Γράφει ο mitsos175.
“Οι ρίζες της ονομασίας του Μανχάταν χάνονται στα βάθη των αιώνων. Πιστεύεται ότι προέρχεται από τη γλώσσα των Αλγκονκούιαν -των παλαιότερων γνωστών κατοίκων της περιοχής- και σημαίνει «λοφώδες νησί». Επί αιώνες, αποτελούσε μία από τις σημαντικότερες περιοχές αλιείας και κυνηγιού για τους ιθαγενείς. Από την πρώτη στιγμή που οι Ευρωπαίοι πάτησαν το πόδι του στο Νέο Κόσμο, το Μανχάταν τράβηξε την προσοχή τους. Είδαν ένα τεράστιο λιμάνι, φυσικά προστατευμένο από τις θύελλες του βόρειου Ατλαντικού, αλλά και από κάθε επίδοξο εισβολέα, χωρίς ακραίες καιρικές συνθήκες και με πρόσβαση στο εσωτερικό της αμερικανικής ηπείρου, μέσω του ποταμού Χάντσον.
Το 1624 η ολλανδική εταιρία Dutch West India Company ίδρυσε στο νότιο τμήμα του νησιού το Νέο Άμστερνταμ, ως ένα σταθμό εμπορικών συναλλαγών.
Δύο χρόνια αργότερα, έφτασε στην περιοχή ως νέος κυβερνήτης ο Πίτερ Μίνουιτ και η πρώτη ενέργειά του ήταν να αγοράσει το Μανχάταν από τους Ινδιάνους, στις 24 Μαΐου. Ως αντάλλαγμα, προσέφερε εμπορεύματα, αξίας 60 φιορινιών (24 δολαρίων).
Το γεγονός μας είναι γνωστό από μία επιστολή προς τη διοίκηση της ολλανδικής εταιρίας. Συχνά, τα εμπορεύματα προσδιορίζονται ως μπρελόκ, χάντρες και άλλα φανταχτερά μπιχλιμπίδια, αυτό όμως μπορεί και να μην είναι ακριβές, αλλά να οφείλεται στη φαντασία των συγγραφέων του 19ου αιώνα. Σύμφωνα με τα στοιχεία μίας άλλης αγοραπωλησίας, του νησιού Στάτεν, στην οποία συμμετείχε επίσης ο Μίνουιτ, ως αντάλλαγμα δόθηκαν πανωφόρια, κατσαρόλες, τσεκούρια, φτυάρια, βελόνες και άλλα αγαθά.
Σύμφωνα, πάντως, με τους σύγχρονους ερευνητές, οι ιθαγενείς πρέπει να αγνοούσαν την έννοια της μόνιμης ιδιοκτησίας γης, δεδομένου ότι κινούνταν διαρκώς...
Δημιουργούσαν καταυλισμούς όπου έβρισκαν τροφή και όταν η εποχή άλλαζε εγκατέλειπαν την περιοχή. Όταν συμφώνησαν στην πώληση του Μανχάταν, στην καλύτερη περίπτωση -λένε οι ιστορικοί- θεώρησαν ότι παραχωρούσαν τα δικαιώματα κυνηγιού και αλιείας στους Ολλανδούς, οι οποίοι με τη σειρά τους κάποια στιγμή θα έφευγαν, όπως έκαναν οι ίδιοι”. (Πηγή)
“Οι ρίζες της ονομασίας του Μανχάταν χάνονται στα βάθη των αιώνων. Πιστεύεται ότι προέρχεται από τη γλώσσα των Αλγκονκούιαν -των παλαιότερων γνωστών κατοίκων της περιοχής- και σημαίνει «λοφώδες νησί». Επί αιώνες, αποτελούσε μία από τις σημαντικότερες περιοχές αλιείας και κυνηγιού για τους ιθαγενείς. Από την πρώτη στιγμή που οι Ευρωπαίοι πάτησαν το πόδι του στο Νέο Κόσμο, το Μανχάταν τράβηξε την προσοχή τους. Είδαν ένα τεράστιο λιμάνι, φυσικά προστατευμένο από τις θύελλες του βόρειου Ατλαντικού, αλλά και από κάθε επίδοξο εισβολέα, χωρίς ακραίες καιρικές συνθήκες και με πρόσβαση στο εσωτερικό της αμερικανικής ηπείρου, μέσω του ποταμού Χάντσον.
Το 1624 η ολλανδική εταιρία Dutch West India Company ίδρυσε στο νότιο τμήμα του νησιού το Νέο Άμστερνταμ, ως ένα σταθμό εμπορικών συναλλαγών.
Δύο χρόνια αργότερα, έφτασε στην περιοχή ως νέος κυβερνήτης ο Πίτερ Μίνουιτ και η πρώτη ενέργειά του ήταν να αγοράσει το Μανχάταν από τους Ινδιάνους, στις 24 Μαΐου. Ως αντάλλαγμα, προσέφερε εμπορεύματα, αξίας 60 φιορινιών (24 δολαρίων).
Το γεγονός μας είναι γνωστό από μία επιστολή προς τη διοίκηση της ολλανδικής εταιρίας. Συχνά, τα εμπορεύματα προσδιορίζονται ως μπρελόκ, χάντρες και άλλα φανταχτερά μπιχλιμπίδια, αυτό όμως μπορεί και να μην είναι ακριβές, αλλά να οφείλεται στη φαντασία των συγγραφέων του 19ου αιώνα. Σύμφωνα με τα στοιχεία μίας άλλης αγοραπωλησίας, του νησιού Στάτεν, στην οποία συμμετείχε επίσης ο Μίνουιτ, ως αντάλλαγμα δόθηκαν πανωφόρια, κατσαρόλες, τσεκούρια, φτυάρια, βελόνες και άλλα αγαθά.
Σύμφωνα, πάντως, με τους σύγχρονους ερευνητές, οι ιθαγενείς πρέπει να αγνοούσαν την έννοια της μόνιμης ιδιοκτησίας γης, δεδομένου ότι κινούνταν διαρκώς...
Δημιουργούσαν καταυλισμούς όπου έβρισκαν τροφή και όταν η εποχή άλλαζε εγκατέλειπαν την περιοχή. Όταν συμφώνησαν στην πώληση του Μανχάταν, στην καλύτερη περίπτωση -λένε οι ιστορικοί- θεώρησαν ότι παραχωρούσαν τα δικαιώματα κυνηγιού και αλιείας στους Ολλανδούς, οι οποίοι με τη σειρά τους κάποια στιγμή θα έφευγαν, όπως έκαναν οι ίδιοι”. (Πηγή)
Πρώτα απ' όλα συγχαρητήρια στους Ινδιάνους για το εμπορικό τους δαιμόνιο. Πούλησαν ένα υπέροχο νησί 59.100 στεμμάτων, στρατηγικής σημασίας, για 24 $.
Σήμερα μόνο μια νύχτα στο Μανχάταν σ' ένα ενοικιαζόμενο δωμάτιο, κοστίζει τα τριπλά. Ο αρχηγός τους θα ήταν κάποιος σαν τους δικούς μας κηφήνες, που θα πανηγύριζε για τους “ξένους επενδυτές”.
Υπάρχουν βέβαια και πολύ χειρότερα, καθώς ξεπουλάμε ολόκληρη την Ελλάδα για το τίποτα και χρωστάμε από πάνω! Ποιοι λοιπόν είναι τα μεγαλύτερα κορόιδα της Παγκοσμίου Ιστορίας;
Επιτέλους, ήρθαμε πρώτοι σε κάτι. Νιώθω ήδη μια εθνική υπερηφάνεια, ανάμικτη με το τσούξιμο από τα μέτρα σωτηρίας υπέρ του ανώνυμου τοκογλύφου.
Σαν προχθες μου φαίνεται, που ο ΓΑΠ έλεγε “θα μας πάρουν με τις πέτρες” και φτάσαμε να καταδικάζεται το γιαουρτάκι, αντί οι κλέφτες και οι απατεώνες που μας χρεοκόπησαν.
Οι Ινδιάνοι σχεδόν εξαφανίστηκαν από τις σφαγές των πολιτισμένων Ευρωπαίων, εμείς όμως δεν πρόκειται, καθώς ως γνωστό “η Ελλάδα ποτέ δεν πεθαίνει”, γιατί πολύ απλά ποτέ δεν έζησε.
Για την ιστορία το Μανχάταν ανταλλάχθηκε με κάποιο άλλο νησί κι έτσι οι Ολλανδοί πιάστηκαν με τη σειρά τους κορόιδα από τους Εγγλέζους. Βέβαια όταν έκαναν την ανταλλαγή το νησί “Ραν” τους έδινε ένα προσωρινό μονοπώλιο στο πανάκριβο μοσχοκάρυδο, για το οποίο κατάσφαξαν τους ντόπιους.
Η Νέα Υόρκη, όπως μετονομάστηκε το Νέο Άμστερνταμ, ιδρύθηκε από φονιάδες και εκμεταλλευτές και πέρασε σε φονιάδες και εκμεταλλευτές. Όπως κι όλες οι Η.Π.Α. που άρπαξαν τα εδάφη των Ινδιάνων, είτε με την πονηριά, είτε, τις πιο πολλές φορές, με τη βία.
Προσφέροντας δημόσιο αγαθό για ένα κομμάτι ψωμί το μόνο που θα καταφέρουμε είναι να γελάνε μαζί μας οι επόμενες γενιές.
Αυτή η ιστορία είναι απάντηση από το παρελθόν για τις νεοφιλελέ λέρες, που κόπτονται για τέτοιου είδους επενδύσεις.
Δημοσίευση σχολίου