Συνέντευξη Κ. Λαπαβίτσα, Στ. Κουβελάκη
Κώστας Λαπαβίτσας: Έξοδος από ευρώ, βήμα για το σοσιαλισμό Ο στόχος της Γερμανίας είναι να σώσει το ευρώ, απαλλάσσοντας τις τράπεζες από το βάρος χωρίς όμως να το επωμιστεί η ίδια, τονίζει ο Κώστας Λαπαβίτσας (καθηγητής Οικονομικών στο Λονδίνο) στη συνέντευξη που μας έδωσε με αφορμή τη συζήτηση για την αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους. Ο Στάθης Κουβελάκης (καθηγητής Πολιτικής Φιλοσοφίας στο Λονδίνο επίσης) τονίζει πως η απροθυμία της Αριστεράς στην Ευρώπη να θέσει θέμα εξόδου από το ευρώ φέρνει στην επιφάνεια τα στρατηγικά της αδιέξοδα. - Η Γερμανία φέρεται αποφασισμένη να συμβάλει σε μια λύση για την ανακοπή της κρίσης στο εσωτερικό της ευρωζώνης. Αυτή η γραμμή δε σηματοδοτεί μια στροφή του Βερολίνου σε μια περισσότερο φιλική προς την ΕΕ πολιτική; - Κ.Λ. Δεν ήταν ποτέ εχθρική προς την ΕΕ η πολιτική του Βερολίνου. Τη στιγμή αυτή οι αστικές τάξεις της περιφέρειας έχουν ανάγκη από ευνοϊκή χρηματοδότηση για να αντιμετωπίσουν το χρέος τους και να αποφύγουν την επίσημη χρεοκοπία. Παρουσιάζουν λοιπόν την ανάγκη τους ως το βαθύτερο νόημα του ευρωπαϊσμού. Είναι η φυσική αντίδραση του αδύνατου. Τα πράγματα φαίνονται πολύ διαφορετικά από το Βερολίνο. Η αδυναμία της περιφέρειας απειλεί τους δανειστές με πραγματική οικονομική ζημία, που μπορεί να φτάνει τις πολλές εκατοντάδες δις ευρώ. Δεδομένου ότι οι δανειστές είναι κυρίως οι τράπεζες του κέντρου, υπάρχει κίνδυνος ευρωπαϊκής τραπεζικής κατάρρευσης που μπορεί να συμπαρασύρει και το ευρώ. Κάποιος, λοιπόν, πρέπει να αναλάβει τη ζημία, απαλλάσσοντας τις τράπεζες, ώστε να σωθεί το ευρώ. Η ευνοϊκή χρηματοδότηση που ζητάνε οι χώρες της περιφέρειας δεν είναι παρά η ανάληψη της ζημίας από το κέντρο. Ο ευρωπαϊσμός, όπως όλα τα μεγάλα καπιταλιστικά οράματα, έχει στην καρδιά του τάλιρα και δεκάρικα. Η Γερμανία έχει φυσικά από καιρό αντιληφθεί ότι θα κληθεί να σηκώσει το μεγαλύτερο μέρος της ζημίας. Τα πλαίσια δράσης της είναι όμως πολύ στενά. Η γερμανική οικονομία δεν είναι τόσο μεγάλη όσο συχνά νομίζεται στην Ελλάδα. Ζημία ύψους εκατοντάδων δις ευρώ θα ήταν εξαιρετικά δυσβάστακτη και για την ίδια. Αν προσθέσουμε το παγωμένο εργατικό εισόδημα και τη γενική απροθυμία της εργατικής τάξης να σώσει το ευρώ, τα περιθώρια γίνονται ασφυκτικά. Το πρόβλημα που έχει να λύσει η Γερμανία είναι λοιπόν εξαιρετικά σύνθετο. Πρέπει να διασώσει το ευρώ, απαλλάσσοντας τις τράπεζες από το βάρος του χρέους, αλλά και να αποφύγει να σηκώσει η ίδια τη ζημία στο μέτρο του δυνατού. Δεν της χρειάζονται βεβαίως μαθήματα ευρωπαϊσμού, ιδίως από τους Έλληνες, ή τους Πορτογάλους. Ο ευρωπαϊσμός είναι δικιά της εφεύρεση, το καλύτερο περιτύλιγμα για τα εθνικά της συμφέροντα. Η γερμανική πολιτική έχει δύο σκέλη. Πρώτον, η ΕΚΤ παρέχει ρευστότητα στις τράπεζες και δέχεται τα προβληματικά ομόλογα της περιφέρειας ως εγγύηση. Δηλαδή οι τράπεζες σιωπηλά μεταφέρουν το πρόβλημα στην ΕΚΤ, και άρα στο δημόσιο τομέα της Ευρώπης. Δεύτερον, το Ταμείο Σταθερότητας παρέχει έκτακτο δανεισμό, αλλά με αντίτιμο σκληρή λιτότητα. Διασώζει τις τράπεζες, ενώ παράλληλα μεταφέρει τη ζημία στις πλάτες των εργαζομένων της περιφέρειας. Το πρόβλημα είναι ότι η πολιτική λιτότητας καταστρέφει τις οικονομίες της περιφέρειας και άρα φέρνει τη χρεοκοπία πιό κοντά. Η μεταστροφή που παρατηρείται στη γερμανική πολιτική το τελευταίο διάστημα είναι φυσική απόρροια αυτής της αντίφασης. Όσο θα κινδυνεύουν οι τράπεζες, η γερμανική αστική τάξη θα πρέπει να παρεμβαίνει ώστε να μη χρεοκοπήσουν οι χώρες της περιφέρειας. Εξετάζει λοιπόν την προοπτική να επιτρέψει στο Ταμείο Σταθερότητας να αγοράσει ένα μέρος των προβληματικών ομολόγων της περιφέρειας, αφού πρώτα δανειστεί για το σκοπό αυτό. Μπορεί να συγκατανεύσει στην επιμήκυνση του δανεισμού, ή και σε μείωση επιτοκίων. Δεν πρόκειται να αλλάξει την ουσία του προβλήματος, αλλά θα συμβάλλει στο να απαλλαγούν οι τράπεζες από το χρέος. Όταν θα εκλείψει ο κίνδυνος για τις τράπεζες, η Γερμανία θα επιβάλλει όρους στην περιφέρεια που θα είναι τρομακτικοί. Αυτό είναι το περιεχόμενο της ‘φιλικής’ στροφής της. - Τελικά η Γερμανία θέλει και τις 17 χώρες στην ευρωζώνη, ή όχι; Έχει επιλέξει δηλαδή να πετάξει έξω τους δημοσιονομικά «απείθαρχους»; - Κ.Λ. Κατά τη γνώμη μου η γερμανική άρχουσα τάξη έχει μετανιώσει πικρά που επέτρεψε στις χώρες της περιφέρειας να συμμετάσχουν στην ευρωζώνη. Η αποβολή των προβληματικών χωρών είναι όμως εξαιρετικά επικίνδυνη διαδικασία, οικονομικά και πολιτικά. Με κανένα τρόπο δε μπορεί να γίνει όσο θα κινδυνεύουν οι ευρωπαϊκές τράπεζες. Όταν θα περάσει ο κίνδυνος, η Γερμανία θα θέσει την περιφέρεια μπροστά σε ακόμη δυσκολότερες επιλογές. Ήδη έχει θεσμοθετήσει μόνιμο μηχανισμό χρεοκοπίας από το 2013. Για να επιτραπεί στην Ελλάδα να παραμείνει στην ευρωζώνη, θα πρέπει να αποδεχτεί σκληρή λιτότητα για πολλά χρόνια. Παράλληλα θα δανείζεται με υψηλά επιτόκια, δεδομένου ότι τον κίνδυνο χρεοκοπίας θα τον φέρουν πλέον και ιδιώτες. Με λίγα λόγια, οι δημοσιονομικά ‘απειθαρχοι’ θα παραμείνουν στην ευρωζώνη μόνον αν είναι διατεθειμένοι να υποστούν κοινωνική και εθνική καθίζηση. - Από την κυβέρνηση Παπανδρέου και την φιλική προς την ΕΕ Αριστερά (ΣΥΝ) προτάθηκε ως λύση η έκδοση ευρωομολόγου. Η ‘κοινοτικοποίηση’ του δανεισμού κάθε κράτους-μέλους θα μειώσει το κόστος δανεισμού. Δεν αποτελεί επομένως έστω μία πρόσκαιρη λύση στην υπάρχουσα κρίση; - Κ.Λ. Πρέπει να είμαστε προσεκτικοί για το τι ακριβώς εννοούν οι διάφοροι υπέρμαχοι του ευρωομόλογου. Αυτό που φαίνεται να θέλει ο ΣΥΝ, δηλαδή ουσιαστικά η χρηματοδότηση επεκτατικής οικονομικής πολιτικής στην Ευρώπη, κάτι σαν ένα νέο Σχέδιο Μάρσαλ, θα μείνει στο χώρο της φαντασίας. Αυτό που προτείνουν οι Τρεμόντι-Γιουνκέρ, από την άλλη, είναι ένα μεγαλεπήβολο σχέδιο επέκτασης του δανεισμού του Ταμείου Σταθερότητας. Θα απορροφήσει τον κύριο όγκο των προβληματικών ομολόγων της περιφέρειας, αλλά και θα χρηματοδοτήσει το νέο δανεισμό της περιφέρειας. Το σχέδιο πάσχει από δύο μεγάλες αδυναμίες από την πλευρά της Γερμανίας. Πρώτον, δεν ξεκαθαρίζει το ποιός θα σηκώσει την πιθανή ζημία από τα προβληματικά ομόλογα και, δεύτερον, κάνει ακριβότερο το νέο δανεισμό των χωρών του κέντρου. Δεν πρόκειται να το δεχτεί η κ. Μέρκελ με τις παρούσες συνθήκες. Ο ευρωδανεισμός που είναι πιθανόν να δούμε θα συμβεί μέσα στα υπάρχοντα πλαίσια του Ταμείου Σταθερότητας. Δηλαδή θα δανείζεται το Ταμείο για να δανείζει με τη σειρά του στις χώρες με προβλήματα. Με το νέο δανεισμό θα μπορούν, για παράδειγμα, είτε να αντιμετωπίσουν άμεσες πιέσεις κρίσης, είτε ακόμη και να αγοράσουν μέρος των παλιών τους ομολόγων, όπως λέγεται τώρα για την Ελλάδα. Αποκλείεται να υπάρξει ουσιαστική μείωση του συνολικού όγκου χρέους με τον τρόπο αυτό. Ο δε νέος δανεισμός από το Ταμείο θα γίνεται με σκληρούς όρους λιτότητας. Δεν υπάρχει τίποτε αισιόδοξο για την περιφέρεια στην προοπτική αυτή. - Η έξοδος από το ευρώ δεν θα οδηγήσει την Ελλάδα στην πολιτική απομόνωση και την οικονομική περιθωριοποίηση. - Κ.Λ. Η ΟΝΕ είναι μία νομισματική ένωση που έχει σκοπό να δημιουργήσει μιά νέα μορφή παγκοσμίου χρήματος. Δεν είναι ούτε η πραγμάτωση της αφηρημένης έννοιας της Ευρώπης, ούτε η εκπλήρωση της μοίρας της Ελλάδας στο σύγχρονο κόσμο. Για πολιτικούς λόγους έχει επενδυθεί στη χώρα μας με ένα ιδεολογικό περιεχόμενο που δεν το έχει από τη φύση της. Η συμμετοχή της Ελλάδας αποδείχτηκε αποτυχημένη και αν η χώρα επιμένει να συμμετέχει θα αντιμετωπίσει μαρασμό. Η έξοδος είναι επιβεβλημένη από τα πράγματα. Το αν θα καταλήξει σε απομόνωση και περιθωριοποίηση εξαρτάται από το πως θα γίνει. Στο μέτρο που θα γίνει με όρους που θα επιβάλλει η εργατική τάξη, δεν υπάρχει λόγος να εμφανιστούν τέτοια φαινόμενα. Θα χρειαστεί δημόσιος έλεγχος και ιδιοκτησία στις τράπεζες και γενικότερα στα μέσα παραγωγής, όπως επίσης και στο διεθνές εμπόριο και την κίνηση κεφαλαίων. Αλλά η Ελλάδα μπορεί να μείνει ανοιχτή στις παγκόσμιες τεχνολογίες, στις γνώσεις και δεξιότητες της παγκόσμιας εργατικής τάξης και στην παγκόσμια κουλτούρα. Μπορεί ακόμη να θέσει τις διεθνείς της πολιτικές σχέσεις σε άλλη βάση, χωρίς αναγκαστικά να περάσει στην απομόνωση. Να θυμίσω ότι η Αργεντινή είναι μέλος του G20 παρότι έκανε στάση πληρωμών το 2001. Στην πράξη, αν η Ελλάδα βγει από την ΟΝΕ με εργατική και λαϊκή πρωτοβουλία, θα δώσει μεγάλο χτύπημα στον παγκόσμιο καπιταλισμό και θα βάλει στο προσκήνιο τον εργατικό διεθνισμό για πρώτη φορά μετά από δεκαετίες. Πρόκειται για το αντίθετο της απομόνωσης και περιθωριοποίησης. Θα δώσει νέα πνοή στο όραμα του σοσιαλισμού στην Ευρώπη, αλλά και στον κόσμο. Στάθης Κουβελάκης: Η αποδοχή της ΕΕ αποδιοργανώνει κάθε διεθνισμό - Το γεγονός ότι σε καμιά άλλη χώρα της Ευρώπης δεν προβάλλεται από την Αριστερά το αίτημα της εξόδου από το ευρώ, δεν περιορίζει αντικειμενικά την εμβέλεια του στόχου; Επίσης δεν υπονομεύει την αναγκαία διεθνιστική αλληλεγγύη; - Σ.Κ. Το γεγονός ότι, όπως σωστά επισημαίνεις στην ερώτησή σου, σε καμιά άλλη χώρα της Ευρώπης δεν προβάλλεται από φορείς της Αριστερά το αίτημα της εξόδου από το ευρώ, δείχνει κυρίως την έκταση της πολιτικής ανημπόριας και της στρατηγικής αμηχανίας στην οποία έχει σήμερα περιέλθει η ευρωπαϊκή Αριστερά. Το πρόβλημα δεν περιορίζεται στο ευρώ, η στάση απέναντι στο ευρώ αποτελεί δείκτη της γενικότερης στάσης απέναντι στην ΕΕ. Το μεγαλύτερο κομμάτι της ευρωπαϊκής Αριστεράς, όπως φαίνεται από τις θέσεις του ονομαζόμενου Κόμματος της Ευρωπαϊκής Αριστεράς (ΚΕΑ), στο οποίο συμμετέχουν οι περισσότερες δυνάμεις που κινούνται στα Αριστερά της σοσιαλδημοκρατίας (με κύρια εξαίρεση τα ΚΚ Ελλάδας και Πορτογαλίας), πιστεύει ότι οι λύσεις πρέπει να βρεθούν εντός των πλαισίων της ΕΕ. Δεν εξηγεί βέβαια με ποιόν τρόπο μπορεί να γίνει κάτι τέτοιο και δεν βλέπει ότι, στον κόσμο της υπαρκτής ΕΕ στον οποίο ζούμε, όσο πιο “ευρωπαϊκή” είναι μια λύση, τόσο πιο αντιδραστική γίνεται. Πολύ απλά γιατί αυτό απορρέει από την ίδια τη δομή και το λόγο ύπαρξης της “ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης”. Να επισημάνω επίσης και το κυριότερο: αυτές οι δυνάμεις δεν αρνούνται μόνο να θέσουν θέμα ευρώ αλλά και στάσης πληρωμών προτείνοντας στόχους όπως επαναδιαπραγμάτευση. Αποφεύγουν δηλαδή να τοποθετηθούν ευθέως πάνω στο ζήτημα της πολιτικής νομιμοποίησης του χρέους, άρα και του ποιός θα πληρώσει το κόστος της ζημίας σε περίπτωση παραγραφής του μεγαλύτερου μέρους του, και αν κάτι τέτοιο είναι όντως συμβατό με τα πλαίσια της ΕΕ και της ΟΝΕ. Δεν είναι λοιπόν τυχαίο αν αυτού του τύπου οι προτάσεις ούτε πείθουν την κοινωνία, ούτε δυναμική υπέρ της Αριστεράς δημιουργούν. Σ’ αυτή τη λογική καλλιεργείται και η ιδέα ότι ο στόχος της εξόδου από το ευρώ, και γενικότερα οι μονομερείς κινήσεις όπως η στάση πληρωμών, πάσχουν από έλλειψη διεθνισμού, και, ότι ως εκ τούτου, αδυνατούν να λειτουργήσουν ως βάση σύγκλισης αριστερών δυνάμεων σε διεθνές επίπεδο. Πρέπει να αντιστρέψουμε το επιχείρημα: αυτό που αποδιοργανώνει κάθε ουσιαστικό διεθνισμό είναι η αποδοχή των πλαισίων της ΕΕ, για τη διατήρηση των οποίων οι εργαζόμενοι και οι λαοί όλων των χωρών μελών καλούνται να πληρώσουν ένα υπέρογκο τίμημα, με διαφορετικούς και άνισους έστω όρους. Ας μη ξεχνάμε το μακρόχρονο πάγωμα των μισθών και το ροκάνισμα του κοινωνικού κράτους που υφίστανται οι Γερμανοί εργαζόμενοι, προς χάρην της προώθησης των εξαγωγικών δυνατοτήτων της Γερμανίας και της δημοσιονομικής πειθαρχίας που αποτελούν τα θεμέλια της ΟΝΕ. Γι αυτό και αντί να ευνοεί τη σύγκλιση και τη συνεννόηση των λαών, η ΕΕ στρέφει τους μεν εναντίον των δε, ανασύροντας και διαδίδοντας κάθε είδους ρατσιστικά στερεότυπα (τα “γουρουνάκια”/PIIGS των χωρών της περιφέρειας, οι «τεμπέληδες» Έλληνες, κλπ). Η Αριστερά έχει ζωτική ανάγκη από σοβαρή διεθνιστική στρατηγική, αλλά αυτό μπορεί να γίνει μόνο στη λογική της ρήξης με την ΕΕ και της πάλης για ένα ριζικά διαφορετικό ευρωπαϊκό οικοδόμημα, σε αντικαπιταλιστική κατεύθυνση. Ας εμπνευστούμε εδώ από το πως προωθήθηκαν διεθνιστικοί στόχοι στη Λατινική Αμερική από μια σειρά προοδευτικών κυβερνήσεων : ανατρέποντας τα σχέδια των ΗΠΑ για επέκταση της ζώνης ελεύθερου εμπορίου, ανακτώντας κρίσιμα εργαλεία άσκησης εθνικής πολιτικής και δημιουργώντας εναλλακτικούς θεσμούς συνεργασίας μεταξύ κρατών (τράπεζα του Νότου, Μπολιβαριανή Ενωση ALBA, κοινό τηλεοπτικό κανάλι), σε μια κατεύθυνση ολοκλήρωσης σε ηπειρωτική κλίμακα. - Για την αντιμετώπιση του δημόσιου χρέους προκρίνεται η λύση της δημιουργίας Επιτροπής Λογιστικού Ελέγχου (ΕΛΕ). Δεν υπάρχει ο κίνδυνος αυτή η πρόταση να καταλήξει σε μια κοινοβουλευτική επιτροπή – κολυμβήθρα αμαρτιών, μακριά από την συμμετοχή των εργαζομένων; - Σ.Κ. Ας διευκρινίσουμε κατ’ αρχήν ότι σε καμιά περίπτωση δε μιλάμε για κοινοβουλευτική επιτροπή, δηλαδή για υποχείριο των δύο κομμάτων που κυριαρχούν στο Κοινοβούλιο, αλλά για ανεξάρτητη επιτροπή, στην οποία θα έχουν όμως εκχωρηθεί αρμοδιότητες που θα της επιτρέπουν να προχωρήσει στο έργο της. Δηλαδή να έχει πρόσβαση στις δανειακές συμβάσεις και τους λογαριασμούς, να μπορεί να καλεί μάρτυρες κτλ. Για να έχει αποτελεσματικότητα στον άμεσο στόχο της, τη διαφάνεια στο θέμα του δημόσιου χρέους, η ΕΛΕ πρέπει να συσπειρώσει δυνάμεις πέραν των γραμμών της Αριστεράς, ειδικούς σε μια σειρά από τομείς, προσωπικότητες ευρύτερης αποδοχής αλλά και εκπροσώπους κοινωνικών φορέων (συνδικάτα, επιστημονικοί σύλλογοι). Για να λειτουργήσει όμως πολιτικά πρέπει να κινηθεί παράλληλα με την παρέμβαση από τα κάτω των κινημάτων, των εργατικών οργανώσεων και της Αριστεράς, που οφείλουν να εκμεταλλευτούν αυτή τη δυνατότητα για ένα πολύ απλό λόγο: εκ των πραγμάτων, η ΕΛΕ θα λειτουργήσει ως πολιορκητικός κριός, θέτοντας υπό αμφισβήτηση συνολικά το χρέος, υποσκάπτοντας την ίδια τη νομιμότητα του. Όπως πολύ σωστά τόνισε η Σοφία Σακοράφα σε πρόσφατη συνέντευξή της στο Δρόμο της Αριστεράς «η ΕΛΕ, επί της ουσίας, είναι ένα τακτικό βήμα στα όρια των αστικών θεσμών και της διαφάνειας και παράλληλα ένα στρατηγικό βήμα συγκρότησης ενός κινήματος με ριζοσπαστικά χαρακτηριστικά». - Όλοι αυτοί οι στόχοι δεν δημιουργούν αυταπάτες ότι ο καπιταλισμός μπορεί να αποκτήσει ανθρώπινο πρόσωπο; Η Αριστερά και το εργατικό κίνημα τι ρόλο μπορούν να παίξουν σε αυτή τη διαδικασία; - Σ.Κ. Πολύ συχνά στην Αριστερά η συζήτηση γύρω από το θέμα της μεταρρύθμισης ή της ρήξης με τον καπιταλισμό τείνει να αποκτήσει έναν μεταφυσικό, μη-ιστορικό, χαρακτήρα, σα να υπάρχει από τη μια πλευρά το στρατόπεδο αυτών που λένε “θέλουμε έναν καλύτερο καπιταλισμό” και από την άλλη το επαναστατικό στρατόπεδο που λέει “εμείς θέλουμε να τον ανατρέψουμε”. Στην πραγματικότητα, τα πράγματα δεν γίνονται έτσι, οι ταξικές αντιθέσεις θέτουν συγκεκριμένα προβλήματα, γύρω από τα οποία αντιπαρατίθενται επιλογές, που στηρίζονται σε ένα συσχετισμό δύναμης, αλλά και τον τροποποιούν. Θέμα πολιτικής εξουσίας, δηλαδή ρήξης επαναστατικού χαρακτήρα, τίθεται σε συνθήκες γενικευμένης κρίσης του κυρίαρχου μπλοκ και ανόδου των αγώνων, πάντα γύρω από τα επίδικα ζητήματα της συγκεκριμένης συγκυρίας. Δε βρισκόμαστε σε μια τέτοια κατάσταση σήμερα, κυρίως λόγω της αδύναμης θέσης των εργατικών και λαϊκών δυνάμεων. Παρά την ιστορική του χρεοκοπία, ο ταξικός αντίπαλος είναι σε θέση επίθεσης και διεξάγει με επιτυχία τον δικό του αγώνα. Αλλά αυτό μπορεί να αλλάξει. Για να το πούμε διαφορετικά, ο καπιταλισμός είναι ένα σύστημα με πολύ μεγάλη ικανότητα προσαρμογής. Μπορεί να επιβιώσει, ακόμη και να αναπτυχθεί, κάνοντας παραχωρήσεις στους εργαζόμενους, όταν εξαναγκάζεται βέβαια να το κάνει από ένα συσχετισμό δύναμης. Το απέδειξε εξ’άλλου τις πρώτες δεκαετίες μετά τον πόλεμο, σε ένα περιορισμένο τμήμα του πλανήτη είναι αλήθεια. Αυτό έχει βέβαια και ένα όριο, και εδώ βρίσκεται το νοήμα των κρίσεων: για να ανασυγκροτηθεί προς όφελος των ισχυρών, το σύστημα πρέπει να πάρει πίσω όλες αυτές τις παραχωρήσεις που έκανε στο παρελθόν. Σε τέτοιες συνθήκες, αιτήματα όπως η ατζέντα που προτάσσουμε για το θέμα του χρέους, που, σε άλλες εποχές μπορεί να μην είχαν τίποτε το ανατρεπτικό, λειτουργούν με έναν εξαιρετικά ριζοσπαστικό τρόπο. Γιατί αναμετριούνται με τα κεντρικά επίδικα της κατάστασης, με την καρδιά της στρατηγικής του αντιπάλου. Αποτελούν μεταβατικούς στόχους, γύρω από τους οποίους μπορούν να δημιουργηθούν συμμαχίες και μέτωπα που είναι αναγκαία για να αλλάξει ο σημερινός συσχετισμός. Είναι μεταβατικοί στόχοι όμως και με την έννοια ότι η υλοποίησή τους ισοδυναμεί με διαδικασία μεγάλων συγκρούσεων, με εγχώρια και διεθνή εμβέλεια, που ανοίγουν με έναν απτό τρόπο την προοπτική μιας γενικότερης κοινωνικής αλλαγής, του σοσιαλισμού. |
Αναδημοσίευση από το blog του Λ. Βατικιώτη
Δημοσίευση σχολίου