Του Μάκη Γεωργιάδη
Περάσαμε μέρες ατελείωτες πετροβολώντας τον άνεμο. Σκιές που αλυχτούσαν και κάπου – κάπου μούγκριζαν. Δεν ήταν βέβαιος όμως κανένας ότι κάποια σκιά είχε πληγώσει ή αν ήταν κι αυτό ένα ακόμα παιχνίδι του αγέρα με τις κουρασμένες μας αισθήσεις που αναζητούσαν εναγωνίως την επιβεβαίωση.
Σημαδεύαμε χρόνια ολόκληρα στον ουρανό το το γεμάτο φεγγάρι με τόξα και σφεντόνες. Κι αν κάποιες στιγμές αντικρίζαμε ένα αυλάκι από ματωμένα δάκρυα και πάλι δεν ξέραμε στ΄ αλήθεια αν τελικά η σελήνη πληγώθηκε ή αν κι αυτό το κατόρθωμα ήταν μια ακόμη οφθαλμαπάτη.
Προσπαθήσαμε με κόπο να πλέξουμε τις λέξεις με την κατάλληλη σειρά ανταλλάσσοντας αφηγήσεις και ποιήματα , ύμνους στα γαλάζια της μάτια και στα ξέπλεκα μαλλιά, αλλά στην πορεία οι λέξεις κουράστηκαν.
Τα νοήματα και οι κώδικες άλλαξαν και οι γλώσσες σαν να μπερδεύτηκαν και πάλι, λες και τις δέρνει μια προαιώνια κατάρα όπως της βιβλικής Βαβέλ. Κι ακόμη δεν ξέρουμε αν συμβαίνει κάτι τέτοιο στ΄ αλήθεια ή απλώς δεν μπορεί πια ο ένας να ξεκρίνει τον άλλο.
Η εποχή δεν ευνοεί τις συγκινήσεις. Δεν επιτρέπει να ξοδεύεσαι παρά μόνο για κλεψίτυπα ανταλλάγματα για φόβους και σε παραχαραγμένες προσδοκίες.
Η εποχή παρασέρνει με γοργό βηματισμό τα πάντα στη χοάνη της μεταποίησης. . Της αποδόμησης και της πολτοποίησης. Οι φόβοι και οι φοβίες σου παγώνουν το αίμα. Μπορεί και να καταπίνονται έτσι, αδροί κι ανεπεξέργαστοι για να στοιχειώσουν κάθε πιθανό βήμα. Στο φως ή στο σκοτάδι, πάντα στο κατόπι σου και κανείς να μην είναι άτρωτός. Εκεί το εργαστήρι της μεταποίησης αποστάζει το φόβο. Διυλίζει το θυμό για την αδικία και εξατμίζει την οργή για τη βαρβαρότητα. Μεταποιεί συναισθήματα για να παράγει την κουλτούρα της υποταγής πλασάροντας τη στην αγορά τυποποιημένη σε βαζάκια, ακολουθώντας πάντα τους χρυσούς κανόνες του μάρκετινγκ.
Το τρομερό εργαστήρι πολτοποιεί ανησυχίες, συνθλίβει όνειρα και στύβει αλύπητα τις ελπίδες, παράγοντας νέα προϊόντα και πάλι ευσχήμως τυποποιημένα σε ατομικά μπουκαλάκια και πάντα ακολουθώντας τους χρυσούς κανόνες του μάρκετινγκ…
Φόβοι εν αφθονία, ρήτορες και λογοκλόποι διά πάσα νόσο και διά πάσα μαλακία. Γεμάτοι οι δρόμοι και οι ημέρες μας με αγκάθινα συρματοπλέγματα και απαγορεύσεις. Απαγορεύεται να σκέφτεσαι, να αισθάνεσαι και να αντιδράς.
Τελεσίγραφα και απειλές με τις παραιτήσεις άνευ όρων να απαιτούνται για να ξορκίσουν το κακό. Να απαιτείται η εκούσια καταστροφή υπό το φόβο μιας καταστροφικής απειλής που ορίζεται από τους κυρίαρχους. Ορίζεται ως η αυτόβουλη αποδοχή της υποταγής και ως άρνηση του μέλλοντος.
Έτσι πορευόμαστε προσπαθώντας εναγωνίως να σπείρουμε στα άγονα χωράφια του χρόνου. Να στραγγίξουμε τους χυμούς των ημερών όσο κι αν η παγωνιά απειλεί να τις ξυλιάσει. Έτσι παραμένουμε ζωντανοί περιμένοντας τις ενισχύσεις που ακόμα δε λένε να φανούν και προσπαθούμε να αφουγκραστούμε τη φωνή του φεγγαριού που κάτι έχει να μας μηνύσει για τα μελλούμενα. Αν η κούραση απειλητική έχει καταφτάσει, άλλος δρόμος δεν υπάρχει παρά μόνο να ξεμπερδέψουμε το κουβάρι των λέξεων. Αν ενοποιήσουμε ξανά τους κώδικές και μιλήσουμε και πάλι την ίδια γλώσσα.
Αν στρέψουμε και πάλι το βλέμμα ψηλά για να κατακτήσουμε ξανά τον ουρανό. Την ίδια ώρα που τα ματωμένα δάκρυα της σελήνης θα σταματήσουν να πληγώνουν τον κόσμο και το φύσημα του αγέρα θα φτάνει πια στα αυτιά μας σαν μια γλυκιά μελωδία από το αύριο όσο κι αν κάποιοι αποπειρώνται να σταματήσουν το χρόνο…
Μάκης Γεωργιάδης
ΧΙΙΙ – ΙΙ – 2013
Δημοσίευση σχολίου