέσβου. Στην «Αρχαία Πύρρα». Ο Μπάμπης είχε ορθάνοιχτες της πόρτες και κρεμασμένη εκεί μια ταμπέλα που παρακινούσε όσους βάδιζαν για να επισκεφτούν το αρχαίο μνημείο, να μπουν στο κτήμα του, να ανοίξουν το ψυγείο και να δροσιστούν με παγωμένα καρπούζια και πεπόνια, παραγωγής του φυσικά.
Ελαχε να μπει μια παρέα ελλήνων τουριστών. Αφού απόλαυσαν το «κέρασμα» του Μπάμπη, μια κυρία απ’ την παρέα είδε ότι ήταν γεμάτο αράχνες η οροφή στο πεντακάθαρο δωμάτιο. Θεώρησε καλό, πιθανόν και σαν υποχρέωση, -ποιος ξέρει πώς το σκέφτηκε- να εξολοθρεύσει τις αράχνες, κάτι που έκανε τον Μπάμπη έξω φρενών.
– Θα υποφέρουμε από μύγες και κουνούπια τώρα, έλεγε τσατισμένος. Δεν ξέρει η φύση τι κάνει και ήρθε η κυρία να την διορθώσει; συμπλήρωνε.
Εντάξει, μωρέ Μπάμπη, του λέω. Βάλε τώρα να πιούμε άλλο ένα ούζο. Και τα χτένια –όστρακα που αφθονούν στον κόλπο της Καλλονής, τα οποία τρώγονται ωμά, με λεμόνι- είναι υπέροχα.
Δεν είναι μόνο αυτό σύντροφε, μου απαντάει. Όταν επέστρεψα στο κτήμα το απόγευμα βλέπω ένα φίδι να προσπαθεί να φάει ένα ποντίκι. Το αντιλαμβάνεται μια γάτα και διεκδικεί το «θήραμα», δαγκώνοντας το φίδι. Προσπαθώ να επέμβω. Δυστυχώς χωρίς αποτέλεσμα. Και το ποντίκι νεκρό και το φίδι λαβωμένο.
Μα τι λες τώρα, ρε Μπάμπη του απαντώ. Ετσι δεν λειτουργεί το ζωικό βασίλειο; Υπάρχει λόγος να σ’ απασχολεί αυτό το γεγονός;
Ναι, μου απαντάει. Το φίδι τώρα είναι πληγωμένο και θα υποφέρει. Ισως αν είχα επέμβει νωρίτερα μπορεί να μην είχε συμβεί αυτό…
Α, ρε μοναδικέ Μπάμπη. Εσύ που ενδιαφέρεσαι να μην υποφέρει ένα φίδι είσαι ο ίδιος που ονειρεύεσαι την επανάσταση για να καθαρίσεις με την «κόσα» -κοφτερό αγροτικό εργαλείο- τα κοινωνικά παράσιτα, όπως λες.
Υπάρχουν κάποιοι ιδιαίτεροι τύποι που έχουν επιλέξει ένα τρόπο ζωής εντελώς ξένο, αδιανόητο στην κυριολεξία για όλους εμάς.
Ενας απ’ αυτούς είναι ο σύντροφος και φίλος μου Μπάμπης Κουλίκας ή Κουλίκοφ, όπως τον αποκαλούν αρκετοί γνωστοί του.
Θα μπορούσα να γράφω για ώρες γι’ αυτό το φιλαράκι. Για τις περιπέτειες που είχαμε με τους μπάτσους όταν είμαστε στο ΚΚΕ –ο ίδιος παραμένει ακόμα σαν ψηφοφόρος του- για τις «αγορεύσεις» που έκανε σε δικαστήρια όταν μας έσυραν κατηγορουμένους για αφισοκολλήσεις κ.α …
Θα τα αποφύγω αυτά και θα αναφερθώ επιγραμματικά για την καθημερινότητα του. Παλιός ναυτικός και αφού είχε μια περιπέτεια όσο ταξίδευε, επέστρεψε στο νησί μας –την Λέσβο- και αποτραβήχτηκε από τον υπόλοιπο κόσμο.
Αγόρασε ένα κτήμα κοντά στην θάλασσα, έχτισε εκεί δυο δωμάτια και δημιούργησε τον δικό του «παράδεισο».
Καλλιέργησε τα πάντα, δημιούργησε λίμνη, συγκέντρωσε ότι ζώο μπορείτε να φανταστείτε.
Ελάχιστα τα νταλαβέρια του με τον υπόλοιπο κόσμο, που περιορίζονται στο να πουλάει κάποια ψάρια για να έχει τα τσιγάρα του και βενζίνη για το αγροτικό του αυτοκίνητο.
Πριν χρόνια όταν διηγιόμουνα σε συντρόφους μια συνάντηση που είχα με τον Μπάμπη δεν με πίστευαν. Τους έλεγα, λοιπόν, ότι κάποια στιγμή που έπρεπε να φάμε, ο Μπάμπη έκοψε μερικά φύλλα από ένα δέντρο –ροδακινιά νομίζω ήταν- τα έπλυνε και τα έφαγε, ενώ για μένα και την κοπελιά μου κάνει μια βουτιά στην θάλασσα, έπιανε ψάρια με τα χέρια του, τα πετούσε στην παραλία και σε λίγο μας τα έψησε.
«Κόψε τις μαλακίες», μου λέει κατηγορηματικά ένας σύντροφος που θεωρεί τον εαυτό του μεγάλο ψαροτουφεκά. Δεν υπάρχει περίπτωση να υπάρχει άνθρωπος που να πιάνει ψάρια με τα χέρια του. Και αφού λεκτικά δεν μπορούσα να τον πείσω, κανονίσαμε και πήγαμε παρέα στην Λέσβο. Συναντήσαμε τον Μπάμπη, και όσα του ισχυριζόμουνα τα είδε με τα μάτια του μένοντας άναυδος.
Πέρσι, πάλι, τέτοιο καιρό, βρεθήκαμε με τον Μπάμπη ένα βραδάκι στο ησυχαστήριο του. Στα σεκλέτια του το φιλαράκι. Τι έγινε ρε κολλητέ; Τον ρωτάω.
- Γάμησε τα μου απαντάει. Όλα ανάποδα σήμερα. Και μου λέει τα καθέκαστα
Ο δρόμος έξω από το κτήμα του οδηγεί σε έναν αρχαιολογικό χώρο της Λέσβου. Στην «Αρχαία Πύρρα». Ο Μπάμπης είχε ορθάνοιχτες της πόρτες και κρεμασμένη εκεί μια ταμπέλα που παρακινούσε όσους βάδιζαν για να επισκεφτούν το αρχαίο μνημείο, να μπουν στο κτήμα του, να ανοίξουν το ψυγείο και να δροσιστούν με παγωμένα καρπούζια και πεπόνια, παραγωγής του φυσικά.
Ελαχε να μπει μια παρέα ελλήνων τουριστών. Αφού απόλαυσαν το «κέρασμα» του Μπάμπη, μια κυρία απ’ την παρέα είδε ότι ήταν γεμάτο αράχνες η οροφή στο πεντακάθαρο δωμάτιο. Θεώρησε καλό, πιθανόν και σαν υποχρέωση, -ποιος ξέρει πώς το σκέφτηκε- να εξολοθρεύσει τις αράχνες, κάτι που έκανε τον Μπάμπη έξω φρενών.
– Θα υποφέρουμε από μύγες και κουνούπια τώρα, έλεγε τσατισμένος. Δεν ξέρει η φύση τι κάνει και ήρθε η κυρία να την διορθώσει; συμπλήρωνε.
Εντάξει, μωρέ Μπάμπη, του λέω. Βάλε τώρα να πιούμε άλλο ένα ούζο. Και τα χτένια –όστρακα που αφθονούν στον κόλπο της Καλλονής, τα οποία τρώγονται ωμά, με λεμόνι- είναι υπέροχα.
Δεν είναι μόνο αυτό σύντροφε, μου απαντάει. Όταν επέστρεψα στο κτήμα το απόγευμα βλέπω ένα φίδι να προσπαθεί να φάει ένα ποντίκι. Το αντιλαμβάνεται μια γάτα και διεκδικεί το «θήραμα», δαγκώνοντας το φίδι. Προσπαθώ να επέμβω. Δυστυχώς χωρίς αποτέλεσμα. Και το ποντίκι νεκρό και το φίδι λαβωμένο.
Μα τι λες τώρα, ρε Μπάμπη του απαντώ. Ετσι δεν λειτουργεί το ζωικό βασίλειο; Υπάρχει λόγος να σ’ απασχολεί αυτό το γεγονός;
Ναι, μου απαντάει. Το φίδι τώρα είναι πληγωμένο και θα υποφέρει. Ισως αν είχα επέμβει νωρίτερα μπορεί να μην είχε συμβεί αυτό…
Α, ρε μοναδικέ Μπάμπη. Εσύ που ενδιαφέρεσαι να μην υποφέρει ένα φίδι είσαι ο ίδιος που ονειρεύεσαι την επανάσταση για να καθαρίσεις με την «κόσα» -κοφτερό αγροτικό εργαλείο- τα κοινωνικά παράσιτα, όπως λες.
+ σχόλια + 1 σχόλια
μορφωμενος κ σωστος ο μπαμπης......! ειμαστε ...πολλοι.... .. μπαμπηδες............και ετσι ...και ΄΄χειροτεροι'..............
Δημοσίευση σχολίου