Ως γιατροί αλλά και ως απλοί πολίτες παρακολουθούμε εδώ και πάνω από τέσσερα χρόνια την απίστευτη περιπέτεια των δύο ειδικευόμενων γιατρών που κατηγορήθηκαν για τον τραγικό θάνατο της Στέλλας Ακουμιανάκη τη Μεγάλη Παρασκευή του 2011. Ο ένας εφημέρευε και ήταν στη θέση του, ο άλλος δεν ήταν εκεί γιατί δεν εφημέρευε.
Το δικαστήριο κατάφερε να τους καταδικάσει και τους δύο.
Ας μην σταθούμε σε λεπτομέρειες αλλά στον απόλυτο παραλογισμό της απόφασης!
Ο ένας γιατρός ο οποίος σύμφωνα με το δικαστήριο δεν ήταν στη θέση του, καταδικάζεται για ιατρικές πράξεις και παραλείψεις σαν και να ήταν εκεί. Ο δεύτερος γιατρός καταδικάζεται για τον ίδιο λόγο παρότι δεν εφημέρευε.
Ας δεχτούμε ότι το δικαστήριο δεν μπόρεσε να εκτιμήσει σωστά το επιστημονικό μέρος της διαδικασίας εφόσον έκρινε ότι όλοι οι επιστήμονες που κατέθεσαν στο δικαστήριο ήταν αναξιόπιστοι.
Ας δεχτούμε ότι το δικαστήριο ζει σε ένα ιδανικό κόσμο και δεν μπόρεσε να καταλάβει πώς λειτουργεί ένα επαρχιακό νοσοκομείο στα όρια της καταρρευσης.
Γιατί όμως το συγκεκριμένο δικαστήριο επιλέγει να αγνοήσει όλους τους αυτόπτες μάρτυρες και να θεωρήσει μόνο αξόπιστο ένα φύλακα (που όλως τυχαίως είχε προηγούμενα με το δεύτερο γιατρό);
Γιατί επιλέγει ως αξιόπιστες όχι τις πρώτες-αυθόρμητες αλλά τις αλλαγμένες "μετά από σκέψη" καταθέσεις των νεαρών για την ταυτότητα του γιατρού που παρέλαβε την άτυχη κοπέλα;
Είναι δυνατό η δικαιοσύνη να μην μπορεί να αντιληφθεί την αλήθεια που αντιλήφθηκαν απλοί πολίτες, οι ένορκοι; Πόσο απίστευτο μπορεί να είναι το να προτείνει αθώωση ο εισαγγελέας και να καταδικάζουν οι δικαστές.
Εμείς που ξέρουμε την αλήθεια αναρωτιόμαστε τι θα κάναμε αν είμασταν στη θέση αυτών των ανθρώπων που κατηγορήθηκαν και καταδικάστηκαν άδικα.
Η απόφαση αυτή είναι τόσο μακριά από την αλήθεια που αναπόφευκτα εγείρει πολλά ερωτηματικά.
Το δικαστήριο κατάφερε να τους καταδικάσει και τους δύο.
Ας μην σταθούμε σε λεπτομέρειες αλλά στον απόλυτο παραλογισμό της απόφασης!
Ο ένας γιατρός ο οποίος σύμφωνα με το δικαστήριο δεν ήταν στη θέση του, καταδικάζεται για ιατρικές πράξεις και παραλείψεις σαν και να ήταν εκεί. Ο δεύτερος γιατρός καταδικάζεται για τον ίδιο λόγο παρότι δεν εφημέρευε.
Ας δεχτούμε ότι το δικαστήριο δεν μπόρεσε να εκτιμήσει σωστά το επιστημονικό μέρος της διαδικασίας εφόσον έκρινε ότι όλοι οι επιστήμονες που κατέθεσαν στο δικαστήριο ήταν αναξιόπιστοι.
Ας δεχτούμε ότι το δικαστήριο ζει σε ένα ιδανικό κόσμο και δεν μπόρεσε να καταλάβει πώς λειτουργεί ένα επαρχιακό νοσοκομείο στα όρια της καταρρευσης.
Γιατί όμως το συγκεκριμένο δικαστήριο επιλέγει να αγνοήσει όλους τους αυτόπτες μάρτυρες και να θεωρήσει μόνο αξόπιστο ένα φύλακα (που όλως τυχαίως είχε προηγούμενα με το δεύτερο γιατρό);
Γιατί επιλέγει ως αξιόπιστες όχι τις πρώτες-αυθόρμητες αλλά τις αλλαγμένες "μετά από σκέψη" καταθέσεις των νεαρών για την ταυτότητα του γιατρού που παρέλαβε την άτυχη κοπέλα;
Είναι δυνατό η δικαιοσύνη να μην μπορεί να αντιληφθεί την αλήθεια που αντιλήφθηκαν απλοί πολίτες, οι ένορκοι; Πόσο απίστευτο μπορεί να είναι το να προτείνει αθώωση ο εισαγγελέας και να καταδικάζουν οι δικαστές.
Εμείς που ξέρουμε την αλήθεια αναρωτιόμαστε τι θα κάναμε αν είμασταν στη θέση αυτών των ανθρώπων που κατηγορήθηκαν και καταδικάστηκαν άδικα.
Η απόφαση αυτή είναι τόσο μακριά από την αλήθεια που αναπόφευκτα εγείρει πολλά ερωτηματικά.
Η γενική συνέλευση των νοσοκομειακών γιατρών του Νοσοκομείου Ρεθύμνου
Δημοσίευση σχολίου