Όλοι οι δρόμοι οδηγούν στην έξοδο από το ευρώ
Σε μια εποχή που Συρία, Ιράν και Λιβύη επιπλήττουν την Βρετανία, πατρίδα του κοινοβουλευτισμού, για τις αντιδημοκρατικές μεθόδους που χρησιμοποιεί στην καταστολή των διαδηλώσεων, ενώ Κίνα, Ρωσία ακόμη και Βουλγαρία, (λίκνο της διαφθοράς και χώρα πρότυπο για την σύμφυση του οργανωμένου εγκλήματος με το επίσημο κράτος) εγκαλούν ΗΠΑ και ΕΕ για την ανευθυνότητα με την οποία διαχειρίζονται τα δημόσια οικονομικά τους, καμία ασφάλεια δεν έχει να προσφέρει το παρελθόν για το μέλλον. Προς επίρρωση και οι εξελίξεις στην ευρωζώνη… Κοινό τους χαρακτηριστικό η ευθεία αμφισβήτηση για το κατά πόσο μπορεί και πρέπει να συνεχίσει να υπάρχει το κοινό ευρωπαϊκό νόμισμα υπό την μορφή που το ξέρουμε και κυρίως να εξακολουθήσει να αποτελεί νόμισμα και των 17 χωρών που συμμετέχουν στη νομισματική ενοποίηση. Κι εδώ το καμπανάκι χτυπάει πρώτα απ’ όλα για την Ελλάδα κι αμέσως μετά για την Ιρλανδία και την Πορτογαλία, τις τρεις χώρες που έχουν προσφύγει στον ευρωπαϊκό μηχανισμό διάσωσης των τραπεζών και εξόντωσης των λαών. Αλλά όχι μόνο. Το καμπανάκι εξ ίσου ηχηρά χτυπάει επίσης για Ιταλία και Ισπανία, ενώ κανείς δεν παίρνει όρκο και για την Γαλλία.
Σημείο αφετηρίας όλων αυτών των σεναρίων είναι η Γερμανία, που κάθε 50 χρόνια υψώνει νέα τείχη: Το 1961 στο αποκορύφωμα του ψυχρού πολέμου στο εσωτερικό της, χωρίζοντας την Ανατολική από τη Δυτική Γερμανία και το 2011 στο αποκορύφωμα της μεγαλύτερης κρίσης που γνώρισε η γηραιά ήπειρος μετά το 1930, στο εσωτερικό της ευρωζώνης, χωρίζοντας το βορά από το νότο.
Οικειοθελής αποχώρηση της Ελλάδας
«Είναι καλύτερα για όλους και ειδικότερα για την Ελλάδα αν η χώρα φύγει προσωρινά από το ευρώ». Τα λόγια του Χανς Βέρνερ Ζιν, προέδρου του Ινστιτούτου Ifo, μετέφερε ρεπορτάζ των New York Times την προηγούμενη Πέμπτη, 11 Αυγούστου, με τίτλο «Υπό πολιορκία η Ελλάδα νιώθει πίεση για έξοδο από το ευρώ». Και συνέχιζε το ρεπορτάζ, μεταφέροντας τα λόγια του γερμανού οικονομικού παράγοντα: «Στο δίκαιο της ΕΕ δεν υπάρχει καμιά πρόβλεψη για εκδίωξη κράτους μέλους. Η Ελλάδα θα έπρεπε να αποσυρθεί οικειοθελώς. Αν όμως οι άλλες χώρες διακόψουν την βοήθεια, τότε θα είχε ελάχιστες επιλογές. Μεταξύ των ευρωπαίων οικονομολόγων έξω από τη Γερμανία, η ιδέα πως μια χώρα θα έπρεπε να πιεστεί για να εγκαταλείψει την ευρωζώνη θεωρείται απερίσκεπτη και βίαιη. Αλλά στη Γερμανία με τον γερά εδραιωμένο φόβο του πληθωρισμού και την επιμονή πως τα άτομα πρέπει να υπομένουν τις συνέπειες των πράξεών τους η ιδέα πως η Ελλάδα πρέπει να φύγει κερδίζει ευρύτερη αποδοχή ακόμη και στους κύκλους της ελίτ. Ο Ότμαρ Ίσινγκ, πρώην επικεφαλής οικονομολόγος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και ένας από τους αρχιτέκτονες του κοινού νομίσματος έχει δηλώσει ότι η Ελλάδα πρέπει να φύγει. Ερωτηθείς για τη θέση του μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου ο Ό. Ίσινγκ απάντησε έμμεσα, λέγοντας πως οι χώρες που παραβιάζουν τους κανόνες της νομισματικής ένωσης – όπως έκανε η Ελλάδα – θα έπρεπε να αποχωρούν μόνες τους». Το ρεπορτάζ στη συνέχεια υπογράμμιζε το ειδικό βάρος των απόψεών τους τονίζοντας πως «τόσο ο Ίσινγκ όσο και ο Ζιν διαθέτουν ασυνήθιστη επιρροή και η σκέψη τους προσφέρει τα θεωρητικά θεμέλια για απόψεις ευρέως διαδεδομένες μεταξύ των απλών Γερμανών».
Ευρώ-1 και ευρώ-2
Μία άλλη εκδοχή για το μέλλον της ευρωζώνης προσέφερε και η αντίπερα όχθη του Ατλαντικού, μέσω του περιοδικού Foreign Policy, που ειδικεύεται σε θέματα διεθνούς διπλωματίας. Σε αδρές γραμμές εισηγείται την δημιουργία δύο νομισμάτων ευρώ, στα οποία θα ενταχθούν οι χώρες του βορρά και του νότου αντίστοιχα. Ελλάδα ωστόσο και Ιρλανδία προτείνεται να μη συμμετέχουν σε καμία από αυτές τις ενώσεις! Ούτε καν σε αυτή των Νοτίων! Η ανάλυση του περιοδικού ξεκίναγε με τα εξής: «Ας είμαστε σαφείς: Οι ευρωπαϊκές οικονομίες δίνουν έναν αγώνα ζωής και θανάτου. Και η μόνη έξυπνη λύση τώρα είναι το κοινό νόμισμα να διασπαστεί σε δύο». Η διάσπαση του ευρώ, σύμφωνα με το αμερικανικό περιοδικό θα μπορούσε να λάβει την ακόλουθη μορφή: «Η ευρωζώνη θα μπορούσε να διασπαστεί στα δύο, δημιουργώντας δύο ξεχωριστά (και άνισα) νομίσματα του ευρώ. Κανονικά, η σύνθεση των δύο ομάδων θα έπρεπε να αποτελέσει θέμα διαπραγματεύσεων καθώς ορισμένες χώρες δεν μπορούν εύκολα να ενταχθούν στην μία ή την άλλη ομάδα. Το γενικό περίγραμμα είναι, ωστόσο, αρκετά σαφές. Η Γερμανία θα μπορούσε να αποτελέσει την καρδιά της μιάς ομάδας, μαζί με την Φινλανδία, την Ολλανδία και την Αυστρία. Θα μπορούσε επίσης να συμπεριλάβει την Εσθονία, που το έχει κάνει πολύ καθαρό πως προτίθεται να συμμετάσχει. Η Ισπανία, η Ιταλία και η Πορτογαλία κανονικά θα σχηματίσουν τον πυρήνα της δεύτερης ομάδας, με την Σλοβενία και την Σλοβακία να είναι πιθανοί υποψήφιοι. Μερικές χώρες, όπως η Ιρλανδία και η Ελλάδα για παράδειγμα, μπορούν απλώς να επιλέξουν να εξαιρεθούν. Ο μεγάλος άγνωστος είναι το τι θα κάνει η Γαλλία. Κατά πολλούς τρόπους ανήκει στην πρώτη ομάδα, αλλά οι πολιτιστικοί δεσμοί με τη Νότια Ευρώπη και οι πολιτικές φιλοδοξίες στη Μεσόγειο μπορεί να σημαίνουν ότι η χώρα θα αποφασίσει να ηγηθεί της δεύτερης ομάδας. Αν ένα τέτοιο σχέδιο σήμαινε όχι κανονικό διαζύγιο αλλά προσωρινό χωρισμό, τότε η γαλλική συμμετοχή στις νότιες οικονομίες θα είχε και ένα πολιτικό σκεπτικό. Ο όρος γαλλο-γερμανικός άξονας θα αποκτούσε ένα εντελώς καινούργιο περιεχόμενο. Κανονικά, η τεχνική πρόκληση θα ήταν τεράστια, αλλά όχι ανυπέρβλητη. Το μεγάλο πλεονέκτημα μιας τέτοιας κίνησης θα ήταν πως θα ξεπερνιόνταν αμέσως τα δύο από τα μεγαλύτερα βάρη υπό τα οποία λειτουργεί η νομισματική ένωση: έλλειψη ανταγωνισμού τιμών για την περιφέρεια και απουσία πολιτιστικής ομοιογένειας μεταξύ των συμμετεχόντων».
«Κανένας δεν γνωρίζει τις αξίες υπό τις οποίες θα λειτουργούσαν αρχικά τα δύο νομίσματα», συνεχίζει το Foreign Policy, «αλλά αν είδει διανοητικής άσκησης ας υποθέσουμε πως το ευρώ-1 θα κυμαινόταν περίπου στα 1,80 δολάρια (η τρέχουσα συναλλαγματική ισοτιμία δολαρίου – ευρώ κυμαίνεται από 1,40 έως 1 ευρώ) και το ευρώ-2 περίπου στο 1 δολάριο. Εμφανώς, βραχυχρόνια, οι κερδισμένοι αυτής της κίνησης θα ήταν τα μέλη του ευρώ-2 που θα επωφελούνταν από την υποτίμηση των οικονομιών τους. Γιατί θα συνέβαινε αυτό; Σε μια περίοδο στην οποία οι χώρες προβληματίζονται για την υπερχρέωσή τους και η εγχώρια ζήτηση είναι αδύναμη, η αύξηση των εξαγωγών είναι μονόδρομος για προχωρήσουν μπροστά οι οικονομίες τους».
Επαναφορά του μάρκου
Την Πέμπτη 11 Αυγούστου, ένα άρθρο γνώμης του γερμανού επιχειρηματία Χόλμαν Τζένκινς, στην ευρωπαϊκή έκδοση της αμερικανικής εφημερίδας Wall Street Journal έδινε μια άλλη εκδοχή του τέλους της ευρωζώνης, πολύ πιο …προωθημένη. Τίτλος του, «φέρτε πίσω το γερμανικό μάρκο»! Ανέφερε δε τα εξής: «Η Γερμανία και οι αξιόχρεοι γείτονές της πρέπει να κάνουν το σωστό και να φύγουν από την ευρωζώνη. Αφήστε την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να συνεχίσει τη δουλειά που ξεκίνησε αυτό το Σαββατοκύριακο επιχειρώντας να διευκολύνει μια κατάληξη μέσω της υποτίμησης και του πληθωρισμού… Ο Χανς Όλαφ Χένκελ, διάσημος εκπρόσωπος των γερμανών βιομηχάνων όπως μπορείτε να διαπιστώσετε, ο πρώην επικεφαλής της γερμανικής ΙΒΜ, ένας πρώην επικεφαλής της σημαντικότερης επιχειρηματικής ομοσπονδίας της χώρας του, κάποτε ένθερμοι του ευρώ, τώρα καλούν τη Γερμανία και τους αξιόχρεους γείτονές της να εξέλθουν από το ευρωσύστημα προς όφελος ενός νέου νομίσματος (ενός γερμανικού μάρκου κατ’ ουσία). Αφήστε το ευρώ να γίνει το νόμισμα των τελειωμένων. Η ΕΚΤ θα απελευθερωνόταν να τυπώσει χρήμα για να διασώσει τα εγχώρια τραπεζικά συστήματα των τελειωμένων»!
Μένος κατά ΕΚΤ
Η οργή εναντίον της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και του επικεφαλής της Ζαν Κλοντ Τρισέ (ο οποίος μετά την αποχώρησή του τον ερχόμενο Οκτώβρη κινδυνεύει να έχει την τύχη του πρώην αμερικανού ομολόγου του, Άλαν Γκρίνσπαν, ο οποίος από «μάγος» μεταβλήθηκε σε αποδιοπομπαίο τράγο) κορυφώθηκε επ’ αφορμή την επιμονή του να παρέμβει η ΕΚΤ στη δευτερογενή αγορά αγοράζοντας κρατικά ομόλογα της Ισπανίας και της Ιταλίας. Στόχος του ήταν να εκτονωθούν οι ανοδικές πιέσεις στις τιμές των επιτοκίων που είχαν οδηγηθεί σε επίπεδα πρωτοφανή για όσα χρόνια κι οι δύο χώρες συμμετέχουν στην ευρωζώνη. Παρότι η ΕΚΤ παρενέβη μόνο αφού έλαβε διαβεβαιώσεις πως θα εφαρμοστούν μέτρα εξοντωτικής λιτότητας και γι’ αυτό το λόγο χάθηκε πολύτιμος χρόνος, έλαβε δηλαδή τα σχετικά ανταλλάγματα, βρέθηκε στο επίκεντρο των κριτικών λόγω το ότι πλέον έχει μετατραπεί σε «bad bank» κατά τη διεθνή ορολογία, μια προβληματική τράπεζα δηλαδή υπερφορτωμένη με τοξικά ομόλογα, υποβαθμισμένης αξίας. Ήδη μέχρι την προηγούμενη εβδομάδα η αξία των ελληνικών, ιρλανδικών και πορτογαλικών ομολόγων που είχε στο χαρτοφυλάκιό της η ΕΚΤ από τις παρεμβάσεις της τον τελευταίο αυτό χρόνο ανέρχεται σε 74 δισ. ευρώ. Οι αγορές ιταλικών και ισπανικών ομολόγων που πραγματοποίησε (χωρίς να επέλθει και κάποια θεαματική μείωση των επιτοκίων τους) κυμάνθηκαν σύμφωνα με εκτιμήσεις – καθώς η ίδια η ΕΚΤ δεν προέβη σε καμιά σχετική ανακοίνωση κατά την πάγια πρακτική της – μεταξύ 4 και 9 δισ. ευρώ. Η τοξικότητα του χαρτοφυλακίου της επομένως αυξήθηκε παραπέρα. Πλάι δε σε αυτά τα 80 περίπου δισ. πρέπει να προσθέσουμε κι άλλα 418 δισ. που είχε παραχωρήσει στις τράπεζες της ευρωζώνης, μέχρι τον Ιούνη, δεχόμενη ως ενέχυρο κρατικά ομόλογα, που ναι μεν τα έπαιρνε σε τιμή χαμηλότερη της ονομαστικής, ανώτερη ωστόσο αυτής που έχει διαμορφωθεί πλέον στην αγορά. Τα δύο τρίτα αυτών των δανείων έχουν χορηγηθεί σε αποκλεισμένες από τις αγορές τράπεζες της Ελλάδας, της Ιρλανδίας, της Πορτογαλίας και της Ισπανίας.
...
Σε αυτό το πλαίσιο παραίτησης ακόμη κι από τη διερεύνηση των ωφελειών που μπορεί να επιφέρει η έξοδος από την ευρωζώνη, το αναπότρεπτο με βάση τις τελευταίες εξελίξεις, κινδυνεύει να μετατραπεί σε μοιραίο.
Ευρωζώνη: Τρία σενάρια για την τελευταία πράξη του δράματος
Όπως και νά 'χει, η ΕΚΤ αλλά και η Ευρώπη είναι υποχρεωμένες να δώσουν ένα τέλος που δε θα αργήσει, με τρία πιθανά σενάρια.Και επειδή πλέον η κατάσταση έχει καταντήσει κωμικοτραγική, βάζουμε ένα αντίστοιχα "κωμικοτραγικό" βιντεάκι από το 2006, με απόψεις "απλών και καθημερινών πολιτών" στην Ελλάδα στο δίλημμα "ευρώ ή δραχμή". Πέρα από την "πλάκα", ακούγονται και μερικές αλήθειες (αλλά και μερικές χαζομάρες). Όπως και να έχει, αξίζει το χρόνο σας:
Η πρώτη εναλλακτική είναι η άτακτη διάλυση της ευρωζώνης. Μόνον οι λάτρεις του χάους θα ήθελαν αυτή την κατάληξη, αλλά δεν αποκλείεται, αν οι κυβερνήσεις των χωρών του πυρήνα εξακολουθήσουν να είναι διστακτικές με την κατάρτιση των ισολογισμών τους αν οι κυβερνήσεις των περιφερειακών οικονομιών εγκαταλείψουν τις προσπάθειές τους για δημοσιονομικές μεταρρυθμίσεις και αν οι κοινωνίες πάψουν να ανέχονται την οικονομική στασιμότητα, τα υψηλά ποσοστά ανεργίας και τη μέτρα λιτότητας.
Το δεύτερο σενάριο, που όπως υποστηρίζουν οι πολιτικοί επιστήμονες και οι οραματιστές είναι και το προτιμότερο, προβλέπει τη δημιουργία μιας μεγαλύτερης δημοσιονομικής ένωσης με τα 17 μέλη της ευρωζώνης ή, για να μιλήσουμε χωρίς περιστροφές, την προθυμία της Γερμανίας να κάνει ό,τι έκανε και με την Ανατολική Γερμανία, δηλαδή να πάρει στα χέρια της τον έλεγχο τα χρόνια που έρχονται. Σε αντάλλαγμα, η Γερμανία θα επέμενε για μεταρρυθμίσεις στην οικονομική διακυβέρνηση, γεγονός που θα ανάγκαζε άλλα μέλη της ευρωζώνης να παραδώσουν ορισμένα από τα εθνικά δημοσιονομικά τους δικαιώματα και προνόμια.
Η τρίτη λύση, που έχει στηριχθεί από πολλούς οικονομολόγους, περιλαμβάνει τη δημιουργία μιας μικρότερης και οικονομικά πιο συνεκτικής ευρωζώνης, που θα αποτελείται από τις χώρες του πυρήνα και ορισμένα μέλη της περιφέρειας και θα αποτελεί μια αυστηρότερη δημοσιονομική ένωση, με πιο αξιόπιστες άμυνες ενάντια στη μετάδοση των κρίσεων. Για να πραγματοποιηθεί αυτή η διαδικασία, 2-3 περιφερειακές οικονομίες θα πρέπει να κάνουν ένα διάλειμμα από το ευρώ, οδηγούμενες άμεσα σε οικονομική αβεβαιότητα με πρόσβαση σε ένα ευρύτερο φάσμα μέσων για την αντιμετώπιση της κρίσης χρέους και της έλλειψης ανταγωνιστικότητας.
Αν και η τελευταία πράξη είναι κοντά, δε μπορούμε να προβλέψουμε ποια εναλλακτική θα επικρατήσει. Θα εξαρτηθεί από τις αποφάσεις που θα πάρουν οι πολιτικοί ηγέτες, που αυτή τη στιγμή αντιμετωπίζουν χαμηλά ποσοστά δημοτικότητας, ισχυρές αντιδράσεις και ανεπάρκεια συντονισμού.
Η άποψή μου είναι ότι τελικά οι πολιτικοί θα επιλέξουν μια αδύναμη αλλά μεγάλη δημοσιονομική ένωση, αλλά δε θα μπορέσουν να εφαρμόσουν την λύση, με αποτέλεσμα ότι μετά από μια περίοδο δραματικής αστάθειας, θα προκύψει μια μικρότερη, αλλά πιο ισχυρή νομισματική ένωση, ενώ η Ευρώπη θα αποφύγει την κατάρρευση του ευρώ και μια συνολική διάλυση της ευρωζώνης.
Δημοσίευση σχολίου