
Δύο μέρες πριν από την επέτειο της δολοφονίας του Αλέξη Γρηγορόπουλου, τη θυμήθηκαν. Για να τη συμβουλέψουν να μην κάνει τα ίδια, όπως πέρσι. Να μην οργιστεί. Να μη φωνάξει. Να μη βγει στους δρόμους. Να υπομείνει τη μοίρα της.
Να πληρώσει την κρίση για λογαριασμό όσων κερδίζουν ακόμη κι απ’ αυτήν. Να μην ξαναγράψει στους τοίχους «στις τράπεζες λεφτά, στη νεολαία σφαίρες», γιατί αυτό ακριβώς την περιμένει: η πιο σκληρή καταστολή, την ώρα που οι τράπεζες ξεκοκαλίζουν τα 28 δισ.
Μιλούν με περισσό θράσος. Το θράσος του ένοχου που φοβάται τις ερινύες. Ποια είναι η ενοχή τους; Ότι δεν έκαναν τίποτα για να εξαλείψουν τους λόγους της νεανικής οργής. Και δεν έχουν σκοπό ν’ αλλάξουν τακτική. Οι άλλοι πρέπει να συμμορφωθούν με τις δικές τους υποδείξεις. Όχι αυτοί με τις απαιτήσεις, τις ανάγκες και τα όνειρα των νέων.
Τι ακριβώς φοβούνται; Δεν είναι, όπως λένε, οι φωτιές και οι σπασμένες βιτρίνες. Αυτές τις πληγές βρίσκουν τρόπο να τις κλείσουν σε μερικές μέρες. Αυτό που φοβούνται είναι μήπως σηκωθεί πάλι η κουρτίνα και φανεί ξανά στο προσκήνιο η οργή της νέας γενιάς, μήπως ακουστεί ο ατίθασος λόγος της.
Να μην αποκαλυφθεί άλλη μια φορά ότι κάτω από την ήρεμη φαινομενικά επιφάνεια το εκρηκτικό υλικό δεν έπαψε να υπάρχει επειδή θέλει να το θάψει η πολιτική τους. Οι φωτιές, σβήνουν, οι βιτρίνες φτιάχνονται ξανά. Την ελπίδα ποιος απ’ αυτούς μπορεί να την ξαναγεννήσει στην ψυχή των νέων ανθρώπων;
Επειδή δεν έχουν σκοπό ν’ αλλάξουν προσανατολισμό, να βάλουν τους νέους πάνω από τα κέρδη τους, τη μόνιμη δουλειά πάνω απ’ την ανεργία και την επισφάλεια, το ελπιδοφόρο μέλλον πάνω από το μίζερο παρόν τους, γι’ αυτό φοβούνται.
Εφημερίδα "Εποχή"
Δημοσίευση σχολίου